Την περασμένη Τρίτη, ο Τραμπ δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου πως δεν αποκλείει τη χρήση στρατιωτικής βίας για την ανάληψη του ελέγχου της Διώρυγας του Παναμά και της Γροιλανδίας, καθώς - όπως είπε - ο έλεγχος των ΗΠΑ και στις δύο αυτές περιοχές είναι «ζωτικής σημασίας» για την αμερικανική εθνική ασφάλεια.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ εκφράζουν την πρόθεση να αναλάβουν τον έλεγχο του νησιού. Το 2019 η κυβέρνηση της Δανίας είχε απορρίψει μια τέτοια προσφορά εξαγοράς, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί μια προγραμματισμένη επίσκεψη του Τραμπ στη Δανία. Οι ΗΠΑ έχουν εξετάσει το ενδεχόμενο να αγοράσουν τη Γροιλανδία ακόμη δύο φορές, το 1867 και το 1946 επί προεδρίας Τρούμαν, απόπειρα που έγινε υπό άκρα μυστικότητα και δημοσιοποιήθηκε μόλις το 1991.
Ο Τραμπ έχει προτείνει επίσης να ενταχθεί ο Καναδάς στις ΗΠΑ ως η 51η Πολιτεία τους, χαρακτηρίζοντας τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών «τεχνητά σχεδιασμένη γραμμή».
Για να δούμε όμως: Σε έναν κόσμο που φλέγεται από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τους πολέμους, πόσο «παρανοϊκοί» είναι τέτοιοι σχεδιασμοί;
Το ενδιαφέρον για τη Γροιλανδία έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό για τον έλεγχο της Αρκτικής, κυρίως ανάμεσα στις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα, αλλά και την ΕΕ. Η στρατηγική σημασία της περιοχής μεγαλώνει όσο λιώνουν οι πάγοι και γίνεται ευκολότερος ο διάπλους της, αλλά και η εκμετάλλευση του ορυκτού της πλούτου.
Ετσι, η Γροιλανδία βρίσκεται διαχρονικά στο επίκεντρο του αμερικανικού ενδιαφέροντος, καθώς οι ΗΠΑ δεν αρκούνται στο γεγονός ότι αποτελεί έδαφος της Δανίας, σύμμαχό τους στο ΝΑΤΟ. Το ίδιο ισχύει και με τον Καναδά, ο οποίος, μαζί με την αμερικανική Αλάσκα, διαθέτει μεγάλη ακτογραμμή στον Αρκτικό Κύκλο, άρα και εν δυνάμει κυριαρχία στην περιοχή.
Η ακτογραμμή της Ρωσίας στον Αρκτικό Κύκλο είναι 19.300 χιλιόμετρα, του Καναδά 11.200 χιλιόμετρα, της Νορβηγίας 2.000 χιλιόμετρα, των ΗΠΑ (Αλάσκα) 10.690 χιλιόμετρα, της Δανίας (Γροιλανδία) 2.400 χιλιόμετρα και της Ισλανδίας 1.800 χιλιόμετρα. Κυριαρχία και δικαιώματα εκμετάλλευσης διεκδικεί και η Βρετανία λόγω μικρών νησιώτικων κτήσεων στην Αρκτική.
Το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ εκτιμά ότι η Αρκτική κατέχει περίπου 90 δισεκατομμύρια βαρέλια, το 15% των ανεξερεύνητων συμβατικών πετρελαϊκών πόρων του κόσμου και περίπου 40 δισεκατομμύρια βαρέλια, το 30% των ανεξερεύνητων συμβατικών πόρων φυσικού αερίου.
Το λιώσιμο των πάγων καθιστά την Αρκτική ελκυστική και ως εναλλακτική διαδρομή στο θαλάσσιο εμπόριο. Η απόσταση από τη βορειοδυτική Ευρώπη προς την Απω Ανατολή, μέσω της υφιστάμενης διαδρομής της Βόρειας Θάλασσας (NSR), είναι σχεδόν κατά 40% συντομότερη από την παραδοσιακή μέσω της Διώρυγας του Σουέζ. Παράλληλα, σχεδιάζονται και άλλοι θαλάσσιοι δρόμοι (π.χ. της Διπολικής Θάλασσας - TSR), που θα μειώσουν δραστικά τους χρόνους μεταφοράς εμπορευμάτων και θα εξοικονομήσουν καύσιμα για τα ναυτιλιακά μεγαθήρια.
Η ίδια η Γροιλανδία είναι πλούσια σε ορυκτά, συμπεριλαμβανομένων σπάνιων γαιών που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή μπαταριών και στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας. Σύμφωνα με έρευνα του 2023, 25 από τα 34 ορυκτά που θεωρούνται «κρίσιμες πρώτες ύλες» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρέθηκαν στη Γροιλανδία.
Τα πλούσια αποθέματα ορυκτών του νησιού, τα οποία για την ώρα δεν εξορύσσονται, θεωρείται πως μπορούν να «σπάσουν» το υφιστάμενο σχεδόν μονοπώλιο της Κίνας στις σπάνιες γαίες.
Η Κίνα, από την πλευρά της, προωθεί επενδύσεις σε ορυχεία της Γροιλανδίας (έχει δείξει ενδιαφέρον για το μεγάλο κοίτασμα σπάνιων γαιών «Kvanefjeld», το οποίο διαθέτει τεράστια αποθέματα ουρανίου και διεκδικείται επίσης από τις ΗΠΑ), ενώ η Γροιλανδία εντάσσεται στον «Πολικό Δρόμο του Μεταξιού», το σχέδιο της Κίνας για την επέκταση της οικονομικής επιρροής της στην περιοχή.
Οι ΗΠΑ επιδίωξαν και απέκτησαν εκτεταμένη αμυντική συνεργασία και δικαιώματα βάσης εκεί από το 1951, μέσω της Συμφωνίας για την Αμυνα της Γροιλανδίας. Εχουν εγκαταστήσει στο νησί σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για βαλλιστικούς πυραύλους, καθώς η συντομότερη διαδρομή από την Ευρώπη προς τη Βόρεια Αμερική περνάει πάνω από το νησί.
Το Διαστημικό Σώμα των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων διατηρεί μόνιμη παρουσία στη βάση Pituffik (γνωστότερη παλαιότερα ως βάση Thule της Αμερικανικής Αεροπορίας) στα βορειοδυτικά του νησιού. Η βάση αποτελεί σημαντικό κόμβο για επιχειρήσεις πληροφοριών και επιτήρησης, επιτρέποντας την παρακολούθηση των στρατιωτικών δραστηριοτήτων της Ρωσίας και άλλων χωρών της Αρκτικής.
Σημαντική παρουσία στο νησί διατηρεί επίσης η NORAD (North American Aerospace Defense Command), η διμερής στρατιωτική διοίκηση των ΗΠΑ και του Καναδά, υπεύθυνη για την αεροπορική και διαστημική άμυνα στη Βόρεια Αμερική. Στις εγκαταστάσεις της περιλαμβάνονται αεροπορικές βάσεις, ραντάρ και σταθμοί επικοινωνίας.
Οι ΗΠΑ έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για την επέκταση της στρατιωτικής τους παρουσίας στη Γροιλανδία, προκειμένου να εγκαταστήσουν ραντάρ στα ύδατα που συνδέουν τη Γροιλανδία, την Ισλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Τα ύδατα αυτά αποτελούν πύλη εισόδου για ρωσικά και κινεζικά σκάφη.
Η Ρωσία, ωστόσο, με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στην Αρκτική και με υπεροπλία σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις και παγοθραυστικά, έχει το αδιαμφισβήτητο προβάδισμα για τον στρατηγικό έλεγχο και την εκμετάλλευση του πλούτου της περιοχής.
Εχει επενδύσει στον εκσυγχρονισμό στρατιωτικών υποδομών από την περίοδο της Σοβιετικής Ενωσης και λειτουργεί σήμερα περισσότερες από 50 αρκτικές βάσεις, συμπεριλαμβανομένων αεροδρομίων, σταθμών ραντάρ, λιμανιών, βάσεων εκτόξευσης πυραύλων και ναυπηγείων, με δυνατότητα να φιλοξενούν πυρηνικά βομβαρδιστικά και πυραύλους.
Να σημειωθεί ότι η στρατιωτική δραστηριότητα των Αμερικανών στη Γροιλανδία είχε προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις, όταν το 1986, ένα αεροσκάφος που μετέφερε τέσσερις θερμοπυρηνικές βόμβες «B28FI» συνετρίβη σε θαλάσσιο πάγο, με αποτέλεσμα τη ραδιενεργό μόλυνση της περιοχής. Τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις έχει αποκαλυφθεί πως στην αεροπορική βάση Thule έχουν αποθηκευτεί πυρηνικά όπλα από τις ΗΠΑ, κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960.
Το 1995 προκλήθηκε πολιτικό σκάνδαλο στη Δανία, όταν αποκαλύφθηκε ότι η κυβέρνηση είχε δώσει μυστική άδεια στις ΗΠΑ για την τοποθέτηση πυρηνικών όπλων στη Γροιλανδία, κατά παράβαση της πολιτικής του 1957 περί «ζώνης χωρίς πυρηνικά».
Τον επόμενο χρόνο, αποκαλύφθηκε από έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν πως ο Στρατός των ΗΠΑ είχε σχεδιάσει ένα άκρως απόρρητο πρόγραμμα, το «Project Iceworm», με σκοπό την εγκατάσταση ενός εκτεταμένου δικτύου θέσεων εκτόξευσης πυρηνικών πυραύλων, που θα μπορούσαν να επιβιώσουν από ένα πρώτο πλήγμα και θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους εντός της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.
Οσον αφορά τη Διώρυγα του Παναμά, ο ΥΠΕΞ της χώρας αντέδρασε στην απειλή του Τραμπ να ανακαταλάβει μία από τις βασικές παγκόσμιες διόδους του εμπορίου, την οποία είχαν κατασκευάσει και κατείχαν οι ΗΠΑ πριν παραδώσουν τον έλεγχο στο κεντροαμερικανικό κράτος το 1999. «Τα μόνα χέρια που ελέγχουν τη διώρυγα είναι τα χέρια του Παναμά και έτσι θα συνεχίσει να είναι», δήλωσε ο Παναμέζος υπουργός Εξωτερικών.
Μέσω της Διώρυγας του Παναμά, που συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό, διέρχονται περίπου 14.000 πλοία ετησίως. Σε περίπτωση διαταραχής της λειτουργίας της, οι επιπτώσεις στη ναυτιλία θα είναι τεράστιες, με πιέσεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και ντόμινο αυξήσεων του κόστους των μεταφορών.
Η Διώρυγα του Παναμά έχει συμπεριληφθεί στο κάδρο του ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, καθώς κινεζικές εταιρείες έχουν αποκτήσει σημαντική παρουσία στον Παναμά, προκαλώντας ισχυρές ανησυχίες στην Ουάσιγκτον, ενώ περίπου το 40% των φορτίων που διέρχονται από τη Διώρυγα του Παναμά καταλήγουν ή ξεκινούν από λιμάνια των ΗΠΑ.
Η κινεζική COSCO, ένας από τους μεγαλύτερους παγκόσμιους ναυτιλιακούς ομίλους, έχει επενδύσει σε λιμενικές εγκαταστάσεις και υποδομές γύρω από τη Διώρυγα. Να σημειωθεί πως μέσα στη βδομάδα, το κινεζικό μονοπώλιο μπήκε στη μαύρη λίστα της αμερικανικής κυβέρνησης για σχέσεις με τις ένοπλες δυνάμεις της Κίνας. Αν και η εγγραφή στη μαύρη λίστα δεν συνεπάγεται συγκεκριμένες κυρώσεις, αποθαρρύνει τις αμερικανικές επιχειρήσεις από το να συναλλάσσονται με τις εν λόγω εταιρείες.
Στις αντιδράσεις για τις δηλώσεις Τραμπ, άλλοι προσπαθούν να τις υποβαθμίσουν, άλλοι να τις απαξιώσουν και άλλοι να τις αποκρούσουν, χτυπώντας καμπανάκι κινδύνου για μια σοβαρή νέα κρίση στο εσωτερικό της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Πόσο μάλλον στην περίπτωση της Γροιλανδίας, όπου ορισμένες αστικές δυνάμεις δεν βλέπουν με κακό μάτι τη σύσφιξη των δεσμών με τις ΗΠΑ και την ενδεχόμενη ανεξαρτητοποίηση του νησιού από τη Δανία.
Το βέβαιο είναι ότι οι τρεις αυτές περιοχές που επικεντρώνει η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, παίζουν καθοριστικό ρόλο - οικονομικά και στρατιωτικά - στην εξέλιξη της σύγκρουσης για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, με την εμπλοκή και των συμμάχων τους.
Από αυτή την άποψη, τίποτα δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Πολύ περισσότερο στις μέρες μας, που οι μεταπολεμικοί ιμπεριαλιστικοί συμβιβασμοί γίνονται πιο εύθραυστοι από ποτέ και τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Οσο η ισχυροποίηση της Κίνας απειλεί να γκρεμίσει τις ΗΠΑ από τον θρόνο της πρώτης ιμπεριαλιστικής δύναμης και δυνάμεις του υπό διαμόρφωση ευρασιατικού στρατοπέδου, όπως η Ρωσία, οξύνουν την αντιπαράθεση με το ευρωατλαντικό, όσο οι πόλεμοι επεκτείνονται ως συνέχεια της ίδιας ιμπεριαλιστικής πολιτικής με βίαια μέσα, τόσο ο κόσμος που ξέραμε μέχρι τώρα θα φαντάζει ξεπερασμένος, έτοιμος να εκραγεί.
Ετσι, μπορεί οι δηλώσεις Τραμπ να είναι τροχιοδεικτικές μιας επαναδιαπραγμάτευσης των σχέσεων με παραδοσιακούς ευρωατλαντικούς συμμάχους, αναγκαίας για την ισχυροποίηση των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα, όταν όμως όλα κρέμονται από μια κλωστή, όπως σήμερα, δεν είναι δύσκολο να φουντώσει η φωτιά των αντιθέσεων ακόμα και μέσα στο αμερικανοΝΑΤΟικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, όπου τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο.
Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις αποκαλύπτουν τα πήλινα πόδια της ευρωατλαντικής προπαγάνδας, που σκίζει τα ρούχα της για τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, ή για τις «απειλές» της Κίνας στην Ταϊβάν, όμως μπροστά στις δηλώσεις Τραμπ, που απειλεί ωμά την κυριαρχία άλλων χωρών, καταπίνουν τη γλώσσα τους ή κάνουν χλιαρές δηλώσεις.
Το ίδιο ισχύει για την ελληνική κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα του ευρωατλαντισμού στη χώρα μας, τα οποία δεν έχουν πει ούτε μια λέξη για τις προκλητικές δηλώσεις Τραμπ, όταν σε άλλες περιπτώσεις, ξεστομίζουν ολόκληρα «σεντόνια» για να υπερασπιστούν τη ΝΑΤΟική πολιτική απέναντι σε αντιπάλους της και σπεύδουν να τη στηρίξουν με κάθε μέσο, και στρατιωτικά.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες, η άνοδος της εργατικής - λαϊκής παρέμβασης μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει την όποια «ρωγμή» και «αστάθεια» στο σύστημα για να βάλει εμπόδια στην κυρίαρχη πολιτική, να αποσπάσει κατακτήσεις, να αλλάξει τον συσχετισμό δύναμης υπέρ των λαών, οδηγώντας μέχρι την ανατροπή του καπιταλισμού.
Η Ιστορία έχει άλλωστε αποδείξει ότι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, οι βαθιές καπιταλιστικές κρίσεις και τα άλλα αγιάτρευτα αδιέξοδα του συστήματος, εκτός από βάσανα και δεινά για τους λαούς, φέρνουν και αφύπνιση, ορμητική είσοδο στον αγώνα λαϊκών μαζών που μέχρι πρόσφατα έμεναν αδρανείς. Εκεί βρίσκεται η ελπίδα κι εκεί θα δώσει όλες τις δυνάμεις του το ΚΚΕ!