Στην πραγματικότητα αποτελεί ένα εγκώμιο στα ιδιωτικά πανεπιστήμια και στην «επιχειρηματική ελευθερία» ιδιωτών να βγάζουν κέρδη «πατώντας» στην ανάγκη για μόρφωση. Μια κοινωνική ανάγκη που δεν διασφαλίζεται ως δικαίωμα στα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, το οποίο πρέπει να παρέχεται δωρεάν, αποκλειστικά και μόνο με ευθύνη της πολιτείας.
Δεν θα εξαντληθεί σε αυτό το άρθρο σημείο - σημείο το σύνολο του «δεκαλόγου», αλλά θα αναφερθούμε σε κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία που σκιαγραφούν το τοπίο που διαμορφώνει στην Ανώτατη Εκπαίδευση η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων στην ΕΕ, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση ΝΔ και το ΥΠΑΙΘ διαφημίζουν την έλευση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας και με την υπογραφή της Σύμβασης της Λισαβόνας αναβαθμίζουν τα ιδιωτικά κολέγια.
Σύμφωνα με το πρώτο σημείο του «δεκαλόγου», «η μη κρατική Ανώτατη Εκπαίδευση είναι η έκφραση μιας ελεύθερης, δημοκρατικής (...) κοινωνίας», ενώ παρακάτω αναφέρεται πως «η υψηλή ποιότητα στην Ανώτατη Εκπαίδευση απαιτεί τη δυναμική και το επιχειρηματικό πνεύμα του ιδιωτικού τομέα». Αλήθεια, για ποια ελευθερία μιλάνε; Το είχε «διευκρινίσει» η Κομισιόν απαντώντας σε Ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ που εξέφραζε την αντίθεση του κόσμου των πανεπιστημίων με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Είχε πει λοιπόν ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι σε πλήρη συμφωνία «με τις διατάξεις του Χάρτη σχετικά με την ακαδημαϊκή ελευθερία, την ελευθερία ίδρυσης ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και την επιχειρηματική ελευθερία». Σε απλά Ελληνικά, όταν η ΕΕ μιλά για «επιχειρηματική ελευθερία» εννοεί την ελευθερία για κάποιους λίγους να κάνουν μπίζνες, με εμπόριο πτυχίων και ελπίδων, όσο οι πολλοί θα αγοράζουν γνώση «με το κομμάτι», ανάλογα με το πόσο αντέχει η τσέπη της οικογένειάς τους, εξωθώντας τους, έχουν - δεν έχουν, να πληρώσουν και να πέσουν στα νύχια των τραπεζών και των φοιτητικών δανείων.
Οσο για το αν το «επιχειρηματικό πνεύμα του ιδιωτικού τομέα» είναι κάτι θετικό για την Ανώτατη Εκπαίδευση, δεν χρειάζεται να πάμε μακριά... Βλέπουμε ήδη τα τραγικά αποτελέσματα αυτής της επιχειρηματικής λειτουργίας και στα δημόσια πανεπιστήμιά μας. Ολα αυτά τα χρόνια, που με διαδοχικούς νόμους όλων των κυβερνήσεων, ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ, τα πανεπιστήμια οδηγούνται να προσομοιάζουν όλο και περισσότερο με επιχειρήσεις (ενδεικτικό είναι ότι σύμφωνα με την ίδια έκθεση, στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια το 40% της χρηματοδότησης προέρχεται από ιδιωτικούς πόρους, δηλαδή δίδακτρα, ιδιωτικές χορηγίες, έσοδα από επιχειρηματική δράση, απορρόφηση κονδυλίων από ερευνητικά προγράμματα), τίποτα δεν βελτιώθηκε. Αντιθέτως, αυτή ακριβώς η λειτουργία τους, η εμπορευματοποίηση των σπουδών μας, είναι υπεύθυνη για τη χαμηλή ποιότητα έως και επικινδυνότητα των υποδομών των πανεπιστημίων, για τις τεράστιες ελλείψεις σε διδακτικό και διοικητικό προσωπικό, για την υποβάθμιση έως ανυπαρξία της φοιτητικής μέριμνας. Αυτή ακριβώς η λειτουργία τους είναι που αναγκάζει τη λαϊκή οικογένεια να βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη για τις σπουδές των παιδιών της στα δημόσια πανεπιστήμια. Το 2019, τα λαϊκά νοικοκυριά πλήρωσαν από την τσέπη τους 329 εκατ. ευρώ για Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Αυτά τα προβλήματα θα γιγαντωθούν στη χώρα μας εφόσον ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια, γιατί η συνύπαρξη δημόσιου - ιδιωτικού αποβαίνει πάντα σε βάρος των αναγκών του λαού, που ικανοποιείται σε μεγάλο βαθμό από τις δημόσιες δομές. Το δόγμα του ανταγωνισμού οδηγεί στο να υποβαθμίζονται και να υποστελεχώνονται όλο και περισσότερο οι δωρεάν παροχές που προσφέρει. Ετσι, μεταξύ άλλων αρνητικών αποτελεσμάτων, οδηγείται πληθυσμός προς τις ιδιωτικές δομές. Αυτό αποδεικνύουν τα στοιχεία της Γιούροστατ που παρατίθενται στην έκθεση: Μέσα σε μια πενταετία το ποσοστό φοίτησης σε ιδιωτικά πανεπιστήμια στις χώρες της ΕΕ αυξήθηκε κατά 7% (2017: 17%, 2022: 24%). Ενδεικτικά, η EUPHE εκπροσωπεί περισσότερα από 700 ιδιωτικά πανεπιστήμια χωρών της ΕΕ.
Αυτό είναι ένα ακόμα στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι η τοποθέτηση των κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας, που σε σχέση με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων έλεγαν πως το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δήθεν δεν ακολουθεί τα «ευρωπαϊκά πρότυπα» για την Ανώτατη Εκπαίδευση, είναι κάλπικη και αποπροσανατολιστική. Γιατί είναι η ίδια η στρατηγική και οι κατευθύνσεις της ΕΕ, τις οποίες υπογράφουν, υπερασπίζονται και υλοποιούν όλα τα κόμματα πλην ΚΚΕ, που στερούν από εκατομμύρια νέους και νέες το δικαίωμα στη μόρφωση και το μετατρέπουν σε πανάκριβο εμπόρευμα για λίγους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι αναφορές στον «δεκάλογο» για «πολυφωνία, ποικιλομορφία» και «ευρύ φάσμα προγραμμάτων», που δίνουν «προσόντα και δεξιότητες» στα σημεία 2, 3 και 4, αφορούν όμως πάντα «τις απαιτήσεις της κοινωνίας (σ.σ. θα δούμε κατά πόσο ισχύει) και της βιομηχανίας». Αλήθεια είναι βέβαια το ότι είναι προσανατολισμένη στις ανάγκες της βιομηχανίας - ή, καλύτερα, του συνόλου της παραγωγής - όλη η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ως αναπόσπαστο κομμάτι του μηχανισμού του κεφαλαίου, ο οποίος πρέπει να παράγει αποφοίτους και Ερευνα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες του. Αυτό δεν αποτελεί ιδιομορφία των ιδιωτικών, αφού και τα δημόσια ιδρύματα, με τη λογική της αυτοχρηματοδότησης και της ανταποδοτικότητας των επενδύσεων, γίνονται ολοένα περισσότερο προσανατολισμένα στις ανάγκες των επενδυτών, προσαρμόζοντας ανάλογα και την Ερευνα και τα προγράμματα σπουδών. Προφανώς όμως αποκτά νέες διαστάσεις στα ιδιωτικά, αφού εξαρχής από την ίδρυσή τους εμπλέκονται σε αυτά ιδιωτικά συμφέροντα, τα οποία έχουν συγκεκριμένη στόχευση για την κατεύθυνση που θα πάρει η ακαδημαϊκή δραστηριότητα, εξυπηρετώντας κάθε φορά τις ανάγκες των ομίλων τους.
Εδώ όμως πρέπει να σταθούμε στο εξής: Η «ποικιλομορφία» και η «πολυφωνία», το «ευρύ φάσμα προγραμμάτων» και οι «δεξιότητες», ούτε αφορούν τη βελτίωση της επαγγελματικής προοπτικής και της δυνατότητας επιλογής που έχουν οι φοιτητές, ούτε ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, αφού δεν αποτελούν αυτές το κριτήριο με το οποίο διαμορφώνονται, αλλά το κέρδος. Χαρακτηριστικά για το τελευταίο είναι η ιδιωτική σχολή για «influencers» που έχει ιδρυθεί στην Ιρλανδία και τα πολυάριθμα παραδείγματα απαξίωσης ολόκληρων κοινωνικά αναγκαίων επιστημονικών αντικειμένων, καθώς επίσης η ενίσχυση άλλων, επειδή τα πρώτα δεν βρίσκουν ιδιωτική χρηματοδότηση, δεν είναι τόσο κερδοφόρα. Πρόκειται λοιπόν για τη δημιουργία μιας σειράς από προγράμματα που είναι είτε κομμένα και ραμμένα στις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς είτε εντελώς κενά πραγματικού περιεχομένου, που αποτελούν απλά εύκολες πηγές κερδοφορίας γι' αυτούς που τα ίδρυσαν.
Συμβαίνει όμως και κάτι παραπάνω: Με την αύξηση των παρεχόμενων προγραμμάτων σπουδών μιας σειράς ιδιωτικών πανεπιστημίων και την εξίσωση πολλών από τα πτυχία τους με τα δημόσια εντείνεται ο κατακερματισμός των επιστημονικών αντικειμένων, αποσπώνται περισσότερες γνώσεις από τα προγράμματα σπουδών και κατ' επέκταση δικαιώματα από το πτυχίο, έτσι που εν τέλει δικαιολογείται η «ισοδυναμία». Παράλληλα, οι απαραίτητες επιστημονικές γνώσεις και τα αντίστοιχα δικαιώματα που εξαιρέθηκαν μεταφέρονται σε ξεχωριστά προγράμματα μετεκπαίδευσης, ή γίνονται το αντικείμενο μιας ιδιωτικής σχολής. Ετσι, στο όνομα της «διά βίου μάθησης» οι φοιτητές μετατρέπονται - με δική τους οικονομική επιβάρυνση και, φυσικά, με την πολυδιαφημισμένη «ατομική ευθύνη» στις επιλογές τους - σε κυνηγούς δεξιοτήτων.
Αυτό ήδη συμβαίνει στη χώρα μας, με χαρακτηριστικό ότι το 90% των φοιτητών επιλέγει - πιο σωστά αναγκάζεται, καθώς είναι απαραίτητο για τη δουλειά του - να κάνει μεταπτυχιακό και το 40% να κάνει δύο μεταπτυχιακά, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν ήδη δίδακτρα. Με την εγκαινίαση κάθε λογής ιδιωτικών, που ήδη πριν ιδρυθούν έχουν εξισωθεί με τα δημόσια, αυτό το γεγονός μόνο θα ενταθεί. «Ποικιλομορφία» λοιπόν στον τρόπο που θα κερδοφορούν οι όμιλοι στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αλλά «μονόδρομος» η χειροτέρευση της κατάστασης για τους φοιτητές.
Τα παραπάνω στοιχεία επαληθεύουν για άλλη μια φορά την πρόταση του ΚΚΕ για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων, καθώς και τα δίκαια αιτήματα στον αγώνα που έδωσε μαζί με τον κόσμο των πανεπιστημίων ενάντια στο νομοσχέδιο. Η επιδίωξη της κερδοφορίας, ο αγοραίος ανταγωνισμός και η επιχειρηματική δραστηριότητα μεταξύ των ΑΕΙ, που θα ενταθούν με την ίδρυση των ιδιωτικών παραρτημάτων, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ευνοήσουν το επίπεδο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, να αναβαθμίσουν ποιοτικά την Παιδεία, να καλύψουν τις ανάγκες για δημόσιες και δωρεάν σπουδές, για πτυχία με αξία, όπως διεκδικούν χιλιάδες φοιτήτριες και φοιτητές.
Οταν απελευθερωθούν η Επιστήμη και η Ερευνα από το κυνήγι του κέρδους, όταν περάσουν στην υπηρεσία των πολλών, τότε μόνο θα μπορούν να σχεδιάζονται και να αξιοποιούνται με συνειδητό στόχο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, την πολύπλευρη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Τώρα λοιπόν είναι η ώρα να ενισχυθεί η σύγκρουση με τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης και της ΕΕ στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, βάζοντας μπροστά το πραγματικά αναγκαίο και σύγχρονο, στη βάση των σημερινών δυνατοτήτων.
Ο δρόμος για να προβάλει ακόμα πιο ξεκάθαρα αυτή η διέξοδος, για να μπουν στο προσκήνιο οι πραγματικές ανάγκες των φοιτητών, για να δυναμώσει το ρεύμα αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής, η οποία πλήττει τις σπουδές και τη ζωή μας, είναι ο δρόμος του αγώνα. Εκεί που συναντήθηκαν και συναντιούνται καθημερινά με τις θέσεις του ΚΚΕ χιλιάδες νέοι, φοιτητές και εργαζόμενοι, εκεί που δυναμώνει η μόνη ρεαλιστική απάντηση στα σημερινά αδιέξοδα του συστήματος, η πάλη για μια κοινωνία όπου το πανεπιστήμιο, η παραγωγή συνολικά, θα υπηρετεί την κοινωνική πλειοψηφία.