ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 14 Φλεβάρη 2025
Σελ. /28
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Ερευνά νέες εμπορικές συνεργασίες σε έναν κόσμο όπου αμφισβητούνται «κανόνες 70 χρόνων»

«Ισως χρειαστεί να συνεργαστούμε με χώρες που δεν είναι ομοϊδεάτες μας», δηλώνει η πρόεδρος της Κομισιόν, με φόντο τους νέους δασμούς από τις ΗΠΑ

Ο Καναδάς μελετά τη μεγαλύτερη προώθηση χάλυβα στην ευρωπαϊκή αγορά (φωτ. χαλυβουργίας στο Οντάριο)

The Canadian Press

Ο Καναδάς μελετά τη μεγαλύτερη προώθηση χάλυβα στην ευρωπαϊκή αγορά (φωτ. χαλυβουργίας στο Οντάριο)
Οι νέοι δασμοί ύψους 25%, που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Τραμπ για όλες τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου που θα φθάνουν στις ΗΠΑ από τις 12 Μάρτη, είτε αυτές προέρχονται από αντιπάλους είτε από «συμμάχους», αποτυπώνουν τις εντεινόμενες αντιθέσεις και εντός του ευρωατλαντικού μπλοκ, καθώς η Ουάσιγκτον αξιοποιεί όλα τα εργαλεία και τα μέσα για να ενισχύσει τα αμερικανικά μονοπώλια στη μάχη για τη διεθνή πρωτοκαθεδρία.

Αντίστοιχα, στις πρώτες αντιδράσεις εκπροσώπων της ΕΕ εμφανίζονται αποκλίσεις και διαφορετικές «αποχρώσεις», ανάλογα και με τη μερίδα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου με την οποία κάθε επιτελείο συνδέεται.

Σε ένα τέτοιο φόντο, τις προηγούμενες μέρες, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, στο περιθώριο της Διεθνούς Διάσκεψης για την Τεχνητή Νοημοσύνη που έγινε στο Παρίσι - όπου και εκεί βγήκαν στο προσκήνιο αντιθέσεις μεταξύ «συμμάχων» του ευρωτλαντικού στρατοπέδου.

Η σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν ανέφερε ότι φον ντερ Λάιεν και Βανς συζήτησαν για τη «δύναμη της σχέσης ΕΕ - ΗΠΑ και τον ζωτικό της ρόλο στο σημερινό γεωπολιτικό τοπίο», όπως και τη συνεχιζόμενη «συνεργασία για τις κοινές προκλήσεις», ωστόσο στις Βρυξέλλες και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μελετούν τα δεδομένα πάνω στα οποία καλείται να δοθεί απάντηση στον «εμπορικό πόλεμο» από τις ΗΠΑ.

Οι νέοι αμερικανικοί δασμοί για εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου αφορούν περίπου 3 δισ. ευρώ εξαγωγών από την Ευρώπη (τα 2 δισ. αφορούν χάλυβα και το 1 δισ. αλουμίνιο), όπως εκτιμούν Ευρωπαίοι κατασκευαστές. Εκτιμάται δε ότι οι συγκεκριμένοι δασμοί θα επηρεάσουν το 1% των συνολικών ευρωπαϊκών εξαγωγών αγαθών προς τις ΗΠΑ.

Στα διάφορα σενάρια αντιδράσεων, που μελετούν τα ευρωπαϊκά επιτελεία, επιδρούν και πλευρές όπως το ότι οι ΗΠΑ ήταν ο πρώτος προορισμός για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές, απορροφώντας το 19,7% από αυτές (σύμφωνα με στοιχεία του 2023). Ακολουθούσαν η Βρετανία (με 13,1%) και μετά η Κίνα (με 8,8%).

Την ίδια στιγμή (όπως παρέθετε σε πρόσφατη ανάλυσή της με στοιχεία του 2022 και η «δεξαμενή σκέψης» του χρηματοπιστωτικού κολοσσού της ING) η ΕΕ βασίζεται στις εισαγωγές της από τις ΗΠΑ για συνολικά 8 «προϊόντα στρατηγικής σημασίας» (νούμερο που πολλοί χαρακτηρίζουν χαμηλό, λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι ΗΠΑ από την πλευρά τους βασίζονται στην ΕΕ για εισαγωγές 32 τέτοιων «προϊόντων στρατηγικής σημασίας», κυρίως στον χημικό και φαρμακευτικό τομέα).

Για παράδειγμα, η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ για το μέταλλο βηρύλλιο. Αυτό θεωρείται κρίσιμη πρώτη ύλη επειδή είναι απαραίτητο για παραγόμενα προϊόντα στους τομείς της Αμυνας, των Μεταφορών και Εφαρμογών Ενέργειας. Στην ΕΕ πηγαίνει το 60% του αμερικανικού βηρυλλίου, με τις ΗΠΑ να φιλοξενούν στη Γιούτα ένα από τα σημαντικότερα κοιτάσματα στον κόσμο.

Ακόμα, χρειάζεται να καταγραφεί ότι το βάρος της «εξάρτησης» από τις εξαγωγές στην αμερικανική αγορά δεν είναι ίδιο για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Χώρες με ισχυρή χημική και φαρμακευτική βιομηχανία (όπως το Βέλγιο) ή αναπτυγμένη βιομηχανία μηχανημάτων και μεταφορών (όπως η Γερμανία) ανησυχούν περισσότερο για τους αμερικανικούς δασμούς - και οι πρώτες αντιδράσεις τους είναι πιο «ήπιες», αναζητώντας περισσότερο έναν συμβιβασμό μέσω διαπραγματεύσεων, παρά την άμεση απάντηση με ευρωενωσιακά αντίποινα στις ΗΠΑ.

Αλλες χώρες, πάλι, είναι περισσότερο εκτεθειμένες, επειδή λειτουργούν ως κρίσιμοι εμπορικοί κόμβοι, όπως η Ολλανδία, από τα λιμάνια των οποίων εισάγονται διάφορα ενεργειακά και χημικά «προϊόντα» από τις ΗΠΑ.

Σήμερα, υπολογίζεται ότι ΕΕ και ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών, αλλά και πάνω από το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ, με συνολικό όγκο εμπορικών συναλλαγών που φτάνουν σε αξία το 1,5 τρισ. δολάρια, όπως είπε πρόσφατα σε ομιλία της η φον ντερ Λάιεν.

Αλλάζουν οι «κανόνες» της τελευταίας 70ετίας...

Η αναστάτωση που προκάλεσαν οι αμερικανικοί δασμοί σε εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου «κούμπωσε» με εκείνη που είχαν προκαλέσει μια βδομάδα πριν οι προειδοποιήσεις Τραμπ για την επιβολή δασμών σε μια σειρά ακόμα εισαγωγές.

Πρόσθετοι αμερικανικοί δασμοί επιβλήθηκαν σε Καναδά και Μεξικό, οι οποίοι στη συνέχεια πήραν μία μηνιαία αναστολή, δίνοντας πάσα σε ένα σκληρό και πολύπλευρο παζάρι, ενώ ο Ντ. Τραμπ εκτόξευσε μια σειρά από απειλές για επιβολή δασμών ειδικά στην ΕΕ, επικαλούμενος το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ στις μεταξύ τους συναλλαγές.

Ο πρωθυπουργός του Καναδά, Τζ. Τριντό, βρέθηκε στις Βρυξέλλες, όπου με τους επικεφαλής των οργάνων της ΕΕ «συμφώνησαν στη σημασία της ανανέωσης των προσπαθειών για την προώθηση και τη διαφοροποίηση του εμπορίου».

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο επικεφαλής της Ενωσης Αλουμινίου του Καναδά, Ζαν Σιμάρ, δήλωσε ότι «θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε ορισμένους όγκους (σ.σ. εξαγόμενου χάλυβα) προς την ΕΕ, όπου δεν υπάρχουν τελωνειακοί δασμοί και όπου έχουν ανάγκη το μέταλλο» (ο Καναδάς είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς στον συγκεκριμένο κλάδο και πρώτος εξαγωγέας τέτοιων προϊόντων στις ΗΠΑ).

Μάλιστα, ενώ ο Τραμπ ετοιμαζόταν να «ξεφουρνίσει» τους δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, η υπουργός Εμπορίου του Καναδά, Mary Ng, συναντούσε στις Βρυξέλλες τον επίτροπο Εμπορίου, Μ. Σέφκοβιτς, θυμίζοντας ότι το 2018 η Οτάβα είχε θέσει ως στόχο μέχρι το 2025 να αυξήσει τις εξαγωγές σε προορισμούς εκτός ΗΠΑ, κατά 50%.

Την ανησυχία που διαμορφώνεται όλο και περισσότερο στα ευρωενωσιακά επιτελεία κατέγραψε και η ομιλία που έκανε η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στους πρέσβεις της ΕΕ στις 4 Φλεβάρη, πολύ λίγο αφότου ο Τραμπ ανήγγειλε ετοιμασία διαφόρων δασμών σε βάρος ειδικά των εισαγωγών από την ΕΕ.

Τόνισε ότι «σήμερα ο κόσμος δεν είναι αυτός στον οποίο μπορούμε να θεωρούμε δεδομένους τους κανόνες που οικοδομήθηκαν τα τελευταία 70 χρόνια. Είναι ένας κόσμος στον οποίο οι μεγάλες δυνάμεις προσπαθούν να συμπληρώσουν οποιοδήποτε πιθανό πλεονέκτημα χρησιμοποιώντας κάθε εργαλείο που θα λειτουργεί καλύτερα (προς δικό τους όφελος) - είτε πρόκειται για οικονομικά εργαλεία, είτε για τεχνολογικά είτε για εργαλεία στον τομέα της ασφαλείας. Μερικές φορές εργαλεία ταυτόχρονα και στους τρεις τομείς».

Επισήμανε δε ότι η ΕΕ «καλείται να λαμβάνει αποφάσεις όχι από συναίσθημα ή από νοσταλγία για έναν κόσμο που υπήρχε κάποτε. Αλλά υπολογίζοντας ποιο είναι το δικό μας συμφέρον στον κόσμο όπως είναι σήμερα».

«Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που ενεργούμε», τόνισε. «Πρέπει να είμαστε τολμηροί. Πρέπει να είμαστε ευέλικτοι (...) ίσως χρειαστεί να συμμετάσχουμε σε δύσκολες διαπραγματεύσεις, ακόμη και με μακροχρόνιους συνεργάτες (...) ίσως χρειαστεί να συνεργαστούμε με χώρες που δεν είναι ομοϊδεάτες μας, αλλά με τις οποίες μοιραζόμαστε ορισμένα συμφέροντα».

Ξεχώρισε δε ως «κρίσιμο» το να «μειωθούν οι εξαρτήσεις μας και να αυξηθεί η ανθεκτικότητα και η οικονομική μας ασφάλεια», καθώς «θα υπάρξει αυξημένη χρήση απειλών και εργαλείων οικονομικού εξαναγκασμού, όπως κυρώσεις, έλεγχοι σε εξαγωγές και δασμοί».

Αναφερόμενη ειδικά στη «διατλαντική συνεργασία», η πρόεδρος της Κομισιόν είπε ότι με τις ΗΠΑ «πρώτη μας προτεραιότητα τώρα είναι να εργαστούμε σε πολλούς τομείς όπου συγκλίνουν τα συμφέροντά μας», αλλά ταυτόχρονα «θα είμαστε έτοιμοι για δύσκολες διαπραγματεύσεις όπου χρειάζεται (...) Θα είμαστε ανοιχτοί και ρεαλιστικοί για το πώς να το επιτύχουμε. Αλλά θα καταστήσουμε εξίσου σαφές ότι θα προστατεύουμε πάντα τα δικά μας συμφέροντα - με όποιον τρόπο και όποτε αυτό χρειαστεί».


Α. Μ.

Ερχεται «έντονο έτος στη σχέση μας με την Κίνα»

Την ίδια στιγμή, η επικεφαλής της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υπογράμμισε ότι «το μήνυμα που πρέπει να περάσουμε στους συνεργάτες μας σε όλο τον κόσμο είναι: Οπου υπάρχει νόημα για την Ευρώπη, η Ευρώπη μπορεί να το "κάνει να δουλέψει". Εάν υπάρχουν αμοιβαία οφέλη, είμαστε έτοιμοι να συμμετάσχουμε μαζί σας».

Παρατηρώντας δε ότι «αυτή η παγκόσμια δέσμευση είναι πιο σημαντική από ποτέ στον σημερινό κόσμο», χαρακτήρισε το 2025 «έντονο έτος όσον αφορά τη σχέση μας με την Κίνα».

Και πρόσθεσε: «Η σχέση μας με την Κίνα είναι μία από τις πιο περίπλοκες και πιο σημαντικές οπουδήποτε στον κόσμο. Και το πώς τη διαχειριζόμαστε θα αποτελέσει έναν καθοριστικό παράγοντα για τη μελλοντική οικονομική μας ευημερία και την εθνική μας ασφάλεια».

Η φον ντερ Λαιεν περιέγραψε την Κίνα ως έναν εμπορικό εταίρο «ζωτικής σημασίας», που «αντιπροσωπεύει περίπου το 9% των εξαγωγών μας σε αγαθά και πάνω από το 20% των εισαγωγών μας σε αγαθά», τονίζοντας φυσικά ότι «έχουμε δει αυξανόμενες ανισορροπίες και κινδύνους» και ζητώντας «να εξισορροπήσουμε αυτήν τη σχέση και να διασφαλίσουμε ότι οι εμπορικές και επενδυτικές μας σχέσεις έχουν νόημα για την Ευρώπη, τόσο για την οικονομία της όσο και για την ασφάλειά της».

Παρατήρησε ωστόσο ότι «υπάρχει περιθώριο για να εμπλακούμε» σε μια σχέση «εποικοδομητικά με την Κίνα, και να βρούμε λύσεις για το αμοιβαίο συμφέρον μας».

Μίλησε δε για «μια λεπτή γραμμή» που οι Βρυξέλλες καλούνται να εντοπίσουν ώστε να βρεθούν «συμφωνίες που θα μπορούσαν ακόμα και να επεκτείνουν τους εμπορικούς και επενδυτικούς μας δεσμούς», και «μια πιο δίκαιη και πιο ισορροπημένη σχέση με έναν από τους οικονομικούς γίγαντες του κόσμου».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ