Επαφές του Επιτρόπου Εμπορίου της ΕΕ στην Ουάσιγκτον
Τις εκκλήσεις της ΕΕ για αναζήτηση μίας «θετικής ατζέντας» με τις ΗΠΑ μετέφερε σε επαφές του στην Ουάσιγκτον ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μ. Σέφκοβιτς, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση Τραμπ ετοιμάζεται για κλιμάκωση του «εμπορικού πολέμου» για την υπεράσπιση των συμφερόντων των αμερικανικών μονοπωλίων.
Ο Σέφκοβιτς συναντήθηκε με τον νεοδιορισθέντα υπουργό Εμπορίου, Χάουαρντ Λάτνικ, και τον Εμπορικό Αντιπρόσωπο των ΗΠΑ, Τζέιμισον Γκριρ, στον απόηχο των νέων δασμών που έχει ανακοινώσει ή προαναγγείλει η αμερικανική κυβέρνηση σε εισαγωγές προϊόντων και από ευρωπαϊκές χώρες.
«Πρέπει να συνεχίσουμε να συζητάμε, να χρησιμοποιήσουμε την ορμή που πιστεύω ότι παρήχθη σήμερα και να επικεντρωθούμε στη θετική ατζέντα, όχι σε μέτρα και αντίμετρα», δήλωσε ο Σέφκοβιτς μετά τη 4ωρη συνάντηση με τους Αμερικανούς αξιωματούχους. Πρόσθεσε δε ότι «προτεραιότητά μας αποτελεί η αποφυγή» μιας «"επίπονης" περιόδου».
Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι οι Αμερικανοί αξιωματούχοι επικεντρώθηκαν στο διμερές εμπόριο αγαθών στο οποίο οι ΗΠΑ διατηρούν έλλειμμα έναντι της ΕΕ, προσθέτοντας ωστόσο ότι οι αμερικανικές εταιρείες διατηρούν ένα «αρκετά σημαντικό πλεόνασμα» στον τομέα των υπηρεσιών.
Ο συμψηφισμός των δύο διαμορφώνει ένα έλλειμμα για τις ΗΠΑ περίπου 50 δισ. ευρώ (52,35 δισ. δολάρια), το οποίο ανέρχεται περίπου στο 3% του συνολικού όγκου διμερών εμπορικών συναλλαγών, με τον Σέφκοβιτς να δηλώνει ότι «αν πρέπει να "επιλύσουμε" 50 δισεκατομμύρια (ευρώ), μπορούμε να το κάνουμε (...) και σχετικά γρήγορα».
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος είπε ότι συνολικά οι δασμοί των ΗΠΑ στην ΕΕ ανέρχονται μεσοσταθμικά σε 1,4%, ενώ οι δασμοί της ΕΕ προς τα αμερικανικά αγαθά που εισάγονται στην Ευρώπη είναι χαμηλότεροι, στο 0,9% μεσοσταθμικά, όπως και ότι το 70% όλων αθροιστικά των αγαθών που φθάνουν στην Ευρώπη (ανεξαρτήτως αφετηρίας) δεν υπόκεινται σε δασμούς. Κατέληξε δε ότι η αμερικανική πλευρά «είναι πολύ ανοιχτή για να συζητήσουν όλα όσα αφορούν μια μείωση δασμών».
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters, η αμερικανική πλευρά δίνει μεγάλη σημασία στην αυτοκινητοβιομηχανία και πώς θα μειωθούν και τελικά θα καταργηθούν οι ευρωενωσιακοί δασμοί σε τέτοιες αμερικανικές εισαγωγές, αλλά και στην αμοιβαία αναγνώριση μιας σειράς προδιαγραφών.
Κατά την άφιξή του στις ΗΠΑ, ο Σέφκοβιτς είχε εκφράσει την ετοιμότητα των Βρυξελλών να διαπραγματευτεί ακόμα και κατάργηση δασμών «σε βιομηχανικά προϊόντα», επιμένοντας πάντως ότι «αν δούμε τα πράγματα στο σύνολό τους, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για να αποφασιστεί ξαφνική και μονομερής αύξηση των τελωνειακών δασμών από τις ΗΠΑ».
Στο μεταξύ, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντ. Τραμπ, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφων για το ενδεχόμενο να συναφθεί «εμπορική συμφωνία» με την Κίνα, ανέφερε εντελώς αόριστα ότι «είναι πιθανό, πολύ πιθανό». Πρόσθεσε την ίδια στιγμή ότι «ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Πεκίνο υπάρχει μια μικρή ανταγωνιστικότητα, αλλά η σχέση που έχω με τον Πρόεδρο Σι είναι, θα έλεγα, σπουδαία».
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επιβάλει ήδη πρόσθετους δασμούς 10% στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στις ΗΠΑ.
Ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Γκούο Τζιακούν, δήλωσε σε σχόλιό του ότι «οι εμπορικοί και τελωνειακοί πόλεμοι δεν έχουν νικητές (...) είμαστε σθεναρά αντίθετοι στη μονομερή επιβολή τελωνειακών δασμών από τις ΗΠΑ. Οι δύο πλευρές πρέπει να επιλύσουν τις αντίστοιχες ανησυχίες τους μέσω διαλόγου και διαβούλευσης, με βάση την ισότητα και τον αμοιβαίο σεβασμό».
Ενώ ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, Χε Γιαντόνγκ, είπε ότι «η Κίνα καλεί τις ΗΠΑ να μην κραδαίνουν την απειλή των δασμών με κάθε ευκαιρία, χρησιμοποιώντας τους παντού ως εργαλείο εξαναγκασμού».
Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου, το 2024 το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας έναντι των ΗΠΑ έφτασε τα 295,4 δισ. δολάρια.
Συγκεντρώνοντας μόνο 181 ψήφους (από τις 289 που απαιτούνταν) καταψηφίστηκε τελικά προχτές η πρόταση μομφής που κατέθεσε κατά της κυβέρνησης Μπαϊρού το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), λιγότερο από έναν μήνα μετά την άρνησή του να στηρίξει άλλη πρόταση μομφής - κρατώντας μάλιστα την ίδια στάση με την ακροδεξιά, την «Εθνική Συσπείρωση» (RN) της Μαρίν Λεπέν - προκειμένου να διαφυλάξει την «ανάγκη η χώρα να έχει εθνικό προϋπολογισμό».
Την τωρινή πρόταση του PS στήριξαν επίσης τα άλλα κόμματα που συμμετείχαν στον σοσιαλδημοκρατικό εκλογικό συνασπισμό του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», δηλαδή η «Ανυπότακτη Γαλλία» (FI) του Μελανσόν, το μεταλλαγμένο ΚΚ Γαλλίας και οι Οικολόγοι (EELV) - και ενώ είχαν προηγηθεί έντονες τριβές ιδιαίτερα με την FI για τη στάση του PS στην προηγούμενη πρόταση μομφής.
Το PS επικαλέστηκε για την κατάθεση της τωρινής πρότασης μομφής μια «μετατόπιση που θα μπορούσε να περιγραφεί ως τραμπική» από την κυβέρνηση και μια «υποχώρηση μπροστά στα θλιβερά πάθη της ακροδεξιάς»...
Ας σημειωθεί ότι η πρόταση κατατέθηκε εν μέσω συζήτησης που αναμοχλεύεται για τυχόν ευθύνες του Μπαϊρού τη δεκαετία του 1990, όταν ως υπουργός Παιδείας, σύμφωνα με ορισμένους, φέρεται να «μεσολάβησε» για να καλυφθούν ευθύνες της Εκκλησίας σε κακοποιήσεις μαθητών στο καθολικό εκπαιδευτικό ίδρυμα Notre-Dame-de-Betharram.
Στο μεταξύ, συνεχίζεται ο διαγκωνισμός για τη δύναμη που θα πάρει τα ηνία στην επιχείρηση «ανανέωσης» της αμαρτωλής σοσιαλδημοκρατίας.
Σε συνέντευξη που έδωσε ενόψει του συνεδρίου του PS τον Ιούνη, ο επικεφαλής του, Ολιβιέ Φορ, εξέφρασε την ελπίδα «να εκπληρώσουμε την αποστολή που έχουμε αναλάβει και να συναντήσουμε κάθε αριστερό (ψηφοφόρο), να βρούμε τους ψηφοφόρους που μας λείπουν...». Απαντώντας σε ερώτημα για πιθανή «επάνοδο» του πρώην Προέδρου της Γαλλίας Φρ. Ολάντ στα ηγετικά κλιμάκια του PS, ισχυρίστηκε ότι αυτός «υπερασπίζεται τη δική του γραμμή (...) Εγώ δεν είμαι σοσιαλ-φιλελεύθερος και δεν συμμετείχα στην ανάδειξη του Μακρόν...».
Από τη μεριά του, το ιδρυτικό στέλεχος της FI, Ζαν Λικ Μελανσόν, μιλώντας στην «Tribune» δήλωσε ότι θέλει να «αλλάξει σελίδα στην τοξική συμμαχία με τους σοσιαλιστές» και ότι «οι σοσιαλιστές δεν είχαν ποτέ την πρόθεση να γίνουν συνέταιροι...».