Αρθρο του Τομεακού Γραφείου της ΤΟ Γερμανίας του ΚΚΕ
Από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις ΚΚΕ - TKP στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου |
Με το παρόν άρθρο επιδιώκουμε να συμβάλουμε στον προβληματισμό αυτών των ανθρώπων καλλιεργώντας το ταξικό κριτήριο εξέτασης των εξελίξεων. Με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα, στις 24 Φλεβάρη και στην περίοδο μετά τις εκλογές, και κυρίως στο πώς η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στη Γερμανία θα οργανώσουν πιο αποτελεσματικά την πάλη τους, ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική του κεφαλαίου, οποιασδήποτε αστικής κυβέρνησης προκύψει από τις εκλογές και της ΕΕ.
Παρά τους εκβιασμούς των αστικών κομμάτων για να λάβουν από τον λαό ψήφο στήριξης ή ανοχής στην πολιτική τους, τη λογική του «μικρότερου κακού» που όλα τους καλλιεργούν, «η ζωή δεν τελειώνει στις 23 Φλεβάρη» ούτε φυσικά η ταξική πάλη, και το ζητούμενο είναι η ανησυχία που αγκαλιάζει μεγάλα τμήματα των εργαζομένων να γίνει αγώνας πολιτικός, μαζικός, που θα στρέφεται ενάντια στις πραγματικές αιτίες και στους υπεύθυνους, που θα κατευθύνεται στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Σε αυτήν την υπόθεση, εμείς οι κομμουνιστές που ζούμε στη Γερμανία, ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή, τώρα, που κλιμακώνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, τώρα που τα σημάδια μιας νέας οικονομικής κρίσης πυκνώνουν, έχουμε χρέος και άμεσο καθήκον να πρωτοστατήσουμε στην οργάνωση της πάλης των εργαζομένων, να αποκαλύψουμε την αλήθεια, να προβάλουμε τη μόνη αναγκαία και επίκαιρη διέξοδο, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό.
2025 The Associated Press. All |
Ο κλάδος με την πιο σημαντική πτώση στην παραγωγή είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, όπου οι Γερμανοί κατασκευαστές έχουν απολέσει θέσεις ανταγωνιστικότητας σε σύγκριση με τα κινεζικά μονοπώλια, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την BMW, που αναφέρει μεγάλες δυσκολίες στις πωλήσεις και πτώση των κερδών της κατά 84% το τρίτο τρίμηνο του 2024. Στη «Mercedes», τα κέρδη - σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της εταιρείας - έχουν μειωθεί κατά 54%. Στη «Volkswagen» η μειούμενη σε σχέση με τις προβλέψεις της εταιρείας κερδοφορία φορτώνεται στις πλάτες των εργαζομένων της, με τις ξεπουλημένες στο κεφάλαιο συνδικαλιστικές ηγεσίες να συμφωνούν σε 30.000 λιγότερες θέσεις εργασίας τα επόμενα χρόνια στον όμιλο. Αλλοι κλάδοι αντιμετωπίζουν επίσης ισχυρές πιέσεις, ανάμεσά τους η χημική και φαρμακευτική βιομηχανία, ο κατασκευαστικός τομέας και ο τομέας της παραγωγής μηχανημάτων.
Περίπου 3 εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις είναι στα πρόθυρα χρεοκοπίας, καθώς βρίσκονται σε οριακό σημείο λόγω οικονομικών προβλημάτων, όπως το αυξημένο κόστος δανεισμού. Συνολικά, μόνο το πρώτο 6μηνο του 2024 καταγράφηκαν περίπου 11.000 πτωχεύσεις εταιρειών. Πάνω από 160 εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ κήρυξαν πτώχευση. Πρόκειται για σημαντική αύξηση στις πτωχεύσεις, κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας.
Παράλληλα, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, οι γερμανικές εξαγωγές υποχωρούν από μήνα σε μήνα, ιδιαίτερα προς τις ΗΠΑ, τη στιγμή που παραμένουν αυτές η σημαντικότερη αγορά των γερμανικών εμπορευμάτων. Σύμφωνα με αστούς οικονομολόγους, δεν διαφαίνεται άμεση βελτίωση, καθώς «η εθνική οικονομία βρίσκεται στην αρχή μιας ισχυρής φάσης γήρανσης» και «σε αδιέξοδο» εδώ και 5 χρόνια.
Δεν «υποφέρουν» όμως όλοι οι κλάδοι. Ενας κλάδος της οικονομίας, του οποίου το ποσοστό κέρδους κινείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα το τελευταίο διάστημα είναι η πολεμική βιομηχανία. Από τα μονοπωλιακά μεγαθήρια, η «Thyssen Κrupp» διεκδικεί με τη στήριξη της κρατικής τράπεζας ανάπτυξης την κατασκευή πολεμικών υποβρυχίων. Η «Lufthansa» διεκδικεί μερίδιο στη συντήρηση πολεμικών αεροσκαφών. Η «Telekom» συνεργάζεται άμεσα με τον γερμανικό στρατό. «Ενθουσιασμένη» η «Rheinmetall» κάνει λόγο για απανωτά ρεκόρ κερδοφορίας, αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις για το περιθώριο κέρδους και κάνει λόγο για χιλιάδες προσλήψεις, με στελέχη της να δηλώνουν ότι «βιώνουμε μια ανάπτυξη που δεν έχουμε ξαναδεί ποτέ στον όμιλο».
Οι βιομήχανοι του κλάδου, έχοντας εξασφαλίσει τα 100 δισ. που με συνοπτικές διαδικασίες διέθεσε η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών - Φιλελεύθερων - Πρασίνων για την «άμυνα της χώρας», νουθετούν όλες τις μελλοντικές γερμανικές κυβερνήσεις, ανεξάρτητα από τον συνδυασμό των κομμάτων που θα τις σχηματίζουν, για προώθηση των μακροπρόθεσμων παραγγελιών όπλων, τεχνολογικών καινοτομιών και πανεπιστημιακή έρευνα σχετιζόμενη με την πολεμική βιομηχανία. Οταν βέβαια οι πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης στη Γερμανία αναφέρονται στον στόχο να γίνει η χώρα «ικανή για πόλεμο» δεν εννοούν μόνο τους εξοπλισμούς. Εννοούν την προσαρμογή όλων των κλάδων της οικονομίας σε συνθήκες πολέμου. Με παρεμβάσεις τους, εκπρόσωποι βιομηχανικών ομίλων αναδεικνύουν την αναγκαιότητα επιπλέον κρατικών επενδύσεων σε εταιρείες προστασίας δικτύων, σε μεγάλες μονάδες παραγωγής ειδών διατροφής, ωθείται η ενεργειακή αυτονομία βιομηχανικών μονάδων με την κατασκευή ιδιωτικών γεννητριών και ανεμογεννητριών που θα είναι σε κατάσταση επιφυλακής σε περίπτωση συνολικότερης διακοπής της παροχής Ενέργειας. Παροτρύνουν σε προετοιμασία του εργατικού δυναμικού για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης με την εκπαίδευση π.χ. επιβίωσης σε περίπτωση μεγάλων «φυσικών» καταστροφών από ειδικές υπηρεσίες, όπως και για την προώθηση κρατικών προγραμμάτων εκπαίδευσης εργαζομένων σε κρίσιμους κλάδους, όπως των μεταφορών, ύδρευσης και άλλων.
Σε αυτές τις συνθήκες το κεφάλαιο εντείνει τις επιθέσεις του στο λαϊκό εισόδημα με μείωση πραγματικών μισθών και συντάξεων, με δραστικές περικοπές στο σύστημα Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας, με τρομακτικές ελλείψεις κατοικιών στις περισσότερες μεγάλες γερμανικές πόλεις. Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους: Η ανεργία αυξήθηκε τον Γενάρη του 2025 σε 6,4%, καταγράφοντας ρεκόρ δεκαετίας. Ο προϋπολογισμός για το 2025, που ήδη εκτελείται και δεν πρόκειται να αμφισβητηθεί ανεξάρτητα από το ποια κόμματα θα αναλάβουν τη διαχείριση του συστήματος μετά τις εκλογές, προβλέπει περικοπές σε συντάξεις έως και 2 δισ., 8 δισ. λιγότερα για την Υγεία, 5 δισ. λιγότερα για τα επιδόματα ανεργίας, από 11,6 σε 11 δισεκατομμύρια οι επιδοτήσεις κατοικίας και θέρμανσης, περικοπές στα κονδύλια που αφορούν την ενσωμάτωση των ΑμεΑ από 524 σε 410 εκατ. και πολλά άλλα. Ολα αυτά τα μέτρα διατρέχουν όλα τα επίπεδα της αστικής διακυβέρνησης, από το κεντρικό κράτος, τα κρατίδια, και φτάνουν στους δήμους και στις κοινότητες. Δεν υπάρχει τομέας της καθημερινής ζωής των εργαζομένων που να μην πλήττεται από την προσαρμογή όλων των κλάδων στην πολεμική εμπλοκή.
Με το βλέμμα στραμμένο σε έναν γενικευμένο πόλεμο, η Γερμανία αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρόλο στη Βαλτική Θάλασσα, σημείο αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο που πρόσφατα εγκατέστησε νέο αρχηγείο του Πολεμικού Ναυτικού στο Ροστόκ, προκειμένου να ενισχυθούν η παρουσία του και η επιχειρησιακή ικανότητα και που θα παρακολουθεί σε 24ωρη βάση τις στρατιωτικές κινήσεις και εμπορικές δραστηριότητες στην περιοχή. Αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου βρίσκονται στρατεύματα της Μπουντεσβέρ για να στηρίξουν την αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης της Γερμανίας στον ανταγωνισμό με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με πρόσχημα την ασφάλεια, την ειρήνη και την αποτροπή. Από τις 17 αποστολές που βρίσκονται σκορπισμένες σε τρεις ηπείρους, ενδεικτικά αναφέρουμε το Κόσοβο, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Ιράκ και την Ιορδανία, τη Δυτική Σαχάρα, το Νότιο Σουδάν, τον Λίβανο, τις «ΑΣΠΙΔΕΣ» στην Ερυθρά Θάλασσα, στα ανοιχτά της Λιβύης, στον Βόρειο Ατλαντικό και στη Βόρεια Θάλασσα. Ολα τα παραπάνω - εκτός από τις οικονομικές απώλειες - τονίζουν και τους κινδύνους για τη ζωή των ίδιων των εργαζομένων, που θα είναι οι πρώτοι που θα κληθούν να χύσουν το αίμα τους, για τα καπιταλιστικά συμφέροντα σε περίπτωση πιο άμεσης εμπλοκής.
Προκύπτει λοιπόν ένα ερώτημα: Ποιο από τα παραπάνω προβλήματα των εργαζομένων θα εκλείψει στις 24 Φλεβάρη; Κανένα, γιατί θα είναι εδώ οι οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι που γεννούν αυτά και άλλα προβλήματα. Ισα ίσα που θα διογκώνονται, ακριβώς επειδή η ταξική πολιτική προς όφελος του κεφαλαίου, για να ξεπεράσει τα προβλήματά του, θα συνεχίσει να προωθείται, φορτώνοντας στον λαό και νέα βάσανα, πάνω στα ήδη υπάρχοντα. Αυτά τα φαινόμενα, άλλωστε, δεν είναι πλέον μια εξαίρεση. Είναι ο κανόνας όχι μόνο στη Γερμανία, στην Ελλάδα και σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά και σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, ανεξάρτητα από το ποια κόμματα και ποιες πολιτικές δυνάμεις, ποιοι πολιτικοί σχηματισμοί βρίσκονται κάθε φορά στις κυβερνήσεις, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχουν «καπιταλιστικοί παράδεισοι». Πόλεμοι, ένταση της εκμετάλλευσης, τσάκισμα των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, υποβάθμιση και μη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, από τη μία πλευρά, ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, από την άλλη.
Αντανάκλαση των δυσκολιών στην οικονομία και της εμπλοκής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο αποτελούν και οι διεργασίες στο πολιτικό σύστημα της Γερμανίας, όπου εντείνονται οι ενδοαστικές αντιθέσεις για το «μείγμα» διαχείρισης της ύφεσης. Μπροστά στην «επείγουσα κατάσταση» του κεφαλαίου κατέρρευσαν οι εύθραυστοι συμβιβασμοί, που όλο και πιο δύσκολα πετύχαινε ο κυβερνητικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών - Πρασίνων - Φιλελευθέρων, και προκηρύχθηκαν οι εκλογές, στο φόντο και της διογκούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας που εκφράστηκε στις ευρωεκλογές με την καταψήφιση των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού.
Οι Σοσιαλδημοκράτες του αμαρτωλού SPD συνδιαμόρφωσαν από τη θέση του πιο δυνατού κόμματος της συγκυβέρνησης, υπό τον καγκελάριο Σολτς, όλα τα παραπάνω. Τώρα, τάσσονται και πάλι υπέρ των τεράστιων εξοπλισμών και των πολεμικών προετοιμασιών, ζητώντας περαιτέρω παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία «για όσο διάστημα χρειαστεί». Στηρίζουν τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού από το κράτος - δολοφόνο Ισραήλ υιοθετώντας όλα τα προσχήματα περί «δικαιώματός του στην αυτοάμυνα», απαγορεύοντας διαδηλώσεις. Ζητάνε επίσης στενότερη παρακολούθηση του «εχθρού λαού» από την αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες και προαναγγέλλουν διώξεις εναντίον κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών τονίζοντας: «Οι εχθροί του Συντάγματος δεν έχουν θέση στη δημόσια διοίκηση». Ταυτόχρονα, επιδιώκοντας να επιτελέσουν και τις δύο λειτουργίες της σοσιαλδημοκρατίας - και την προώθηση της πολιτικής του κεφαλαίου και την ενσωμάτωση των εργαζομένων - παρουσιάζονται και πάλι ως «κόμμα των εργαζομένων» που θέλει να επικεντρωθεί περισσότερο στα «κοινωνικά ζητήματα»: Υποσχέσεις για μια «προσιτή στέγη», μια «καλή ζωή» μέσω της εργασίας, «καλή υγειονομική περίθαλψη», «σταθερές συντάξεις», λες και άλλοι κυβερνούσαν τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα, με αφορμή την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία και στην Ευρώπη, καλούν σε «δημοκρατική ψήφο ενάντια στα άκρα», όμως οι ίδιοι με την πολιτική τους είναι που λειτούργησαν ως χορηγοί του φασισμού και της ακροδεξιάς.
Οι Χριστιανοδημοκράτες του CDU/CSU, που προηγούνται στις δημοσκοπήσεις και αποτέλεσαν τα προηγούμενα χρόνια μια βολική για το σύστημα αξιωματική αντιπολίτευση αφού στήριξαν το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής αντιλαϊκής πολιτικής, κατεβαίνουν στις εκλογές ζητώντας την αυστηρή τήρηση του «φρένου χρέους», το οποίο ορίζει ότι μπορεί να είναι το πολύ στο 0,35% του ΑΕΠ τον χρόνο. Σε συνθήκες στασιμότητας και ύφεσης αυτό σημαίνει νέα σφοδρή επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων. Σκοπεύουν να μειώσουν ακόμη περισσότερο τη φορολόγηση του κεφαλαίου, με ταυτόχρονες μαζικές περικοπές στις κοινωνικές παροχές. Στο στόχαστρό τους μπαίνουν ακόμα και αυτά τα ψίχουλα του λεγόμενου «επιδόματος του πολίτη». Συμφωνούν και επαυξάνουν την πολιτική καταστολής που ακολούθησαν τα κόμματα του τρικομματικού συνασπισμού την προηγούμενη περίοδο, με την εντατικοποίηση του αυταρχισμού, με αυστηρότερο ποινικό δίκαιο, περισσότερες βιντεοκάμερες, αυτοματοποιημένη αναγνώριση προσώπου, απελάσεις μεταναστών και προσφύγων και σε εμπόλεμες ζώνες, κ.ά.
Με βάση τα παραπάνω, Σοσιαλδημοκράτες και Χριστιανοδημοκράτες δεν αποκλείεται να συγκυβερνήσουν μετά τις εκλογές σε έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό». Αν τους χρειαστούν, να δώσουν χέρι βοήθειας είναι διαθέσιμα το κόμμα των Πρασίνων και το Φιλελεύθερο Κόμμα, FDP. Οπως έχουν κάνει και στο παρελθόν, θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο, ασκώντας κριτική σε CDU/CSU και SPD ότι τα κόμματα αυτά δεν είναι αρκετά συνεπή στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής του κεφαλαίου και της ΕΕ.
Το εθνικιστικό - ακροδεξιό AfD, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία», παρουσιάζεται από το αστικό σύστημα ως το αντίπαλο δέος των «δημοκρατικών» κομμάτων. Στην πραγματικότητα είναι σάρκα από τη σάρκα του ίδιου συστήματος. Το AfD αντιπροσωπεύει μια οικονομική πολιτική με μαζική επιδρομή του κεφαλαίου ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης, υποστηρίζει τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, ζητάει επέκταση της καταστολής, μαζικές απελάσεις και σε αυτήν την κατεύθυνση στήριξε πρόσφατα μαζί με τα κόμματα CDU/CSU στη γερμανική Βουλή (τόσο αντισυστημικό) ένα σκληρό αντιμεταναστευτικό ψήφισμα. Βγάζει τη βρώμικη δουλειά για το κεφάλαιο, δείχνοντας στην εργατική τάξη ως εχθρό τον ξένο, τον μετανάστη, χύνοντας το δηλητήριο του ρατσισμού, «βγάζοντας λάδι» έτσι τον πραγματικό υπεύθυνο, το καπιταλιστικό σύστημα και «την ελεύθερη οικονομία της αγοράς», την οποία φανατικά υποστηρίζει. Πρόσφατα η συμπρόεδρός του στη συζήτηση με τον δισεκατομμυριούχο και πουλέν του Τραμπ, τον Μασκ, ανακάλυψε ότι ο Χίτλερ ήταν δήθεν... «κομμουνιστής - σοσιαλιστής». Αν και δεν προβάλλει τελευταία τα παλιότερα συνθήματά του υπέρ της αποχώρησης της Γερμανίας από την ΕΕ και το ευρώ, επιδιώκει μέσα από την προβολή θέσεων, όπως για την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και «για μια ουδέτερη θέση της Ουκρανίας εκτός ΝΑΤΟ και ΕΕ», να εκμεταλλευτεί τα αισθήματα μεγάλου μέρους των εργαζομένων που επιθυμούν να τελειώσει αυτός ο πόλεμος. Στην ουσία, εκφράζει συμφέροντα συγκεκριμένων τμημάτων του κεφαλαίου, που νιώθουν ριγμένα από τον πόλεμο και στοχεύουν σε αναβάθμιση της Γερμανίας στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών επαναδιαπραγματευόμενα τη θέση της Γερμανίας στην ευρωατλαντική συμμαχία.
Το Κόμμα της Αριστεράς, Die Linke, «ξεπλένει» τη βαρβαρότητα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης δίνοντας «αριστερό» άλλοθι σε πολιτικές στήριξης του κεφαλαίου, όπως έκανε ως κυβερνητικός εταίρος σε μια σειρά από γερμανικά κρατίδια τα προηγούμενα χρόνια. Συνέβαλε και συμβάλλει στην εφαρμογή και προώθηση αντιλαϊκών πολιτικών, όπως περικοπές θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, το ξεπούλημα δημοτικής περιουσίας στον τομέα της ύδρευσης και της στέγης, πραγματοποίησε μαζικές απελάσεις, στήριξε τη δράση υπηρεσιών καταστολής. Αναγνωρίζει το «δικαίωμα της Ουκρανίας στην αυτοάμυνα», ψηφίζοντας να στέλνονται περισσότερα όπλα και αναμασώντας όλη την ευρωΝΑΤΟική προπαγάνδα. Οχι μόνο δεν καταγγέλλει τη γενοκτονία κατά του Παλαιστινιακού λαού αλλά συμπεριλαμβάνει στους αντισημίτες όσους το κάνουν, και έσπευσε να χαρακτηρίσει «σημάδι ελπίδας» την επικράτηση των τζιχαντιστών στη Συρία.
Το κόμμα BSW, η λεγόμενη «Συμμαχία Sahra Wagenknecht», που προέκυψε από διάσπαση του Die Linke, κατεβαίνει στις εκλογές με ρητορική για «φορολογία πλουσίων», υπέρ της αποκατάστασης των σχέσεων της Γερμανίας με τη Ρωσία, και κατά της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα, θέλει να διευρύνει το οπλοστάσιο των κατασταλτικών μέσων του κράτους, ενώ υποστηρίζει την εφαρμογή μιας ακόμα πιο αυστηρής αντιμεταναστευτικής πολιτικής χρησιμοποιώντας και συνθήματα που ενοχοποιούν τους μετανάστες για την αύξηση της εγκληματικότητας. Δεν αμφισβητεί το εκμεταλλευτικό σύστημα, στηρίζει τη συμμετοχή της Γερμανίας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, και διατυπώνει τη θέση για μια ΕΕ ως «ειρηνευτική δύναμη». Το BSW έδωσε ήδη τις πρώτες εξετάσεις στο κεφάλαιο, συμμετέχοντας σε δύο κρατιδιακές κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν πρόσφατα σε συνεργασία με το CDU και το SPD αντίστοιχα, «ξεπλένοντας» έτσι και τα δύο αυτά αστικά κόμματα.
Στις εκλογές κατεβαίνουν και άλλοι συνδυασμοί μικρότερων κομμάτων, οι οποίοι διεκδικούν την ψήφο από εκατομμύρια εργαζομένων που νιώθουν να ασφυκτιούν, αγανακτούν από την κατάσταση που αντιμετωπίζουν και δηλώνουν ότι κανένα από τα κοινοβουλευτικά κόμματα (που είναι αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω) δεν εκφράζει τα συμφέροντά του. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, DKP, με απόφασή του, δεν θα πάρει μέρος στις εκλογές. Προκύπτει το ερώτημα: Μπορούν όσοι ευθύνονται για την κατάσταση που βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι να μετατραπούν σε «σωτήρες»; Κανένα κόμμα που συμμετέχει στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, κανένα τους δεν θα ασκήσει λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου, που θα υλοποιηθεί ανεξάρτητα από τη σύνθεση της νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Γι' αυτό, όποιο κόμμα θα βρίσκεται στην κυβέρνηση, θα ακολουθήσει αντιλαϊκή πολιτική και τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα αποτελέσουν συμπλήρωμα της νέας κυβέρνησης. Δεν θα έχει καμία σημασία αν θα μπουν «κόμματα μιας χρήσης» στο Κοινοβούλιο, που στο πρόγραμμά τους αποδέχονται όλο το πλαίσιο της αντιλαϊκής πολιτικής. Αυτό που θα έχει σημασία θα είναι οι εργαζόμενοι να μη στηρίξουν καμία από τις επιλογές αστικής διαχείρισης, να μη δώσουν τη συγκατάθεσή τους, ώστε την επόμενη μέρα να είναι πιο δυνατοί. Να απορρίψουν τους εκβιασμούς και τη λογική του «μικρότερου κακού» που ζυμώνουν όλα τα αστικά κόμματα, για να μπορούν να στέκονται στα πόδια τους την επόμενη μέρα.
Απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου στα κοινωνικά δικαιώματα και στους μισθούς, ενάντια στη φτώχεια και στην ακρίβεια δίνει ο λαός. Το τελευταίο διάστημα έχουν οργανωθεί στη Γερμανία, κάτω από την πίεση των εργαζομένων, μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Κι αυτό παρά το ασφυκτικό πλαίσιο συνδικαλιστικής δράσης και το ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες - στην πλειοψηφία τους - στηρίζουν τις επιλογές της αστικής τάξης για διασφάλιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, προβάλλοντας ως στόχο τη λεγόμενη «κοινωνική συνοχή», την ταξική συνεργασία. Το 2023 καταγράφηκε ο υψηλότερος αριθμός κλαδικών απεργιών και απεργιακών ημερών μετά από πολλά χρόνια: Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 312 απεργίες σε κλάδους όπως της βιομηχανίας μετάλλου, της αυτοκινητοβιομηχανίας, των δημόσιων μεταφορών, της Υγείας, του λιανικού εμπορίου, όπου κυριολεκτικά δεν κινήθηκε τίποτα. Από το λιμάνι του Αμβούργου ως τις αυτοκινητοβιομηχανίες της Στουτγάρδης και του Μονάχου και από τις βιομηχανίες στην κοιλάδα του Ρουρ ως τις μεταφορές στο Βερολίνο, υπήρξαν μέρες που οι εργαζόμενοι απέδειξαν ότι «Χωρίς εργάτη γρανάζι δεν γυρνά».
Το ελπιδοφόρο στοιχείο είναι ότι όλο και πιο συχνά και σε όλο και περισσότερες κινητοποιήσεις, πέρα από τις μισθολογικές διεκδικήσεις, ακούγονται και συνθήματα που καλούν σε αγώνα ενάντια στο σύστημα της φτώχειας και των πολέμων. Υπάρχουν παραδείγματα, όπου εργαζόμενοι μέσα από τα σωματεία τους γυρνάνε τις πλάτες στις δυνάμεις του κυβερνητικού - εργοδοτικού συνδικαλισμού που πρόσκεινται κατά κύριο λόγο στο SPD, και παλεύουν δίνοντας μια τιτάνια μάχη να αλλάξουν τον σημερινό αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.
Σε αυτές τις μάχες συμβάλλουν τα μέλη και οι φίλοι του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στη Γερμανία. Δραστήρια στους αγώνες της εργατικής τάξης, επιδιώκοντας να μπολιάζονται οι διεκδικήσεις των εργαζομένων με αιτήματα που έχουν ως περιεχόμενο τις σύγχρονες ανάγκες μας και όχι τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων. Για να διαμορφώνονται ταξικά κριτήρια απέναντι στην πολιτική της ταξικής συνεργασίας, προβάλλοντας το σύνθημα ότι «Για να κερδίσουν οι εργαζόμενοι πρέπει να χάσει το κεφάλαιο».
Παλεύουμε για να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι, που δυσφορούν απ' τις αντιλαϊκές πολιτικές, ότι οι πολιτικές δυνάμεις που ζητάνε την ψήφο τους στις 23 Φλεβάρη, υπηρετούν τον ίδιο στρατηγικό δρόμο. Κανένα κόμμα, «μικρό ή μεγάλο», δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, κανένα τους δεν θα ασκήσει αντιπολίτευση μαχητική, λαϊκή, ούτε θα ενισχύσει την πάλη των εργαζομένων απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου. Γι' αυτό, στις εκλογές της 23 Φλεβάρη καταδικάζουμε τις δυνάμεις αυτές και ψηφίζουμε άκυρο. Αυτό που μετράει είναι πώς θα οργανωθεί η αντίσταση στην επίθεση του κεφαλαίου και του πολιτικού του προσωπικού, πώς η αμφισβήτηση που υπάρχει και συνεχώς αυξάνεται θα μετατραπεί σε ταξικό αγώνα για το καινούργιο, με στόχο την ανατροπή του συστήματος και της εξουσίας που γεννά την αδικία και τους πολέμους. Αυτό που μετράει είναι το πώς εκατομμύρια εργαζόμενοι που θα ψηφίσουν «με μισή καρδιά» τα αστικά κόμματα, άλλοι που θα αποφασίσουν να απόσχουν αφού κανένα κόμμα δεν τους εκφράζει, να συναντηθούμε στον αγώνα.
Εχουμε χρέος και άμεσο καθήκον να βοηθήσουμε, να πρωτοστατήσουμε στην οργάνωση της πάλης των εργαζομένων. Θα δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό στους αγώνες που έχουμε μπροστά μας για Συλλογικές Συμβάσεις και αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς, ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, στις πασχαλιάτικες πορείες ειρήνης, για μια Εργατική Πρωτομαγιά κόντρα στο πνεύμα της ταξικής συνεργασίας των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Για να τιμήσουμε τα 80 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών στις 9 του Μάη 2025, αναδεικνύοντας ότι ο σοσιαλισμός είναι που συνέτριψε τον φασισμό και αυτή η πάλη αποτελεί πηγή έμπνευσης και διδαγμάτων για τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Τώρα είναι ώρα ευθύνης και δράσης. Με εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη, στον εργαζόμενο λαό. Γιατί η ελπίδα βρίσκεται στην πάλη των λαών!