Οι εκδηλώσεις αυτές έχουν στόχο να αναδείξουν την οικουμενικότητα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας, τις κοινές της παραμέτρους με τις παραδόσεις άλλων πολιτισμών, την επίδρασή της στις σημερινές θεατρικές αναζητήσεις, την ανάδειξη των κοινών μύθων της ανθρώπινης περιπέτειας εν γένει. Στις παραστάσεις αυτές, όπως είναι φυσικό, οι συντελεστές χρησιμοποιούν και εθνικά τους στοιχεία, όπως οι Αργεντίνοι που χρησιμοποιούν το τανγκό. Δεν είναι φολκλόρ ή λαογραφικό στοιχείο. Είναι μια συνδιαλλαγή, μια συνομιλία, γιατί αυτά τα κείμενα είναι ζωντανά, πέραν όλων των άλλων και γιατί είναι ζωντανή η φόρμα τους.
Τη σκυτάλη παίρνει σήμερα το Taller de teatro de la universidad nacional de la Plata και το Teatro de repertorio de Buenos Aires (Αργεντινή), παρουσιάζοντας την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, στο Θέατρο Πέτρας (παρουσιάστηκε ήδη με επιτυχία στο Κάστρο Καλαμάτας και στο Κάστρο Πύλου).
Σε συζήτηση που είχαμε με τη σκηνογράφο της παράστασης Γιούτα Λούτριχ μας είπε ότι το γκρουπ ασχολείται με το αρχαίο δράμα από το 1996, όταν ανέβασαν τις «Τρωάδες» με διεθνή παρουσία στην Κολομβία και στην Ελβετία. Η ομάδα δημιουργήθηκε πριν 8 χρόνια από τον Ρομπέρτο Αγκίρε, που είναι και διευθυντής του θεάτρου, ενώ σημαντική είναι η συμβολή του δραματουργού Χόρχε Χουέρτας.
«Η «Αντιγόνη» - είπε η Γιούτα Λούτριχ - «είναι επίκαιρη και έχει μεγάλη σχέση με την ιστορία της Αργεντινής. Βρίσκουμε αναφορές στα όσα βίωσε ο λαός μας την περίοδο της Χούντας. Ο λαός της Αργεντινής είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένος με την ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, η οποία διδάσκεται στα σχολεία. Ενώ υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που βρίσκουν ελκυστικά, λόγω της επικαιρότητας και διαχρονικότητας, τα θέματα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας. Από την άλλη, το να παίξουμε στη χώρα που γεννήθηκε η αρχαία τραγωδία είναι για μας πολύ σημαντικό. Οπως σημαντική είναι και η εμπειρία που αποκομίζουμε από τη συνάντησή μας και με θεατρικά σχήματα από άλλες χώρες που ασχολούνται με την αρχαία τραγωδία».
Στην παράσταση συμμετέχουν έξι γυναίκες και ένας άντρας, ενώ χρησιμοποιείται ένα παραδοσιακό όργανο της Αργεντινής, ένα είδος ακορντεόν το λεγόμενο παντονέον.
Από την πλευρά της, η «Πολιτιστική Παρέμβαση», που έχει την ευθύνη της διοργάνωσης του φεστιβάλ στο Θέατρο Πέτρας, καλεί το θεατρόφιλο κοινό να παρακολουθήσει τις παραστάσεις, οι οποίες προσφέρουν τη δυνατότητα να γνωρίσουμε νέες προσεγγίσεις στο αρχαίο δράμα από διαφορετικούς λαούς.
Η παράσταση αρχίζει στις 9 μ.μ. και το εισιτήριο κοστίζει 6.000.
Ο Δ. Χρονόπουλος στο Κέντρο Κινηματογράφου, ο Β. Αρδίτης στο ΚΘΒΕ
«Η θητεία του Διαγόρα Χρονόπουλου ως Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ αφήνει έντονο και θετικό αποτύπωμα», δήλωσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. «Το ΚΘΒΕ λειτουργεί και πάλι ως ο κορυφαίος πολιτιστικός θεσμός της Θεσσαλονίκης και όλης της Βόρειας Ελλάδας. Αυτό επιτεύχθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό χάρις στον αποδεδειγμένο επαγγελματισμό, τη μεγάλη ικανότητα και το ταλέντο του κ. Χρονόπουλου, τον οποίο συγχαίρω θερμά για το έργο του». Εύλογα, όμως, γεννάται το ερώτημα γιατί δεν ανανέωσε τη θητεία του, στο ΚΘΒΕ; Μήπως κάποιοι άλλοι ισχυροί παράγοντες στη Θεσσαλονίκη επέβαλαν την απομάκρυνσή του ή δεν έβρισκε άλλον για τη θέση του προέδρου του Κέντρου Κινηματογράφου και βρήκε αυτή τη λύση αποδυναμώνοντας το ΚΘΒΕ; Κυριολεκτικά, «τρόμαξε» τα τελευταία χρόνια το ΚΘΒΕ να βρει τους ρυθμούς τους και πάλι μπαίνει σε πειραματισμό. Δεν αμφισβητούμε τις ικανότητες του Βίκτορα Αρδίτη, αλλά τον τρόπο λειτουργίας, λήψης των αποφάσεων και των κριτηρίων του υπουργού, που «χρυσώνει το χάπι».
«Ο κ. Χρονόπουλος», είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος «είναι πολύτιμος και στενός συνεργάτης του υπουργείου Πολιτισμού και χαίρομαι γιατί τώρα θα προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Αθήνα, σε ένα συγγενή χώρο, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Ο κ. Χρονόπουλος γνωρίζει πολύ καλά και έχει υπηρετήσει με επιτυχία τον ιδιαίτερα κρίσιμο για την εποχή μας τομέα της οπτικοακουστικής παραγωγής».
Ο υπουργός δήλωσε και τη «χαρά» του, «γιατί τη σκυτάλη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του ΚΘΒΕ την παραλαμβάνει ένας άνθρωπος με μεγάλη θεατρική παιδεία και εξίσου μεγάλη θεατρική εμπειρία ο κ. Βίκτορας Αρδίτης, σκηνοθέτης και πανεπιστημιακός δάσκαλος στη Θεσσαλονίκη. Είμαι βέβαιος ότι θα ανταποκριθεί στην πρόκληση της διεύθυνσης ενός Κρατικού Θεάτρου με μεγάλη παράδοση, δελεαστικές υποδομές και τεράστιες δυνατότητες».
Τι να σκεφτούμε με όσα συμβαίνουν; Οτι δεν έχουμε αρκετούς αξιόλογους καλλιτέχνες στον κάθε τομέα και έτσι υποχρεώνεται ο υπουργός να επιλέγει μεταξύ ελαχίστων, κάνοντας κύκλο από θέση σε θέση; Ανεξάρτητα από τις ικανότητες των δύο παραπάνω καλλιτεχνών, μπορεί το παρασκήνιο να μην είναι γνωστό, ωστόσο τέτοιου είδους αποφάσεις επιβεβαιώνουν την ύπαρξή του.
Με τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, από τον Καλλιτεχνικό Οργανισμό «Φάσμα - Απλό Θέατρο», κλείνει η φετινή αυλαία των Επιδαυρίων (31/8 - 1/9). Οι «Τρωάδες» ανεβαίνουν σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα. Η μετάφραση είναι του Κ.Χ. Μύρη, τα σκηνικά - κοστούμια του Γιώργου Πάτσα, η μουσική της Ελένης Καραΐνδρου, οι φωτισμοί του Ανδρέα Σινάνου και οι χορογραφίες της Σοφίας Σπυράτου. Ερμηνεύουν: Μάρθα Βούρτση, Μάνια Παπαδημητρίου, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Ταμίλα Κουλίεβα, Μπέσσυ Μάλφα, Κώστας Αθανασόπουλος, Αρης Λεμπεσόπουλος, κ.ά.
Η τραγωδία, όπως σημειώνει ο Αντώνης Αντύπας που σκηνοθετεί για πρώτη φορά στην Επίδαυρο, «γράφτηκαν από τον Ευριπίδη για να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των συμπολιτών του και να τους αποτρέψει από τον καταστροφικό παραλογισμό του πολέμου. Γίνονται φανερές οι προθέσεις του Ευριπίδη να καυτηριάσει τις βιαιοπραγίες των συμπατριωτών του από το ξεκίνημα του έργου, με την κοινή απόφαση των δύο Θεών, του Ποσειδώνα και της Αθηνάς, να καταστρέψουν τον ελληνικό στόλο, επειδή οι Αχαιοί λεηλάτησαν τη νικημένη Τροία και δε σεβάστηκαν ούτε τους ναούς των Θεών».
Οι «Τρωάδες» έχοντας σαν κεντρικό πρόσωπο τη γυναίκα (μάνα, σύζυγο, κόρη, αδελφή) την αναδεικνύουν σε παγκόσμιο σύμβολο - θύμα της βαρβαρότητας του πολέμου. «Ο στοχασμός του Ευριπίδη» -συνεχίζει ο Αντώνης Αντύπας- «αποκτάει σήμερα μια συνταρακτική διαχρονικότητα και ο ποιητής, χρησιμοποιώντας το θρηνητικό λόγο των γυναικών, διαπερνάει το κέλυφος των αιώνων και κατορθώνει να τον κάνει να ηχήσει σαν ένα παγκόσμιο πανανθρώπινο τραγούδι εναντίον του πολέμου και της βίας».