Στο επίκεντρο η αντιπαράθεση με την Κίνα, τον «μεγαλύτερο οικονομικό και στρατιωτικό αντίπαλο»
2025 The Associated Press. All |
Από τις επαφές του Κινέζου Προέδρου με την ηγεσία του Βιετνάμ |
«Η επίτευξη μιας δίκαιης συμφωνίας θα απαιτήσει σημαντική κοινή προσπάθεια και από τις δύο πλευρές» πρόσθεσε ο Σέφκοβιτς, οι επαφές του οποίου πραγματοποιούνται με φόντο την 90ήμερη αναβολή των νέων αυξημένων «ανταποδοτικών» δασμών που οι ΗΠΑ επέβαλαν και στην ΕΕ, κι ενώ άλλοι καινούργιοι δασμοί της κυβέρνησης Τραμπ, όπως αυτοί σε χάλυβα και αλουμίνιο, παραμένουν σε ισχύ.
Στο μεταξύ, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου έκανε ανακοίνωση για επικείμενα μέτρα ειδικά στον κλάδο του Φαρμάκου. Οπως ανέφερε, ξεκίνησε έρευνα για να εξακριβωθούν οι «επιπτώσεις για την εθνική ασφάλεια» που έχουν οι εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων και ημιαγωγών.
Την ίδια στιγμή, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, σε συνέντευξή του επανέλαβε ότι βασικός στόχος των δασμών «είναι να δούμε χαμηλότερα εμπορικά ελλείμματα, σε γενικές γραμμές». Αναφερόμενος δε ειδικά στις σχέσεις των ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους, υποστήριξε ότι οι διαπραγματεύσεις της Ουάσιγκτον «θα οδηγήσουν σε πολλές θετικές εμπορικές σχέσεις με την Ευρώπη».
Ξεχώρισε ιδιαίτερα τη Βρετανία, για την οποία χαρακτήρισε ευκολότερη την επίτευξη μιας καλής συμφωνίας, λόγω «μιας πολύ πιο αμοιβαίας σχέσης», σε αντίθεση - όπως εννόησε - με άλλες χώρες όπως η Γερμανία, για την οποία είπε ότι ήταν «αρκετά σκληρή σε πολλές αμερικανικές» εξαγωγές αν και η ίδια έκανε μεγάλες εξαγωγές στις ΗΠΑ.
Ο Βανς μίλησε για «καλή πιθανότητα» να επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία και ότι «εργαζόμαστε πολύ σκληρά με την κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ».
Στο Λονδίνο, η Βρετανίδα υπουργός Επιχειρήσεων και Εμπορίου, Σάρα Τζόουνς, είπε ότι «κανείς δεν θέλει δασμούς. Κανείς δεν θέλει πόλεμο δασμών. Θέλουμε να εξασφαλίσουμε μια συμφωνία με τις ΗΠΑ».
Από την πλευρά του, ο ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών σερ Εντ Ντέιβι είπε ότι ο Τραμπ «δεν είναι πλέον αξιόπιστος σύμμαχος» και ότι οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ θα πρέπει να «εξεταστεί σωστά» από τους υπουργούς.
Σε κάθε περίπτωση, στο επίκεντρο του «εμπορικού πολέμου» παραμένει η εντεινόμενη αντιπαράθεση ΗΠΑ - Κίνας για τη διεθνή πρωτοκαθεδρία.
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, υποστήριξε ότι «υπάρχει μια μεγάλη συμφωνία που μπορεί να κλειστεί κάποια δεδομένη στιγμή» με την Κίνα, ενώ απαντώντας σε ερώτημα για τον κίνδυνο αποσύνδεσης των δυο οικονομιών, είπε ότι «δεν υπάρχει λόγος να γίνει αυτό, αλλά μπορεί να συμβεί».
Την ίδια στιγμή βέβαια επισήμανε ότι η σύναψη εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα θα είναι δυσκολότερη από ό,τι με άλλες χώρες, καθώς «η Κίνα είναι τόσο ο μεγαλύτερος οικονομικός ανταγωνιστής μας, όσο και ο μεγαλύτερος στρατιωτικός αντίπαλός μας».
Σε αυτό το φόντο εντείνονται παζάρια και πιέσεις από ΗΠΑ και Κίνα στην κρίσιμη περιοχή της Ασίας.
Στη Νότια Κορέα ο υπηρεσιακός Πρόεδρος Χαν Ντακ-σου ισχυρίστηκε ότι ο Ντ. Τραμπ φαίνεται πως έχει δώσει οδηγίες για άμεση έναρξη εμπορικών διαπραγματεύσεων με Νότια Κορέα, Ιαπωνία και Ινδία. Μάλιστα είπε ότι βασικό θέμα σε τηλεδιάσκεψη που είχε προγραμματιστεί μεταξύ Αμερικανών και Νοτιοκορεατών αξιωματούχων είναι τα σχέδια για το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) στην Αλάσκα.
«Πολύ σημαντικό χαρτί» στο παζάρι μεταξύ Ουάσιγκτον και Σεούλ θα είναι - όπως είπε πρόσφατα και ο Νοτιοκορεάτης υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας - μια ενδεχόμενη συνεργασία στον ναυπηγικό τομέα. Η Νότια Κορέα έχει εκδηλώσει επίσης ενδιαφέρον για το σχέδιο LNG στην Αλάσκα, που είναι μέρος της προσπάθειας του Τραμπ να αυξήσει τις εξαγωγές αερίου των ΗΠΑ, όμως οποιαδήποτε συμμετοχή θα εξαρτηθεί από συζητήσεις με την Ουάσιγκτον, είπε ο υπουργός, σημειώνοντας πως το σχέδιο μπορεί να δυσκολευθεί να αποδειχθεί αποδοτικό. Ακόμα, ψηλά στη διμερή ατζέντα παραμένει και ένας ανακαταμερισμός του κόστους «φιλοξενίας» των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων που σταθμεύουν στη Χερσόνησο, για το οποίο η Ουάσιγκτον εδώ και χρόνια πιέζει τη Σεούλ να φορτωθεί μεγαλύτερο μέρος.
Στην Ασία εστιάζει τις προσπάθειες για ευνοϊκότερες εμπορικές συνεργασίες όμως και η Κίνα, της οποίας ο Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ συνεχίζει περιοδεία στη Νοτιοανατολική Ασία.
Κίνα και Βιετνάμ, σε κοινή δήλωση που εκδόθηκε χθες μετά τη διήμερη επίσκεψη του Κινέζου Προέδρου, δηλώνουν την υποστήριξή τους στη διατήρηση ενός πολυμερούς εμπορικού καθεστώτος με επίκεντρο τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ).
«Αντιμέτωπες με την αβεβαιότητα, την αστάθεια και το απρόβλεπτο της διεθνούς κατάστασης, οι δύο πλευρές θα υποστηρίξουν σταθερά την πολυμέρεια», επισημαίνεται.
Κίνα και Βιετνάμ αντιτάχθηκαν επίσης από κοινού στην ηγεμονία, την πολιτική ισχύος και τη μονομέρεια, σύμφωνα με την κοινή δήλωση, όπως μεταδίδει το Reuters, ενώ αναφέρεται ακόμα πως το Βιετνάμ δηλώνει ότι είναι έτοιμο να συζητήσει μια εταιρική σχέση με την ομάδα BRICS. Ο πρωθυπουργός του Βιετνάμ Pham Minh Chinh συμμετείχε σε σύνοδο κορυφής των BRICS ως παρατηρητής για πρώτη φορά πέρυσι.
Υπενθυμίζεται ότι το Βιετνάμ διαπραγματεύεται τη μείωση των επαπειλούμενων αμερικανικών δασμών ύψους 46% που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Τραμπ, οι οποίοι έχουν «παγώσει» για ένα 3μηνο.
Ο Ντ. Τραμπ δήλωσε τη Δευτέρα ότι οι συζητήσεις Κίνας και Βιετνάμ επικεντρώνονται στο πώς να βλάψουν τις ΗΠΑ.
Στη δήλωση της Τρίτης, οι δύο χώρες εξέτασαν επίσης την έρευνα και τη συνεργασία στον τομέα των βασικών ορυκτών, ενώ κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Σι, η Κίνα και το Βιετνάμ υπέγραψαν 45 συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων συμφωνιών για την ενίσχυση των αλυσίδων εφοδιασμού και για τη συνεργασία σε σιδηροδρομικές γραμμές.
Μετά το Βιετνάμ, όπου τελικά έφτασαν τις 45 οι νέες συμφωνίες συνεργασίας, σήμερα ο Σι αναμένεται στη Μαλαισία, που αυτή την περίοδο προεδρεύει και της ASEAN. Βασικό θέμα συζήτησης θα είναι και η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου Κίνας - ASEAN. Θα ακολουθήσουν επαφές του Κινέζου Προέδρου στην Καμπότζη.
Ενδιαφέρον προκαλεί στο μεταξύ έκθεση του αμερικανικού Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies - CSIS) που εκτιμά ότι οι περιορισμοί της Κίνας στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και μαγνητών που χρησιμοποιούνται στις τεχνολογίες άμυνας, Ενέργειας και αυτοκινητοβιομηχανίας, μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στις ΗΠΑ, ακόμα και για την άμυνά της, αν δεν είναι σε θέση να καλύψουν πιθανό έλλειμμα.
Το CSIS προειδοποιεί ότι τα κινεζικά μέτρα πιθανότατα θα οδηγήσουν σε διαταραχές για τον εφοδιασμό ορισμένων αμερικανικών εταιρειών, που μεταξύ άλλων κατασκευάζουν μαχητικά αεροσκάφη, υποβρύχια, πυραύλους, συστήματα ραντάρ και drones.
Αναφέρει επίσης ότι «ακόμα και πριν από τους τελευταίους περιορισμούς, η βιομηχανική βάση του αμυντικού εξοπλισμού των ΗΠΑ αντιμετώπιζε προβλήματα με περιορισμένη χωρητικότητα και δεν είχε την ικανότητα να αυξήσει την παραγωγή για να καλύψει τις απαιτήσεις αμυντικής τεχνολογίας», ενώ προστίθεται πως «περαιτέρω απαγορεύσεις σε εισροές κρίσιμων ορυκτών θα διευρύνουν μόνο το χάσμα, επιτρέποντας στην Κίνα να ενισχύσει τις στρατιωτικές της δυνατότητες πιο γρήγορα από τις ΗΠΑ», όταν μάλιστα, όπως αναφέρεται, ήδη η Κίνα αποκτά προηγμένα οπλικά συστήματα και εξοπλισμό 5-6 φορές ταχύτερα από τις ΗΠΑ.
Τέλος, το Bloomberg μετέδωσε ότι το Πεκίνο ζήτησε από τις κινεζικές αεροπορικές εταιρείες «να αναστείλουν οποιαδήποτε αγορά εξοπλισμού και εξαρτημάτων αεροσκαφών από αμερικανικές εταιρείες», κάτι που θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για αμερικανικά μεγαθήρια όπως η «Boeing».
Ετοιμάζεται προπαγανδιστική «επιχείρηση αλήθειας» προκειμένου να αποδεχτεί ο γαλλικός λαός τις νέες θυσίες για το κεφάλαιο
Εδαφος για ολομέτωπη κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης στρώνει η κυβέρνηση Μακρόν στη Γαλλία, επιδιώκοντας να «τρέξει» τη μείωση του κρατικού χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, καθώς φουντώνει η πολεμική προπαρασκευή διεθνώς αλλά και οξύνεται ο ολόπλευρος ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με αλυσιδωτές επιπτώσεις και εντός του ευρωατλαντικού άξονα.
Σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου - και ενώ αργότερα αναμενόταν να απευθυνθεί σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής - ο πρωθυπουργός Φρ. Μπαϊρού μίλησε για «μεγάλους νέους προσανατολισμούς» που θα χαρακτηρίσουν το επόμενο σχέδιο προϋπολογισμού για το 2026 αλλά θα γίνουν γνωστοί μέχρι τις 14 Ιούλη, καθώς «αποφασίσαμε να κινηθούμε πιο γρήγορα, να κινηθούμε προληπτικά, να καταρτίσουμε ένα πλάνο πιο φιλόδοξο και πιο απαιτητικό».
Αποτυπώνοντας την προσπάθεια να αποδεχτεί ο γαλλικός λαός τις νέες θυσίες που θα επωμιστεί για τα συμφέροντα των γαλλικών μονοπωλίων, ο Μπαϊρού ανέφερε ότι θα οργανωθεί «μια επιχείρηση αναντίρρητης αλήθειας, ώστε να πειστούν η κοινή γνώμη και όσοι παίρνουν τις αποφάσεις ότι πρέπει να κινηθούμε τώρα, και ότι πρέπει να γίνουν προσπάθειες επανίδρυσης των δημοσιονομικών μας».
Περιέγραψε τα δημοσιονομικά της χώρας ως «μια επικίνδυνη, δυνητικά αναστρέψιμη παγίδα» και πρόσθεσε ότι «πολλές χώρες πιο αναπτυγμένες από μας (...) μείωσαν αποφασιστικά τις δαπάνες τους όταν απειλήθηκαν από ανισορροπίες», υποστηρίζοντας πως «την ευτυχία των λαών δεν τη φέρνει η έκταση της δημόσιας δαπάνης».
Εκρουσε δε τον κώδωνα του κινδύνου για «ένα βουνό δυσκολίες» που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, καθώς «χάνουμε πόρους, δεν παράγουμε αρκετά και δεν δουλεύουμε αρκετά», γι' αυτό «είναι επιτακτικό να μειώσουμε την αγροτική, βιομηχανική και πνευματική μας εξάρτηση». Εξέφρασε δε ανησυχία ειδικά για την «ανεξαρτησία μας στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας», τονίζοντας το «επιτακτικό χρέος» της ΕΕ «να οικοδομήσει αυτόνομη άμυνα».
Είχε προηγηθεί δήλωση του υπουργού Οικονομίας Ερίκ Λομπάρντ ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται ειδικά μετά την επιβολή των νέων δασμών από τις ΗΠΑ σημαίνει «δημοσιονομικό συναγερμό», εκτιμώντας ότι το 2026 θα απαιτηθεί τουλάχιστον «μια συμπληρωματική προσπάθεια για εξοικονόμηση 40 δισ. ευρώ» στον κρατικό προϋπολογισμό, κι αυτό παρά τις αιματηρές περικοπές σε δαπάνες που έγιναν ήδη, με τον προϋπολογισμό για το 2025.
Η δε εκπρόσωπος της κυβέρνησης, Σοφί Πριμά, ανέβασε το σχετικό ποσό στα 40 με 50 δισ. ευρώ.
Τέλος, ο υπουργός Βιομηχανίας Μαρκ Φερασί είπε ότι «υπάρχουν αναποτελεσματικές δαπάνες» και εστίασε στην ανάγκη όλες οι δαπάνες και επιδοτήσεις υπέρ των μονοπωλίων να διαφυλαχθούν, αναμασώντας το γνωστό ψέμα ότι «τα δώρα προς τις εταιρείες υπηρετούν στη πραγματικότητα όλη τη χώρα».