ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Αυγούστου 2001
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ
Πάντα είναι οι κερδισμένοι

Οταν η ανάπτυξη της χώρας που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια και αποτυπώνεται με την αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), συνοδεύεται με αύξηση της ανεργίας και παράλληλα τη χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου των ελληνικών νοικοκυριών, τότε κάτι δεν πάει καλά. Βέβαια, το ποιος «τσεπώνει» το ζεστό χρήμα που προκύπτει από την αύξηση του ΑΕΠ, είναι γνωστό. Το μεγάλο κεφάλαιο. Μία όμως ακόμη απόδειξη για το ποιος κερδίζει πραγματικά και όχι στατιστικά σ' αυτή τη χώρα, δίνει η ICAP, η οποία με μια έρευνα και μια έκθεση, που δόθηκαν στη δημοσιότητα με διαφορά δύο ημερών, καταδεικνύει το αυταπόδεικτο. Οτι, όσο χειροτερεύει η οικονομική θέση του ελληνικού λαού, τόσο αυξάνονται τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου. Μια ακόμη βασική και ανησυχητική παράμετρος της έκθεσης της ICAP για τα κέρδη της ελληνικής βιομηχανίας κατά το προηγούμενο έτος, είναι ότι, οι μεγάλες βιομηχανίες, ολοένα και αυξάνουν τα κέρδη τους και την επιρροή τους σε βάρος των μικρών επιχειρήσεων. Αποδεικνύεται, δηλαδή, η ολοένα και μεγαλύτερη συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια του μεγάλου κεφαλαίου.

Οι εργαζόμενοι χάνουν...

Η έρευνα της ICAP, που έγινε σε πανελλαδική κλίμακα, τον περασμένο Απρίλη ως και το πρώτο 10ήμερο του Μάη, σημειώνεται ότι παρά τη συνέχιση της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας το 2000, επιφύλαξε δυσάρεστες εκπλήξεις για τα ελληνικά νοικοκυριά. Αφ' ενός υπήρξαν απρόβλεπτες αυξήσεις τιμών σε ορισμένες βασικές κατηγορίες καταναλωτικών προϊόντων, και υπηρεσιών όπως στα είδη διατροφής και στο επηρεαζόμενο από τη διεθνή τιμή του πετρελαίου κόστος μεταφορών και στέγασης. Αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με την περσινή έρευνα το ποσοστό εκείνων που έκριναν ότι η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε σε σχέση με το έτος που προηγήθηκε, από 31% σε 42,4%. Η επιδείνωση αυτή μάλιστα υπήρξε μη αναμενόμενη. Είναι ενδεικτικό ότι στην περσινή έρευνα, μόνο ένα στα πέντε νοικοκυριά προσδοκούσε επιδείνωση το 2000.

Η κυβερνητική πολιτική της σκληρής λιτότητας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, η οποία αναμένεται να κορυφωθεί στην εντός ΟΝΕ εποχή, δημιουργεί τη βάσιμη απαισιοδοξία των ελληνικών νοικοκυριών ότι η οικονομική τους κατάσταση θα επιδεινωθεί. Οπως αναφέρει η έρευνα της ICAP, «ενώ κατά την περσινή έρευνα απαισιοδοξούσαν για το 2000 ένα στα πέντε νοικοκυριά, στην παρούσα αναμένουν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης το 2001, περισσότερα από ένα στα τρία. Επίσης, υπάρχει μια σημαντική συρρίκνωση της μερίδας που αισιοδοξεί, από 27% σε 14,7%»

... και οι μεγαλοβιομήχανοι κερδίζουν

Οταν οι αυξήσεις για τους εργαζόμενους κινούνται στα επίπεδα του 2%, τα κέρδη της βιομηχανίας - συνολικά - αυξάνονται με σχεδόν τετραπλάσιους ρυθμούς, δηλαδή, όπως αναφέρεται στην πρόσφατη έκθεση της ICAP, αυξάνονται με ρυθμούς της τάξης του 7,6%. Το παραπάνω νούμερο αφορά το μέσο όρο 4.865 επιχειρήσεων. Πολλές, όμως, μεγάλες βιομηχανίες έχουν αυξήσει τα κέρδη τους σχεδόν κατά 100%. Η έκθεση της ICAP στηρίχτηκε σε ένα δείγμα χιλιάδων βιομηχανικών επιχειρήσεων, αυτό, όμως, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκρυφτεί, είναι το γεγονός της συγκέντρωσης της βιομηχανικής παραγωγής και των κερδών σε όλο και λιγότερα χέρια. Εκατό (100) βιομηχανίες, από αυτές που αναφέρονται στην έκθεση, συγκεντρώνουν τα 524,3 δισεκατομμύρια των κερδών, από τα 792,8 δισ. δραχμές που συγκεντρώνουν όλες μαζί.

Τα ίδια στοιχεία της ICAP μάς πληροφορούν πως - τη στιγμή που οι μεγαλοβιομήχανοι, αξιώνουν νέα αντιλαϊκά μέτρα, προκρίνοντας την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων, ως τη βασική συνιστώσα για την αύξηση των υπερκερδών τους - οι βιομηχανικές επιχειρήσεις εμφανίζουν για το έτος 2000 ότι:

  • Το περιθώριο καθαρού κέρδους στη βιομηχανία αυξήθηκε, από 1,46% το έτος 1990, σε 6,5% το 2000.
  • Ο μέσος όρος καθαρών κερδών ανά επιχείρηση στο σύνολο του δείγματος, αυξήθηκε, από 151,4 εκατομμύρια δραχμές, σε 162,9 εκατομμύρια δραχμές.
  • Συνολικά, τα κέρδη των επιχειρήσεων ανήλθαν σε 792,8 δισεκατομμύρια δραχμές, αυξημένα κατά 7,6% σε σύγκριση με το 1999.
  • Οι 50 επιχειρήσεις, με τα μεγαλύτερα κέρδη, συγκέντρωσαν 550 δισεκατομμύρια δραχμές, καθαρά κέρδη, από 405,3 που είχαν κατά το 1999 οι αντίστοιχες 50 πρώτες.
  • Οι 50 επιχειρήσεις με τις μεγαλύτερες ζημιές, συγκεντρώνουν το ποσό των 114,3 δισ, δρχ, από 30 δισ., που είχαν το 1999.

Από το δείγμα των 4.865 βιομηχανιών, στο οποίο στηρίζεται η έκθεση της ICAP, οι 100 μεγαλύτερες, βάσει πωλήσεων, βιομηχανίες πραγματοποίησαν πωλήσεις ύψους 6,5 τρισεκατομμυρίων δραχμών και συγκέντρωσαν κέρδη που ανέρχονται στα 524,3 δισεκατομμύρια δραχμές, καλύπτοντας το 54,5% των συνολικών πωλήσεων και το 66,1% του καθαρού αποτελέσματος του συνόλου των επιχειρήσεων του δείγματος.

Ενα, επίσης, αποκαλυπτικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι το μέγεθος της κερδοσκοπίας που γίνεται με τα καύσιμα. Οταν οι τιμές των υγρών καυσίμων εκτοξεύονται στα ύψη και οι ευθύνες αποδίδονται στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, οι βιομηχανίες πετρελαίου και, συγκεκριμένα, οι 23 που αναφέρονται στην έκθεση, έβαζαν στην τσέπη κατά μέσο όρο από 6,2 δισεκατομμύρια δραχμές. Στην κορυφή της λίστας των πιο κερδοφόρων βιομηχανιών, στέκονται οι πετρελαϊκές και συγκεκριμένα: Τα ΕΛΠΕ είχαν, για το 2000, 83,5 δισεκατομμύρια δραχμές κέρδη, έναντι 60 δισ. δρχ. το 1999, η «Μότορ Οϊλ» 43 δισ. δρχ., έναντι 25 δισ. δρχ. το '99, και η «Πετρόλα» 18 δισ. δρχ. κέρδη, έναντι 11 το '99.

Ακόμα, και παρά τις αρνητικές εξελίξεις που επικράτησαν στη χρηματαγορά το 2000, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις άντλησαν σημαντικά κεφάλαια μέσου του ΧΑΑ. Συγκεκριμένα, το 1999, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις άντλησαν από το Χρηματιστήριο 390 δισεκατομμύρια δραχμές, ενώ το 2000 άντλησαν 649 δισεκατομμύρια δραχμές!


Στ.Ζ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ