Το ίδιο το ΔΝΤ αναθεωρεί προηγούμενες προβλέψεις του (Οκτώβρης) που ήθελαν αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 2,6% το 2001 και 3,5% το 2002.
Για τις ΗΠΑ το ΔΝΤ προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% το 2001 και 0,8% το 2002, ενώ τον Οκτώβρη εκτιμούσε ότι θα υπάρξει αύξηση 1,3% το 2001 και 2,2% το 2002. Αυτές οι εκτιμήσεις έρχονται να αναιρέσουν την άποψη διαφόρων οικονομολόγων και αναλυτών ότι η αμερικανική οικονομία - η οποία, σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Οικονομικής Ερευνας των ΗΠΑ, βρίσκεται σε ύφεση από τον περασμένο Μάρτη - θα αρχίσει να ανακάμπτει το Μάρτη του 2002 χάρη στις... έντεκα φετινές μειώσεις των αμερικανικών επιτοκίων από τη FED (Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ), στις φοροαπαλλαγές και την αύξηση των δημοσίων δαπανών, στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση Μπους, μετά τις 11 Σεπτέμβρη.
Σχετικά με τα 15 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη κατά 1,7% το 2001 και 1,3% το 2002, ενώ για τις χώρες της ευρωζώνης προβλέπει ανάπτυξη 1,5% το 2001 και 1,2% το 2002.
Για την ιαπωνική οικονομία, το ΔΝΤ προβλέπει μείωση κατά 0,4% το 2001 και κατά 1% το 2002. Τέλος, για τις αναπτυσσόμενες χώρες το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης 4% το 2001 και 4,4% το 2002, που το αποδίδει στη μεγάλη ανάπτυξη της Κίνας, το ΑΕΠ της οποίας προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 7,3% το 2001 και κατά 6,8% το 2002.
Αυτή η δυσοίωνη πραγματικότητα για την καπιταλιστική οικονομία, ιδιαίτερα των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων που πλήττονται από την κρίση, προοιωνίζεται νέα δεινά για την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, αφού αναμένεται μια ακόμη μεγαλύτερη επιθετικότητα του κεφαλαίου, με συνεχόμενη πολύμορφη ένταση της εκμετάλλευσης και άνοδο της ανεργίας και της φτώχειας, προκειμένου αφ' ενός να μειώσει τις συνέπειες της κρίσης για το ίδιο, αφ' ετέρου να μεταφέρει αυτές τις συνέπειες στους λαούς. Εκτός και αν το εργατικό κίνημα σε κάθε χώρα, σε συνδυασμό με την κοινή διεθνή του δράση, αξιοποιήσει αυτή την πραγματικότητα προκειμένου να διευρύνει τα ρήγματα της κρίσης και να αποτρέψει τις αρνητικές για τους εργαζόμενους συνέπειες. Μόνο που αυτό απαιτεί επιθετική από τη δική του σκοπιά, οργανωμένη, αντιιμπεριαλιστική, αντικαπιταλιστική δράση.
Η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη τον Οκτώβρη μειώθηκε με ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τριών μηνών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η συνολική βιομηχανική παραγωγή συρρικνώθηκε κατά 1,4% σε μηνιαία βάση και 2,7% σε ετήσια. Η πτώση στην παραγωγή των κεφαλαιουχικών αγαθών ήταν 0,8%, ενώ μεταξύ των καταναλωτικών αγαθών η πτώση στην παραγωγή διαρκών αγαθών ήταν 1,9%.
Ειδικότερα για τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, το υπουργείο Οικονομικών στη μηνιαία έκθεσή του για το Δεκέμβρη εκτιμά μεγαλύτερη ακόμη πτώση της οικονομίας (το ΑΕΠ στο γ` τρίμηνο του 2001 ήταν -0,1%), γεγονός το οποίο αποδίδεται στη συνεχιζόμενη πτώση της κατανάλωσης.
Κανείς βεβαίως δεν μπορεί να μιλήσει για γρήγορη ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας, αλλά και της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης γενικότερα, αφού οι βιομηχανίες μειώνουν την παραγωγή τους και δεν προχωρούν στην υλοποίηση των σχεδίων ανάπτυξής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ιταλική βιομηχανία δέχεται γερά πλήγματα και η «Fiat» ανακοίνωσε ήδη τη μείωση του προσωπικού της κατά 6.000 θέσεις εργασίας. Στη Γερμανία η «Daimler Chrysler» ετοιμάζεται να μειώσει το δικό της προσωπικό κατά 5.000-6.000. Στη δε Γαλλία η χαλυβουργία «Unisor», που είχε ζημιές, ετοιμάζεται για μείωση της παραγωγής και απολύσεις.
Ενα επίσης στοιχείο που επιβεβαιώνει την κρίση είναι η διεθνής συμφωνία, σύμφωνα με το ΑΠΕ, για μαζικές περικοπές στην παραγωγή χάλυβα και μαζικές απολύσεις. Συμφωνία για την οποία τηρείται μυστικότητα σχετικά με τις χώρες που πήραν μέρος στη συνάντηση υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ και συμφώνησαν τα παραπάνω.
Οι 30 χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή χάλυβα στον κόσμο συμφώνησαν στο Παρίσι σε μεγάλη μείωση της παραγωγής, προκειμένου να στηρίξουν την τιμή του χάλυβα που βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της 20ετίας, κατάσταση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε δεκάδες χιλιάδες απολύσεις.
Στη συνάντηση, που έγινε υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ, μετείχαν δέκα χώρες - μεταξύ των οποίων εικάζεται, σύμφωνα πάντα με το ΑΠΕ, ότι συγκαταλέγονται η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ρωσία και οι ΗΠΑ - και οι 15 της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η οριστική συμφωνία προβλέπεται να καταληχθεί στις επόμενες συναντήσεις το Φλεβάρη και τον Απρίλη και θα εφαρμοστεί εφόσον οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προχωρήσουν σε νέα μέτρα υψηλής δασμολόγησης του εισαγόμενου χάλυβα, στις αρχές του επόμενου έτους. Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζορτζ Μπους έχει περιθώριο να αποφασίσει για το θέμα ως το μέσον του Φλεβάρη, δήλωσε ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη συνάντηση του Παρισιού, Πίτερ Καρλ. Αν ο Πρόεδρος Μπους προχωρήσει στη θεσμοθέτηση δασμολογικών επιβαρύνσεων στο εισαγόμενο ατσάλι, θα «καταστρέψει» το πλαίσιο της συμφωνίας, τόνισε ο Ευρωπαίος εκπρόσωπος. Ο Καρλ επισήμανε επίσης ότι είναι η πρώτη φορά που κυβερνήσεις συμφωνούν στη λήψη σημαντικών μέτρων για τη μείωση της παραγωγικής ικανότητας ενός κλάδου, με σκοπό να αυξηθούν οι τιμές που βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο της 20ετίας και να διασωθεί η βιομηχανία από την κρίση.
Χιλιάδες Αργεντίνοι πετώντας πέτρες εναντίον κυβερνητικών κτιρίων και συγκρουόμενοι με αστυνομικούς εξέφρασαν την οργή τους για το πακέτο μέτρων λιτότητας που ανακοίνωσε η κυβέρνηση προκειμένου να προλάβει τη διεύρυνση του δημοσίου χρέους με νέο εξωτερικό δάνειο και την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, μέτρα που αποσκοπούν στον τερματισμό της τετραετούς κρίσης.
Σ' αυτή τη χώρα των 37 εκατομμυρίων ανθρώπων, υπάρχουν συνταξιούχοι και άνεργοι που δεν έχουν φάει εδώ και μέρες, ενώ σύμφωνα με τη μαρτυρία της Γκρισέλντα Γκρασιούζο, ο άνδρας της είναι άνεργος εδώ και δύο μήνες, ο γαμπρός της δεν έχει βρει δουλιά τα τελευταία δύο χρόνια και η ίδια και τα τρία εγγόνια της ζουν με τα 25 δολάρια (περίπου 10.000 δρχ.), που κερδίζει κάθε μήνα η κόρη της εργαζόμενη ως καθαρίστρια σε διάφορα σπίτια.
Μεταξύ αυτών, εγκρίθηκε ο προϋπολογισμός αυστηρής λιτότητας για το 2002, ανακοινώθηκε η μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 20% και η απώλεια 24.000 θέσεων εργασίας, όταν ήδη έχουν μειωθεί οι μισθοί και οι συντάξεις κατά 13%, η ανεργία έχει φτάσει στο 16,4%, ενώ το ένα τρίτο του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.