Κραυγαλέα είναι η περίπτωση των καταξιωμένων ορχηστρών (Συμφωνική και Σύγχρονη) και της Χορωδίας της ΕΡΤ, οι μουσικοί - χορωδοί των οποίων υποχρεώνονται να υπογράφουν συμβάσεις εργολαβικού ανταλλάγματος, βραχυπρόθεσμης διάρκειας. Τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ βρίσκονται αντιμέτωπα με χρόνια προβλήματα, μεθοδευμένη υποβάθμιση και κρατική αναλγησία. Οπως καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι σε αυτά, μόλις τριάντα είναι οι μόνιμοι από τους 300 που απασχολούνται συνολικά, με αποτέλεσμα ο μηνιαίος μισθός να μην ξεπερνά τις 170 χιλιάδες δραχμές, και οι μουσικοί - χορωδοί να στερούνται επιδομάτων άδειας, τοκετού οι γυναίκες, οικογενειακά, ταμείο ανεργίας κ.ά. «Η εργασιακή μας μεταχείριση εκ μέρους της Διοίκησης της ΕΡΤ», καταγγέλλει το Σωματείο Εργαζομένων Μουσικών και Χορωδών ΕΡΤ, «όχι μόνο δεν είναι η αρμόζουσα αλλά έχει καταστεί και παράνομη». Κι αυτό γιατί μέχρι σήμερα η διοίκηση της ΕΡΤ εξακολουθεί να αγνοεί την απόφαση του Αρείου Πάγου, που προβλέπει τη μονιμοποίηση των χορωδών από το 1989. Αντ' αυτού υποχρεώνει τους χορωδούς σε εξάμηνες συμβάσεις έργου, με τις ίδιες αμοιβές από το 1989.
Το εργασιακό πρόβλημα των μουσικών είναι ιδιαίτερα οξυμένο στο λεγόμενο ελεύθερο χώρο (κέντρα διασκέδασης, μουσικές σκηνές, ξενοδοχεία κλπ.). Η ανεργία και υποαπασχόληση έχει ως αποτέλεσμα την απουσία στοιχειώδους ασφάλισης, αφού τα ένσημα που καταφέρνουν να συγκεντρώνουν οι περισσότεροι μουσικοί δεν ξεπερνούν τα 60-70 το χρόνο. Η συντριπτική πλειοψηφία του κλάδου δε δικαιούται ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ταμείο ανεργίας, επιδόματα, δάνεια στέγης, ενώ βλέπει σαν μακρινό, και για πολλούς άπιαστο, όνειρο τη σύνταξη.
Κι ενώ τα προβλήματα των χιλιάδων μουσικών γίνονται «μπαλάκι» ανάμεσα σε τέσσερα τουλάχιστον υπουργεία (Εσωτερικών, Τύπου, Πολιτισμού και Εργασίας) αποδεικνύοντας το μέγεθος της αναλγησίας της κυβερνητικής πολιτικής, οι μουσικοί βγήκαν και πάλι στο δρόμο, με αιχμή του δόρατος αυτή τη φορά τα προβλήματα στις ορχήστρες. «Η διαμαρτυρία μας στο υπουργείο Εσωτερικών», λέει ο Γιάννης Λάρδης, γενικός γραμματέας του ΠΜΣ, «αφορά στην κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα μουσικά σύνολα της χώρας μας, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και όχι μόνο. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα απαράδεκτο καθεστώς, βάσει του οποίου οι μουσικοί βαφτίζονται εργολάβοι. Αμείβονται με ψίχουλα, χωρίς τα στοιχειώδη δικαιώματα που έχει ο εργαζόμενος, προσπαθώντας να συντηρήσουν κάποιες "ορχήστρες". Αυτές οι ορχήστρες είναι επί ξύλου κρεμάμενες, καθώς δεν είναι σίγουρη ούτε η βιωσιμότητά τους, αλλά ούτε και το μέλλον τους. Οποιοσδήποτε, εφόσον δεν είναι θεσμικά κατοχυρωμένες, μπορεί ανά πάσα στιγμή να τις διαλύσει. Είναι απαράδεκτο για τη χώρα μας, να μην υπάρχουν θεσμοθετημένα μουσικά σύνολα. Ζητάμε πρώτο και κύριο να κατοχυρωθεί ο μουσικός ως εξαρτώμενα εργαζόμενος, καθώς η σχέση εργασίας του είναι εξαρτημένη, γιατί άλλος του ορίζει πού, πώς και πότε θα παίξει και σε καμία περίπτωση δεν είναι εργολάβος. Να έχει την ασφάλιση που δικαιούται όπως κάθε εργαζόμενος. Επίσης, ζητάμε την κατοχύρωση οργανικών θέσεων στις ορχήστρες όπου υπάρχουν. Δε ζητάμε μονιμότητα των μουσικών στις θέσεις, αλλά μονιμότητα των θέσεων σαν όργανα. Δεν μπορείς για παράδειγμα να βαφτίζεις οποιοδήποτε σύνολο συμφωνική ορχήστρα και κατά το δοκούν να προσλαμβάνεις ή να απολύεις μουσικούς. Υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα οργανογράμματα παγκοσμίως, που στην Ελλάδα δεν ισχύουν».
Η κυβέρνηση, πάντως, εξακολουθεί να κωφεύει και να αρνείται να σκύψει στα προβλήματα. «Λύση μέχρι στιγμής δεν έχουμε βρει στα αιτήματά μας», λέει ο Γ. Λάρδης, σημειώνοντας πως «στο θέμα των ορχηστρών και των συνόλων εμπλέκονται τέσσερα διαφορετικά υπουργεία. Εμείς λέμε ότι τα ζητήματα της μουσικής και των καλλιτεχνών γενικότερα είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του υπουργείου Πολιτισμού. Πρέπει να βρει επιτέλους η πολιτεία τον τρόπο να απεμπλακούν οι εργαζόμενοι καλλιτέχνες και γενικότερα ο πολιτισμός από αυτή τη γραφειοκρατία, από αυτό τον κυκεώνα. Το ζήτημα είναι πολιτικό και τη λύση πρέπει να τη δώσει η κυβέρνηση. Η διαμαρτυρία μας για την κατάσταση στις ορχήστρες δεν είναι η αρχή του αγώνα μας. Εμείς θα συνεχίσουμε ν' αγωνιζόμαστε και θ' ακολουθήσουν κινητοποιήσεις μας πολύ πιο μαζικές και θορυβώδεις».