Οι ελαφρομεταφορείς αυτοκινητιστές αντιτάσσονται στα σχέδια αφανισμού του κλάδου τους, που προωθεί η κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Ενωση
Στο επίκεντρο της μελέτης, που έχει έτοιμη η κυβέρνηση για τον «εκσυγχρονισμό» και την απελευθέρωση των οδικών εμπορευματικών μεταφορών - κατ' απαίτηση των πολυεθνικών της μεταφοράς - είναι η σύσταση ανώνυμων μεταφορικών εταιριών, οι οποίες σταδιακά θα «καταβροχθίσουν» τους μεμονωμένους μεταφορείς. Αλλωστε, η «απελευθέρωση» έχει εφαρμοστεί ήδη σε άλλους τομείς (αερομεταφορές, ακτοπλοΐα, τουριστικά λεωφορεία κλπ.) και οι συνέπειες είναι ολέθριες τόσο για τους επαγγελματίες όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Ετσι και στην περίπτωση των ΔΧ μεταφορών, η «απελευθέρωση» έχει προδιαγεγραμμένη πορεία: Οι ανώνυμες εταιρίες θα καθιερώσουν χαμηλό κόμιστρο, εν γνώσει τους ότι θα ζημιώνουν, αλλά με αυτό τον τρόπο θα εξοντώσουν οικονομικά και επαγγελματικά τους ελαφρομεταφορείς. Στη συνέχεια, οι πολυεθνικές εταιρίες θα «καταβροχθίσουν» τις μικρές, όπως έγινε με τα συνοικιακά μικρά μαγαζιά και τα σούπερ μάρκετ και τελικά, αφού ξεκαθαρίσει το τοπίο στη ΔΧ μεταφορά, θα επακολουθήσουν τα «τσουχτερά» κόμιστρα, ώστε να εξασφαλιστούν τα προσδοκώμενα υπερκέρδη.
Αλλά, αν αυτό είναι το ζοφερό μέλλον των ελαφρομεταφορέων αυτοκινητιστών και το παρόν... δεν πάει πίσω. Η απειλή της ανεργίας αναγκάζει πολλούς ιδιοκτήτες ΔΧ ελαφρών φορτηγών να μισθώνουν τα οχήματά τους σε επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ κλπ.), μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν ένα πενιχρότατο μεροκάματο των 13.000 δρχ. και μάλιστα με τα καθημερινά έξοδα να επιβαρύνουν τους ίδιους. Τα κόμιστρα είναι χαμηλά, ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, ενώ το μεταφορικό έργο όλο και μειώνεται, μαζί με την αγοραστική «δύναμη» των εργαζομένων. Το κυκλοφοριακό χάος στην Αθήνα και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα μαστίζουν τον κλάδο, μαζί με τις συνεχείς απαγορεύσεις στην κυκλοφορία που αποφασίσουν αυθαίρετα ορισμένοι δήμαρχοι, παρακωλύοντας έτσι το έργο των ελαφρομεταφορέων. Το μικρό τονάζ (μεικτό βάρος) και η «πειρατεία» των ΙΧ φορτηγών αυτοκινήτων «τσακίζουν» τον κλάδο. Οι συνεχείς ανατιμήσεις στις τιμές των υγρών καυσίμων - προς όφελος των εγχώριων και ξένων πολυεθνικών εταιριών πετρελαιοειδών - των ανταλλακτικών, των ελαστικών, των λιπαντικών κλπ., καθώς και οι αλλεπάλληλες αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές και τα ασφάλιστρα των εταιριών, ανεβάζουν στα ύψη το πραγματικό κόστος λειτουργίας των ΔΧ φορτηγών αυτοκινήτων. Παράλληλα, το κόστος διαβίωσης διαρκώς ακριβαίνει, ενώ οι αμοιβές από τις μεταφορές όλο και μειώνονται, καθώς οι χρήστες αδυνατούν να καταβάλλουν την πραγματική αξία κάθε μεταφοράς. Κοντά σε όλα αυτά έρχονται και οι ασφαλιστικές ρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, οι οποίες ανατρέπουν όλες τις κατακτήσεις των εργαζομένων και των επαγγελματιών τα τελευταία 100 χρόνια. Ετσι προωθείται η αύξηση του ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση, σε πρώτη φάση στα 65 χρόνια και στη συνέχεια στα 67 και 70 χρόνια για τους επαγγελματίες. Η κατάργηση των ορίων μειωμένης συνταξιοδότησης για τα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, με παράλληλη μείωση των εισφορών των εργοδοτών. Η καθήλωση των συντάξεων πείνας που χορηγεί το ΤΣΑ στους επαγγελματίες αυτοκινητιστές. Για την προωθούμενη από την κυβέρνηση κατεδάφιση της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης οι επαγγελματίες αυτοκινητιστές ΔΧ λένε χαρακτηριστικά: «Οι κυβερνώντες σήμερα θέλουν να πεθαίνουμε πάνω στο τιμόνι»!
Οι ελαφρομεταφορείς θεωρούν ότι η ενότητα του κλάδου μπορεί να αποτρέψει τα καταστροφικά σχέδια της κυβέρνησης και επισημαίνουν ότι το εγερτήριο σάλπισμα της ενότητας επιβάλλεται να ξεκινήσει από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Αυτοκινητιστών Ελλάδας (ΓΣΕΑΕ), η οποία και θα πρέπει να ηγηθεί ενός τέτοιου αγώνα ύπαρξης. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, υπογραμμίζουν, οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης σε βάρος των Ελλήνων ιδιοκτητών ΔΧ φορτηγών αυτοκινήτων, θα μείνουν μόνο στα χαρτιά.
Με άγριο φοροκυνηγητό και επιλεκτικούς ελέγχους σε βάρος μικρομεσαίων επιχειρήσεων η κυβέρνηση επιχειρεί να στηρίξει τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού. Στο πλαίσιο αυτό οι έλεγχοι της Εφορίας πάνω σε εκκρεμείς υποθέσεις προηγούμενων χρήσεων απέδωσαν (στα χαρτιά) για το μήνα Γενάρη 2002 πρόσθετους φόρους ύψους 103 εκατ. ευρώ έναντι 31 εκατ. ευρώ το Γενάρη του 2001. Χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας που ακολουθείται είναι ότι από το σύνολο των φόρων που βεβαιώθηκαν μόλις τα 2 εκατ. ευρώ προέρχονται από τις πολύ μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει και φέτος με κάθε τρόπο το φορολογικό γιουρούσι σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ παράλληλα θα αφήσει όπως και τα προηγούμενα χρόνια στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο. Με βάση τα επίσημα συγκεντρωτικά στοιχεία το 2001 οι μεγάλες επιχειρήσεις πλήρωσαν για το κλείσιμο εκκρεμών υποθέσεων 12% λιγότερους φόρους σε σύγκριση με το έτος 2000.
Ανεξέλεγκτες διαστάσεις έχει πάρει η έκδοση πλαστών και εικονικών τιμολογίων. Του λόγου το αληθές, επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η κυβέρνηση, υπογραμμίζει την ανάγκη «περιορισμού του φαινομένου» με την εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου για την «επιχειρηματικότητα» που κατατέθηκε στη Βουλή.
Στο πλαίσιο αυτό η αμφίβολης αποτελεσματικότητας ρύθμιση προβλέπει ότι εμπορεύματα ή υπηρεσίες αξίας πάνω από 15.000 ευρώ (περίπου 5.100.000 δρχ.) θα εξοφλούνται μόνο μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με δίγραμμη επιταγή. Η ίδια διάταξη προβλέπει την άρση του τραπεζικού απορρήτου για τους λήπτες εικονικών ή πλαστών τιμολογίων αξίας πάνω από 150.000 ευρώ (περίπου 51 εκατ. δρχ.).