ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Φλεβάρη 2002
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Τουλάχιστον 12.000 κατώτερο μεροκάματο

Στις 31 Δεκέμβρη του 2001, το κατώτερο μεροκάματο (μεικτά) ήταν 7.218 δραχμές και ο κατώτερος μισθός στις 161.130 δραχμές. Και μάλιστα ούτε αυτό πηγαίνει στην τσέπη του εργαζόμενου, αφού ένα 20% περίπου είναι οι εισφορές που καταβάλλει στο σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης. Και μόνο η απαρίθμηση αυτών των αριθμών φτάνει για να διαπιστώσει κανείς, όχι μόνο την αθλιότητα στην οποία είναι καταδικασμένη να ζει η εργατική τάξη, αλλά και το γεγονός ότι η εργατική λαϊκή οικογένεια στηρίζει το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης και υγείας με το ίδιο της το αίμα. Το στηρίζει και συνεισφέρει όχι από το περίσσευμά της, αλλά από το υστέρημα. Κόβει, στην κυριολεξία, την μπουκιά από το στόμα των παιδιών της, για να εξασφαλιστεί η σύνταξη για τον συνταξιούχο, το φάρμακο για τον άρρωστο.

Και έχει νόημα να υπενθυμίσουμε τα παραπάνω, καθώς οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με μια νέα επίθεση που ετοιμάζουν οι δυνάμεις του κεφαλαίου, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση κατά της κοινωνικής ασφάλισης, ενώ ήδη την προηγούμενη εβδομάδα έγινε η πρώτη συνάντηση της ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές οργανώσεις για την υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, που καθορίζει τους κατώτερους μισθούς και ημερομίσθια.

Και επειδή αυτός ο κατώτερος μισθός είναι για την εργατική τάξη η τελευταία «γραμμή άμυνας», που πάνω της οικοδομείται όλο το σύστημα των μισθών. Για το συνδικαλιστικό κίνημα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου το πού θα χαράξει αυτή τη γραμμή. Για τις ταξικές δυνάμεις, για το ΠΑΜΕ, είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η τελευταία γραμμή, από την οποία δεν μπορεί να κάνει βήμα πίσω, δεν μπορεί να χαραχτεί, με βάση τα συμφέροντα του κεφαλαίου, ούτε πολύ περισσότερο σε εξάρτηση από την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, την αύξηση των κερδών ή τον πέλεκυ του Συμφώνου Σταθερότητας, όπως απαιτούν οι μεγαλοεργοδότες, προωθεί η κυβέρνηση και μαζί τους συμπαρατάσσεται και η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ.

Αντίθετα η ΕΓΣΣΕ πρέπει να εξασφαλίζει την ικανοποίηση ενός μίνιμουμ αναγκών, από τις οποίες οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να παραιτηθούν, γιατί θα ήταν καταστροφικό γι' αυτούς και τις οικογένειές τους. Ακριβώς, αυτό το μίνιμουμ αναγκών εκφράζει η πρόταση του ΠΑΜΕ για κατώτερο μεροκάματο 12.000 δραχμές, κατώτερο μισθό 300.000 και κατώτερη σύνταξη στις 240.000 δραχμές. Τα αιτήματα αυτά παίρνουν υπόψη τους τη σημερινή κατάσταση της εργατικής οικογένειας. Τις υποχρεώσεις της, όχι μόνο στην τροφή και στη στέγη, αλλά και στην υγεία, την οποία πληρώνει ακριβά, τη μόρφωση των παιδιών της, η οποία και αυτή κοστίζει πανάκριβα.

Η πάλη, η διεκδίκηση αυτών των αιτημάτων, δεν μπορεί να αναβληθεί για κάποιο αόριστο μέλλον. Γιατί και οι ανάγκες δεν μπορούν να αναβληθούν. Γιατί ποιος δε γνωρίζει στο πετσί του ότι η πολύχρονη καθήλωση στους μισθούς τούς έχει φέρει στα επίπεδα του 1980; Οτι μόνο στα φροντιστήρια των παιδιών εξανεμίζεται ο μισός μισθός, πολλές φορές και ολόκληρος; Οτι η καθημερινή ακρίβεια, οι προκλητικές ανατιμήσεις στα είδη πρώτης ανάγκης ροκανίζουν το οικογενειακό εισόδημα, ακόμα και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων. Οτι σήμερα πάνω από 500.000 άνεργοι συντηρούνται από τις οικογένειές τους; Οτι μια τετραμελής οικογένεια χρειάζεται πάνω από 500.000 εισόδημα, όχι για να ζήσει καλά, αλλά απλώς να τα «φέρει βόλτα»;

Κάθε λοιπόν καθυστέρηση στην πάλη αυτών των ώριμων και αδιαπραγμάτευτων αιτημάτων θα χειροτερεύει τη θέση των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των ανέργων. Κάθε δισταγμός, σ' αυτό τον αγώνα, ενισχύει τον αντίθετο πόλο, τον ΣΕΒ και τους μεγαλοεργοδότες, που βλέπουν τα κέρδη τους ν' αυξάνονται, που διεκδικούν ακόμα περισσότερο πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι.

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το πλαίσιο που έχει θέσει η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ για διαπραγμάτευση με την εργοδοσία, διαιωνίζει και ενισχύει τη σημερινή αφόρητη κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι. Γιατί τι σημαίνει το παζάρι για «αυξήσεις» του 5%-6%. Σημαίνει απλά στήριξη και ενίσχυση του ΣΕΒ. Αφού, σύμφωνα με τα στοιχεία του ίδιου φορέα - για τα έτη 1998, 1999 - τα κέρδη του αυξήθηκαν κατά 31% και 41,6% αντίστοιχα. Οσο, όμως, αυτά τα κέρδη καλπάζουν με αυτούς τους ρυθμούς, τόσο το κατώτερο μεροκάματο θα φέρνει γύρους στις 5.500 δραχμές (καθαρά). Γιατί το δίλημμα είναι απλό: `Η τα κέρδη τους ή τη ζωή μας.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Δημόσια, καθολική, υποχρεωτική για όλους!

«Δημόσια, καθολική, υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση για όλους. Σύνταξη στα 60 χρόνια για τους άνδρες, στα 55 για τις γυναίκες. Για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, 55 χρόνια και 50 αντίστοιχα για άνδρες και γυναίκες. Κατοχύρωση του κατώτερου ορίου συντάξεων με 4.050 ημέρες εργασίας. Συνταξιοδότηση ανεξαρτήτως ηλικίας στα 30 χρόνια. Κατάργηση των αντιασφαλιστικών νόμων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ». Σε αυτό το απόσπασμα από την προκήρυξη του ΠΑΜΕ, που μοιράστηκε σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, ενόψει των συλλαλητηρίων του Γενάρη, δεν καταγράφονται απλά ορισμένοι από τους στόχους πάλης στο μέτωπο της κοινωνικής ασφάλισης. Καταγράφεται πριν απ' όλα μια άλλη, εντελώς διαφορετική αντίληψη για το ίδιο το «πρόβλημα» της κοινωνικής ασφάλισης. Αναδεικνύεται μια άλλη πολιτική. Μια πολιτική που ερμηνεύει το ασφαλιστικό από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των συμφερόντων της και αταλάντευτα υπερασπίζει τη διεύρυνση των δικαιωμάτων της.

Αν η κυβέρνηση, οι δυνάμεις του κεφαλαίου, η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα ΜΜΕ που τους υπηρετούν, εμφανίζουν ως «πρόβλημα» της κοινωνικής ασφάλισης τη «βιωσιμότητα» των ταμείων, το «δημογραφικό» κ.λ.π. για τους εργαζόμενους το «πρόβλημα» είναι τελείως διαφορετικό. Και κάτι περισσότερο, η λύση του - και αυτή προτείνει το ΠΑΜΕ - μπορεί να βρεθεί στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση απ' αυτή που επεξεργάζεται η κυβέρνηση και οι υπόλοιποι της παρέας. Σίγουρα δε, δε θα βρεθεί στα τραπέζια του «κοινωνικού διαλόγου», αλλά μέσα στους αγώνες, στην αναμέτρηση και στην κόντρα με τα σχέδια που ετοιμάζονται, αλλά και με τους αντιασφαλιστικούς νόμους που ήδη είναι σε ισχύ.

Στην επιδίωξη λοιπόν για αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, το ΠΑΜΕ αντιπαραθέτει, παλεύει και καλεί όλους τους εργαζόμενους να παλέψουν για μείωση του χρόνου συνταξιοδότησης. Γιατί: Γιατί οι προηγούμενες γενιές εργαζομένων δημιούργησαν έναν τεράστιο πλούτο, από τον οποίο δικαιούνται να βελτιώσουν τους όρους ζωής. Γιατί απ' αυτή την τεράστια αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων, την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, της πληροφορικής κ.λ.π. πρέπει επιτέλους να ωφεληθούν και οι εργαζόμενοι.

Μόνο την πενταετία 1996-2000 - σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - η παραγωγικότητα στη χώρα μας ετησίως αυξανόταν με ρυθμούς του 2,9%, γεγονός που την κατατάσσει στη δεύτερη θέση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ. Σωρευτικά αυτό συνεπάγεται αύξηση της παραγωγικότητας κατά 15,4%. Και όμως αντί για βελτίωση των συνθηκών εργασίας, των αμοιβών, των συντάξεων, επιδιώκεται η ένταση της εκμετάλλευσης, η εργασία μέχρι θανάτου.

Γιατί η λεγόμενη βιωσιμότητα του συστήματος θα πρέπει να αναζητηθεί όχι στη χειροτέρευση των συντάξεων και των ορίων ηλικίας, αλλά ν' απαιτηθεί από τους εργοδότες να καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές (ένας στους πέντε εργαζόμενους δουλεύει ανασφάλιστος). Γιατί π.χ. μόνο μέσα από τα «Stage», οι εργοδότες εξασφαλίζουν 80.000 νέους, χωρίς να καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές. Γιατί το ίδιο γίνεται με τη μερική απασχόληση, τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης. Γιατί από την πολυετή λιτότητα δεν καθηλώνονται μόνο οι μισθοί, αλλά και τα έσοδα των ταμείων.

Μείωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και όχι αποχαρακτηρισμός τους πρέπει να γίνει και στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Η εντατικοποίηση της εργασίας, η ευρεία χρήση στη βιομηχανία και νέων επικίνδυνων ουσιών για την υγεία, η καταγεγραμμένη ανυπαρξία μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, η κόλαση των μεγαλουπόλεων, οι «ρυθμοί» του «σύγχρονου τρόπου ζωής», όλα, κατοχυρώνουν αυτό το αίτημα. Οι επαγγελματικές ασθένειες θερίζουν και η επικινδυνότητα επεκτείνεται και σε νέα επαγγέλματα. Και μόνο το γεγονός ότι ετησίως 10.000 περίπου εργαζόμενοι βγαίνουν στην πρόωρη συνταξιοδότηση - η συντριπτική πλειοψηφία - χτυπημένοι από κάποια επαγγελματική ασθένεια, δικαιώνει το αίτημα αυτό. Και όμως οι εργοδότες δεν πληρώνουν στα ταμεία για τον επαγγελματικό κίνδυνο, σε εξαίρεση με το τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ολα φορτώνονται στις πλάτες των εργαζομένων και των ίδιων των παθόντων. Ας ψάξουν λοιπόν να μας υποδείξουν πολλούς συνταξιούχους που να βρίσκονται στη ζωή απ' αυτούς που έλιωσαν μέσα στην αμμοβολή, στην ηλεκτροσυγκόλληση, στα τσιμέντα.

Γιατί με την επέκταση των «ευέλικτων» μορφών απασχόλησης, ακόμα και τα 4.500 ένσημα γίνεται στόχος άπιαστος. Γιατί η αγορά εργασίας και οι σχέσεις που επιβάλλουν οι καπιταλιστές, σηκώνουν σινικό τείχος στο δικαίωμα για έναν μεταεργασιακό βίο με ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Να, γιατί, η υπεράσπιση της κοινωνικής ασφάλισης είναι άρρηκτα δεμένη με το εργασιακό καθεστώς και πριν απ' όλα με το αίτημα για 7ωρο, πενθήμερο, 35ωρο.

ΥΓΕΙΑ - ΠΡΟΝΟΙΑ
Ανάγκη ενίσχυσης και αναβάθμισης των δωρεάν υπηρεσιών

Την περασμένη Τετάρτη ο υπουργός Υγείας Αλ. Παπαδόπουλος προσπαθούσε να δείξει ικανοποιημένος απ' την προσέλευση στα απογευματινά ιδιωτικά ιατρεία στα νοσοκομεία. Στις εφτά βδομάδες λειτουργίας έγιναν 13.483 ραντεβού σε 90 νοσοκομεία. Οικονομικά στοιχεία δεν έδωσε ο υπουργός. Ομως σύμφωνα με στοιχεία από 14 νοσοκομεία του Α' Περιφερειακού Συστήματος Υγείας Αττικής (ΠεΣΥ), οι επισκέψεις 978 ασθενών κόστισαν συνολικά 22.972.342 δραχμές (ή 67.417 ευρώ). Μ' άλλα λόγια ο ασθενής πληρώνει απ' την τσέπη του μια μέση επίσκεψη 23.489 δραχμές.

Σήμερα γίνεται η Ολομέλεια της Διοίκησης της Ομοσπονδίας των γιατρών του ΙΚΑ (ΠΟΣΕΥΠΙΚΑ) με θέμα τις απεργιακές κινητοποιήσεις τους, που έχουν ως κύριο αίτημα τη μονιμοποίηση των 5.500 συμβασιούχων γιατρών.

Απ' τη μια μεριά λοιπόν αποτυπώνεται η επιμονή της κυβέρνησης για την επιβολή της εμπορευματοποίησης και - εκτός των άλλων τομέων που εκχωρεί - μέσω των απογευματινών ιατρείων. Απ' την άλλη εκδηλώνεται ένας αγώνας που ενώ έχει ως στόχο τη διασφάλιση στοιχειωδών δικαιωμάτων - όπως η μονιμότητα, η ασφάλιση και η υγειονομική κάλυψη των γιατρών - εντούτοις δεν «προστίθεται» σε μια ευρύτερη διεκδίκηση για ένα δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας που θα ικανοποιεί τις ανάγκες των ασφαλισμένων και ταυτόχρονα θα διασφαλίζει τα δικαιώματα όλων των λειτουργών της υγείας.

Ηδη η κυβέρνηση ετοιμάζει το νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) με κεντρικό όργανο τον Οργανισμό Διαχείρισης Πόρων Υγείας (ΟΔΙΠΥ). Η παρέμβαση αποτελεί την «καρδιά της μεταρρύθμισης» - όπως τη χαρακτηρίζει ο Αλ. Παπαδόπουλος - και θα αποτελέσει βασικό μοχλό των αντιλαϊκών ανατροπών στην υγεία και στην ασφάλιση.

Είναι επίκαιρη όσο ποτέ η διατήρηση και ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας ώστε να καλύπτουν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.

Ενα δημόσιο, καθολικό και δωρεάν σύστημα υγείας - πρόνοιας πρέπει να χρηματοδοτείται με επάρκεια απ' τον κρατικό προϋπολογισμό και τους εργοδότες ώστε να αναπτυχθεί σε όλες τις βαθμίδες και όλες τις γεωγραφικές περιφέρειες ανάλογα με τις ανάγκες. Θεμελιακή θέση αυτού του συστήματος πρέπει να είναι η παροχή ισότιμων υπηρεσιών γιατί η ασθένεια δεν κάνει διακρίσεις.

Ο βασικός πυρήνας για την ανάπτυξη της ΠΦΥ είναι τα Κέντρα Υγείας αστικού τύπου και υπαίθρου, που θα στελεχώνονται από γιατρούς και προσωπικό όλων των ειδικοτήτων. Ο οικογενειακός γιατρός είναι ο συνδετικός κρίκος της οικογένειας με το σύστημα υγείας.

Κεντρική θέση στην ΠΦΥ πρέπει να κατέχει η πρόληψη, που περιλαμβάνει τη - με την ευρύτερη έννοια - πολιτική προστασίας του ανθρώπου, του περιβάλλοντος από επιβλαβείς παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών των τεχνολογικών παρεμβάσεων, του βιολογικού πολέμου κλπ.

Χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάπτυξης και συνεχιζόμενου εκσυγχρονισμού του υλικοτεχνικού εξοπλισμού των νοσοκομείων. Πρέπει να σταματήσει η εμπορευματοποίηση με τα ιδιωτικά ιατρεία και να πάψει η εκχώρηση υπηρεσιών μέσω συμβάσεων με τον ιδιωτικό τομέα που γίνονται στα πλαίσια των ΠεΣΥ.

Στο δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο, δηλαδή τα νοσοκομεία γενικά και εξειδικευμένα, θα λειτουργούν σε 24ωρη βάση για όλους με δωρεάν και άρτιες υπηρεσίες και όσο - πολύ περισσότερο απ' το σημερινό - προσωπικό χρειάζεται. Οι πανεπιστημιακές κλινικές και τα νοσοκομεία θα είναι ενταγμένα στο δημόσιο σύστημα υγείας.

Είναι αναγκαία η ανάπτυξη της κρατικής φαρμακοβιομηχανίας και βιοϊατρικής τεχνολογίας.

Η πάλη για ένα λαϊκό σύστημα Υγείας που θα καλύπτει τον άνθρωπο από τη γέννησή του και για όλη τη ζωή, χωρίς διακρίσεις φύλου, φυλής, καταγωγής, θρησκείας είναι συνυφασμένη με την πάλη για την κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε αυτούς τους ευαίσθητους τομείς.


Γ. Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ