Κρίση μπορεί να εμφανιστεί και στην απλή εμπορευματική κυκλοφορία. Ας δούμε πώς. Η απλή εμπορευματική κυκλοφορία εκφράζεται με τον τύπο Ε-Χ-Ε, όπου Ε είναι το εμπόρευμα και Χ είναι το χρήμα, δηλαδή εμπόρευμα - χρήμα - εμπόρευμα. Στην άμεση ανταλλαγή εμπορευμάτων, πριν ακόμη από την εμφάνιση του χρήματος, η αγορά και η πώληση εμπορευμάτων εκφραζόταν σε μια ενιαία πράξη. Ανταλλαγή εμπορευμάτων μεταξύ τους. Με την εμφάνιση του χρήματος, σ' αυτή την ανταλλαγή, ανάμεσα σε δύο εμπορεύματα παρεμβάλλεται το χρήμα. Ετσι η ανταλλαγή εμπορευμάτων χωρίζεται σε δύο πράξεις, Ε-Χ και Χ-Ε. Ο κάτοχος ενός εμπορεύματος, μετά την πώλησή του στην αγορά μπορεί να μην αγοράσει άλλα εμπορεύματα. Σ' αυτή την περίπτωση, κάποια εμπορεύματα μένουν απούλητα. Εδώ λοιπόν παρατηρούμε ότι η αγορά δε συμπίπτει με την πώληση ή και το αντίθετο. Αυτή η πραγματικότητα ανάμεσα στους εμπορευματοπαραγωγούς μπορεί να εκφράζεται όχι μόνο σε ένα είδος εμπορεύματος, αλλά σε ομάδα εμπορευμάτων. Και οφείλεται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι παράγουν εμπορεύματα για πώληση στην αγορά, τις ανάγκες της οποίας δε γνωρίζουν. Η αγορά τούς είναι άγνωστη. «Η κρίση στην πρώτη της μορφή, έλεγε ο Μαρξ, είναι η ίδια η μεταμόρφωση του εμπορεύματος, ο διαχωρισμός της αγοράς και της πώλησης μεταξύ τους».
Αλλά δυνατότητα κρίσης στην απλή εμπορευματική κυκλοφορία δεν έχουμε μόνο λόγω του διαχωρισμού, με την παρεμβολή του χρήματος, της αγοράς και της πώλησης μεταξύ τους. Μια από τις λειτουργίες του χρήματος, είναι ότι αποτελεί μέσο πληρωμής. Μ' αυτή τη λειτουργία του συνδέεται η δυνατότητα εκδήλωσης κρίσης. Ας δούμε πώς. Οι κάτοχοι εμπορευμάτων τα πουλούν στην αγορά και παίρνουν χρήμα. Αυτό δε σημαίνει ότι οι πληρωμές γίνονται τις μετρητοίς, δηλαδή υπάρχουν περιπτώσεις που τη στιγμή της πούλησης των εμπορευμάτων δεν παίρνουν το χρήμα. Πουλούν επί πιστώσει, με μια χρονική προθεσμία. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι όταν εκπνεύσει η προθεσμία, αυτός που αγόρασε εμπορεύματα θα έχει τη δυνατότητα να πληρώσει το χρέος του. Και βεβαίως αν δεν πληρώσει το χρέος του, τότε αυτός που πούλησε τα εμπορεύματα, αφού δεν πληρώνεται δεν μπορεί να συνεχίζει να παράγει. Ετσι καταστρέφεται.
Ετσι και στην απλή εμπορευματική κυκλοφορία, περικλείεται η δυνατότητα κρίσεων. Μιλούμε όμως για δυνατότητα. Γιατί η απλή εμπορευματική κυκλοφορία ακόμη και μετά την εμφάνιση του χρήματος, υπάρχει για χιλιάδες χρόνια, ενώ οι κυκλικές κρίσεις παρατηρούνται με την εδραίωση και την ανάπτυξη του καπιταλισμού.
Ιστορικά η πρώτη οικονομική κρίση ξέσπασε το 1825 και χτύπησε μόνο την Αγγλία. Η δεύτερη οικονομική κρίση εμφανίστηκε το 1836 και έπληξε την Αγγλία και τις ΗΠΑ. Η τρίτη κάνει την εμφάνισή της το 1847 και αγκάλιασε την Αγγλία, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Το 1857 ξεσπά παγκόσμια οικονομική κρίση. Μετά την κρίση του 1857 ξεσπά η κρίση του 1866 και αργότερα οι κρίσεις του 1873, του 1882, και του 1890. Στον 20ό αιώνα, κρίση ξέσπασε στα 1900, στα 1905-1907, στα 1920-1921, στα 1929-1933, στα 1937-1938, στα 1948-1949, στα 1953-1954, στα 1957-1958. Το 1964 άρχισε κρίση στην Ιταλία, το 1965 στην Ιαπωνία, και αργότερα στην κρίση έπεσε και η Αγγλία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Αυστρία. Στα 1969 εμφανίζονται σημάδια κρίσης που δυναμώνουν το 1973 (πετρελαϊκή βαφτίστηκε τότε), ενώ και στις μέρες μας εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του '80, το 1997 στη Νοτιοανατολική Ασία (τότε χαρακτηρίστηκε χρηματιστηριακή), στη Ρωσία, στη Βραζιλία, ενώ στο 2000-2001, εμφανίζεται στην Ιαπωνία, στις ΗΠΑ, στην Αργεντινή, αλλά υπάρχουν σημάδια της και σε ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης.
Στην απλή εμπορευματική παραγωγή, η διαδικασία της εργασίας για την παραγωγή εμπορευμάτων έχει ατομικό χαρακτήρα. Η παραγωγή πραγματοποιείται από την εργασία και τα μέσα του ατομικού εμπορευματοπαραγωγού. Επομένως και οι εμπορευματικές σχέσεις έχουν περιορισμένο χαρακτήρα. Οι διαστάσεις της παραγωγής είναι πολύ μικρές, το ίδιο και η προσφορά εμπορευμάτων. Η αγορά έχει τοπικό χαρακτήρα. Μ' αυτή την έννοια, υπάρχουν οι δυνατότητες εκδήλωσης της κρίσης, αλλά δεν εμφανίζεται.
Εμφανίζεται όμως στη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή. Και εμφανίζεται στη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή, γιατί ο καπιταλισμός μεταμορφώνει το χαρακτήρα της διαδικασίας της εργασίας. Στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις τα εμπορεύματα παράγονται όχι με τη μεμονωμένη εργασία του εμπορευματοπαραγωγού, αλλά με τη συλλογική εργασία πολλών μαζί εργατών. Η παραγωγή επομένως γίνεται κοινωνική. Ακριβώς η μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή προϋποθέτει τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας σε ολοένα και μεγαλύτερη ανάπτυξη. Γεγονός που σημαίνει την ολοένα και πιο στενή και αμοιβαία σχέση ανάμεσα σε ξεχωριστές επιχειρήσεις και κλάδους. Οπως για παράδειγμα ανάμεσα σε ενεργειακές επιχειρήσεις και άλλες βιομηχανίες, οι οποίες επίσης συνδέονται με επιχειρήσεις παραγωγής πρώτων υλών. Αλλά ακόμη και ένα τελικό προϊόν (π.χ. αυτοκίνητο), είναι αποτέλεσμα διαφορετικών επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου, αφού ο κινητήρας του παράγεται σε άλλη επιχείρηση, αλλά εξαρτήματα (π.χ. το πλαίσιό του, οι τροχοί, τα λάστιχα, κλπ.) σε άλλες επιχειρήσεις και η συναρμολόγησή του να γίνεται σε άλλη επιχείρηση.
Είδαμε λοιπόν ότι οι κρίσεις οφείλονται στο γεγονός της κοινωνικοποίησης της παραγωγής και της ατομικής (καπιταλιστικής) ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Αρα η αιτία και το αναπόφευκτο των κρίσεων, βρίσκονται μέσα στη βασική οικονομική αντίθεση του καπιταλισμού.