Δεν είναι τυχαίο ότι στο κείμενο του υπουργείου Εργασίας «Οι βασικές αρχές οργάνωσης και λειτουργίας του νέου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης», η κυβέρνηση κομπορρημονεί ότι «για πρώτη φορά καταγράφεται η ύπαρξη Εθνικής Κοινωνικής Συμφωνίας, που θα καθορίζει το σύνολο των όρων και των προϋποθέσεων των μισθωτών». Πράγματι ο διάλογος της απάτης είχε αποτελέσματα. Οι πλειοψηφίες έδωσαν το άλλοθι που επιδίωκε η κυβέρνηση. Ομως ο εργαζόμενος λαός δεν είπε την τελευταία λέξη. Η κυβέρνηση μπορεί πολλά να συμφώνησε με τις πλειοψηφίες, αλλά δε συμφώνησαν οι εργαζόμενοι.
Με βάση τους αντιασφαλιστικούς νόμους της «επάρατου Δεξιάς» η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, δημιουργεί ένα Ενιαίο Ταμείο Μισθωτών (ΕΤΑΜ) στο οποίο θα μπουν αναγκαστικά όλοι οι εργαζόμενοι μετά την 1/1/2008. Το ταμείο αυτό, θα είναι μια θλιβερή «σκιά» ακόμα και του σημερινού ΙΚΑ. Και αν σήμερα το 70% των συντάξεων του ΙΚΑ βρίσκεται στα κατώτερα επίπεδα, σ' αυτά τα επίπεδα και ακόμα παρακάτω, θα προστεθούν οι εργαζόμενοι των ΔΕΚΟ, των τραπεζών και των υπολοίπων ταμείων του ιδιωτικού τομέα.
Οσο για τους ασφαλισμένους μετά την 1.1.1993, γι' αυτούς έχει φροντίσει η ΝΔ. Τα δεδομένα γι' αυτούς είναι τα ίδια και χειρότερα. Σύνταξη στα 65 για άντρες και γυναίκες. Παραμονή στην εργασία μέχρι τα 67 αντί πινακίου φακής. Περισσότερα χρόνια εισφορών και λιγότερα χρόνια απολαβή της σύνταξης. Εκμετάλλευση μέχρι το θάνατο. Σε μια αποθέωση της υποκρισίας το ΠΑΣΟΚ την κατηγορεί τη ΝΔ για τους νόμους που ψήφισε την ίδια στιγμή που τους κρατά σε ισχύ και τους επεκτείνει!
Με αυτό τον τρόπο η επιδίωξη και η εντολή της ΕΕ για έναν «πρώτο πυλώνα» που θ' αντιστοιχεί σε σύνταξη προνοιακού επιπέδου γίνεται πραγματικότητα. Και γίνεται με τα χέρια και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί ο αποχαρακτηρισμός των ΒΑΕ αλλά και η ενοποίηση των επικουρικών, μέσω των οποίων θα δοθεί ακόμη ένα χτύπημα στις επικουρικές συντάξεις και συνολικά στις κατηγορίες εργαζομένων που υπάγονται στα ΒΑΕ.
Παρελθόν αποτελεί ουσιαστικά και η λεγόμενη πρόωρη συνταξιοδότηση. Για κάθε χρόνο, το ποσοστό της μείωσης είναι 3%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στην 25ετία η πραγματική σύνταξη θα είναι κάτω του 50% των συντάξιμων αποδοχών.
Διαστάσεις απάτης παίρνει και η περίφημη χρηματοδότηση του συστήματος. Η απόφαση της κυβέρνησης όχι μόνο δεν εξασφαλίζει ενισχυμένη χρηματοδότηση, όχι μόνο δεν κατοχυρώνει σταθερούς πόρους για το σύστημα, αλλά επιβεβαιώνει ότι το κράτος δεν προτίθεται να επιστρέψει τα κλεμμένα αποθεματικά, ούτε να καλύψει το κόστος της «κοινωνικής πολιτικής». Συνολικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κράτος και εργοδότες έχουν αρπάξει από τα ταμεία τουλάχιστον 28 τρισεκατομμύρια δραχμές (βλέπε πίνακα) για τα οποία η κυβέρνηση κάνει κοινώς την πάπια..! Αντίθετα με τις εισφορές των εργαζομένων συνεχίζει να το παίζει «κοινωνικά ευαίσθητη» ενώ θα καλύπτει μόνο ένα μέρος - όπως έκανε μέχρι τώρα - από τις υποχρεώσεις της για την τριμερή χρηματοδότηση για τους νεοεισερχόμενους στην εργασία.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη λογιστική αλχημεία. Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Το πραγματικό ετήσιο κόστος της «κοινωνικής πολιτικής» σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς φτάνει τα 380 δισ. δραχμές. Οι υποχρεώσεις του κράτους για την τριμερή χρηματοδότηση (νόμος 2084/92) - σύμφωνα με τα δεδομένα του ΙΚΑ το 1999 - ανέρχονται στα 220 δισ. δραχμές. Αν σ' αυτά υπολογιστεί και το ΕΚΑΣ (70 δισ.) ετησίως, τότε με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς το κράτος θα έπρεπε να αποδώσει στο ΙΚΑ το 2003, τουλάχιστον 670 δισεκατομμύρια. Υπόσχεται ότι θα αποδώσει 430 δισ. και υποκριτικά δηλώνει ότι ενισχύει το σύστημα.
Στην πράξη ενισχύει τον οικονομικό στραγγαλισμό της κοινωνικής ασφάλισης. Τη συνέχιση της διασπάθισης των αποθεματικών του ΙΚΑ, μαζί και των επικουρικών ταμείων. Τα παίρνει από τους εργαζόμενους και τα δίνει στο μεγάλο κεφάλαιο. Τα δίνει μέσω της κεφαλαιοποίησης των επικουρικών. Τα δίνει με τη συγκάλυψη της εισφοροδιαφυγής που φτάνει ετησίως το 1 τρισεκατομμύριο δραχμές. Με την ανοχή του απέναντι στην εισφοροκλοπή. Με τη μείωση - διά νόμου- των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών. Τα δίνει χοντρά σε λίγους και τα παίρνει από τους πολλούς.