«Απαγορεύεται σε δημοκρατική χώρα -όπως η Ελλάδα! - η λογοκρισία!»
Για ποια λογοκρισία φωνάζατε, κύριοι; Για το δικαίωμα στην ξεφτίλα; Φυσικά εκεί θέλετε να δοθεί η μάχη. Στο τίποτα! Κουβέντα για τους πολιτικούς, οικονομικούς και καλλιτεχνικούς αποκλεισμούς. Κουβέντα για την απέραντη σιωπή που έχετε απλώσει πάνω σε αγώνες και αγωνίες. Κουβέντα για τα εκατοντάδες άξια έργα που θα μείνουν κλεισμένα στα συρτάρια των συγγραφέων, των σκηνοθετών, των μουσικών. Κουβέντα γι' αυτή τη λογοκρισία. Αγωνία -και αγώνας- για το δικαίωμα στην παρτούζα. Και όλα αυτά στο όνομα της ελευθερίας. Και με απόλυτη σιωπή των πραγματικών λογοκριτών. Της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.
Μην παριστάνετε τους αθώους, κύριοι, δεν είστε. Η μάχη για το ωραίο δε δίνεται στην περιοχή του άσχημου. Η μάχη για την ελευθερία δε δίνεται στις τουαλέτες. Μέρος του μηχανισμού είστε, κύριοι. Αλλοι συνειδητά άλλοι ασυνείδητα. Τα αφεντικά δίνουν τις εντολές και εσείς τις εκτελείτε! Δε σας είδα να ανοίγετε διαλόγους, στρογγυλά τραπέζια, παράθυρα, να παθιάζεστε, να βρίζετε και να αγανακτείτε, όπως αγανακτήσατε για τον Μήτσο και την Στέλλα, για τον αποκλεισμό του ΚΚΕ, ας πούμε, από τα κανάλια σας. Για τον εξοστρακισμό των εργατικών κινητοποιήσεων, για τη μαύρη σιωπή σε κάθε προσπάθεια να ακουστεί ένας διεκδικητικός λόγος. Για το πραγματικό καλλιτεχνικό έργο.
Σε αυτό το ζοφερό «διάλογο» που ανοίχτηκε, δεν υπάρχουν καλές προθέσεις. Οποιος κουβεντιάζει για τα σκ... θα τον φάνε οι κότες. Οποιος θέλει πραγματική κατάργηση της Λογοκρισίας, πρέπει να κουβεντιάσει για την πραγματική κατάργηση των αιτιών που την προκαλούν. Τα άλλα -όλα- είναι εκ του πονηρού!
Ενα ψευτοδίλημμα για την Ανώτατη Εκπαίδευση
Οσοι δεν παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση, πιθανά να νομίζουν ότι οι αντιπαραθέσεις που αυτές γεννούν αφορούν συντεχνιακού χαρακτήρα διαφορές, μικροσυμφέροντα ομάδων ή άλλες δευτερεύουσες και επιμέρους πτυχές. Αυτό όμως που τελικά κρίνεται σήμερα στην Ανώτατη Εκπαίδευση είναι ο ίδιος ο χαρακτήρας και η κοινωνική της αποστολή. Κρίνεται δηλαδή η ίδια η ύπαρξη των πανεπιστημίων ως επιστημονικών ιδρυμάτων και των αποφοίτων τους ως επιστημόνων. Αυτή την καταβαράρθρωση έρχεται να επισφραγίσει το νομοσχέδιο για τα μεταπτυχιακά και την έρευνα που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το υπουργείο Παιδείας.
Νομοσχέδιο που αφαιρεί την επιστημονική ειδίκευση από τον προπτυχιακό κύκλο σπουδών και μαζί της το δικαίωμα στην εργασία των αποφοίτων του. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε κείμενο της κυβερνητικής ιστοσελίδας που μας πληροφορεί για τις υποχρεώσεις της «τριτοβάθμιας» εκπαίδευσης απέναντι στην «κοινωνία της γνώσης»: «Η τάση εξειδίκευσης που επικράτησε τις περασμένες δεκαετίες παγκοσμίως δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες της σημερινής εποχής. Απαιτούνται λοιπόν πανεπιστημιακά τμήματα που να παρέχουν υψηλό επίπεδο γενικής παιδείας, με τη δυνατότητα εξειδίκευσης σε σύντομο χρονικό διάστημα». Με άλλα λόγια, οι προπτυχιακές σπουδές προτείνεται να αποκτήσουν ένα γενικόλογο και ψευτοεγκυκλοπαιδικό χαρακτήρα, να αποτελέσουν προέκταση της «γενικής παιδείας», σε έναν πιο περιορισμένο τομέα της.
Eurokinissi |
Το παράδειγμα, αν και ενδεικτικό, δεν είναι δυστυχώς το μόνο. Εκτός από μία σειρά νέων τμημάτων (τμήμα Επιστημών της Τέχνης, τμήμα Περιβάλλοντος κλπ.), που ακολουθούν το παραπάνω μοντέλο, πολλά παραδοσιακά τμήματα των πανεπιστημίων διατηρούν ένα στεγνό θεωρητικό χαρακτήρα, διανθισμένο με ψήγματα γνώσεων εφαρμογής σε διάφορους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας ως προπαρασκευή για την επιστημονική ειδίκευση, που θα αποκτηθεί, από λιγότερους, στα μεταπτυχιακά. Χαρακτηριστικά οι αποκαλούμενες «καθηγητικές» σχολές, (Μαθηματικό, Φυσικό, Φιλοσοφική κλπ.) δε δίνουν στους αποφοίτους τους όλα τα απαραίτητα παιδαγωγικά εφόδια για να διδάξουν στη μέση εκπαίδευση, ούτε βεβαίως τους προετοιμάζουν πλήρως για μια σειρά άλλους κοινωνικούς τομείς.
Πρόκειται για αντικειμενική ανάγκη της εποχής, όπως δογματικά ισχυρίζονται οι υπερασπιστές της πανεπιστημιακής αναδιάρθρωσης; Από την πλευρά της η επιστήμη απαντά ότι η εποχή του επιστήμονα που ήταν ταυτόχρονα φιλόσοφος, αστρονόμος, μαθηματικός και φυσιοδίφης, η εποχή που οι επιστημονικές γνώσεις ήταν τόσο περιορισμένες, ώστε να μπορεί κανείς να κατέχει το σύνολό τους, πέρασε ανεπιστρεπτί. Η συγκεκριμενοποίηση, η εμβάθυνση στα αντικείμενα της επιστήμης, αποτελεί απαραίτητο όρο της εξέλιξής της, αλλά και της ανάδειξης της διαλεκτικής σύνδεσης ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της. Επομένως δε νοείται επιστήμονας χωρίς ειδίκευση σε όποιον τομέα της επιστήμης, επιστήμη και ειδίκευση είναι πια έννοιες αναπόσπαστες. Από την άλλη, η σύγχρονη παραγωγική διαδικασία, με τον αυξανόμενο καταμερισμό της εργασίας και τη μετατροπή της σε τεχνολογική εφαρμογή της επιστήμης, απαιτεί διαρκώς περισσότεροι να διαθέτουν υψηλό επίπεδο επιστημονικής ειδίκευσης, ως προϋπόθεση μιας ολόπλευρης, ανεμπόδιστης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και κύρια του ανθρώπου.
Η γραμμή «απο-ειδίκευσης» των προπτυχιακών σπουδών δεν υπακούει στο κάλεσμα των καιρών, μα στα κελεύσματα της «αγοράς» και των «δυνάμεών» της, που απαιτούν «ευελιξία», προσαρμογή δηλαδή των αποφοίτων στο νέο εργασιακό μεσαίωνα, με τις διαρκείς απολύσεις, τις αλλαγές επαγγέλματος και αντικειμένων εργασίας. Ο προπτυχιακός κύκλος θα αποτελέσει έτσι έναν «τριτοβάθμιο» προθάλαμο ισόβιας κατάρτισης και εργασιακής περιπλάνησης και ανασφάλειας.
Με σκοπό την εξιδανίκευση της αποσύνδεσης των σπουδών από το επάγγελμα, αναπτύσσεται μεθοδικά μια επιχειρηματολογία παραποίησης όχι μόνο της ανάγκης, αλλά και της έννοιας της «επιστημονικής ειδίκευσης», που την εμφανίζει σαν εχθρό της βαθιάς θεωρητικής γνώσης και καλλιέργειας, την οποία χρειάζεται να διαθέτει ο επιστήμονας. Σύμφωνα με αυτή την επιχειρηματολογία - προπαγάνδα, η ειδίκευση αποτελεί πεδίο περιορισμένων, μονομερών γνώσεων - εξειδικεύσεων «βίδας», που η εξέλιξη των μέσων παραγωγής θα καταστήσει περιττές, μαζί με τον ειδικευμένο κάτοχό τους, λόγια που χαϊδεύουν τα αυτιά, απέχουν όμως πολύ απ' την πραγματικότητα που οικοδομείται στην ανώτατη εκπαίδευση.
Διότι, αν απεύχονται μια τέτοια προοπτική για τους αποφοίτους της ανώτατης εκπαίδευσης, τότε γιατί εξαίρουν, εγκωμιάζουν και «ανωτατοποιούν» ως έχουν σπουδές απογυμνωμένες από τη θεωρητική τους θεμελίωση, στενά προσαρμοσμένες στις τρέχουσες απαιτήσεις μιας συγκεκριμένης επαγγελματικής ενασχόλησης, όπως αυτές της πλειοψηφίας των τμημάτων των ΤΕΙ; Γιατί εισηγούνται, στο νομοσχέδιο για τα μεταπτυχιακά, μια μεταπτυχιακή «ειδίκευση» σε εντελώς περιορισμένους και απόλυτα υπαγορευμένους από τις επίκαιρες ανάγκες των εργοδοτών τομείς, που θα προστίθεται σαν κερασάκι στα πεταχτά, μετά το τέλος των σπουδών; Αναμφίβολα, μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης περιμένει τον πτυχιούχο ενός μεταπτυχιακού προγράμματος, το οποίο, σύμφωνα πάντα με το νομοσχέδιο, μετά από πέντε χρόνια θα πρέπει να τροποποιηθεί ή να καταργηθεί, γιατί ο χρηματοδότης - επιχείρηση δεν το χρειάζεται πια, ούτε τους αποφοίτους του χρειάζεται. Αυτό δηλαδή που καταγγέλλουν, έρχονται με απαράμιλλη υποκρισία να το υλοποιήσουν.
Ωστόσο, καμία αντίφαση από την πλευρά της κυρίαρχης πολιτικής δεν υπάρχει σε όλα αυτά. Ολα τα μέτρα συγκλίνουν στο στόχο της παραγωγής επιστημονικά ανειδίκευτων, τελικά, αποφοίτων από την ανώτατη εκπαίδευση. Γιατί επιστημονικά ανειδίκευτος είναι τόσο ο απόφοιτος των γενικόλογων και αποσπασμένων από την κοινωνική πράξη σπουδών, όσο και ο κάτοχος άμεσα αναλώσιμων, στενών γνώσεων και δεξιοτήτων. Στη βάση αυτή μάλιστα συντελείται η σταδιακή και προς τα κάτω εξίσωση των προπτυχιακών σπουδών, του τίτλου των ΑΕΙ, με εκείνον που απονέμουν τα ΤΕΙ.
Η επιστημονική ειδίκευση, όμως, κάθε άλλο παρά στένεμα των σπουδών σημαίνει. Οικοδομείται σταδιακά από την ενότητα της θεωρητικής γνώσης με την εφαρμογή της σε όλη τη διάρκεια των σπουδών, ακολουθώντας μια πορεία ολοένα και βαθύτερης κατάκτησης του επιστημονικού αντικειμένου. Η ετυμολογία της λέξης ειδίκευση παραπέμπει στην έννοια του ειδικού, εκείνου δηλαδή που διαθέτει ολοκληρωμένη, βαθιά γνώση του επιστημονικού του αντικειμένου και ικανότητα να αναλάβει και να διεκπεραιώσει με ελεύθερη κρίση και δημιουργικότητα το ρόλο του στο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής. Με λίγα λόγια, η επιστημονική ειδίκευση δε συμβαδίζει ούτε με την υπερεξειδίκευση ούτε με την περιχαράκωση στο συγκεκριμένο επιστημονικό αντικείμενο, που καταδικάζει τον επιστήμονα στον παθητικό ρόλο ενός απλού δεξιοτέχνη, αδύναμου να κατανοήσει τη θέση της εργασίας του όχι μόνο στην επιχείρηση ή στον κλάδο, αλλά και στο συνολικότερο σύστημα του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Το αποστειρωμένο, τεχνοκρατικό πνεύμα, αντιμάχεται τη δημιουργικότητα και τη συλλογικότητα στην επιστημονική εργασία, η οποία προ πολλού έχει μετατραπεί από ατομική υπόθεση σε πλατιά κοινωνική. Η απάντηση επομένως στην ανάγκη πολυμέρειας του επιστήμονα, δεν είναι η τεχνητή, μηχανιστική συγκόλληση γνώσεων από διάφορους τομείς της επιστήμης, που κάποιοι αποκαλούν «διεπιστημονικότητα». Αντίθετα, είναι η σφαιρικότητα της αντίληψης, η κατανόηση της σύνδεσης του ειδικού επιστημονικού αντικειμένου με το όλο σύστημα της ανθρώπινης γνώσης και της κοινωνικής ζωής. Η γενική παιδεία με την έννοια της γενικής θεώρησης της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας σαν ολότητας και των νόμων που την κυβερνούν, της κατάκτησης δηλαδή επιστημονικής φιλοσοφικής κοσμοθεωρίας από τους επιστήμονες, είναι αναγκαία συνθήκη μιας ολοκληρωμένης επιστημονικής εκπαίδευσης, μιας εκπαίδευσης που επιπλέον δίνει τη δυνατότητα στους αποφοίτους της να αλλάξουν, αν το θελήσουν, θέση εργασίας, αλλά και ειδίκευση, χωρίς να ξεκινούν από την αρχή. Ετσι, το ερώτημα ειδίκευση ή γενική παιδεία αποτελεί ψευτοδίλημμα. Πρόκειται για μια ολέθρια προπαγάνδα που παρουσιάζει το μαύρο - άσπρο, το 5 μεγαλύτερο από το 10.
Η αλήθεια είναι πως οι καπιταλιστές δεν μπορούν και δε θέλουν να δώσουν στο λαό μια τέτοια ανώτατη εκπαίδευση, επειδή κοστίζει, δημιουργεί απαιτήσεις για περισσότερα δικαιώματα και προπαντός επειδή είναι επικίνδυνη για τα συμφέροντά τους, αφού καλλιεργεί χειραφετημένες συνειδήσεις, ανθρώπους που να σκέφτονται και να δρουν επιστημονικά, ικανούς να ορίζουν τη ζωή τους. Ειδικά για τη χώρα μας, με τον υποδεέστερο και συμπληρωματικό ρόλο της στο διεθνή καταμερισμό εργασίας, ακόμη και η τεχνοκρατικά «ολοκληρωμένη» πανεπιστημιακή εκπαίδευση μιας ολιγάριθμης επιστημονικής ελίτ δε θεωρείται αναγκαία, αφού η επιστημονική ελίτ «εισάγεται» μαζί με την υψηλή τεχνογνωσία από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις, κοιτίδες των πολυεθνικών. Στο πλαίσιο αυτό, όσα πανεπιστημιακά τμήματα εξακολουθούν να έχουν ένα σχετικά καλό επιστημονικό επίπεδο, σε μια πορεία θα πρέπει να αγωνιστούν σκληρά για να το διατηρήσουν.
Οι φοιτητές και σπουδαστές έχουν κάθε λόγο να συμφωνήσουν στην εκτίμηση ότι το σημερινό πανεπιστήμιο είναι ανίκανο να τους προσφέρει «γενική παιδεία». Γιατί πώς είναι δυνατόν να επιτελέσει αυτό το έργο μια βαθμίδα που, στο κάτω - κάτω, κύριος ρόλος της είναι να προετοιμάζει ειδικούς, όταν εξαλείφονται και τα τελευταία ίχνη της γενικής παιδείας, ακόμη και από τις βαθμίδες όπου η καλλιέργειά της είναι ο αποκλειστικός τους σκοπός, την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση; Πώς είναι δυνατόν να ενδιαφέρονται για τη μόρφωσή τους, αυτοί που μετέτρεψαν τα σχολεία από χώρους δημιουργίας και ολόπλευρης συγκρότησης της προσωπικότητας, όπως θα 'πρεπε να είναι, σε άχαρα φροντιστήρια - εξεταστήρια, και τη γνώση από συναρπαστική υπόθεση σε φοβερό βραχνά, αυτοί που βομβαρδίζουν ως τα βαθιά μεσάνυχτα τη νεολαία με τα απόβλητα της παρακμασμένης κοινωνίας τους;
Οι φοιτητές και σπουδαστές δεν έχουν κανένα λόγο να ανεχθούν, αντίθετα έχουν κάθε λόγο να αγωνιστούν για την απόσυρση του νόμου για τα μεταπτυχιακά, αλλά και για την ανατροπή όλης της πολιτικής που θέλει το πανεπιστήμιο να λειτουργεί με επιχειρηματικά κριτήρια και μετρά την επιστήμη με τη συμμετοχή της στην κερδοφορία των λίγων και όχι στην ευημερία του συνόλου του λαού. Να απαιτήσουν μια ανώτατη εκπαίδευση που να συμβαδίζει με τις σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες, μια δημόσια και δωρεάν Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση, χωρίς κύκλους σπουδών και ταξικές κατηγοριοποιήσεις, που θα μεταδίδει στον προπτυχιακό κύκλο όλη την αναγκαία για κάθε επιστημονικό αντικείμενο γενική μόρφωση και εμβάθυνση, ώστε να προετοιμάζει επιστήμονες και όχι εξαρτήματα της παραγωγής. Σ' αυτό τον αγώνα δεν είναι μόνοι τους. Η εργατική τάξη, με την πάλη της ενάντια στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, στα μέτρα για το ασφαλιστικό, στην κατάργηση κάθε εργασιακού δικαιώματος, εμπνέεται από την ίδια ανάγκη. Την ανάγκη ανατροπής της πολιτικής που αντιμετωπίζει τον κύριο συντελεστή της παραγωγής, τον άνθρωπο, σαν εξάρτημα, σαν μηχανή παλιάς γενιάς, που μόλις πάψει να είναι «αποδοτική» πρέπει να αντικατασταθεί, να θαφτεί στη χωματερή της ανεργίας και της φτώχειας. Οι φοιτητές - σπουδαστές, στην πλειοψηφία τους, απ' αυτή την τάξη, την εργατική προέρχονται και ακόμη περισσότεροι σε αυτή θα ενταχθούν όταν αποφοιτήσουν. Ας ενώσουν λοιπόν από τώρα μαζί της τη φωνή τους, για να διεκδικήσουν πιο δυνατά την εκπαίδευση και τη ζωή που τους ανήκει.