Ξαναβγήκαν τα ...χατζάρια του εκσυγχρονισμού, για να μη σηκώσει κεφάλι η βαμβακοκαλλιέργεια πάνω από 3.600.000 στρέμματα και πάνω από 1.100.000 τόνους παραγωγή!
Eurokinissi |
Με άλλα λόγια το υπουργείο Γεωργίας επιχειρεί φέτος να παγιώσει και να μεγεθύνει την παράνομη σφαγή στη βαμβακοκαλλιέργεια, που επιβλήθηκε πέρσι στους βαμβακοπαραγωγούς, μέσω του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Επιδοτήσεων (ΟΣΔΕ).
Οπως συγκεκριμένα αναφέρεται στην ανακοίνωση:
Η παράνομη αυτή απόφαση της κυβέρνησης, που ανακοινώθηκε και επισήμως με το ξεκίνημα της σποράς του βαμβακιού, επιβάλλει για φέτος νέο περιορισμένο πλαφόν σε στρέμματα και παραγωγή. Αποσκοπεί στο να καθιερωθεί ένα «πλαφόν» παραγωγής μέχρι 1.100.000 τόνους και καλλιέργειας μέχρι 3.600.000 στρέμματα. Το «πλαφόν» αυτό θα κατανεμηθεί κατά περιφέρεια - νομό και κατά παραγωγό. Να σημειωθεί ότι πέρσι τον Μάη ο υφυπουργός Γεωργίας δημοσιοποιώντας τα διοικητικά μέτρα περιορισμού, ανακοίνωσε πως επιτρέπεται να καλλιεργηθούν 3.937.000 στρέμματα, όταν ήδη είχαν σπαρεί τουλάχιστον 4.100.000 και τελικά προέκυψε ότι στο ΟΣΔΕ δηλώθηκαν 3.805.000 στρέμματα. Τελικά, η περσινή παραγωγή ανήλθε σε 1.350.000 τόνους και το υπουργείο Γεωργίας επιχειρεί να κόψει για φέτος τουλάχιστον 250.000 τόνους βαμβακιού και να μειώσει τη βαμβακοκαλλιέργεια κατά 500.000 στρέμματα το λιγότερο σε σύγκριση με την πραγματική περσινή καλλιέργεια.
Και για να επιτευχτεί αυτός ο στόχος τίθεται, εκτός των άλλων, και πάλι «πλαφόν» στρεμματικής απόδοσης ανά νομό, το οποίο όμως δε δικαιούται να ξεπεράσει ο βαμβακοπαραγωγός πάνω από 10%! Οσο για τους λεγόμενους ετεροεπαγγελματίες το σίγουρο είναι ότι τα «σπασμένα» θα πληρώσουν πολύ ακριβά οι μικρομεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί που -προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν- εξαναγκάζονται να έχουν και συμπληρωματική απασχόληση.
Οι κυβερνητικές αποφάσεις δεν αποσκοπούν στην κατοχύρωση ενός καλύτερου εισοδήματος για τον Ελληνα βαμβακοπαραγωγό και στην προστασία του περιβάλλοντος, όπως ισχυρίζεται η ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας, επιχειρώντας να παραπλανήσει τους αγρότες και γενικότερα την κοινή γνώμη. Αλλωστε, πώς μπορεί κάποιος παραγωγός να εξασφαλίσει καλύτερο εισόδημα, όταν δεν του επιτρέπουν να καλλιεργήσει όσα στρέμματα μπορεί και να παραγάγει όσο το δυνατόν περισσότερα και πιο ποιοτικά προϊόντα; Ούτε, βεβαίως, είναι αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου παραγωγικού σχεδιασμού για τη χώρα μας, καθώς ο αγρότης που υποχρεώνεται να μειώσει τη βαμβακοκαλλιέργεια, δεν έχει εναλλακτική παραγωγική λύση, η οποία θα του εξασφάλιζε ένα καλύτερο εισόδημα, αφού για το σύνολο, σχεδόν, των ελληνικών αγροτικών προϊόντων η Ευρωπαϊκή Ενωση επιβάλλει περιορισμούς, ποσοστώσεις και πρόστιμα συνυπευθυνότητας.
Οι κυβερνητικές αποφάσεις, και η χτεσινή, το μόνο που κάνουν είναι να προωθούν τις κατευθύνσεις και τις εντολές της Ευρωπαϊκής Ενωσης για δραστικό περιορισμό της βαμβακοκαλλιέργειας στην Ελλάδα. Κι αυτό γίνεται στα πλαίσια ενός γενικότερου σχεδίου για μείωση της αγροτικής παραγωγής και συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού, ώστε να προχωρήσει η καπιταλιστικοποίηση της γεωργίας, με την παράδοση της γης στα χέρια μεγαλοεπιχειρηματιών, που θα δραστηριοποιηθούν στον αγροτικό τομέα.
Με «χοντρές» ψευτιές απάντησε ο Βαγ. Αργύρης στη Βουλή, σε Επίκαιρη Ερώτηση του ΚΚΕ
Με προκλητικές ψευτιές επιχείρησε χτες στη Βουλή ο υφυπουργός Γεωργίας Βαγ. Αργύρης να απαντήσει σε Επίκαιρη Ερώτηση του ΚΚΕ για το θέμα των παράνομων παρακρατήσεων σε βάρος των παραγωγών για την υποβολή των δηλώσεων ΟΣΔΕ (Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Επιδοτήσεων). Ο υφυπουργός κλήθηκε να απαντήσει γιατί τα χρήματα που χρωστάει το κράτος στην ΠΑΣΕΓΕΣ για τη διαχείριση του ΟΣΔΕ τα φορτώνει στους παραγωγούς και τι μέτρα θα ληφθούν για να σταματήσει αυτή η παρανομία σε βάρος των παραγωγών.
Ο Βαγ. Αργύρης είπε πολλά και διάφορα από το βήμα της Βουλής, χωρίς όμως να δώσει πειστική απάντηση στο ερώτημα που κλήθηκε να απαντήσει. Μεταξύ άλλων:
Με τη σειρά του ο βουλευτής του ΚΚΕ Σπ. Στριφτάρης, που κατέθεσε την Επίκαιρη Ερώτηση, επισήμανε τα εξής στα όσα ξεφούρνισε ο υφυπουργός: «Εχω εδώ ένα έγγραφο του υπουργείου Γεωργίας, που το υπογράφει ο Γενικός Γραμματέας, ο κ. Κολύρης, που λέει στη δεύτερη παράγραφο τα εξής: Η ανάπτυξη και διαχείριση του ΟΣΔΕ πρέπει κανονικά να αποτελεί έργο και ευθύνη του ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς το ΟΣΔΕ αποτελεί βασικό εργαλείο διαχείρισης. Ωστόσο, λόγω αδυναμίας του ΟΠΕΚΕΠΕ να αναλάβει άμεσα αυτό το έργο, το υπουργείο Γεωργίας το συντονίζει.
Παρακάτω στην τέταρτη παράγραφο λέει ότι η ΠΑΣΕΓΕΣ σε συνεννόηση με τις συνεταιριστικές οργανώσεις θα πρέπει να χρεώσουν με κάποιο λογικό τέλος τον κάθε παραγωγό για να καλύπτουν το σχετικό κόστος.
Πραγματικά γεννάται το εξής ερώτημα: Σύμφωνα με την εγκύκλιο της ΠΑΣΕΓΕΣ - που ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας ομολογεί ότι είναι δουλιά του ΟΠΕΚΕΠΕ και όχι δουλιά των ενώσεων και των παραγωγών - όποιος έχει είκοσι ένα μέχρι πενήντα πρόβατα θα δώσει τριάντα ευρώ χωρίς το ΦΠΑ. Οποιος έχει εκατό πρόβατα θα δώσει εξήντα ευρώ. Τι θα συμπληρώσει δηλαδή παραπάνω; Θα πάρει και άλλον υπάλληλο, αν έχει δέκα, πενήντα ή είκοσι πρόβατα;
Εδώ είναι η ουσία που ουσιαστικά αναφέραμε στην Ερώτησή μας. Η κυβέρνηση, επειδή έκανε μία "πατάτα", γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση λέει ότι πρέπει να γίνεται διαγωνισμός για το ποιος θα διαχειρίζεται το ΟΣΔΕ, που δεν έκανε για να δείξει φιλοσυνεταιριστική τακτική, το Ελεγκτικό Συνέδριο είπε ότι δεν μπορούν να γίνουν οι πληρωμές από το δημόσιο. Ομως, δεν μπορούν να φορτώνονται έτσι στους παραγωγούς. Να πήγαιναν σε αυτούς που κάθονται έξω από κάθε υπηρεσία και "βαρούν" γραφομηχανές. Ενα χιλιάρικο θα έπαιρναν για μια αίτηση, δε θα έπαιρναν τριάντα, σαράντα, εξήντα χιλιάρικα. Για όνομα του Θεού! Οταν οι επιδοτήσεις είναι εκατό χιλιάδες, θα του πάρουν τις είκοσι. Τι να κάνει;
Η Ερώτησή μας δεν είναι γιατί ουσιαστικά οι ενώσεις κάνουν αυτή τη δουλιά. Η Ερώτησή μας είναι γιατί το υπουργείο δε δίνει τα δεκαπέντε δισεκατομμύρια που χρειάζονται για τη διαχείριση του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Επιδοτήσεων και το φορτώνει με παράνομο τρόπο ευνοώντας ορισμένες συνεταιριστικές οργανώσεις που δεν κάνουν τίποτε άλλο, όπως η ΠΑΣΕΓΕΣ, από το να πουλάνε πνεύμα. Είναι έμμεση η παρακράτηση των επιδοτήσεων. Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Στην Ερώτησή μας θέλω να απαντήσει ο κύριος υπουργός».