ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 9 Μάη 2002
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 9 -10 ΜΑΗ 1936
Εργατιά - Λαός γράφουν Ιστορία στους δρόμους

Τα συγκλονιστικά γεγονότα των εργατικών - λαϊκών κινητοποιήσεων του Μάη του '36 στη Θεσσαλονίκη

Ο λαός της Θεσσαλονίκης ξεχύνεται στους δρόμους...
Ο λαός της Θεσσαλονίκης ξεχύνεται στους δρόμους...
Υστερα από την πληρεξουσιοδότηση που δώσαν στην κυβέρνηση Μεταξά, στις 30 Απρίλη, όλα σχεδόν τα κόμματα, και ιδιαίτερα το Φιλελεύθερο, που 'χε 126 βουλευτές, ενώ το Ελευθερόφρονο του Μεταξά είχε μόνο 7 βουλευτές, --το Παλλαϊκό Μέτωπο καταψήφισε--, κανένα πια ζήτημα των εργατών δε λύνεται. Συνεχώς κατά κλάδους ξεσπάζουν απεργίες.

Και όσο στην πόλη ξεσπάζουν, εμείς στα τρία Συντάγματα βρισκόμαστε κατά σειράν επιφυλακή. Μα από την πρώτη του Μάη και τα τρία Συντάγματα, Ορειβατικό, Πεδινό, και Βαρύ, του Παύλου Μελά είμαστε σε αυστηρή επιφυλακή. Στην πόλη πολλοί κλάδοι εργατών απεργούν. Εμείς κλεισμένοι στο στρατόπεδο δεν ξέρουμε τι γίνεται στην πόλη. Κοιμόμαστε με παλάσκες και άρβυλα. Ορισμένες περιπολίες, που στάλθηκαν στην πόλη, δεν επέστρεψαν. Δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε με έξω καθόλου... Αυστηρά απαγορεύεται η επικοινωνία με πολίτες.

Στις 9 του μηνός κατά τις 11 η ώρα ακούονται από την πόλη να χτυπούνε οι καμπάνες απ' όλες τις εκκλησιές. Διαδίδονται πολλά πράγματα. Φεύγουν συνέχεια περιπολίες στην πόλη. Ενας αξιωματικός μάς λέει ότι οι μπολσεβίκοι στην πόλη σκότωσαν πολλούς στρατιώτες και δεν αφήνουν το λαό να δουλέψει.

Ενας στρατιώτης μιας περιπολίας, που γύρισε άρρωστος στο αναρρωτήριο, μας είπε: «Είναι γενική απεργία, όλα είναι κλειστά, κανείς δε δουλεύει».

Οι χωροφύλακες χτυπάνε αλύπητα...
Οι χωροφύλακες χτυπάνε αλύπητα...
Το 31ο Σύνταγμα Πεζικού Θεσσαλονίκης το κλείσανε μέσα, γιατί δε θέλησε να χτυπήσει το λαό. Στο 31ο Σύνταγμα ήταν όλο Θεσσαλονικείς στρατιώτες.

Στις 9 του μηνός, κατά τη 1μ.μ. με φωνάζει ο επιλοχίας Βεράνης και μου λέγει (ήταν ανήσυχος): «Θα φύγεις στην πόλη επικεφαλής περιπολίας». «Στην πόλη», μου λέγει «χύνεται αίμα!...». Και με κοίταξε στα μάτια, σαν να μου 'λεγε: «Πρόσεχε μη χτυπήσεις το Λαό!...». Τοιμασθήκαμε και συνταχθήκαμε με τον οπλισμό μας πολύ γρήγορα. Ημασταν 22 άντρες. Ο υπολοχαγός Τσίτσας, ένας κοντούλης μα πολύ αυστηρός και άγριος, μας βγάζει λόγο: «Προσέχετε, μας λέγει, εκεί που θα πάτε. Οι μπολσεβίκοι σκότωσαν πολλούς στρατιώτες. Παράσυραν το λαό. Φωνάζουν ζήτω ο στρατός μας και ύπουλα με τα ξύλα χτυπάνε. Βαράτε στο ψαχνό!... Η πατρίδα σάς καλεί να την υπερασπίσετε!...».

Τα λόγια του χτυπάνε ερωτηματικά στην καρδιά μας. Να 'ναι σωστά; Κοιτάζω τους συναδέλφους μου. Είμαστε όλοι παιδιά εργατιάς και αγροτιάς από Κοζάνη, Γρεβενά και Φλώρινα. Ολα είναι καλά παιδιά. Πάνω από 10 είμαστε οργανωμένοι και συμπαθούντες. Ο επιλοχίας λες και τους ήξερε και τους έστειλε!

Αφού οι Θεσσαλονικείς στρατιώτες δε χτύπησαν το λαό και τους κλείσαν στο στρατόπεδο μέσα, τώρα βγάζουν την περιφέρεια, που είναι άγνωστοι στο λαό, δεν έχουν δικούς τους και γνώριμους και φίλους.

Θρηνεί και θάβει τους νεκρούς και προχωρά
Θρηνεί και θάβει τους νεκρούς και προχωρά
Βαριά σκέψη, αξεδιάλυτη δημιουργείται σε όλους μέσα μας. Τι, άραγε, να γίνεται στην πόλη;

Αφού ο υπολοχαγός μας έκανε επιθεώρηση στα όπλα, ξεκινήσαμε. Περίμενα κάποιον να μιλήσει, μα τίποτες, όλοι σιωπούσαν. Βαδίζαμε κατά δυάδες. Σαν βγήκαμε από την πύλη καμιά διακοσαριά μέτρα, τους σταμάτησα και τους είπα δυο κουβέντες: «Προσέχετε! Πάμε για την πόλη μα τι ακριβώς γίνεται, δεν ξέρουμε. Ο,τι όμως κι αν γίνεται, μην πυροβολήσει κανείς, χωρίς διαταγή!...».

Οι καμπάνες όλων των εκκλησιών χτυπάνε, της Αγίας Παρασκευής, της Νεάπολης, όλης της Θεσσαλονίκης, άλλες λυπητερά και άλλες γρήγορα, καλώντας το λαό σε συναγερμό. Φαίνεται πως κάτι μεγάλο γίνεται!

Δε βαδίσαμε ούτε 700-800 μέτρα, και βλέπουμε χιλιάδες κόσμο, όλη η εργατική συνοικία της Νεάπολης να κατεβαίνει σύσσωμη προς το Αστυνομικό Τμήμα της Αγίας Παρασκευής, που ήταν αριστερά σ' ένα κτίριο στο δημόσιο, που πηγαίναμε προς την πόλη.

«Ζήτω τ' αδέρφια μας!»

Συναντηθήκαμε με το λαό στο Αστυνομικό Τμήμα. Οι χωροφύλακες είναι κρυμμένοι!... Εμείς κοιτούσαμε σαν θεατές. Μια γριά μάς πλησιάζει και με φωνή που συντάραζε τις καρδιές μας, φωνάζει: «Αχ!, παιδιά μου! Οι χωροφύλακες μας σκοτώνουν!...». Και απότομα ακούγεται από όλους μαζί: «Ζήτω ο Στρατός μας! Ζήτω τα παιδιά μας! Ζήτω τ' αδέρφια μας!», φωνάζουν όλοι: «Ζήτω τ' αδέρφια μας!».

... Εξω από το 6ο Αστυνομικό Τμήμα στην οδό Εγνατία και Λαγκαδά στο σταυροδρόμι, ο λαός χτυπιέται από το ιππικό της Αστυνομίας. Οι χωροφύλακες χτυπάνε με τα κλομπς στα κεφάλια, στις πλάτες, όπου πετύχουν, και κυνηγούνε το πλήθος με τ' άλογα, να το διαλύσουν. Ο λαός αμύνεται...

Πέρασε αρκετή ώρα. Οι χωροφύλακες εξαφανίστηκαν, κλείστηκαν στο τμήμα τους. Ο λαός είναι ελεύθερος. Εμείς φέρνουμε βόλτες και κοιτάζουμε. Οι δρόμοι είναι γιομάτοι από κόσμο. Πολλοί έχουν αίματα στο πρόσωπο και πολλοί είναι με δεμένα τα κεφάλια.

Μεγάλα γεγονότα...

Παίρνουμε το δρόμο προς την Εγνατία. Εκεί συναντηθήκαμε με τη δική μας περιπολία, που επικεφαλής ήταν ο λοχίας Κατέλας από το Λιτόχωρο. Αυτοί ήταν από το πρωί εκεί. Ο Κατέλας, οργανωμένος, μας λέγει πως στην οδό Εγνατία, κατά τις 11, έγιναν μεγάλα γεγονότα και σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν πολλοί... Οι χωροφύλακες χτύπησαν στο ψαχνό!... Ο λαός φώναζε αγανακτισμένος και καταριούνταν τους χωροφύλακες. Στήσαν οδοφράγματα και πολεμούσαν με πέτρες και με τούβλα. Πολλούς νεκρούς τούς πήρε η Αστυνομία, μα πολλούς τούς πήρε ο λαός και τους φυλάγει σ' ένα καπνομάγαζο. Ολος ο δημόσιος είναι από αίματα!...

Η ώρα είναι 6μ.μ. Κανείς χωροφύλακας δεν είναι έξω, όλοι κλείστηκαν στα τμήματά τους. Ούτε και αξιωματικός του στρατού. Είμαστε μόνο ο στρατός που γυρνούμε στην πόλη με τους βαθμοφόρους λοχίες και δεκανείς εφέδρους. Μόνιμος δεν υπάρχει κανένας. Ο λαός και ο στρατός τώρα είναι ενωμένοι. Η Σαλονίκη είναι στα χέρια του λαού!

Ερχεται εντολή να πάμε να φυλάξουμε το Φρουραρχείο, που είναι κλεισμένοι οι αξιωματικοί. Τη νύχτα την περάσαμε στο Φρουραρχείο. Το πρωί στις τέσσερις, Κυριακή στις 10 Μάη, είναι απόλυτη ηρεμία. Βγαίνουμε στο Σιντριβάνι, περίεργοι πάμε προς την Εγνατία, βλέπουμε το αίμα σε διάφορα σημεία.

... Προχωρώ και σκέφτομαι. Σκέφτομαι την αδικία που γίνεται σ' αυτήν τη ζωή! Την αδικία σ' αυτούς που δουλεύουν και δεν έχουν να φάνε και αν ζητήσουν ψωμί για τα παιδιά τους, τους σκοτώνουν... Οχι, όχι!, λέγω μέσα μου, δε θα χτυπήσω, ποτές δε θα χτυπήσω το Λαό, όσες διαταγές και αν μου δώσουν να χτυπήσω!..

... Σαν έφεξε καλά και ανέτειλε ο ήλιος, το πότε γιόμισε όλη η μεγάλη οδός Εγνατία, δεν μπόρεσα να καταλάβω. Από όλες τις οδούς και στενά ξεφυτρώνουν τα Σωματεία, οι Σύλλογοι, οι Οργανώσεις. Το κάθε σωματείο χωριστά οργανωμένο κατά φάλαγγα, άλλα οκτάδες και άλλα δεκαεξάδες, μπροστά οι διοικήσεις, σαν στρατός με μια πολύ πειθαρχική τάξη. Μετά από τις διοικήσεις, σε όλα τα σωματεία, μπροστά είναι γυναίκες. Ολοι έχουν στα χέρια μπουκέτα και στεφάνια με τριαντάφυλλα και άλλα λουλούδια... Κατευθύνονται στο καπνομάγαζο, να πάρουν τα 6 θύματα, να γίνει η κηδεία. Τα άλλα 7 τα είχαν πάρει οι χωροφύλακες την προηγούμενη μέρα και τα 'θάψαν, και όπως αργότερα έλεγε ο νεκροθάφτης, ένα - δυο δεν είχαν ακόμα ξεψυχήσει. Από τη χτεσινή επιχείρηση είχαν σκοτωθεί 13 και 155 τραυματίες, εκ των οποίων 35 βαριά, όπως λέγαν.

Στρατός - λαός μαζί

Περιφερόμαστε από το πεζοδρόμιο, να μην ενοχλούμε το Λαό. Ο Λαός το καταλαβαίνει πως ο πόνος τους είναι και δικός μας πόνος, και στο κάθε Σωματείο και εργοστάσιο που περνάει, ξεσπάζουν στα «Ζήτω ο Στρατός!», «Ζήτω τ' αδέρφια μας!», «Ζήτω τα παιδιά μας!». Μας πετάνε λουλούδια, τριαντάφυλλα μπουκέτα. Προσπαθούμε να κρατήσουμε σοβαρότητα, όμως τα μάτια μας δακρύζουν, οι καρδιές μας κλαίνε! Ολη η οδός Εγνατία, από το Ρεζί Βαρδάρ έως το Σιντριβάνι και όλες οι κοντινές οδοί γεμίζουν κόσμο, κόσμο, πολύ κόσμο. Να ρίξεις αυγό, δεν πέφτει στη γη! Δεν πιστεύω να έμεινε εκείνη την ημέρα μέσα στο σπίτι κανείς. Ολοι κατέβηκαν στους δρόμους, εκτός από τους χωροφύλακες και τους αξιωματικούς, που είναι όλοι κλεισμένοι. Μόνο Στρατός και Λαός βρίσκεται στην πόλη. Τάξη και ησυχία παραδειγματική! Οσα λουλούδια και τριαντάφυλλα είχε η Θεσσαλονίκη και η περιφέρεια, βρίσκονται τώρα στα χέρια του Λαού, σε στεφάνια και μπουκέτα. Το πότε τα κάνουν όλα αυτά, να συγκεντρωθεί δηλαδή ο Λαός σε ταχτική φάλαγγα, η μια οργάνωση κατόπιν της άλλης, με τους διμοιρίτες, με τα στεφάνια και τα μπουκέτα ο καθένας στα χέρια, να βαδίζουν ειρηνικά και να ψάλλουν όλοι το «Πένθιμο Εμβατήριο», αυτό δεν μπορεί να το συλλάβει το μυαλό του ανθρώπου! Και όλα αυτά μέσα σε λίγες ώρες μιας νύχτας!...

Τα θύματα παίρνονται, η φάλαγγα προχωρεί, μα προχωρεί και όλος ο κόσμος με γιομάτη όλη την Εγνατία. Από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα όλος ο κόσμος με υψωμένες τις γροθιές. Ο Λαός προχωρεί! Προχωρούμε κι εμείς, με την καρδιά γιομάτη αγανάκτηση και κλάμα. Η φάλαγγα με τα θύματα, που τα κρατούσε στους ώμους, φτάνει στο μέρος που είχε πέσει το πρώτο θύμα, ο πρώτος νεκρός. Σταματούνε στο μέρος, όπου το αίμα ήταν ακόμα φρέσκο, σε στάση προσοχής και με υψωμένες τις γροθιές, όλοι, άντρες, γυναίκες τραγουδούν το «Πένθιμο Εμβατήριο»! Πετούνε τριαντάφυλλα μπουκέτα, καταθέτουν στεφάνια...

Με πνίγει, δεν μπορώ να κρατήσω. Δίνω εντολή: «Τα όπλα υπό μάλης!...». Το ίδιο είχαν κάνει και άλλες περιπολίες. Σταματούμε προσοχή κι εμείς. To τι έγινε τότες είναι απερίγραπτο! Από τις φωνές, την αγανάκτηση, το κλάμα και τις κατάρες ενάντια στους υπευθύνους, που ματοκύλισαν το Λαό, ξεσπούν σε διάχυση αγάπης για το Στρατό! Τα «ζήτω ο Στρατός μας, να ζήσουν τα παιδιά μας, ζήτω τ' αδέρφια μας» φτάνουν στον ουρανό.

Η πομπή προχωρεί. Σταματά πιο πέρα, στον τόπο που έπεσε το δεύτερο θύμα. Ψάλλουν πάλι και... Προχωρούμε, φτάνουμε στο Σιντριβάνι. Η πομπή προχωρεί για την Ευαγγελίστρια, μα από 'κει ένα μεγάλο τμήμα του λαού ξεκινά για το Φρουραρχείο. Πάμε και μεις για το Φρουραρχείο. Μας 'δώσαν εντολή να το φυλάξουμε. Μέσα είναι κλεισμένοι ο Φρούραρχος και πολλοί αξιωματικοί... Ο πολύς κόσμος, η πομπή και οι πολλές περιπολίες φεύγουν για την Ευαγγελίστρια, στο Νεκροταφείο. Ολος ο Στρατός είναι συναδελφωμένος με το Λαό. Μα και από το Σιντριβάνι για το Φρουραρχείο κατεβαίνει πνιγμούρα λαός. Είχαν ρίξει το σύνθημα ότι το λοχία που χτες χτύπησε το νωματάρχη τον 'πιάσαν και τον έχουν στο Φρουραρχείο και έρχονται να τον απελευθερώσουν. Ουρανομήκεις διακεκομμένες φωνές απ' όλο το λαό: «Το λο-χί-α - μας, το λο-χία μας!».

...Υπάρχουν πραγματικότητες στη ζωή, που ξεπερνούν και τη φαντασία του ανθρώπου!...

Ο Λαός νίκησε!

Σε μια στιγμή, όπως ήμουν μπροστά από τη φρουρά και είχαμε πιασμένη τη στενή οδό του Φρουραρχείου, ήρθε μια ομάδα άντρες. Ηταν, όπως είπαν, η απεργιακή επιτροπή. Ζητούν να μπουν στο Φρουραρχείο. Η εντολή που είχα, ήταν να φυλάξω το Φρουραρχείο και, αν επιχειρήσουν να σπάσουν την πόρτα, να χτυπήσω στο ψαχνό!... Απάνω στη σκέψη τι πρέπει να κάνω, πίσω απ' την επιτροπή παρουσιάζεται ο Αλέκος.

Ο Αλέκος ήταν ο καθοδηγητής όλου του στρατού της Θεσ/νίκης και είχα σύνδεση μ' αυτόν από την αρχή της κατάταξής μου, σαν στρατιώτης. Μου κάνει με το μάτι να τους αφήσω. Συνεννοούμαι να μπει μόνον η απεργιακή επιτροπή. Δέχονται. Ανοίγω την πόρτα... Ηταν 17 άτομα. Το Φρουραρχείο σχεδόν κατελήφθη... Ο Φρούραρχος τηλεφώνησε στον Αντιστράτηγο Ζέπο που ήταν τότες Σωματάρχης του Γ' Σώματος Στρατού της Θεσ/νίκης.

Τα αιτήματα όλων των κλάδων έγιναν δεκτά. Μετά από λίγο, ένας αντιπρόσωπος της απεργιακής επιτροπής βγήκε στο μπαλκόνι και μίλησε επί μιάμιση ώρα: «Ο Λαός με τους αγώνες του Νίκησε. Τιμή και Δόξα στα θύματά μας. Το αίμα τους δεν πήγε χαμένο. Τα αιτήματά μας έγιναν δεκτά. Μπορείτε να διαλυθείτε!...».

Ουρανομήκεις ζητωκραυγές υψώθηκαν τότες από το πλήθος και σε μισή ώρα διαλύθηκαν μόνο με μια λέξη, ενώ 10 μέρες με τα όπλα δεν μπορούσαν να τους διαλύσουν. Τι μεγάλο πράμα είναι να 'σαι πολιτικός δίκαιος, πολιτικός του Λαού!... Πολιτικός που να ενώνεις, να αγαπάς και να πολεμάς μπροστά για το Λαό!... Για τη ζωή του, για την Ελευθερία του, για την Ανεξαρτησία του, για την Ειρήνη!...

... Κυριακή, στις 10 το βράδυ κηρύχτηκε Στρατιωτικός Νόμος και πολιτική επιστράτευση... Τα αιτήματα και οι συμφωνίες ποδοπατήθηκαν... Πολλοί επιστρατεύονται... Ετσι κράτησε το λόγο της η Αστική τάξη, που σαν πρωθυπουργό είχε τον δικτάτορα, αργότερα, Μεταξά!...

*Πρόκειται για μια αυθεντική περιγραφή, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο «Τα τετράδια της μνήμης», που συνέγραψε πριν από 33 χρόνια ο Κοζανίτης κομμουνιστής, ΕΛΑΣίτης και μαχητής του ΔΣΕ, πολιτικός πρόσφυγας στην Πολωνία. Το βιβλίο εκδόθηκε μόλις πρόσφατα -αρχές του 2002 και παρουσιάστηκε στην Κοζάνη στις 24.4.'02.


Του Ζήση ΤΣΑΜΠΟΥΡΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ