ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 28 Απρίλη 2002
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Για τα αδικημένα παιδιά του κόσμου

«Αγόρι απ' τη Ραμάλα»
«Αγόρι απ' τη Ραμάλα»
Εργα που τα χαρακτηρίζει η ευαισθησία και η εκφραστικότητα, δημιουργίες που «αιχμαλωτίζουν» το θεατή με την ειλικρίνεια και τη δύναμη που κρύβουν, παρουσιάζει αυτές τις μέρες η Εύα Μελά, στην γκαλερί «Γιάννα Γραμματοπούλου» (Βαλαωρίτου 9α). Νωπογραφίες (φρέσκο), πορτρέτα παιδιών και συνθέσεις με στοιχεία από τη φύση, καθώς και κάποια έργα σε ξύλο ή χαρτί, αντιπροσωπευτικά δείγματα από τις εικονογραφήσεις βιβλίων της δημιουργού, συνθέτουν το ζωγραφικό της κόσμο.

Πρόκειται για μία ενότητα δουλιάς, ψήγματα της οποίας είχαν παρουσιαστεί τον Οκτώβρη του '98, στην προηγούμενη παρουσίαση της σημαντικής μας ζωγράφου και χαράκτριας. Η σειρά με τα πορτρέτα παιδιών που κυριαρχεί στην έκθεση, είχε σαν αρχικό θέμα ένα παιδάκι από τη σφαγή του Διστόμου, ένα ορφανό του Διστόμου. Το βιβλίο του Δημήτρη Κεσέλ «Η Ελλάδα του '44» (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»), που φωτογραφίζει το τι αφήνουν οι Γερμανοί πίσω τους φεύγοντας και η φωτογραφία δύο ορφανών, ήταν η αφετηρία των δεκάδων παιδιών που ακολούθησαν. «Το παιδάκι αυτό, στη φωτογραφία του Δ. Κεσέλ» μας λέει η Εύα Μελά «έχει ένα συγκλονιστικό βλέμμα. Είναι ένα παιδί ορφανό, ένα παιδί που έχει χάσει τους γονείς του, έχει καεί το χωριό του, τα έχει χάσει όλα. Κοιτάζοντας το φακό διακρίνεις μια υπερηφάνεια στη ματιά του, μια προοπτική. Δεν υπάρχει απογοήτευση ή κατάθλιψη και αυτό με είχε συγκινήσει».

«Τα κεφαλάκια, ξεκίνησαν στην αρχή σαν μια προσπάθεια πάνω σε μια μορφή, δεν είχα ένα συγκεκριμένο στόχο. Μετά ήρθαν τα γεγονότα. Ανθρωποι είμαστε, ζούμε, ταραζόμαστε με όσα συμβαίνουν, αγωνιζόμαστε... Ολα αυτά με επηρέασαν. Ετσι, άρχισα σιγά - σιγά να δίνω στα πρόσωπα αυτά μια πιο συγκεκριμένη μορφή, ξεφεύγοντας από ένα καθαρά εικαστικό πειραματισμό. Αρχισα να παίρνω στοιχεία από φωτογραφίες στις εφημερίδες. Εβλεπα το ίδιο βλέμμα σε πάρα πολλά παιδιά, στα παιδιά της Γιουγκοσλαβίας, στα παιδιά από το Κόσσοβο, στα παιδιά του Αφγανιστάν, στα παιδιά της Παλαιστίνης...».

Σχεδιαστική ευχέρεια και ταχύτητα

«Παιδί από το Τέτοβο»
«Παιδί από το Τέτοβο»
Με την τεχνική του φρέσκο η Εύα Μελά ασχολείται τα τελευταία εφτά χρόνια. Η ενασχόλησή της ξεκίνησε σαν ένα στοίχημα. Ενα στοίχημα που είχε βάλει με τον εαυτό της, για μια τεχνική που γίνεται μέσα σε λίγες ώρες και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο λάθους. «Η τεχνική του φρέσκο με συναρπάζει αν και ακόμα αισθάνομαι ότι δεν την κατέχω πλήρως. Είναι απλή, αλλά θέλει συνέπεια και μαστοριά. Με συναρπάζει το ότι τα χρώματα ζουν εσαεί. Οσο περνά ο χρόνος ασπρίζει ο ασβέστης και το έργο αντί να θαμπώνει λάμπει, γίνεται ακόμη πιο φωτεινό».

Οπως σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης ο Ευγένιος Δ. Ματθιόπουλος «... Η Εύα Μελά εδώ και αρκετά χρόνια ζωγραφίζει σε φρέσκο και αναπόφευκτα έχει αποδεχτεί τους δικούς του τεχνικούς περιορισμούς. Η απαιτούμενη ταχύτητα της εκτέλεσης την έχει ασκήσει στη σχεδιαστική ευχέρεια, που με τη σειρά της προϋποθέτει συσσώρευση εμπειριών, παρατήρηση του ουσιώδους και ικανότητα έγκαιρων αποφάσεων την ώρα της ζωγραφικής πράξης. Η λιτότητα στα υλικά μέσα επιζητεί την ανάλογη αυστηρότητα και την εκφραστική χρήση τους. Η Εύα Μελά ζωγραφίζει κυρίως με τονικό τρόπο, αποδίδει δηλαδή τους όγκους, το φως και τη σκιά με διαβαθμίσεις του τοπικού. Χρωματικά ισορροπεί τις συνθέσεις σε μια κλίμακα γαιωδών κυρίως χρωμάτων: θερμές ώχρες, χοντροκόκκινα, πράσινες όμπρες, σιέννες, λευκό του ασβέστη και βαθιά μαύρα, που είναι φιλικά και συγγενή υλικά της ζωγραφικής επιφάνειας».

«Ζωγραφικά και ηθικά η Εύα Μελά ανήκει σ' ένα μικρό κύκλο σύγχρονων νεορομαντικών καλλιτεχνών που όχι μόνο εμμένουν στην παραστατική ζωγραφική αλλά επιπλέον προσπαθούν να εκφραστούν με παραδοσιακές τεχνικές».

Παραδοσιακές τεχνικές

«Στην ΑΣΚΤ όταν είμαστε φοιτητές, αλλά και σήμερα δυστυχώς» υπογραμμίζει η Εύα Μελά, «επικρατεί αυτό που λέει ο Σαββόπουλος στο τραγούδι του "αλληθωρίζουμε προς κάποια Δύση πάντα που παραμόρφωσε γενιές παλιά απ' το τριάντα". Ισχύει απολύτως αυτό. Δηλαδή, ανάλογα με το πού ήταν το κέντρο του εμπορίου, ήταν και ο προσανατολισμός της Σχολής αισθητικά, ως παιδεία. Η προηγούμενη γενιά και εμείς και οι επόμενες δεν πήραμε μία παιδεία που να σχετίζεται με την ελλαδική παράδοση, με τη μεσογειακή παράδοση και γενικώς με την ανατολική παράδοση της οποίας είμαστε γέννημα. Αντίθετα, διδαχτήκαμε ιμπρεσιονισμό, μετέπειτα μοντερνισμό, ρεύματα του 20ού αιώνα... Αυτή τη στιγμή επικεντρώνεται όλη η παιδεία γύρω από τις κατασκευές, τις διαμορφώσεις χώρου, ό,τι δηλαδή επικρατεί στο διεθνές εικαστικό σκηνικό το οποίο είναι ρυθμιζόμενο όχι τόσο από τις αγωνίες των καλλιτεχνών».


«Πάρα πολλοί καλλιτέχνες στην Ελλάδα δε διδάχτηκαν τίποτα που να αφορά στην παράδοσή μας. Ομως - και δε θα μιλήσω μόνο για τον Τσαρούχη, ή το Φασιανό... που μελέτησαν και κατανόησαν τον τόπο τους, ανεξάρτητα από το πώς το έδωσε ο καθένας - από τη γενιά τη δικιά μας υπήρχαν μια σειρά συνάδελφοι, που πολύ πιο νωρίς από μένα επισήμαναν την έλλειψη στην παιδεία μας μιας συνέχειας της παράδοσης και ασχολήθηκαν μελετητικά. Ο Β. Διονυσόπουλος, ο Κ. Παπατριανταφυλλόπουλος, ο Δ. Φώτου, ο Π. Φειδάκης, και άλλοι που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν, σηματοδότησαν αυτήν την πορεία. Μάλιστα αυτή η σηματοδότηση έγινε με μία έκθεση που είχε οργανώσει η ΚΝΕ, το '83 στο "Φιξ" της οδού Πατησίων».

«Νομίζω ότι πρέπει να πατάμε στα πόδια μας και τα πόδια μας είναι στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Στη δικιά μου παιδεία μού είναι ξένες οι τάσεις που έρχονται από τη Δύση. Τις μελετάω, τις σέβομαι, αλλά συναισθηματικά μού είναι ξένες. Δακρύζω μπροστά στα μεγάλα έργα των ανατολικών πολιτισμών και ιδιαίτερα της Μεσογείου γιατί είναι το φως που, πιθανώς, είναι σε πλήρη αρμονία με τη δική μας ζωή».

Αναφερόμενη στο θέμα της τέχνης με την κοινωνία, λέει: «Κάποτε η τέχνη κοσμούσε τα δημόσια κτίρια και τα σπίτια των ανθρώπων ήταν φτωχά και πλήνθινα. Στις μέρες μας εξαιτίας του καπιταλισμού, της ιδιοτέλειας και του ατομισμού, έχει αλλάξει τελείως η κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων. Ομως, η τέχνη δεν είναι για τις γκαλερί, όπου το έργο παρουσιάζεται για 20 - 30 μέρες, ώστε να το δει ο κόσμος και ενδεχόμενα να το αγοράσει. Σε άλλες εποχές και σε άλλους πολιτισμούς, που ο άνθρωπος ήταν πιο ισορροπημένος με το δημιούργημά του και που η τέχνη δεν ήταν εμπορευματοποιημένη, το έργο έμπαινε στο χώρο που ζούσαν οι άνθρωποι. Ηταν στα αντικείμενα που χρησιμοποιούσε, ήταν στη ζωή του, στοιχείο της καθημερινότητάς του. Νομίζω ότι αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο. Οπως είχε πει και ο Μαρξ, στην κομμουνιστική κοινωνία δε θα υπάρχουν ζωγράφοι, μα άνθρωποι που κοντά στα άλλα θα ζωγραφίζουν. Ταυτόχρονα αυτή η ζωγραφική πρέπει να έχει τη θέση της στη ζωή μας. Πρέπει η ζωή μας να είναι μια απέραντη επικοινωνία με μουσική, εικόνες, ποιήματα...».


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ