Πώς το θέμα του βαμβακιού «ξεσκέπασε» την κυβερνητική ψευτιά και την κυβερνητική απατεωνιά
Η παραπάνω απόφαση συνεπάγεται ότι η τελική τιμή του βαμβακιού εμπορίας 2001 - 2002 - θα διαμορφωθεί μετά την επιστροφή μέρους της παρακρατηθείσας συνυπευθυνότητας που κυμαίνεται μεταξύ 8,5 και 12,5 δραχμών κατά κιλό - θα είναι, κατά μέσο όρο, 240 δραχμές το κιλό. Τούτο σημαίνει ότι ο Ελληνας βαμβακοπαραγωγός χάνει περί τις 55 δραχμές το κιλό σε σχέση με την τιμή στην οποία πούλησε το βαμβάκι του στην περίοδο εμπορίας 2000 - 2001, η οποία είχε διαμορφωθεί στις 295 δραχμές το κιλό περίπου.
Ομως, η απόφαση της Κομισιόν δεν αφορά μόνο στην τιμή του βαμβακιού, αλλά έχει κι άλλες σοβαρές «παρενέργειες», καθώς:
Η απόφαση της Κομισιόν έρχεται να διαψεύσει πλήρως και κατηγορηματικά όσα η κυβέρνηση, μέσω της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Γεωργίας, υποσχέθηκε στους βαμβακοπαραγωγούς. Ιδού τι υποσχέθηκαν - αμέτρητες φορές - οι Γ. Δρυς, Β. Αργύρης, Φ. Χατζημιχάλης, αλλά και ο Κ. Λαλιώτης και ο Κ. Σημίτης:
Αργότερα - κι ενώ γινόταν αντιληπτά τα κυβερνητικά ψεύδη - η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας άρχισε να κάνει "εκπτώσεις" στις υποσχέσεις. Η τελευταία "έκπτωση" περιόρισε την υπόσχεση στο "50άρι" που θα έπαιρναν οι βαμβακοπαραγωγοί ως επιστροφή μέρους της παρακρατηθείσας συνυπευθυνότητας, αλλά μόνο για τα επιδοτούμενα κιλά.
Ούτε κι αυτή η υπόσχεση υλοποιείται, καθώς η επιστροφή συνυπευθυνότητας θα είναι από 0,025 μέχρι 0,036 ευρώ το κιλό (8,5 - 12,5 δρχ.).
Τα παραπάνω ψεύδη της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Γεωργίας είχαν εντοπίσει και καταγγείλει από πολύ νωρίς - από το περασμένο φθινόπωρο ακόμα - πολλοί αγροτοσυνδικαλιστές, κατηγορώντας το υπουργείο ότι επιχειρεί την παραπλάνηση των αγροτών. Αλλη τόση... αξία έχουν, όμως και οι τωρινές κυβερνητικές υποσχέσεις, περί παροχής εθνικών επιδοτήσεων - και αφού ζητηθεί η άδεια της ΕΕ... - που δίνονται καθώς πλησιάζουν οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές και κορυφώνεται η αγανάκτηση των βαμβακοπαραγωγών.
Η κυβέρνηση, αντί ν' απαντήσει επί της ουσίας στις καταγγελίες, επέλεξε την οδό της αισχρής συκοφάντησης των προθέσεων και των θέσεων συγκεκριμένων αγροτοσυνδικαλιστών (κυρίως των Γ. Πατάκη και Β. Μπούτα), και της σύγκρουσης με το συνεπές αγροτικό κίνημα που αγωνιζόταν στους δρόμους για την υπεράσπιση των αγροτικών συμφερόντων και την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της ΕΕ.
Το ίδιο, ουσιαστικά, έκανε και η ηγεσία της ΝΔ - τώρα «λαϊκίζει» καταγγέλλοντας την κυβέρνηση και ζητώντας την παραίτηση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Γεωργίας - επιχειρώντας την υπονόμευση της αποτελεσματικότητας των αγροτικών κινητοποιήσεων. (Με την ευκαιρία, να ρωτήσουμε τους αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ που συνέβαλλαν - εκόντες, άκοντες - στη διάλυση του μπλόκου των Τεμπών, αν πιστεύουν τώρα ότι με τη στάση τους τότε διευκόλυναν την κυβέρνηση να «κάνει τη δουλιά της»).
Και δεν μπορούσε να είναι διαφορετική η στάση της ΝΔ καθώς συμφωνεί, επί της ουσίας, - και, ενίοτε, επαυξάνει - με την αντιαγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης που εφαρμόζεται, απόρροια κι αποτέλεσμα της οποίας είναι και τα «βάσανα» των βαμβακοπαραγωγών.
Οι βαμβακοπαραγωγοί είναι πολύ οργισμένοι καθώς τώρα συνειδητοποιούν πλήρως το μέγεθος της επιχείρησης εξαπάτησής τους από την κυβέρνηση, αλλά και τη ΝΔ. Δε φτάνει, όμως, η οργή. Χρειάζεται ν' απαντήσουν στην «επιχείρηση ξεκληρίσματός τους» με αποτελεσματικό τρόπο.
Εν πρώτοις, χρειάζεται να συνεχιστούν οι μαζικοί και δυναμικοί αγώνες της μικρομεσαίας αγροτιάς για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της κυβέρνησης, η οποία θα γίνει ακόμα πιο καταστροφική αν υλοποιηθούν οι προτάσεις για την ενδιάμεση αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Ταυτόχρονα, οι βαμβακοπαραγωγοί και γενικότερα οι αγρότες πρέπει να «τιμωρήσουν» το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ που αποτελούν τα «σταθερά στηρίγματα» της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ που εφαρμόζεται στη χώρα μας οδηγώντας τη μικρομεσαία αγροτιά στο «χαμό».
Μια πρώτη ευκαιρία να το κάνουν τους παρέχεται στις προσεχείς εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, στις οποίες μπορούν και πρέπει να «μαυρίσουν» τους υποψηφίους των δύο αυτών κομμάτων, ενισχύοντας ταυτόχρονα τους αγωνιστικούς συνδυασμούς που στηρίζει το ΚΚΕ μαζί με άλλες πολιτικές δυνάμεις.