ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Αυγούστου 2002
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΡΑΝ
Οι «μνηστήρες» και τα ανησυχητικά σενάρια

Ο Πρόεδρος του Ιράν Μ. Χαταμί με το Υπουργικό Συμβούλιο

Associated Press

Ο Πρόεδρος του Ιράν Μ. Χαταμί με το Υπουργικό Συμβούλιο
Την «έγνοια» του ιρανικού λαού έχει, όπως φαίνεται ανάμεσα σε πολλές άλλες, ο Αμερικανός Πρόεδρος. Τουλάχιστον αυτό δήλωσε ο ίδιος, στα μέσα Ιουλίου, τονίζοντας ότι «βρίσκεται στο πλευρό του ιρανικού λαού που θα πρέπει να προχωρήσει σε αλλαγή του καθεστώτος για να έχει ελευθερίες και ανθρώπινα δικαιώματα». Η δήλωση Μπους προκάλεσε, όπως αναμενόταν, οργή στην Τεχεράνη αφού, ορθώς, ερμηνεύτηκε ως απόπειρα παρέμβασης στα εσωτερικά της χώρας. Παράλληλα, όμως, οδήγησε, πολλούς αναλυτές στο συμπέρασμα ότι σηματοδοτεί και μια στροφή στην αμερικανική πολιτική απέναντι στο Ιράν.

Η τακτική της προσέγγισης που είχε υιοθετηθεί, ήδη, από την προεδρία Κλίντον απέναντι στους «μεταρρυθμιστές» του ιρανικού καθεστώτος υπό τον Πρόεδρο Μοχάμαντ Χαταμί, εγκαταλείπεται οριστικά. Οπως διέρρεαν υψηλόβαθμοι Αμερικανοί αξιωματούχοι, έχει γίνει πλέον φανερό στην αμερικανική ηγεσία ότι «αυτοί οι μεταρρυθμιστές δεν προτίθενται να φέρουν καμία αλλαγή στο Ιράν γι' αυτό και δεν υπάρχει λόγος να γίνεται προσπάθεια διατήρησης διαύλου επικοινωνίας μαζί τους».

Η ιρανική απάντηση ήταν ηχηρή, ασχέτως των εσωτερικών διαφωνιών που οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο από την παρέμβαση Μπους: οι «σκληροπυρηνικοί» κατηγόρησαν τους «μεταρρυθμιστές» ότι με τις απόπειρες μεταρρυθμίσεων «άνοιξαν το δρόμο στην αμερικανική παρέμβαση» και οι δεύτεροι ανταπέδωσαν προειδοποιώντας ότι «η συγκέντρωση εξουσιών σε μη εκλεγόμενα σώματα και πρόσωπα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη δικτατορία». Εκφράζοντας τους πάντες, όμως, ο Πρόεδρος Μοχάμαντ Χαταμί κατηγόρησε την Ουάσιγκτον για «συνεχείς παρεμβάσεις στα εσωτερικά άλλων χωρών κατά παραβίαση κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας» και προειδοποίησε ότι η Τεχεράνη δεν προτίθεται να ανεχτεί τέτοια συμπεριφορά που στοχεύει «στην πρόκληση ανακατατάξεων στην περιοχή του Κόλπου και στην εκεί εδραίωση των αμερικανικών συμφερόντων». «Αλλωστε, κατέληξε στο πασιφανές, ο κάθε λαός είναι ο μόνος υπεύθυνος για να αλλάζει τις κυβερνήσεις του».

Πολλές είναι οι αντιαμερικάνικες εκδηλώσεις μέσα στη χρονιά

Associated Press

Πολλές είναι οι αντιαμερικάνικες εκδηλώσεις μέσα στη χρονιά
Φυσικά, η αμερικανική λεκτική «επίθεση» δεν περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη παρέμβαση. Ο Αμερικανός Πρόεδρος εξαπολύει, σε σταθερά χρονικά διαστήματα, κατηγορίες σε βάρος της Τεχεράνης, την οποία έχει τοποθετήσει στη λίστα των χωρών που «υποθάλπουν» την τρομοκρατία και, φυσικά, στον πολυσυζητημένο «άξονα του κακού». Μάλιστα, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν πληθύνει τα αμερικανικά δημοσιεύματα που εμπλέκουν την Τεχεράνη σε διαφόρων ειδών υποθέσεις: σε παροχή ασύλου σε μαχητές των Ταλιμπάν, σε χορήγηση βοήθειας προς τους «Παλαιστινίους τρομοκράτες», σε κατασκευή όπλων μαζικής καταστροφής ακόμη και σε πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις κατά της εβραϊκής κοινότητας και της ισραηλινής πρεσβείας στο Μπουένος Αϊρες, στη δεκαετία του '80. Το Ιράν τείνει να γίνει ένα από τα αγαπημένα θέματα των αμερικανικών ΜΜΕ.

Ισως, αν κάποιος αφαιρέσει όλες τις πληροφορίες περί Τεχεράνης, θα μπορούσε να συμπεράνει, διαβάζοντας τις, κατά καιρούς, δηλώσεις Μπους και τις σχετικές απαντήσεις, ότι πρόκειται για άλλη μια συνήθη ανταλλαγή κατηγοριών ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Ιράκ, που προδιαγράφεται ως ο βέβαιος επόμενος στόχος των ΗΠΑ. Κι όμως, δεν πρόκειται για το Ιράκ αλλά για το Ιράν. `Η μήπως, τελικά, δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία αυτό;

Ιράκ ή (και) Ιράν


Associated Press

Για πολλούς αναλυτές, ο απώτερος στόχος ενός αμερικανικού πλήγματος κατά του Ιράκ δεν είναι άλλος από το Ιράν, ή τουλάχιστον η δημιουργία μιας τέτοιας κατάστασης αποσταθεροποίησης σε ολόκληρη την περιοχή του Κόλπου από την οποία χαμένη θα βγει σίγουρα η Τεχεράνη, αλλά και όλοι όσοι έχουν σπεύσει να επενδύσουν σε αυτήν. Μπορεί να ακούγεται κάπως ακραίο αυτό το σενάριο. Ομως είναι γεγονός ότι με βάση πληθώρα αμερικανικών δημοσιευμάτων, η Ουάσιγκτον θεωρεί το Ιράν περιφερειακή δύναμη της περιοχής, και δεν κρύβει τη δυσαρέσκειά της για το ότι μια «εχθρική», προς τις ΗΠΑ, χώρα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε μια τόσο πολύτιμη, γεωστρατηγικά, γωνιά του πλανήτη.

Ακολουθώντας μια αντίθετη πορεία σκέψης, ο Σάιμον Τίσνταλ, αρθρογράφος της βρετανικής «Γκάρντιαν», αναρωτιέται γιατί η Ουάσιγκτον, ενώ είναι γνωστό πλέον ότι ετοιμάζεται πυρετωδώς για μια επίθεση σε βάρος του Ιράκ, επιλέγει αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή να διαρρήξει τις, έστω πρωτόλειες, σχέσεις της με την Τεχεράνη, αντί, όπως διατάζει η λογική, να τις ενισχύσει και να την προσεταιριστεί; Ιράν και Ιράκ, ούτως ή άλλως, δεν έχουν τις καλύτερες σχέσεις. Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει τις δύο χώρες, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες και υπό το βάρος της αμερικανικής απειλής που νιώθουν αμφότερες, να προσπαθούν να απαλύνουν τις διαφορές τους.

Η είδηση ότι η Τεχεράνη δέχτηκε να πουλήσει στη Βαγδάτη ορισμένα στρατιωτικά αεροσκάφη δεν έχει επιβεβαιωθεί. Παρ' όλα αυτά, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποθέτουν ότι η τακτική Μπους δεν είναι αυτοκαταστροφική, όπως υποστηρίζει ο Τίσνταλ, φέρνοντας δύο εχθρούς (Ιράν - Ιράκ) κοντά, αλλά απλώς αφοπλιστικά ειλικρινής διότι αποκαλύπτει με τον πλέον προφανή τρόπο ότι στόχος της Ουάσιγκτον δεν είναι μόνο το Ιράκ αλλά το σύνολο της κομβικής περιοχής του Κόλπου, άρα και το Ιράν.

Αν, όμως, στο θέμα του Ιράκ η Ουάσιγκτον βρίσκεται αντιμέτωπη με κάποιες αντιδράσεις, στα περαιτέρω σχέδιά της που συμπεριλαμβάνουν το Ιράν (αν είναι όντως αυτά), θα κληθεί να αντιμετωπίσει πολύ μεγαλύτερες και βαθύτερες διαφωνίες ακόμη και εντός των κόλπων των στενών συμμάχων της, ενώ είναι δεδομένη η αντίδραση του αραβικού κόσμου, στον οποίο το Ιράν, ασχέτως διαφωνιών, έχει μεγάλο κύρος.

ΕΕ - Τεχεράνη σε τροχιά προσέγγισης

Η ΕΕ, εδώ και καιρό, βρίσκεται σε πορεία αποκατάστασης των, πάσης φύσεως, σχέσεών της με την Τεχεράνη. Η Γερμανία ήταν η πρώτη χώρα που επαναλειτούργησε τη διπλωματική της αποστολή στην ιρανική πρωτεύουσα. Οι επισκέψεις Ευρωπαίων αξιωματούχων στο Ιράν διαδέχονται η μία την άλλη, ιδιαίτερα μετά την «ενθαρρυντική», όπως χαρακτηρίστηκε, στάση που τήρησε το Ιράν μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Τότε, ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Βρετανό ΥΠΕΞ, Τζακ Στρο, υποσχέθηκε, σε πρώτο επίπεδο, επενδύσεις, εμπορικές σχέσεις και οικονομική βοήθεια.

Η ευρωπαϊκή προσφορά έγινε δεκτή με εμφανή ικανοποίηση από την Τεχεράνη που, εξαιτίας των οικονομικών κυρώσεων που της έχει επιβάλλει η Ουάσιγκτον, βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση με εξωτερικό χρέος μεγαλύτερο των 9 δισ. δολαρίων, πληθωρισμό άνω του 20%, ανεργία πάνω από 30% και το ποσοστό της φτώχειας να αγγίζει το 40%. Η ιρανική ηγεσία έσπευσε να ανταποδώσει, και δεν περιορίστηκε, μόνο, στις επισκέψεις που πραγματοποίησε σε διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ο Πρόεδρος Χαταμί. Φέρεται να παρείχε σημαντικότατη βοήθεια σε επίπεδο πληροφοριών κατά τη διάρκεια της επίθεσης σε βάρος των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν ενώ «συνεργάστηκε» άψογα για την εγκαθίδρυση νέας αφγανικής ηγεσίας μέσα από εκείνες τις παρατάξεις της Βόρειας Συμμαχίας τις οποίες ήλεγχε άμεσα και εξόπλιζε. Μάλιστα, φρόντισε να ανταμείψει ιδιαιτέρως τη γερμανική εύνοια πριμοδοτώντας καθοριστικά την πραγματοποίηση της περίφημης συνόδου των αφγανικών παρατάξεων, τον περασμένο Δεκέμβρη, στη Βόννη.

Εκτός, όμως, από αυτά, ΕΕ και Ιράν συνδέονται και με άλλους τρόπους, πιθανώς πολύ σημαντικότερους. Η ιταλική εταιρία ΕΝΙ εκμεταλλεύεται, συνολικά, 4 ιρανικά πετρελαϊκά κοιτάσματα. Ανάλογες συμφωνίες έχει και η γαλλική TotalFinaElf αλλά και η, εν μέρει, βρετανική - ολλανδική Royal Dutch/Shell ενώ καθ' οδόν βρίσκεται και η ισπανική Cespa. Και αυτά είναι όσα γνωρίζουμε επισήμως. Ο πρώην Πρόεδρος, Κλίντον, είχε αποφύγει να επιβάλλει κυρώσεις σε μη αμερικανικές εταιρίες που προχώρησαν σε επενδύσεις στο Ιράν, αφήνοντας προς στιγμήν στο περιθώριο τον περίφημο νόμο ντ' Αμάτο, του 1995, σύμφωνα με τον οποίο η Ουάσιγκτον επιβάλλει κυρώσεις σε οποιαδήποτε εταιρία προχωρήσει σε επένδυση μεγαλύτερη των 20 εκατομμυρίων δολαρίων στα κοιτάσματα πετρελαίου ή φυσικού αερίου του Ιράν.

Ο διάδοχός του, όμως, Τζορτζ Μπους δεν είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσει την ίδια τακτική, ιδιαίτερα τώρα που εμφανίζεται αποφασισμένος να διακόψει «κάθε επαφή με τους αποτυχημένους μεταρρυθμιστές». Η ΕΕ, από την πλευρά της, δε μοιάζει διατεθειμένη να εγκαταλείψει στο έλεος Μπους τις εταιρίες ευρωπαϊκών συμφερόντων, τις οποίες, μέχρι στιγμής, έχει υπερασπιστεί με πάθος. Χαρακτηριστικά ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος στον πετρελαϊκό τομέα δήλωνε ότι «όσον αφορά στο συγκεκριμένο θέμα, οι χώρες - μέλη της ΕΕ συμφωνούν απόλυτα και δε θα αφήσουν τις ΗΠΑ να τους καθορίζουν τις επενδύσεις τους».

Αμερικανο-ευρωπαϊκές «κόντρες»

Το τελευταίο, προς το παρόν τουλάχιστον, επεισόδιο ανάμεσα σε ΕΕ - ΗΠΑ με «μήλον της έριδος» το Ιράν, συνέβη μόλις στις αρχές του καλοκαιριού. Στις 27 Μάη, δύο μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, η γερμανική Commerzbank και η γαλλική BNP Paribas υπέγραψαν συμβόλαιο με την ιρανική ηγεσία προκειμένου να βοηθήσουν το Ιράν να επανέλθει στις διεθνείς αγορές και να διαχειριστούν καταλλήλως το εξωτερικό χρέος της χώρας αναλαμβάνοντας να προσελκύσουν επενδύσεις. Μόλις 5 ημέρες αργότερα, ο όμιλος Moody's ανακοίνωνε ότι αποσύρει τη χρηματοπιστωτική εμπιστοσύνη και τις εκτιμήσεις που είχε εκφράσει για την ιρανική οικονομία, αποδίδοντάς της το χαρακτηρισμό «θετική». Η επίσημη αιτιολογία της απόφασής του, όπως ανακοινώθηκε, ήταν «οι ασφυκτικές αμερικανικές πιέσεις»!

Παρά την πρωτοφανή αυτή κίνηση, οικονομικοί αναλυτές εκτιμούσαν ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει την «κούρσα» επενδύσεων στο Ιράν στην οποία φαίνεται ότι έχουν επιδοθεί, με ευνοϊκότατους φυσικά όρους, ευρωπαϊκές εταιρίες. Μόνο το 2001, οι εισαγωγές στην ΕΕ από το Ιράν έφθασαν τα 8 δισ. δολάρια ενώ οι εξαγωγές προς το Ιράν τα 5 δισ. δολάρια.

Σε όλα αυτά, πρέπει να προσθέσουμε ότι ταυτόχρονα, σχεδόν, με τις προκλητικές παρεμβατικές δηλώσεις Μπους, ο επίτροπος Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, Κρις Πάτεν, συναντιόταν με τον υφυπουργό Εξωτερικών του Ιράν, Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, με θέμα, ακριβώς, το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η συνάντηση αυτή φέρεται να ήταν το «κλειδί» που άνοιξε την πόρτα της Τεχεράνης στους αρμόδιους παρατηρητές της Υπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Η ιρανική ηγεσία εμφανίζεται πρόθυμη να συνεργαστεί με την Αρμοστεία του ΟΗΕ θέτοντας, πλέον, υπό αμφισβήτηση τα περί «σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που ψέλλισε ο Μπους. Η θετική εξέλιξη «πιστώνεται» στην παρέμβαση της ΕΕ που δεσμεύτηκε για ακόμη καλύτερη συνεργασία και ενίσχυση των επενδύσεων στο Ιράν. Με τον τρόπο αυτό, Ιράν και ΕΕ ωφελούνται εξίσου «ξεμπερδεύοντας» με την αμερικανική επωδό περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Η ρωσική «σταθερά»

Η Μόσχα, από την άλλη, δε λοξοδρόμησε ποτέ από το δρόμο της σύσφιγξης των σχέσεών της με την Τεχεράνη. Παρά τις όποιες διαφωνίες παραμένουν σχετικά με το θέμα της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων της Κασπίας (αν και αργά αλλά σταθερά επιτυγχάνεται πρόοδος στην επίτευξη κάποιας συμφωνίας), Ρωσία και Ιράν έχουν προχωρήσει σε σειρά οικονομικών και εμπορικών συμφωνιών. Εκτός από την πώληση ρωσικού πολεμικού υλικού, παντός τύπου, στο Ιράν, η Μόσχα, όπως έγινε γνωστό στα τέλη Ιουλίου, ανέλαβε να κατασκευάσει και δεύτερο πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας στο Ιράν, ενώ παράλληλα ολοκληρώνεται η πρώτη πυρηνική μονάδα που κατασκευάζεται, από Ρώσους, στο Μπουσχέχρ.

Η βελτίωση των ρωσο-ιρανικών σχέσεων βρέθηκε στο επίκεντρο και των συζητήσεων που είχε ο Αμερικανός Πρόεδρος με τον Ρώσο ομόλογό του κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του πρώτου στη Μόσχα, στις αρχές του καλοκαιριού. Ο Μπους φέρεται να άσκησε έντονες πιέσεις στον Βλαντιμίρ Πούτιν για να διακόψει τις εμπορικές συναλλαγές, και ιδιαίτερα στρατιωτικού υλικού, με το Ιράν. Σε αντίθεση με άλλα θέματα που τέθηκαν προς συζήτηση, στο συγκεκριμένο ο Ρώσος Πρόεδρος φέρεται να μην μετακινήθηκε διόλου από τη θέση του, γεγονός που εκτιμήθηκε δεόντως από την Τεχεράνη.

... και οι υπόλοιποι...

Εκτός από τις ΕΕ και Ρωσία, δεν είναι λίγοι όσοι διατηρούν και βελτιώνουν τις σχέσεις τους με το Ιράν με γρήγορους ρυθμούς. Λίαν προσφάτως, 8 κινεζικές εταιρίες κατηγορήθηκαν, και πάλι, από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι πώλησαν στην Τεχεράνη ποικίλο στρατιωτικό υλικό, από το οποίο ξεχωρίζουν τα ταχύπλοα και τα καταμαράν που είναι εφοδιασμένα με αντιπυραυλικό σύστημα. Το Πεκίνο αρκέστηκε απλώς να διαψεύσει ότι έχει συναλλαγές στρατιωτικού υλικού με την Τεχεράνη, επέμεινε, όμως, ότι μπορεί να έχει «άλλου είδους συναλλαγές» δείχνοντας και αυτό με τη σειρά του, μετά την ΕΕ, να αγνοεί τις αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις. Πηγές των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, πάντως, επέμεναν ότι κινεζική εταιρία έχει αναλάβει να κατασκευάσει και ένα υπερσύγχρονο σύστημα αεράμυνας στο Ιράν. Η πληροφορία ούτε καν σχολιάστηκε από το Πεκίνο.

Στα τέλη Ιουνίου, ο γραμματέας του ανώτερου συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Ιράν, Χασάν Ροουχάνι, επισκέφθηκε την Ινδία, όπου υπέγραψε την πρώτη συμφωνία, μεταξύ των δύο χωρών, σε θέματα ασφαλείας και άμυνας. Ο Ροουχάνι δεν παρέλειψε, παρά τις πρότερες μάλλον εχθρικές σχέσεις, να επισκεφθεί και το Πακιστάν, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδια κατασκευής ενός πετρελαιαγωγού από το Ιράν προς την Ινδία, που, αναγκαστικά, θα διασχίζει και το Πακιστάν.

Παράλληλα, η Τεχεράνη συνεχίζει την επέκταση των πετρελαιαγωγών της σε συνεργασία με την Ουκρανία και την Αρμενία. Με το, μάλλον εχθρικό, Αζερμπαϊτζάν, επίσης, υπέγραψε, στα τέλη Ιουλίου, συμφωνία συνεργασίας σε θέματα ασφαλείας ενώ ο Ιρανός ΥΠΕΞ έφθασε, πριν από λίγους μήνες, μέχρι και την Ιαπωνία. Παράλληλα, διασφάλισε ότι, τουλάχιστον, προς το παρόν, δεν τίθεται θέμα κατασκευής των πετρελαιαγωγών που σχεδίαζαν για το Αφγανιστάν των Ταλιμπάν, οι αμερικανικές Unical και Delta, διατηρώντας την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στη μεταφορά πετρελαίου προς την Ευρώπη.

Αναμένοντας τις εξελίξεις

Ενώ η αντίστροφη μέτρηση για ένα επικείμενο στρατιωτικό πλήγμα κατά του Ιράκ μοιάζει να έχει αρχίσει, η Τεχεράνη προειδοποιεί, διά στόματος του υπουργού Αμυνας, Αλί Σχαμκχάνι, την Ουάσιγκτον ότι «εάν πληγεί το Ιράκ αποσταθεροποιείται ολόκληρη η περιοχή του Κόλπου και απειλείται η ασφάλεια όλων των παρακείμενων χωρών, συμπεριλαμβανομένου του Ιράν, κάτι που δεν μπορεί να μην αντιμετωπιστεί καταλλήλως από την ιρανική ηγεσία». «Καταλλήλως», όμως, αναμένεται να «αντιμετωπιστεί» αυτό το ενδεχόμενο και από όλα εκείνα τα κέντρα που έχουν επενδύσει στο Ιράν με προνομιακούς όρους και σίγουρα δεν είναι διατεθειμένα να εγκαταλείψουν αμαχητί τα κέρδη τους. Δεν είναι τυχαίο ότι ουδείς εκ των συμμάχων των ΗΠΑ, πλην του Ισραήλ, δε συμμερίζεται τις ανησυχίες σχετικά με το Ιράν, ούτε επισήμως αλλά ούτε και ανεπισήμως.

Ισως, εκτιμούν πολλοί, αυτός είναι και ο λόγος που ο Αμερικανός Πρόεδρος επέλεξε να ανεβάσει τους τόνους κατά του Ιράν προκειμένου να καταστήσει σαφές ότι δε «θα αποδεχτεί αντιρρήσεις». Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της διαγραφόμενης «αναμέτρησης», οι διαστάσεις και η μορφή που αυτή θα λάβει, παραμένουν άγνωστα. Το βέβαιο είναι ότι, ούτως ή άλλως, οι «παράπλευρες απώλειες» αναμένονται δυσβάσταχτες για εκείνους που δε συμμετέχουν σε αυτήν τη γεωστρατηγική σκακιέρα, δηλαδή για τους λαούς της ευρύτερης περιοχής του Κόλπου.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ