ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 2 Αυγούστου 2002
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ
Η φτώχεια θα καταπολεμηθεί με ... σκληρότερη λιτότητα!

Το ΙΟΒΕ με χτεσινή έκθεσή του, ομολογεί πως, ενώ υπήρξε «σύγκλιση» της Ελλάδας με την ΕΕ το πρόβλημα της φτώχειας και της ανεργίας παραμένει οξύτατο, για να αξιώσει αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων με νέα αντιλαϊκά μέτρα

Η διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, η διατήρηση της φτώχειας και της ανεργίας σε πολύ υψηλά επίπεδα, υπήρξε το τίμημα που πλήρωσαν στη δεκαετία του 1990 τα λαϊκά στρώματα, για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Οπως προκύπτει και από τους σχετικούς δείκτες «συνοχής», που επεξεργάζεται η ίδια η ΕΕ, η κεφαλαιοκρατική αναπαραγωγή και κατά συνέπεια η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '90, συντελείται με όρους πολύ χειρότερους για τα λαϊκά στρώματα, σχετικά με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Παρά τους ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης και την «ονομαστική σύγκλιση» που σημειώθηκε σε βασικά οικονομικά μεγέθη, η Ελλάδα παραμένει η φτωχότερη χώρα της ευρωζώνης. Το ομολογούν πλέον και τα έντυπα που εκφράζουν θέσεις της οικονομικής ολιγαρχίας, όπως το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), όχι για να ζητήσουν εγκατάλειψη των πολιτικών που οδήγησαν σ' αυτή την κατάσταση, αλλά για να αξιώσουν την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας με σκληρότερη λιτότητα!

Ετσι, με την τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ που δόθηκε χτες στη δημοσιότητα, οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου καλούν την κυβέρνηση -με πρόσχημα τη γήρανση του πληθυσμού- να λάβει μεταξύ άλλων και νέα μέτρα, ώστε να γίνει ουσιαστική η «μεταρρύθμιση» στο ασφαλιστικό σύστημα. To ΙΟΒΕ, υιοθετώντας τους σχετικούς δείκτες «κοινωνικής συνοχής» που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Ενωση, επισημαίνει για την Ελλάδα, μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

  • η Ελλάδα παρουσιάζει έναν από τους υψηλότερους δείκτες ανισοκατανομής του εισοδήματος. Ο λόγος του 20% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα προς το 20% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα (σύμφωνα με τα στοιχεία της Ερευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 1998) είναι ίσος με 6,5, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης την ίδια περίοδο ήταν 5,4.
  • Το πρόβλημα της φτώχειας συγκριτικά με τις άλλες χώρες της ΕΕ παραμένει οξύ και - παρά τη «σύγκλιση» διατηρείται στα υψηλά επίπεδα του 1995! Αναφέρεται συγκεκριμένα ότι το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από το επίπεδο της φτώχειας, ακόμα και μετά την προσθήκη στα εισοδήματα των διαφόρων κοινωνικών παροχών, ξεπερνά το 20%, τη στιγμή που το μέσο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ενωση φτάνει το 18%. Τα ποσοστά φτώχειας στην Ελλάδα ήταν 22% το 1995, 21% το 1996, 23% το 1997 και 22% το 1998.
  • Από τα υψηλότερα ποσοστά (14%) παρουσιάζει η Ελλάδα και στο δείκτη εμμονή της φτώχειας, όπου καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση, μετά την Πορτογαλία, που βρίσκεται στην πρώτη θέση με ποσοστό 16%, ανάμεσα στις χώρες - μέλη της ΕΕ, όπου ο μέσος όρος ήταν 11%. Με το δείκτη αυτό καταγράφουν το ποσοστό του πληθυσμού που παραμένει κάτω από το όριο της φτώχειας για τρία συνεχή χρόνια.
  • Η μακροχρόνια ανεργία στην Ελλάδα (άνεργοι για περισσότερο από 12 μήνες) αυξήθηκε από 3,5% το 1991 σε 5,4% το 2001 και είναι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μετά την Ιταλία. Το μέσο ποσοστό μακροχρόνια ανέργων στην ΕΕ ήταν το 2001 3,2%.

Το γεγονός ότι -παρά τη «σύγκλιση» που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια σε ορισμένα βασικά οικονομικά μεγέθη στην Ελλάδα- οι Ελληνες εργαζόμενοι, παραμένουν οι φτωχότεροι μεταξύ των κατοίκων των μελών της ΕΕ, αποτυπώνεται και στα επίσημα στοιχεία της κοινότητας. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το έτος 2000, η χώρα μας καταλαμβάνει την 23η θέση μεταξύ 30 χωρών της Ευρώπης (σ.σ. συμπεριλαμβάνονται οι 15 χώρες μέλη και οι 15 υποψήφιες χώρες για ένταξη), στο σχετικό δείκτη ευημερίας που επεξεργάζεται η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία. Ετσι, το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, εκφρασμένο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης, προσδιορίστηκε στο 67% του μέσου όρου της Ευρώπης των «15». Στην πρώτη θέση βρίσκεται το Λουξεμβούργο με 194%, ενώ πάνω από την Ελλάδα βρίσκονται η Ισπανία με 82%, η Κύπρος με 78%, η Πορτογαλία με 73% και η Σλοβενία(!) με 68%.

Η ΟΝΕ ήταν μόνο η αρχή

Και αν ο στόχος της ΟΝΕ και η ονομαστική σύγκλιση ήταν σαφή, και με καθορισμένα κριτήρια, τα οποία επιτεύχτηκαν, η κυβέρνηση και το ιδιωτικό κεφάλαιο χρησιμοποιούν την «πραγματική σύγκλιση» σαν μέσο παραπέρα αφαίμαξης των λαϊκών στρωμάτων και όχι στόχο που πρέπει να εκπληρωθεί σε κάποιο ορατό χρονικό ορίζοντα! Επιθυμία του μεγάλου κεφαλαίου είναι να μην τελειώσουν ποτέ οι θυσίες των εργαζομένων και του λαού, αφού όπως αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης «Η πραγματική σύγκλιση, σε αντίθεση με την ονομαστική, είναι μια διαδικασία συνεχούς προσαρμογής και δε συνιστά συγκεκριμένο στόχο με σαφώς καθορισμένο χρονικό ορίζοντα»... Και σε άλλο σημείο, σημειώνουν πως «... η πραγματική σύγκλιση δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί και να ποσοτικοποιηθεί....». Με αυτές τις αναφορές, το μεγάλο κεφάλαιο ομολογεί ξεκάθαρα, πως η ΟΝΕ, ήταν μόνο η αρχή.

Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά στη διαδικασία κατάρτισης του προϋπολογισμού 2003, οι συντάκτες της έκθεσης αξιοποιούν την ευκαιρία, για να προβάλλουν στην κυβέρνηση τις αξιώσεις τους για σκλήρυνση της λιτότητας. Συγκεκριμένα, οι εμποροβιομήχανοι -με την έκθεση του ΙΟΒΕ- απαιτούν από την κυβέρνηση:

  • Να προχωρήσει στη δραστική μείωση των δαπανών του προϋπολογισμού, και κατά κύριο λόγο των ήδη «κουτσουρεμένων» κοινωνικών δαπανών.
  • Να επιταγχύνει τις διαδικασίες των «διαρθρωτικών αλλαγών», δηλαδή την παραχώρηση της δημόσιας περιουσίας στους ιδιώτες. Στο συγκεκριμένο τομέα, το ΙΟΒΕ διακρίνει «καλές προθέσεις» από την πλευρά της κυβέρνησης, ωστόσο οι εξελίξεις όπως αναφέρει δεν ήταν οι αναμενόμενες.

Επικριτικοί είναι οι μεγαλοβιομήχανοι και το υψηλό ποσοστό ανεργίας. Και ενώ παρατηρεί ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ελλάδα (3,8% εκτιμάται για το 2002) κινούνται σε μεγαλύτερα επίπεδα από τον μέσο όρο των χωρών στην ΕΕ, η ανεργία είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ. Ετσι αβίαστα, και με σαφή πρόθεση, αποδίδουν το υψηλό ποσοστό ανεργίας σε «καθαρά διαρθρωτικά προβλήματα», όπου για το ιδιωtικό κεφάλαιο διαρθρωτικά προβλήματα, είναι η μη κατάργηση του 8ωρου και η διεύρυνση της μερικής απασχόλησης.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Πληρώστε και ... σώστε!

Πληρώστε για να σωθείτε! Το εκβιαστικό αυτό μήνυμα έστειλε και χθες από τη Βουλή ο υφυπουργός Οικονομίας Απόστολος Φωτιάδης προς τους επαγγελματίες, που εντάσσονται στις ρυθμίσεις για τις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις 1993 - 1998!, μιλώντας σε συζήτηση πρότασης νόμου της ΝΔ. Ο υφυπουργός προανήγγειλε συνέχιση των ελέγχων από το Σεπτέμβρη, χαρακτηρίζοντας «σωτήριες» τις ρυθμίσεις του υπουργείου για τη «συνάφεια», λέγοντας ότι «έχει τελειώσει η διαδικασία του μη ελέγχου» και πως αν μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου δεν έχουν ενταχθεί στις μέχρι τώρα ειδικές ρυθμίσεις οι επαγγελματίες, τότε η φορολογία που θα επιβληθεί θα οφείλεται σε δική τους ευθύνη. Για να εξωραΐσει μάλιστα την κατάσταση, υποστήριξε πως «σήμερα καλούνται να πληρώσουν οι φορολογούμενοι μόνο το 5% του μέσου όρου του φόρου που θα πλήρωναν εάν γίνονταν έλεγχοι».

ΥΓΡΑ ΚΑΥΣΙΜΑ
«Φωτιά» οι τιμές στα νησιά

Με τις ευλογίες της «ελεύθερης αγοράς» και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Ανάπτυξης, που κάνει τα «στραβά μάτια», καταληστεύονται και αυτό το καλοκαίρι οι οδηγοί στις νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές, καθώς οι αποκλίσεις στις τιμές των βενζινών από τις λεγόμενες ενδεικτικές τιμές φτάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις και τα 15 λεπτά το λίτρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τιμή της αμόλυβδης φτάνει ακόμα και τα 85 λεπτά το λίτρο, τη στιγμή που η «ενδεικτική» διαμορφώνεται κάτω από 70 λεπτά το λίτρο.

Οι «ενδεικτικές τιμές» λιανικής πώλησης της σούπερ και της αμόλυβδης για σήμερα, όπως τις διαμορφώνει το υπουργείο Ανάπτυξης, έχουν ως εξής:

  • Για το λεκανοπέδιο της Αττικής και το νομό Θεσσαλονίκης η τιμή της σούπερ στα 0,708 ευρώ το λίτρο και της αμόλυβδης στα 0,660 ευρώ.
  • Για την Α` ζώνη η τιμή της σούπερ στα 0,722 ευρώ και της αμόλυβδης στα 0,675 ευρώ το λίτρο.
  • Για τη Β` ζώνη η τιμή της σούπερ στα 0,731 ευρώ το λίτρο και της αμόλυβδης στα 0,683 ευρώ.
  • Για τις περιοχές της Γ` ζώνης με 18% ΦΠΑ η «ενδεικτική τιμή» της σούπερ διαμορφώνεται στα 0,737 ευρώ το λίτρο και της αμόλυβδης στα 0,689 ευρώ, ενώ για τις περιοχές της ίδιας ζώνης με 13% ΦΠΑ οι αντίστοιχες τιμές είναι 0,707 για τη σούπερ και 0,664 για την αμόλυβδη.


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ