Το πρόβλημα του βαμβακιού θα λυθεί με τη συνέχιση των αγώνων για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Προς όφελος των μικρομεσαίων αγροτών η ενίσχυση του «τρίτου πόλου», που διαμορφώνεται με τις συνεργασίες του ΚΚΕ σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο
ICON |
Βεβαίως, εκτός από την πρωτότυπη πρόταση του Μ. Παπαγιαννάκη - μερικοί του ΣΥΝ διακρίνονται για τις πρωτότυπες ιδέες τους, μια ικανότητα η οποία, εν πολλοίς, οφείλεται στο γεγονός ότι συναναστρέφονται με ανθρώπους της «ευρωπαϊκής κοινωνίας» κι αποκτούν έτσι μια «κουλτούρα», μια «λεπτότητα», ένα «σαβουάρ βιβρ» - οι άλλες προτάσεις έχουν ξανακουστεί. Μάλιστα, κάποιοι αγρότες επιχείρησαν να τις υλοποιήσουν και ακόμα «τραβούν τα μαλλιά τους», καθώς το μόνο που κατάφεραν είναι να αυξήσουν τα χρέη τους και να δημιουργήσουν πρόβλημα στα χωράφια τους.
Το γεγονός ότι οι κυβερνητικοί ιθύνοντες, οι «συμπολιτευόμενοι» της αξιωματικής «αντιπολίτευσης» και οι κάθε λογής «συνεπίκουροί» τους επιμένουν στις ανεδαφικές προτάσεις για αναδιαρθρώσεις των καλλιεργειών, δείχνει ότι οι μικρομεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί της χώρας μας έχουν προγραφεί και κάποιοι βιάζονται να τους διαγράψουν από τα «αγροτικά κιτάπια».
Η κυβέρνηση δεν έχει πρόβλημα που πλήττεται καίρια μια δυναμική καλλιέργεια, με την οποία ασχολούνται κοντά στις 100.000 αγροτικές οικογένειες και σχετίζονται δεκάδες χιλιάδες άλλοι εργαζόμενοι στα συνεταιριστικά και ιδιωτικά εκκοκκιστήρια, στα υφαντουργεία, στο εμπόριο ένδυσης και σε άλλους τομείς που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με το βαμβάκι.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι «πηγή» του προβλήματος για το ελληνικό βαμβάκι είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από κει «ανάβλυσε» ο νέος καταστροφικός κανονισμός - τον ψήφισε, ευχαρίστως, και τον εφαρμόζει με «υπερβάλλοντα ζήλο» η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - ο οποίος επιβάλλει στη χώρα μας χαμηλή ποσόστωση παραγωγής βαμβακιού και θεσπίζει βαρύ πρόστιμο «συνυπευθυνότητας» στους παραγωγούς, αν ξεπεραστεί σε εθνικό επίπεδο. Η εφαρμογή του κανονισμού έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται κάθε χρόνο το εισόδημα των βαμβακοπαραγωγών και πολλοί ν' αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη βαμβακοκαλλιέργεια.
Για να επιταχύνει αυτή τη διαδικασία η κυβέρνηση παίρνει πρόσθετα μέτρα, πολλά από τα οποία εξειδικεύουν τις διατάξεις του κανονισμού. Ιδού μερικά:
Ενα από τα περιβόητα «μηνύματα» των πρόσφατων τοπικών εκλογών ήταν η εκδήλωση μεγάλης δυσαρέσκειας του αγροτικού κόσμου για την εφαρμοζόμενη αντιαγροτική πολιτική.
Ο Κ. Σημίτης δηλώνει ότι «η κυβέρνηση πήρε το μήνυμα» και ο Γ. Δρυς εξηγεί τι το έκανε, τονίζοντας: «Αλλαγή της αγροτικής πολιτικής δεν πρόκειται να γίνει».
Για να δικαιολογήσει την άρνηση, ο υπουργός Γεωργίας επικαλείται το ασφυκτικό πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΚΑΠ), που δεν επιτρέπει «εθνικές λοξοδρομίες». Δε μας λέει όμως ότι: Στη διαμόρφωση του ασφυκτικού πλαισίου της ΚΑΠ συνέβαλαν και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Είναι, λοιπόν, εμφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει δρομολογήσει προ πολλού, μέσω της ΚΑΠ, το ξεκλήρισμα όχι μόνο των βαμβακοπαραγωγών, αλλά γενικότερα των μικρομεσαίων αγροτών της Ελλάδας. Μ' αυτή την πολιτική συμφωνεί απολύτως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - άλλωστε την εφαρμόζει, με συνέπεια, επί πολλά χρόνια - και δεν το κρύβει. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γ. Δρυς δηλώνει ότι «είναι πρόβλημα για τη χώρα μας ο μεγάλος αριθμός αγροτικού δυναμικού», ενώ παλιότερα ο Θ. Πάγκαλος είχε πει ότι «ο αγροτικός πληθυσμός της Ελλάδας, από 20% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού πρέπει να πέσει στο 8%»!
Την ίδια αντιαγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης πρεσβεύει και θα εφαρμόσει, αν έρθει στην κυβερνητική εξουσία, και η ΝΔ, η οποία, όπως έδειξαν οι τοπικές εκλογές, φαίνεται να «καρπώνεται» πολιτικά το μεγαλύτερο μέρος της δυσαρέσκειας του αγροτικού κόσμου για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Με δεδομένο ότι τα κόμματα του δικομματισμού κινούνται στον ίδιο ευρωπαϊκό αντιαγροτικό «ντορό», πολλοί αγρότες δε βλέπουν διέξοδο κι απελπίζονται, θεωρώντας μοιραίο το «πέταγμά» τους στον «Καιάδα του ξεκληρίσματος» που έχει «σκάψει» η ΚΑΠ.
Κάνουν λάθος. Διέξοδος υπάρχει. Είναι η συνέχιση και η ένταση των πολύχρονων και σκληρών αγώνων του συνεπούς αγροτικού κινήματος για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε συμπαράταξη με τα άλλα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.
Αλλά για να έχει χειροπιαστά και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτός ο αγώνας, χρειάζεται οι μικρομεσαίοι αγρότες και τ' άλλα λαϊκά στρώματα να ενισχύσουν πολιτικά το ΚΚΕ, ενισχύοντας έτσι την πολιτική που προωθεί τη διαμόρφωση συνεργασιών σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο με άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις και στοχεύει στην πλατιά λαϊκή συσπείρωση και δράση για τη συγκρότηση του Λαϊκού Μετώπου, για τη Λαϊκή Εξουσία και τη Λαϊκή Οικονομία, που έχει ανάγκη ο τόπος μας και ο λαός μας...