ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Νοέμβρη 2002
Σελ. /20
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα αρβανίτικα τραγούδια της Ελλάδας

Το κτίριο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών
Το κτίριο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών
«...Από τ' άλλα τέσσερα νησιά (Σαλαμίνα, Πόρος, Υδρα, Σπέτσα) δεν ξέρω να υπάρχουν ούτε μελωδίες, μα ούτε και κείμενα. Τα νησιά αυτά είναι αλβανόφωνα, και θα έπρεπε ν' ασχοληθούμε μ' ένα ζήτημα ενδιαφέρον της λαογραφίας μας: τη συμβίωση, στην Ελλάδα, μα και στα ίδια τ' αλβανόφωνα μέρη, του ελληνικού και του αρβανίτικου τραγουδιού. Οι νησιώτες αυτοί τραγουδούν και στις δύο γλώσσες, κι όταν οι αλβανόφωνοι τραγουδούν τα ελληνικά τραγούδια φαίνεται να μην τα λεν διαφορετικά από τους ελληνόγλωσσους». Η παραπάνω διαπίστωση της Μέλπως Μερλιέ - ιδρύτριας του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών και του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου του - στο έργο της «Η Μουσική Λαογραφία στην Ελλάδα» (1935) απηχεί και τη μεγάλη της επιθυμία ενασχόλησης με αυτό το ενδιαφέρον κομμάτι της λαογραφίας μας, το αρβανίτικο τραγούδι. Φαίνεται ότι έπρεπε να περάσουν σχεδόν επτά δεκαετίες για να καλυφθεί το κενό με ένα σημαντικό έργο για αρβανίτικο τραγούδι στη χώρα μας. Ο λόγος για την «Ανθολογία αρβανίτικων τραγουδιών της Ελλάδας», ένα βιβλίο που αποτελεί μέρος της 17χρονης έρευνας του συγγραφέα - συνεργάτη του ΜΛΑ και γνωστού ερμηνευτή Θανάση Μωραΐτη. Είναι έκδοση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών και του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου και αφιερώνεται στη μνήμη της Μέλπως Μερλιέ και του δασκάλου του, συγγραφέα, Σπύρου Περιστέρη. Εκατόν πενήντα δύο αρβανίτικα τραγούδια απ' όλη την Ελλάδα, καταγραμμένα σε νότες, με ιστορικές, γλωσσολογικές, μουσικολογικές, προσωδιακές και μετρικές αναλύσεις, περιλαμβάνονται στο βιβλίο που αποτελεί καρπό συστηματικής έρευνας του Θ. Μωραΐτη, «βαθύ γνώστη της γλώσσας των ανθολογούμενων τραγουδιών και ικανότατο μουσικό», όπως αναφέρει ο διευθυντής του ΜΛΑ, Μάρκος Δραγούμης. Ο διακεκριμένος μουσικολόγος τονίζει στον πρόλογο πως η ανθολογία «έρχεται να γεμίσει ένα σημαντικό κενό και να επιτρέψει να τοποθετηθεί η μελέτη της δημοτικής μας μουσικής σε μια ευρύτερη βάση. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, μόνο με τέτοιου είδους βιβλία θα φτάσουμε στις συγκριτικές μελέτες, που τόσο πολύ μας χρειάζονται για να διευρυνθούν οι εθνομουσικολογικοί μας ορίζοντες».


«Η ενασχόλησή μου με τα αρβανίτικα τραγούδια άρχισε το 1985, χρονιά που γνώρισα τον ερευνητή και συγγραφέα Αριστείδη Κόλλια», αναφέρει ο Θ. Μωραΐτης. «Αμέσως μετά την πρώτη συναυλία με αρβανίτικα τραγούδια που έγινε τον ίδιο χρόνο στο θέατρο "Ορφέας" στην Αθήνα, άρχισα σιγά - σιγά, και αργότερα πιο συστηματικά, τις επιτόπιες έρευνες στις περιοχές, όπου ήξερα ή μάθαινα ότι τραγουδούσαν ακόμη οι ντόπιοι τα αρβανίτικα τραγούδια τους». Καθοριστικό, πάντως, για την απόφασή του να εργαστεί συστηματικά για την έκδοση της ανθολογίας - εκτός από το όνειρο της Μ. Μερλιέ και την επιθυμία του Μ. Δραγούμη να γίνει πραγματικότητα - ήταν η ανυπαρξία βιβλίων με αρβανίτικα τραγούδια γραμμένα σε νότες με μουσικολογικές, προσωδιακές και μετρικές αναλύσεις των τραγουδιών (πλην μερικών απλών καταγραφών που υπάρχουν στο βιβλίο του Γιάννη Γκίκα με τραγούδια της νότιας Εύβοιας, του Νίκου Σαλτάρη με τραγούδια από τη Σαλαμίνα, του Μάρκου Δραγούμη σε βιβλίο των Βλάση Μαστροκώστα και Χρήστου Μητροπέτρου, επίσης με τραγούδια της νότιας Εύβοιας και του ίδιου σε βιβλίο της Γιόνας Μικέ - Παϊδούση με τραγούδια από την Ερμιονίδα). Κι ακόμα, όπως αναφέρει ο Θ. Μωραΐτης, «η συνεχής πίεση του δασκάλου μου Σπύρου Περιστέρη να προχωρήσω την έρευνα των "δικών μας τραγουδιών", όπως αποκαλούσε τα αρβανίτικα τραγούδια».

Το βιβλίο συνοδεύεται με CD, όπου ακούγονται όλα τα τραγούδια από επιτόπιες κυρίως ηχογραφήσεις, ενώ ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν ανέκδοτες νέες θεωρητικές έρευνες και μουσικολογικές αναλύσεις του μαθηματικού, συνθέτη, ερευνητή Δημήτρη Λέκκα, ανέκδοτες εργασίες με ιστορικές αναφορές και αποσπάσματα βιβλίων και γλωσσολογικών ερευνών. Οπως αναφέρει ο Δ. Λέκκας, «τα αρβανίτικα τραγούδια εμφανίζουν μιαν αξιοσημείωτη ιδιομορφία σε σχέση με τον όγκο των τραγουδιών με κείμενο στην ελληνική γλώσσα. Συγκροτούν ένα ρεπερτόριο, που έμεινε ουσιαστικά στο πλαίσιο στενών παραδοσιακών κοινοτήτων, κι έτσι δεν εισήλθε στην πιεστική διαδικασία όσων μεταλλάξεων επιφέρουν οι επανειλημμένες εκτελέσεις σε πανηγύρια από επαγγελματίες μουσικούς, με όργανα πιο εκσυγχρονισμένα όπως το κλαρίνο και με την προεισαγωγή επιδράσεων από άλλα ακούσματα. Αντίθετα από άλλα παραδοσιακά ρεπερτόρια, ο όγκος των αρβανίτικων τραγουδιών διακρίνεται από τοπικότητα, εκτελέσεις αμιγώς φωνητικές ή συνοδευόμενες από πίπιζες ή φλογέρες και από λαούτα που δεν ακολουθούν νεότερα ήθη παίζοντας συγχορδιακά. Ετσι, διασώθηκαν παλαιότερες αμετάλλακτες νόρμες. Εξαίρεση αποτελούν τα λιγοστά τραγούδια, που έσπασαν το φράγμα του τόπου τους, έγιναν δημοφιλή, τραγουδήθηκαν και παίχτηκαν σε πανηγύρια από επαγγελματίες τραγουδιστές και κλαρινίστες, είτε αποδόθηκαν από μέλη συλλόγων με την εποπτεία μαέστρων ή επιμελητών με γνώσεις και ακούσματα δυτικής κυρίως και αστικολαϊκής μουσικής».

Επικό τραγούδι με μεσαιωνική μελωδία, που γράφτηκε ίσως την εποχή της ακμής του Αλί Πασά, όταν τα Γιάννινα ήταν «πρώτα στ' άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα»
Επικό τραγούδι με μεσαιωνική μελωδία, που γράφτηκε ίσως την εποχή της ακμής του Αλί Πασά, όταν τα Γιάννινα ήταν «πρώτα στ' άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα»
Το βιβλίο διατίθεται από τον εκδοτικό οίκο «Κατάρτι» (Μαυρομιχάλη 9, τηλ. 210-3604793), καθώς και από τη Λέσχη του Δίσκου (Ακαδημίας 57, τηλ. 210-3631819), από την οποία γίνεται η διακίνηση - διανομή των εκδόσεων του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου.


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


Μπάλα, πολιτική και καρέκλες

Εδώ και πολλά χρόνια, σχεδόν από το 1453, οι Ελληνες και οι Τούρκοι προσπαθούν να ξεχάσουν όσα τους χωρίζουν και να έρθουν πιο κοντά. Να ξεχάσουν οι μεν τον Κωνσταντίνο τον Παλαιολόγο, τον επονομαζόμενο και μαρμαρωμένο και οι δε τον Μωάμεθ, τον δεύτερο, τον επονομαζόμενο και πορθητή και να πουν ο ένας στον άλλον πως ό,τι έγινε έγινε, όπως συμβαίνει με όλα όσα γίνονται στην Ιστορία, χωρίς ποτέ να κατορθώσει κανείς να σταματήσει αυτό το εφιαλτικό ποτάμι που τραβάει το δρόμο του και έτσι εμείς μεγαλώνουμε και τα «πράγματα» μένουν εκεί που έγιναν. Και το κακό είναι πως όταν εμείς φύγουμε, με το καλό με το κακό δεν έχει σημασία, τα «πράγματα»μένουν εκεί που τ' αφήσαμε, για να τα θυμούνται πότε πότε, να τα γιορτάζουν κιόλας και άλλες φορές να είναι χαρούμενοι για όσα θυμούνται και άλλες φορές λυπημένοι. Αυτό, με άλλα λόγια, σύντομα και απλά, είναι η Ιστορία, μια ασταμάτητη πορεία προς τα εμπρός, με τα «πράγματα» να μένουν στη θέση τους και τους ανθρώπους να φεύγουν. Οπως, να πούμε έφυγαν ο Παλαιολόγος ο Κωνσταντίνος και ο Πορθητής ο Μωάμεθ, τα «πράγματά» τους όμως έμειναν και έτσι, είτε μας αρέσουν είτε όχι αυτά, δεν μπορούμε, δεν έχουμε, δηλαδή, το ιστορικό δικαίωμα, να τα ξεχνούμε κι όταν μας τα θυμίζουν να μας κακοφαίνεται. Το μεγάλο πρόβλημα όμως δεν είναι που μας τα θυμίζουν ούτε που μας κακοφαίνεται, είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται αυτό και οι παράγοντες που διαμορφώνουν αυτές τις συνθήκες.

Ας τα πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή: «το απόγεμα της 29ης Μαΐου 1453 ο σουλτάνος μπήκε στην πολυπόθητη πόλη. Ιππεύοντας ένα άσπρο άλογο, διέσχισε μια λεωφόρο πλημμυρισμένη από θάνατο. Το κέντρο της Κωνσταντινούπολης είχε παραδοθεί στη λεηλασία από το θριαμβευτή οθωμανικό στρατό. Σύμφωνα με ένα Βενετσιάνο παρατηρητή, αίμα έρεε στους δρόμους σαν το νερό της βροχής ύστερα από ξαφνική μπόρα, πτώματα έπλεαν προς τη θάλασσα σαν τα πεπόνια κατά μήκος κάποιου καναλιού». Ενας Οθωμανός αξιωματικός, ο Τουρσούν Μπέη, έγραψε πως οι στρατιώτες «πήραν ασημένια και χρυσά σκεύη, πολύτιμους λίθους και κάθε λογής αντικείμενα ως και υφάσματα από το αυτοκρατορικό παλάτι και τις κατοικίες των πλουσίων. Ετσι, πολλοί ξέφυγαν από τη φτώχεια και έγιναν πλούσιοι. Ολες οι σκηνές γέμισαν με όμορφα αγόρια και εξαίσια κορίτσια».

Ο σουλτάνος προχώρησε έφιππος, ώσπου έφτασε στη μητέρα εκκλησία της Ανατολικής Χριστιανοσύνης και έδρα του οικουμενικού Πατριάρχη, καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας, χτισμένο πριν από χρόνια από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, με το μεγαλύτερο τρούλο της Ευρώπης. Αφίππευσε και έσκυψε να σηκώσει από τη γη μια χούφτα χώμα, με το οποίο περιέλουσε το τουρμπάνι του σε ένδειξη ταπεινότητας ενώπιον του Θεού. Στο εσωτερικό του ναού που οι Ελληνες θεωρούσαν «επίγειο παράδεισο, θρόνο της του θεού δόξης, το όχημα των χερουβείμ», ένας Τούρκος διαλαλούσε «Δεν υπάρχει Θεός παρά ο Αλλάχ Μωάμεθ είναι ο προφήτης του». Ο καθεδρικός ναός της Αγίας Σοφίας είχε γίνει το τέμενος «Αγιά Σοφιά». Τη στιγμή της εισόδου του σουλτάνου, εκατοντάδες Ελληνες που είχαν καταφύγει στον καθεδρικό ναό ελπίζοντας να σωθούν από ένα θαύμα, οδηγούνταν έξω σε αγέλες απ' αυτούς που τους είχαν αιχμαλωτίσει. Ο σουλτάνος σταμάτησε έναν από τους στρατιώτες του που κατέστρεφε το μαρμάρινο δάπεδο, λέγοντας, με την έπαρση ενός πορθητή: «αρκέσου στα λάφυρα και στους σκλάβους, τα κτίρια της πόλης ανήκουν σε μένα» (συνεχίζεται).


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ