ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Νοέμβρη 2002
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τα παιδιά είναι δύσκολο και απαιτητικό κοινό

Μπορεί, άραγε, το αιώνιο μήνυμα του Σαίξπηρ, για την αποδοχή του αντίθετου και τη συνύπαρξη με το διαφορετικό, να μεταδοθεί στους μικρούς θεατρόφιλους, χωρίς να χάσει τη δύναμή του, αλλά και χωρίς να τους πέσει κάπως «βαρύ»; Για να δούμε... Τι θα γινόταν, άραγε, αν ένας σκύλος (και, μάλιστα, ο «ποιμενικός Ελλην») ερωτευόταν μια γατούλα (και μάλιστα ...«Αγκύρας»); Πώς θα αντιμετώπιζαν το σκάνδαλο οι άλλοι σκύλοι και γάτοι ράτσας, όπως ο Τυβάλτος, τα κοπρόσκυλα, όπως ο Μερκούτιος, οι κεραμιδόγατες, όπως η Παραμάνα, και οι ...σκυλόσοφοι, όπως ο πατέρας Λαυρέντης; Και οι άνθρωποι; Τι θα έκαναν, αλήθεια, οι κυρίες Μαίρη Μοντέγου και Βιβή Καπουλέτου, βλέποντας τα αγαπημένα τους τετράποδα να πηγαίνουν κόντρα σε όλους τους νόμους της φύσης και της κοινωνίας; Αλλά και η αστυνομία, οι φιλοζωικές οργανώσεις, το κράτος πώς θα αντιδρούσαν;

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δίνονται στην παιδική σκηνή του θεάτρου «Βασιλάκου», όπου η «Παιδική Αυλαία» και το θέατρο «Διαδρομή» παρουσιάζουν για μικρούς και μεγάλους πάντα φίλους το έργο του Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», σε διασκευή του Γιάννη Καλατζόπουλου, ο οποίος μας έχει συνηθίσει σε υπέροχες διασκευές κλασικών και μεγάλων έργων του παγκόσμιου δραματολογίου για θέατρο για παιδιά.

Καπουλέτοι και Μοντέγοι

Το έργο αυτό ήταν ένα παλιό όνειρο του Γιάννη Καλατζόπουλου, το οποίο, όπως ο ίδιος μας λέει, «πέρα από το γεγονός ότι πρόκειται για ένα αριστούργημα σαν ένα έργο αγάπης και, μάλιστα, μιας αγάπης αγνής, άδολης δυο παιδιών, έχει και το εκπληκτικό μήνυμα της συμφιλίωσης ανθρώπων που μισιούνται. Οι Καπουλέτοι και οι Μοντέγοι συμβολίζουν ανά τους αιώνες τη φανατική έχθρα. Την έχθρα που δε στηρίζεται σε κάποιους λόγους, αλλά έχει καλλιεργηθεί από τα χρόνια, από τους μύθους, από τις διαστρεβλώσεις, από την προκατάληψη. Ο λόγος που δεν το έκανα μέχρι τώρα για παιδιά, ήταν γιατί προσέκρουα στο φινάλε του. Τους θανάτους το δηλητήριο, πράγματα, δηλαδή, πολύ σκληρά για την παιδική ψυχή. Εψαχνα, λοιπόν, μέσα μου να βρω τρόπο να μην πληγωθούν τα παιδιά. Γιατί πάντα στις διασκευές προσπαθώ να μην μεταφέρω απλώς την υπόθεση του έργου, αλλά και το πνεύμα του συγγραφέα, ακόμη και τον τρόπο που γράφει -άλλο αν τα καταφέρνω ή όχι. Ελεγα τι ωραίο έργο, αλλά πώς να πληγώσω ένα παιδάκι; Και το βρήκα, αλλά δε θα σας το πω για να μην το "προδώσω"».


- Πάντως, δεν πρέπει να είναι και στην καλύτερη εποχή του το θέατρο και γενικά, αλλά, πολύ περισσότερο, το θέατρο για παιδιά, ενώ πριν μερικά χρόνια υπήρχε μια αισιοδοξία, γιατί αρκετοί θίασοι έκαναν θέατρο με σεβασμό στο μικρό θεατή.

- «Ναι και είναι πολλοί οι λόγοι. Μπορεί εύκολα να πει κανείς ότι φταίει το γεγονός πως προστίθενται καινούριοι θίασοι. Δεν είναι μόνον αυτό το πρόβλημα. Το κυριότερο και το πιο απογοητευτικό είναι ότι όλο και λιγότερο η ζωή μας γίνεται πνευματική. Οι ανάγκες των ανθρώπων πια μετατοπίζονται με ραγδαίους ρυθμούς από το πνεύμα στην ύλη και αυτό είναι απογοητευτικό. Οχι πως υποτιμάμε την ύλη... Η ύλη ήταν πάντα η βάση των πραγμάτων, αλλά το θέατρο, ο πολιτισμός, η πολιτιστική και ηθική καλλιέργεια έχει γίνει είδος, όχι δεύτερης και τρίτης, αλλά πολύ τελευταίας ανάγκης».

Προθέσεις, όνειρα... απογοητεύσεις

- Από την άλλη όμως και η πολιτεία, ενώ στηρίζει και σωστά στηρίζει κάποια ποιοτικά θέατρα, όλο και λιγότερο στηρίζει το παιδικό θέατρο...

- «Ναι. Με τρόπο ...σα να είναι ο φτωχός συγγενής. Υπάρχει μια πλήρης σύγχυση των ανθρώπων, ένας φαύλος κύκλος που ανατροφοδοτεί συνεχώς την κρίση. Βλέπουν ότι τέσσερα - πέντε θέατρα για παιδιά, κάθε χρόνο, πάνε καλά. Δε σκέφτονται, όμως, ότι αυτό μπορεί να σημαίνει ότι έχουν χρόνια μια προσφορά και αυτή αναγνωρίζεται, είτε ότι δαπανούν τεράστια χρηματικά ποσά, είτε από μεράκι, είτε επειδή τα έχουν, όπως το Εθνικό, για παράδειγμα. Βλέποντας, λοιπόν, ότι πάνε καλά, νομίζουν ότι είναι εύκολο κέρδος. Γι' αυτό κάθε χρόνο βλέπουμε και τέσσερις - πέντε καινούριους θιάσους που λειτουργούν για μια φορά. Ετσι, επειδή στοχεύουν στο κέρδος, λειτουργούν με οικονομικά - εμπορικά κριτήρια. Χαμηλό κόστος, φτηνιάρικο σκηνικό, με έργο προχειρογραμμένο, με ηθοποιούς που δεν είναι επαγγελματίες, όταν μάλιστα ξέρουμε ότι οι ηθοποιοί που παίζουν θέατρο για παιδιά χρειάζονται μια πείρα, μια ωριμότητα, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν ένα τόσο δύσκολο κοινό, όπως είναι τα παιδιά. Ετσι, όσο χαμηλό κι αν είναι το κόστος, με ένα τόσο χαμηλό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και με έναν τέτοιο ανταγωνισμό, δε βγάζουν το κέρδος που υπολόγιζαν. Δεν πληρώνουν τους ηθοποιούς τους και αν τους πληρώνουν δεν είναι με βάση τις συλλογικές συμβάσεις, δεν πληρώνουν ΙΚΑ και πάλι μπαίνουν μέσα ή δε βγάζουν όσα πίστευαν. Ετσι, και έχουν κάνει τη ζημιά σε κάποιους θιάσους και, αφ' ετέρου, έχουν γίνει το παράδειγμα σε άλλους. Είναι μια κατάσταση, η οποία, όχι μόνο δε λύνει κανένα πρόβλημα, αλλά, αντίθετα, πολλαπλασιάζει τα προβλήματα».

- Θα πίστευε, πάντως, κανείς ότι με έναν τέτοιο πληθωρισμό θεάτρων, θιάσων και παραστάσεων θα έπρεπε η ανεργία στο χώρο των ηθοποιών να μειώνεται, αλλά δε συμβαίνει αυτό. Γιατί;

- «Ανεργία δε σημαίνει μόνον κάποιος που δεν εργάζεται, σημαίνει και κάποιος που δεν μπορεί να ζήσει από τη δουλιά του. Δεν είναι πιο άνεργος αυτός που κάθεται σπίτι του, από αυτόν που δουλεύει χωρίς να πληρώνεται. Στα 200 θέατρα, για παράδειγμα, που λειτουργούν το χρόνο - είτε ολόκληρη την περίοδο, είτε για λίγες παραστάσεις, γιατί έχουμε και το φαινόμενο αυτό, ένας ηθοποιός μπορεί να κάνει κάποιους μήνες πρόβες και να παίζει για κάποιες παραστάσεις. Είναι συχνό το φαινόμενο να μην αμείβεται ο ηθοποιός με τη συλλογική σύμβαση, αλλά με ένα χαρτζιλίκι ή και καθόλου. Δεν μπορούμε να πούμε, λοιπόν, ότι η λειτουργία των πολλών θεάτρων μειώνει την ανεργία, αντίθετα την αυξάνει κρύβοντάς την. Και μάλιστα, τους κάνει διπλά δυστυχισμένους. Γιατί, από τη μια μεριά, δεν εκπληρώνουν το καλλιτεχνικό τους όνειρο πολλές φορές, αλλά και να το εκπληρώνουν, όταν ένας ηθοποιός βλέπει ότι για να ζήσει πρέπει πάλι να δουλέψει στο μπαρ το βράδυ, ή να δουλέψει ως τηλεφωνήτρια ή σε οποιαδήποτε άλλη δουλιά, δεν καταλαβαίνω πώς αυτό μπορεί να είναι καλό για το θέατρο».

«Είχαμε ελπίσει ότι η ανάπτυξη του καλού παιδικού θεάτρου θα βοηθήσει συνολικά και το θέατρο. Αυτό το στηρίζαμε στο ότι το καλό παιδικό θέατρο δημιουργεί τους αυριανούς θεατές. Σιγά - σιγά διαπιστώνουμε ότι είμαστε Δον Κιχώτες και ότι χτίζουμε στην άμμο, αλλά ευτυχώς γίνονται όλο και περισσότεροι αυτοί οι θίασοι. Κάθε δύο - τρία χρόνια, κάνει την εμφάνισή του κι ένας θίασος με πολύ καλές προθέσεις και με πολύ καλά αποτελέσματα. Παρ' όλα αυτά, το κοινό, το οποίο προσελκύουμε, είτε όταν τα παιδάκια έρχονται με τους γονείς τους, είτε με τα σχολεία τους, φτιάχνεις κάτι για να στο χαλάσει την ίδια ώρα η τηλεόραση, ή ένας άλλος κακός παιδικός θίασος. Το παιδί είναι απροστάτευτο ακόμη και από τον γονιό. Γιατί πολλοί γονείς αντιμετωπίζουν το παιδικό θέατρο σαν τρόπο να "παρκάρουν" το παιδί τους για δυο ώρες. Μπαίνουν μέσα τα παιδιά και οι γονείς κάθονται στο φουαγιέ για κουβέντα ή πολλές φορές τα αφήνουν για να τα πάρουν όταν τελειώσει η παράσταση. Ομως, η δουλιά του θεάτρου ολοκληρώνεται είτε στο σπίτι από τον γονιό, είτε στο σχολείο από τους δασκάλους. Και, δυστυχώς, το ίδιο συμβαίνει και με τους δασκάλους. Συχνά έχουμε την εικόνα μιας γεμάτης αίθουσας με παιδιά που πολύ το διασκεδάζουν και καμιά δεκαριά δάσκαλοι που δεν παρακολουθούν μαζί με τα παιδιά την παράσταση, έτσι ώστε να απαντήσουν στις απορίες και τα ερωτηματικά των παιδιών».

Η παράσταση ανεβαίνει σε διασκευή και σκηνοθεσία Γιάννη Καλατζόπουλου, σκηνικά - κοστούμια Ασπελίνας Σπανού, μουσική Δημήτρη Λέκκα και χορογραφία Ντανιέλ Λομέλ. Παίζουν: Χάρης Αρώνης, Ελενα Αρβανίτη, Γιάννης Καλατζόπουλος, Κώστας Δαρλάσης, Ζωή Αβραμίδου, Στέλιος Γούτης, Δημήτρης Γιώτης.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ