Εκθεση βιβλίων εικονογραφημένων από το μεγάλο χαράκτη Α. Τάσσο φιλοξενείται στην Αίθουσα Τέχνης της Εταιρείας Εικαστικών Τεχνών Α. Τάσσος (Αρδηττού 34, Μετς). Εως τις 21 του Δεκέμβρη παρουσιάζονται όλες οι εκδόσεις που εικονογράφησε ο καλλιτέχνης από το 1940 έως το 1981. Πρόκειται για βιβλία εικονογραφημένα με ξυλογραφίες, σχέδια και τέμπερες. Παράλληλα, εκτίθενται προσχέδια, μακέτες και δοκιμαστικά τυπώματα διαφόρων βιβλίων του.
Ο Α. Τάσσος ήταν από τους πρώτους σπουδαστές στο εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού (1932-1939) στη Σχολή Καλών Τεχνών που διδάχτηκαν την τέχνη του βιβλίου. Η ενασχόλησή του με το βιβλίο αρχίζει μόλις το 1940, αμέσως μετά την αποφοίτησή του και συνεχίζεται χωρίς διακοπή μέχρι το θάνατό του. Πρόκειται για βιβλία στα οποία σχεδίασε εξ αρχής την εικονογράφηση και όχι για εκδόσεις στις οποίες ανατυπώθηκαν γνωστές ξυλογραφίες του. Σ' αυτά συμπεριλαμβάνονται τα πέντε λευκώματα που κυκλοφόρησαν στην Κατοχή από την Ομάδα των καλλιτεχνών του ΕΛΑΣ και την Ομάδα Χαρακτών της Εθνικής Αντίστασης, καθώς και το «Πούσι», το οποίο ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας των: Δ. Γιαννουκάκη, Γ. Μόραλη, Α. Κορογιαννάκη, Γ. Μόσχο, Γ. Βακαλό και Γ. Βελισσαρίδη.
Αμέσως μετά τον πόλεμο και συγκεκριμένα το 1945, ιδρύεται από το ΚΚΕ η εκδοτική εταιρία «Τα Νέα Βιβλία» και ο Α. Τάσσος αναλαμβάνει καλλιτεχνικός υπεύθυνος. Στα τρία χρόνια λειτουργίας της κυκλοφόρησαν βιβλία με κοινωνικό περιεχόμενο, ιστορικές μονογραφίες, μελέτες για σπουδαίους ποιητές, καθώς και παλαιότερες ή νέες ποιητικές συλλογές. Σ' αυτή την περίοδο συνεργάζεται με την Αυγή Σακαλή, τη Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη, τον Βασίλη Ρώτα, τον Μενέλαο Λουντέμη και το στενό του φίλο Δημήτρη Φωτιάδη. Ειδικά για την έκδοση του «Μακρυγιάννη» σχεδίασε ένα υπέροχο εξώφυλλο με την αυστηρή, αλλά και ταυτόχρονα φιλική μορφή του αγωνιστή.
Η στροφή του χαράκτη, που παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του '60, είναι εμφανής στα «Ματωμένα χώματα» (1963), ενώ το 1965 οι ολοσέλιδες ξυλογραφίες του κοσμούν την έκδοση, σε συνεργασία με τον Γ. Σεφέρη, «Ασμα Ασμάτων». Τα 600 αντίτυπα της βιβλιοφιλικής αυτής έκδοσης εξαντλήθηκαν μέσα σε έξι ημέρες. Εγχρωμες ξυλογραφίες και πολλά διακοσμητικά, όλα χαραγμένα σε όρθιο ξύλο, περιλαμβάνει η «Ανάβαση» του Ξενοφώντα (1969) και η δίτομη «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» του Θουκυδίδη (1974).
Εικονογραφώντας το θαυμάσιο κείμενο του «Επιταφίου» του Γιάννη Ρίτσου (επετειακή έκδοση του 1979), ο Τάσσος ανατρέχει σε μορφές και μοτίβα γνωστά από τις συνθέσεις του «Λεπτομέρεια Εμφυλίου Πολέμου» (1961), «Μνήμη Γ. Σεφέρη» (1971) και «17 Νοέμβρη 1973» (1974), κατεβάζοντας τους τόνους και χαράζοντας επτά ξυλογραφίες που μέσα τους συνυπάρχει ο πόνος, η αγωνία, η συμμετοχή και η ελπίδα.
Το σύνολο των βιβλίων που εικονογράφησε ο Α. Τάσσος ξεπερνούν τα εξήντα, σ' ένα διάστημα 45 χρόνων. Τα αντίτυπα που παρουσιάζονται στην έκθεση προέρχονται αποκλειστικά από το Αρχείο της Εταιρείας, το οποίο είναι σήμερα πλήρες, αφού τα δεκατέσσερα χρόνια λειτουργίας της έγινε προσπάθεια να συγκεντρωθεί κάθε έντυπο εικονογραφημένο, σχεδιασμένο ή επιμελημένο από τον Τάσσο. Στον κατάλογο των βιβλίων δε συμπεριλαμβάνονται τα δεκάδες βιβλία τα οποία κοσμούνται στο εξώφυλλο ή στο εσωτερικό τους με γνωστά χαρακτικά έργα του μεγάλου μας καλλιτέχνη.
Ο Α. Τάσσος, όπως και οι περισσότεροι χαράκτες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, βασίστηκαν στη δύναμη της ξυλογραφίας. Εχοντας επιλέξει το ξύλο για να εκφραστούν και γνωρίζοντας τις δυνατότητές του, δημιούργησαν συνθέσεις από υποσέλιδα μέχρι και δισέλιδες εικόνες για κάθε είδους έκδοση, σε κάθε ποιότητας χαρτί, παράγοντας μοναδικά αποτελέσματα. Η αγάπη του Α. Τάσσου για το βιβλίο φαίνεται στη λεπτομέρεια του κάθε εντύπου που επιμελήθηκε. Αντιμετώπιζε το βιβλίο σαν αντικείμενο τέχνης, γνωρίζοντας ότι έπρεπε να είναι χρηστικό και προσιτό. Οπως αναφέρει η Ειρ. Οράτη, «κάθε έκδοση γινόταν ο ίδιος του ο εαυτός, η φροντίδα, η αγάπη, η πρόκληση, ο αγώνας, η δικαίωσή του».