ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Γενάρη 2003
Σελ. /28
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΡΑΚ - ΗΠΑ
Αντίστροφη μέτρηση γενικής αποσταθεροποίησης

Associated Press

Η κατάθεση της έκθεσης του ιρακινού οπλοστασίου, από τη Βαγδάτη στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στις αρχές του Δεκέμβρη, φαίνεται ότι σήμανε την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για την κήρυξη πολέμου κατά του Ιράκ.

Η κατάθεση στιγματίστηκε, κατ' αρχάς, από τα παρατράγουδα που προκλήθηκαν ανάμεσα στα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας από την «πραξικοπηματική», όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, απόσπαση του μοναδικού αληθινού αντιγράφου της έκθεσης από την Ουάσιγκτον, με τη δικαιολογία ότι είναι η μοναδική που έχει την τεχνική δυνατότητα να δημιουργήσει αντίγραφα σε μικρό χρονικό διάστημα. Σφοδρές ήταν οι αντιδράσεις και των μη μονίμων μελών του Συμβουλίου, όταν, μετά από 10 ημέρες, τους παραδόθηκε το 1/4 των ιρακινών εγγράφων, με την αιτιολογία ότι τα υπόλοιπα αφορούν στην κατασκευή όπλων μαζικής καταστροφής και κατά συνέπεια είναι αυστηρά περιφρουρημένες πληροφορίες.

Ο επικεφαλής των επιθεωρητών, Χανς Μπλιξ, εκφράζοντας την άποψη και της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, υποστήριζε, στην επίσημη πρώτη αποτίμηση της έκθεσης στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ότι δεν εμπεριέχει καινούριες πληροφορίες, ενώ αντίθετα υπάρχουν ορισμένες ανακρίβειες. Εσπευσε, όμως, να συμπληρώσει ότι η Βαγδάτη έχει αποδεχτεί να δώσει εξηγήσεις, ενώ οι επιθεωρητές με τους ελέγχους τους είναι αυτοί που θα κρίνουν, τελικώς, την αξιοπιστία των ιρακινών δηλώσεων. Για «γκρίζες ζώνες» στην ιρακινή έκθεση έκανε λόγο και η Γαλλία, αλλά όπως και τα υπόλοιπα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (Ρωσία - Κίνα) υποστήριξε ότι οι επιθεωρήσεις είναι αυτές που διαλευκάνουν την υπόθεση.


Associated Press

Αντίθετα, η Ουάσιγκτον και κατά πόδας το Λονδίνο, με μικρές διαφοροποιήσεις, είχαν, ήδη, υψώσει τους τόνους, πριν καν δημοσιοποιηθεί η επίσημη εκτίμηση των υπολοίπων. Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Κόλιν Πάουελ, μετά τη σχετική συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, ανακοίνωνε ότι για το Λευκό Οίκο «οι τεράστιες παραλείψεις της ιρακινής έκθεσης συνιστούν παραβίαση της απόφασης 1441 του ΟΗΕ». Επιβεβαιώνοντας, όμως, τις υπάρχουσες διαρροές, συμπλήρωσε ότι η Ουάσιγκτον δε θα καταφύγει άμεσα στη στρατιωτική βία. Ο Πρόεδρος Μπους, που χαρακτήρισε την έκθεση «μεγάλη απογοήτευση», φαίνεται ότι επέλεξε να δώσει ένα περιθώριο λίγων ημερών στους επιτελείς του να απεργαστούν τα τελευταία επιχειρησιακά σχέδια, να προσπαθήσουν να αντιστρέψουν την επιφυλακτικότητα της αμερικανικής κοινής γνώμης και να εκβιάσουν περισσότερους συμμάχους διεθνώς.

Η Βρετανία, τόσο στο Συμβούλιο Ασφαλείας όσο και σε δηλώσεις αξιωματούχων της, συντάχθηκε με την αμερικανική θέση περί «τεράστιων απογοητευτικών ελλείψεων», αλλά προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στις ΗΠΑ και στους υπολοίπους, εκτιμώντας ότι θα υπάρξει «παραβίαση της απόφασης 1441, μόνο εφόσον η Βαγδάτη αρνηθεί να δώσει εξηγήσεις». Πάντως, ο Βρετανός υπουργός Αμυνας και ο πρωθυπουργός φρόντισαν να ανακοινώσουν ότι η Βρετανία προετοιμάζεται για πολεμική σύρραξη. Μέσα στο πλαίσιο των γενικών προετοιμασιών, μάλλον θα πρέπει να εντάξει κανείς και την αιφνιδιαστική πρωτοβουλία του Βρετανού πρωθυπουργού να συγκαλέσει, στις αρχές του νέου χρόνου, σύνοδο στο Λονδίνο όλων των εμπλεκομένων στο Μεσανατολικό, με στόχο «την προώθηση των παλαιστινιακών μεταρρυθμίσεων και την επιτάχυνση της εφαρμογής του ειρηνευτικού σχεδίου του διαμεσολαβητικού Κουαρτέτου».


Associated Press

Οι διαβεβαιώσεις των Βρετανών αξιωματούχων ότι ο πόλεμος δεν είναι αναπόφευκτος, δε φαίνεται να πείθουν κανέναν. Ακόμη και ο «αισιόδοξος» ως προς την έκβαση της ιρακινής κρίσης, Σύρος Πρόεδρος, που επισκέφθηκε το Λονδίνο, ολοκλήρωσε τις επαφές του αλλάζοντας άρδην τις προβλέψεις του και μιλώντας για «προαποφασισμένη στρατιωτική επέμβαση».

Πολεμικές προετοιμασίες

Τα αμερικανικά στρατεύματα έχουν τεθεί επί ποδός πολέμου, εδώ και πολύ καιρό. Τα περισσότερα αμερικανικά αεροπλανοφόρα έχουν σπεύσει στον Κόλπο, ενώ πολεμοφόδια και τεχνικός εξοπλισμός συντονισμού και διοίκησης έχει μεταφερθεί από την απρόθυμη Σ. Αραβία στο Κατάρ και στο Κουβέιτ. Οι ασκήσεις, που επισήμως έχουν προγραμματιστεί εδώ χρόνια, διαδέχονται η μία την άλλη και στόχος τους είναι ο καλύτερος δυνατός συντονισμός σε περίπτωση επίθεσης στο Ιράκ. Τα αμερικανικά αεροσκάφη βομβαρδίζοντας, σχεδόν, καθημερινά τις «ζώνες απαγόρευσης πτήσεων» στο βορρά και στο νότο του Ιράκ, αποκτούν, όπως έλεγε χαρακτηριστικά Αμερικανός αξιωματούχος, «εκπληκτική πείρα για τον τρόπο αντίδρασης του εχθρού και τις τοποθεσίες των στόχων».

Παράλληλα, το Πεντάγωνο άρχισε τις μεταδόσεις αντικαθεστωτικών εκπομπών από αμερικανικά αεροσκάφη πάνω από το Ιράκ, καθημερινά, ενώ έχουν γίνει δεκάδες ρίψεις προπαγανδιστικών φυλλαδίων. Στις ΗΠΑ, έχουν ανακληθεί χιλιάδες έφεδροι και μέλη της εθνοφρουράς, κίνηση, που όπως υποστήριζε αναλυτής λίγο πριν τη γνωστοποίησή της, δε θα γινόταν άμεσα, αν η εξαπόλυση στρατιωτικής επίθεσης εναντίον του Ιράκ δεν προγραμματίζεται για τα μέσα Γενάρη, πιθανότατα ανάμεσα στις 18-22 του μηνός.

Τότε αναμένεται να έχει καταπλεύσει στην περιοχή και η ειδική μονάδα κρούσης του βρετανικού ναυτικού, της οποίας η αποστολή με επικεφαλής το αεροπλανοφόρο «Αρκ Ρουαγιάλ», επιβεβαιώθηκε και επισήμως. Επίσης, η βρετανική κυβέρνηση έχει αρχίσει, ήδη, να μισθώνει εμπορικά φορτηγά πλοία, προκειμένου να μεταφέρει στον Κόλπο πολεμοφόδια και εξοπλισμό, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η τεχνική προσαρμογή των βρετανικών τεθωρακισμένων σε συνθήκες μάχης στην έρημο. Το βρετανικό υπουργείο Αμυνας έχει, ήδη, έρθει σε επαφή με εφέδρους και τους εργοδότες τους, έτσι ώστε να ετοιμαστούν για την επίσημη ανάκλησή τους, ενώ, όπως δήλωνε χαρακτηριστικά, ο υπουργός Τζεφ Χουν, για την έναρξη της στρατιωτικής επίθεσης δεν είναι απαραίτητη η έγκριση ούτε του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ούτε του Βρετανικού Κοινοβουλίου.

Σε πυρετό πολεμικών προετοιμασιών βρίσκεται και η Τουρκία, παρά τις έντονες επιφυλάξεις της για τις συνέπειες που θα έχει ένας νέος πόλεμος στο Ιράκ τόσο στην παραπαίουσα οικονομία της (που οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να υποστηρίξουν με νέα δάνεια από το ΔΝΤ) όσο και στην εδαφική της ακεραιότητα (ενδεχόμενη ανεξαρτησία των Κούρδων στο Βόρειο Ιράκ). Επισήμως, η Αγκυρα δεν επιβεβαίωσε τη μετακίνηση χιλιάδων στρατιωτών στα σύνορά της με το βόρειο Ιράκ. Δε διέψευσε, όμως, ότι οι ΗΠΑ θα αναβαθμίσουν τις στρατιωτικές της βάσεις (όπως συμφωνήθηκε να γίνει και στο Κατάρ), ούτε ότι αμερικανικά φορτηγά διέσχισαν τα σύνορα μεταφέροντας εξοπλισμό σε 10.000 Κούρδους του βορείου Ιράκ που εκπαιδεύτηκαν από Αμερικανούς, ούτε ότι υπάρχουν σχέδια εισβολής του τουρκικού στρατού στο βόρειο Ιράκ, σε περίπτωση που μια επέλαση προς τη Βαγδάτη γίνει από εκεί, με στόχο να αποτρέψει την όποια επικίνδυνη κουρδική κίνηση.

Τέλος, η ουγγρική κυβέρνηση, χωρίς τη γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου και παρά τις αντιδράσεις των κατοίκων, απάντησε θετικά στο αίτημα της αμερικανικής κυβέρνησης να χρησιμοποιηθεί η βάση του Ταστζάρ, για να εκπαιδευτούν Ιρακινοί αντικαθεστωτικοί «ως μεταφραστές και διοικητικοί».

Προσχήματα και έντονο παρασκήνιο

Σύμφωνα με Αμερικανούς αναλυτές, η Ουάσιγκτον θα προσπαθήσει, με κάθε τρόπο, να προσκομίσει στην αμερικανική και στη διεθνή κοινή γνώμη κάποια, έστω και κατασκευασμένα, αποδεικτικά στοιχεία της ιρακινής ενοχής. Και αυτό γιατί, εκτός από τη διατυπωμένη διεθνή αντίδραση, ολοένα επιφυλακτικότερη εμφανίζεται και η αμερικανική κοινή γνώμη, η οποία, σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις, κατά 2/3 αμφισβητεί ότι ο Λευκός Οίκος έχει παρουσιάσει αποδείξεις που να δικαιολογούν έναν πόλεμο κατά του Ιράκ.

Θέτοντας, προφανώς, σε εφαρμογή το συγκεκριμένο σχέδιο, ο Κόλιν Πάουελ, δημοσίως, ζήτησε από τους επιθεωρητές να ανακρίνουν και να απομακρύνουν από το Ιράκ, επιστήμονες που σχετίζονται με το ιρακινό οπλοστάσιο, ασκώντας τους ασφυκτικές πιέσεις. Επιτελείς του Λευκού Οίκου εκτιμούν ότι η Βαγδάτη θα αντιδράσει, και κατά συνέπεια προκύπτει ένα πολύ καλό πρόσχημα επίθεσης. Η εκτίμηση, αρχικώς, επιβεβαιώθηκε, αφού η πρώτη ιρακινή απάντηση ήταν αρνητική. Αν, όμως, τελικά, η Βαγδάτη συνεργαστεί, τότε το πρόσχημα θα αναζητηθεί στις μαρτυρίες των Ιρακινών επιστημόνων, οι οποίες, φυσικά, θα δοθούν στη δημοσιότητα μόνο μέσα από τον αμερικανικό δίαυλο, όπως ακριβώς έγινε και με την έκθεση για το ιρακινό οπλοστάσιο.

Τα σενάρια αυτά, όμως, προκαλούν τουλάχιστον δυσφορία σε πολλές πρωτεύουσες του κόσμου, πλην ίσως του Λονδίνου. Ρωσία, Γαλλία και Κίνα επιμένουν ότι κριτήριο είναι τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και επαναλαμβάνουν ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι αυτό που θα πρέπει να κρίνει αν το Ιράκ παραβίασε την απόφαση 1441. Σε πρακτικό επίπεδο, βέβαια, γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν η Ουάσιγκτον έχει λάβει αποφάσεις είναι σχεδόν αδύνατο να αποτρέψει κανείς την υλοποίησή τους.

Ετσι, η Γαλλία ενισχύει τις, καλές, σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο, και οι Ρωσία - Κίνα συμφώνησαν να διασφαλίσουν από κοινού τις συμφωνίες εκμετάλλευσης των ιρακινών πετρελαϊκών κοιτασμάτων που έχουν υπογράψει, χωρίς να διευκρινίσουν πώς θα το πετύχουν. Αν και η Μόσχα δεν κρύβει την οργή της για την ακύρωση εκ μέρους της Βαγδάτης της συμφωνίας ύψους 3,7 δισ. δολαρίων της ρωσικής «Λουκόιλ» για εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της Δ. Κούρνα, δε μοιάζει έτοιμη να εγκαταλείψει τα συμφέροντά της στο Ιράκ.

Ισως, αυτός να είναι και ένας από τους λόγους που η Μόσχα συσφίγγει με ταχύτατους ρυθμούς τις σχέσεις της με τη γειτονική, στο Ιράκ, Τεχεράνη, παρά τις αμερικανικές απειλές. Γνωρίζει ότι το Ιράν, εκτός από τη γεωστρατηγική του σημασία, ελέγχει τη μοναδική, εκτός από τους Κούρδους, ισχυρή στρατιωτική συγκροτημένη αντιπολιτευτική παρουσία εντός Ιράκ, το σιιτικό Ισλαμικό Συμβούλιο, το οποίο κατέλαβε και την πλειοψηφία των εδρών στη «μεταβατική επιτροπή» που εξέλεξε η ιρακινή αντιπολίτευση του εξωτερικού, για να συντονίσει τις ενέργειές της ενόψει ανατροπής του Σαντάμ Χουσεΐν. Η Ουάσιγκτον πέτυχε, τελικά, να δημιουργήσει μια αντιπολίτευση, όμως δεν μπόρεσε να ελέγξει το ουσιαστικότερο, επί του πρακτέου, κομμάτι της, τους σιίτες που πρόσκεινται στην Τεχεράνη.

Εκτός, όμως, από τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, η προοπτική στρατιωτικού πλήγματος στο Ιράκ προκαλεί αναταράξεις και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, με ενδεικτικότερο παράδειγμα, ίσως, τη Γερμανία, όπου ο Καγκελάριος Σρέντερ επανεκλέγη, αξιοποιώντας, κυρίως, την αντίθεσή του σε έναν πόλεμο κατά του Ιράκ, υπερασπίζοντας, φυσικά, τα τεράστια γερμανικά συμφέροντα στην περιοχή. Ο χειρισμός αυτός προκάλεσε οργή στο Λευκό Οίκο και οι αμερικανο-γερμανικές σχέσεις, έκτοτε, δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καλές.

Εντούτοις, ο Σρέντερ δε δείχνει διατεθειμένος να προχωρήσει σε ρήξη με την Ουάσιγκτον και επαναλαμβάνει διαρκώς ότι η Γερμανία θα εξετάσει το ενδεχόμενο παραχώρησης του εναέριου χώρου της και των βάσεών της στα αμερικανικά στρατεύματα. Μοναδικό εμπόδιο, μάλλον, είναι το γερμανικό Σύνταγμα που απαγορεύει την παροχή στρατιωτικών διευκολύνσεων σε έτερη χώρα σε περίπτωση που δε λειτουργεί στο πλαίσιο απόφασης του ΟΗΕ. Πιθανότατα το εμπόδιο αυτό θα υπερσκελιστεί, αν και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών καθιστούσε σαφές ότι η χώρα του δεν πρόκειται να συμμετάσχει ούτε με οικονομική βοήθεια σε αυτόν τον πόλεμο. Ανάλογα προβλήματα δεν αντιμετωπίζουν οι Ιταλία - Ισπανία, των οποίων οι κυβερνήσεις συμφώνησαν, ήδη, στην παραχώρηση διευκολύνσεων.

Η πολεμική σύρραξη μοιάζει αναπόφευκτη. Ισως, γι' αυτό, και ο ΟΗΕ, παρά την επίσημη επιμονή του για ολοκλήρωση των επιθεωρήσεων, λαμβάνει, ήδη, μέτρα, μέσα από τις διάφορες υπηρεσίες του, για να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική τραγωδία της επόμενης ημέρας. Αναμένει χιλιάδες νεκρούς, και ακόμη περισσότερους ξεριζωμένους, ενώ εκτιμά ότι το Ιράκ θα μεταβληθεί, για αρκετό καιρό, σε κρανίου τόπο. Απηύθυνε έκτακτη έκκληση για συγκέντρωση χρημάτων, τροφίμων και ιατρικής βοήθειας, ενώ επιταχύνει την κατασκευή προσφυγικών καταυλισμών.

Σε αναβρασμό ο αραβικός κόσμος

Η ανακοίνωση έκτακτης οικονομικής βοήθειας υπό μορφή προγραμμάτων εκπαίδευσης και εκδημοκρατισμού καθώς και η εγρήγορση της Ουάσιγκτον (μέσω Λονδίνου) να «κλείσει» έστω και πρόχειρα το Παλαιστινιακό, δε φαίνονται ικανές να κατευνάσουν τις ανησυχίες και τους φόβους των Αράβων. Οι αραβικές ηγεσίες, ακόμη και οι πλέον παραδοσιακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως η Σ. Αραβία, η Αίγυπτος ή η Ιορδανία μοιάζουν να νιώθουν ότι το έδαφος υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους.

Γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κοινή γνώμη των χωρών τους είναι, ήδη, τόσο εξοργισμένη με την αμερικανική πολιτική (όπως εκφράζεται στο Παλαιστινιακό και στις μετά την 11η Σεπτεμβρίου εξελίξεις), που είναι, μάλλον, αδύνατη η χειραγώγησή της μετά και από ένα πλήγμα στο Ιράκ, που η πλειοψηφία θα εκλάβει ως άλλη μια επίθεση κατά των μουσουλμάνων, οι οποίοι νιώθουν ότι σωρηδόν βρίσκονται στο στόχαστρο της «αντιτρομοκρατικής εκστρατείας». Αν αυτή η οργή συνδυαστεί με την, επί χρόνια, συσσωρευμένη καταπίεση των αραβικών μαζών από αυταρχικά ανελεύθερα φιλοαμερικανικά καθεστώτα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι μια ενδεχόμενη κοινωνική έκρηξη δε θα πρέπει να θεωρείται αμελητέα πιθανότητα.

Παράλληλα, η αμερικανική εμμονή για καθεστωτική αλλαγή στο Ιράκ προκαλεί επιπλέον πονοκεφάλους στις αραβικές ηγεσίες, που υποθέτουν ότι, με ένα κατάλληλο πρόσχημα, θα μπορούσαν κάλλιστα να βρεθούν στη θέση του Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος, ούτως ή άλλως, δε χαίρει εκτίμησης στον αραβικό κόσμο. Ουδείς έχει την αυταπάτη ότι η Ουάσιγκτον στοχεύει το Ιράκ εξαιτίας των όπλων μαζικής καταστροφής ή του ιρακινού καθεστώτος. Κοινό μυστικό είναι ότι στόχος είναι τα κοιτάσματα και οι δρόμοι του πετρελαίου και του αερίου και αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που τόσο το Ιράν, όσο και η Σ. Αραβία νιώθουν ότι θα μπορούσαν να είναι ο επόμενος στόχος μιας άμεσης ή μιας έμμεσης επίθεσης αποσταθεροποίησης.

Τα σενάρια ακόμη και διαμελισμού της Σ. Αραβίας που είδαν το φως της δημοσιότητας χειροτέρευσαν τις, ήδη, κάκιστες, από τις 11 Σεπτεμβρίου και μετά, σχέσεις με τις ΗΠΑ και προκάλεσαν ρίγη ανησυχίας στο σύνολο της περιοχής. Η επιμονή του Ισραήλ να οξύνει τα πνεύματα κατηγορώντας τη Συρία ότι «δέχτηκε να κρύψει απαγορευμένα ιρακινά όπλα» ξεσήκωσε νέα θύελλα αραβικών διαμαρτυριών. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σε εμιράτα που παραμένουν ξεκάθαρα φιλοαμερικανικά, όπως το Κουβέιτ και το Κατάρ, η εκεί κοινή γνώμη δε συμμερίζεται τα συναισθήματα των ηγεσιών, κάτι που έγινε σαφές με τις αλλεπάλληλες επιθέσεις κατά των αμερικανικών στρατευμάτων, που ματαίως τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι ηγεσίες των εμιράτων προσπάθησαν να υποβαθμίσουν.

Οσο περισσότερο μοιάζει να πλησιάζει η στιγμή της εξαπόλυσης επίθεσης κατά του Ιράκ, τόσο εντονότερα οι Αραβες ηγέτες, ακόμη και οι στενά συνδεδεμένοι με την Ουάσιγκτον, προειδοποιούν ότι οι συνέπειες ενός πολέμου θα είναι πολύ μεγαλύτερες για την περιοχή και για ολόκληρο τον κόσμο από όσο μπορεί κανείς να αναλογιστεί. Υπογραμμίζουν ότι θα υπάρξει γενική αποσταθεροποίηση και θα προκληθούν ανεξέλεγκτες αντιδράσεις που θα έχουν πολύ σοβαρότερο αντίκτυπο από όσο, σήμερα, αναμένεται, αφού είναι ξεκάθαρο ότι τα σύνορα της, γεωστρατηγικά πολύτιμης αυτής περιοχής, θα χαραχτούν εξαρχής. Και η επόμενη ημέρα δε θα ξημερώσει εύκολα...


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ