Τα χρονοδολάρια εκπίπτουν από τη φορολογία και μπορούν να αποταμιευτούν για την κάλυψη μελλοντικών δαπανών, για την παροχή ιατρικών ή άλλων υγειονομικών υπηρεσιών, καθώς και για τη μείωση των ιατροφαρμακευτικών ασφαλίστρων.
Το Ινστιτούτο Χρονοπληρωμής της Νέας Υόρκης εγκαθιστά, την εποχή αυτή, ένα γραφείο ευρέσεως εργασίας, που θα παρέχει πρόσβαση σε θέσεις εργασίας, κατάρτιση και προγράμματα υποστήριξης. Κάθε ενδιαφερόμενος... θα αμείβεται για κάθε μία ώρα απασχόλησής του με ένα χρονοδολάριο επιπλέον του οιουδήποτε τακτικού μισθού λαμβάνει από τον εργοδότη του. Τα χρονοδολάρια αυτά, μπορούν να δαπανηθούν από τους δικαιούχους τους είτε για τη συμμετοχή τους σε εκπαιδευτικά προγράμματα είτε ως ασφαλιστικός πόρος σε περίπτωση που χάσουν τη δουλιά τους. Ενα πρόγραμμα, που εγκαινιάστηκε το 1998, πρόκειται να εγκαταστήσει σε πενήντα δύο πόλεις, σε ολόκληρο τον κόσμο, κέντρα που θα διαχειρίζονται εθελοντικά προγράμματα εκπαίδευσης και υγειονομικής μέριμνας, υποστηριζόμενα από την εργοδοσία. Στηριζόμενο σε προγράμματα χρονοπληρωμής, το έργο αυτό επιδιώκει τη δημιουργία μιας οικονομίας του εθελοντικού χρόνου, χρησιμοποιώντας την τελευταία λέξη της πληροφορικής....
Ιδρύθηκαν κέντρα κοινωνικής μέριμνας, που λειτουργούσαν σε ημερήσια βάση και δεν ήταν στελεχωμένα από κυβερνητικούς υπαλλήλους, αλλά από εθελοντές, οι οποίοι έπαιρναν το βασικό μισθό. Χορηγήθηκαν επίσης οικονομικοί πόροι σε ομάδες της γειτονιάς και κοινοτικές οργανώσεις, προκειμένου να χορηγούν και αυτοί με τη σειρά τους δάνεια μικρής κλίμακας - για παράδειγμα, δάνειο σε κάποια γυναίκα προκειμένου να αγοράσει μια ραπτομηχανή και έτσι να είναι σε θέση να κερδίζει τα προς το ζην από μόνη της. Μεταξύ 1987 και 1994, η τοπική οικονομία της Ceara αναπτύχθηκε κατά 4%, ενώ η εθνική οικονομία της Βραζιλίας γνώρισε κατά την ίδια περίοδο, ανάπτυξη μόλις 1,4%...
Η Καλιφόρνια, όπως και άλλες πολιτείες των ΗΠΑ, έχει ήδη καθιερώσει με επιτυχία τοπικές επιχειρηματικές ζώνες.
Πολλές άλλες προτάσεις έχουν υποβληθεί σχετικά. Μια από αυτές είναι η έκπτωση από τη φορολογία των αποδόσεων κεφαλαίου που επανεπενδύονται σε επιχειρήσεις κατά τρόπον που οι μετοχές τους να καταλήγουν σε υπαλλήλους που είναι κάτοικοι των τοπικών επιχειρηματικών ζωνών.
Μια άλλη πρόταση είναι επίσης η μη φορολόγηση των αποδόσεων κεφαλαίων που επανεπενδύονται σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς επαγγελματικής κατάρτισης τοπικού εργατικού δυναμικού ή σε άλλους κοινοτικούς πόρους». (Α. Γκίντενς, «Ο τρίτος δρόμος. Η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας», εκδόσεις «Πόλις», Αθήνα, 1998).
Είναι προφανές ότι η ανταλλαγή υπηρεσιών, μέσω της ανταλλαγής χρόνου, στηρίζεται στον εθελοντισμό, μειώνει τον ελεύθερο χρόνο των εργαζομένων, μεταφέρει στις πλάτες τους την παροχή «κοινωνικών υπηρεσιών», με λίγα λόγια μέσω της στρεβλής εφαρμογής της αλληλεγγύης, εντείνει την εκμετάλλευση, αφού ένα μέρος των αναγκών τους που είναι υποχρέωση του κράτους, που το έχουν πληρώσει, το ξαναπληρώνουν σε χρόνο παροχής υπηρεσιών. Μόνο που ο τρόπος που γίνεται, το κάνει ευκολότερα αποδεκτό. Σ' αυτό αποσκοπεί και η «φοροαπαλλαγή», που ποτέ δεν καλύπτει την αναπλήρωση από την επιμήκυνση εργάσιμου χρόνου, (και τέτοιος είναι ο χρόνος προσφοράς υπηρεσίας, έστω και ανταποδοτικής).
Γενικότερα η «κοινωνική επιχειρηματικότητα» στηρίζεται στον εθελοντισμό. Ο εθελοντισμός, στις σύγχρονες συνθήκες, παίρνει νέα μορφή, θεσμοθετείται και εντάσσεται στις κοινωνικές δραστηριότητες των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, με ηθικά και άλλου είδους κίνητρα (π.χ. χορήγηση σύνταξης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κλπ.).
Αντί για ελάχιστη αμοιβή μπορεί να έχουν ασφαλιστική κάλυψη για ιατροφαρμακευτική ή νοσοκομειακή περίθαλψη ή και τα δύο ή ένα κοινωνικό βοήθημα αντί για σύνταξη. Μέσω του εθελοντισμού, επίσης, μπορεί να εξασφαλίζονται «μόρια», «βαθμοί», που θα τα χρησιμοποιούν ως απόδειξη επαγγελματικής εμπειρίας και ως πλεονέκτημα έναντι άλλων ανέργων για την αναζήτηση θέσεων εργασίας. Οι μέθοδοι αυτές στην ουσία τους εντείνουν το βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζομένων, που τους αποκαλούν εθελοντές, αλλά και συνολικά της εργατικής τάξης. Οι καπιταλιστές που χρηματοδοτούν τους δήθεν μη κερδοσκοπικούς φορείς θα αποκομίζουν μεγάλα κέρδη. Είναι μια μορφή αναδιανομής προς όφελος των καπιταλιστών.
Με τη συμμετοχή ενός τμήματος εργαζομένων -ανέργων στις ομάδες εθελοντών για παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, δημιουργούν συνθήκες διαμόρφωσης στρεβλής συνείδησης τόσο των ίδιων, όσο και άλλων τμημάτων των λαϊκών μαζών, ως προς τις αιτίες και την προοπτική λύσης τέτοιων προβλημάτων, συγκαλύπτοντας ταυτόχρονα την ταξική τους ουσία, συνολικά την ταξική ουσία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Προβάλλουν δυνατότητες άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, απονομής «κοινωνικής δικαιοσύνης», ενώ επιδιώκουν τη δημιουργία κινήματος εθελοντισμού, που αντικειμενικά θα λειτουργεί αντιπαραθετικά στο λαϊκό διεκδικητικό κίνημα, εμποδίζεται η ανάπτυξη της ταξικής πάλης για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής και της εξουσίας του κεφαλαίου, αμβλύνεται η ταξική συνείδηση τουλάχιστον σ' ένα τμήμα εργαζομένων, τους εθελοντές, που θα απέχουν ή θα αντιτάσσονται στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Εχουμε, δηλαδή, έναν ακόμη παράγοντα διάσπασης, που συμβάλλει σε δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού ανάμεσα στους εργάτες και τους εθελοντές.
Θα εμφανίζεται, επίσης, μειωμένη η ανεργία, αφού άνεργοι θα υπολογίζονται είτε καταρτιζόμενοι είτε εθελοντές. Εμφανίζεται ότι υπάρχει η κρατική προστασία, μέσω της «σύγχρονης» κοινωνικής πολιτικής για την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, μέσω της θεσμοθέτησης αυτών των μορφών παροχής κοινωνικών υπηρεσιών.
Τα στοιχεία είναι από το άρθρο «Οι αναδιαρθρώσεις στον τομέα της "Κοινωνικής Πολιτικής" και ορισμένα ιδεολογήματα γύρω απ' αυτές», ΚΟΜΕΠ, Τ.1 1999.