Αυτές τις τελευταίες μέρες σύντροφοι, γίνεται ολοένα και πιο αβάσταχτη η ελαφρότητα της σύγχρονης κουλτούρας, που δεν μπορεί καν να ιεραρχήσει τη ζωή μπροστά από το θάνατο, την ελπίδα του αγώνα μπροστά από την τρομοκρατημένη παραίτηση από το ωραίο.
Εκτός από τους νεκρούς στα πεδία των βομβαρδισμών σέρνεται και ο αργός θάνατος από το απεμπλουτισμένο ουράνιο των βομβών
Αυτή την κραυγή αγωνίας έβγαλε ο ταγματάρχης Doug Rοkke μετά τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία με όπλα που περιείχαν απεμπλουτισμένο ουράνιο. Ο δρ Doug Rοkke υπηρέτησε ως φυσικός αρμόδιος για θέματα υγείας στην ομάδα του Αμερικανικού Στρατού Αξιολόγησης Απεμπλουτισμένου Ουρανίου στη διάρκεια του πολέμου στον Περσικό Κόλπο το 1991. Από το αρχηγείο Στρατού του Αμερικανικού Πενταγώνου του ανατέθηκε η αποστολή να καθαρίσει περιοχές που χτυπήθηκαν από βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου στον Περσικό Κόλπο. Εφερε την αποστολή του σε πέρας, αλλά μολύνθηκε από το απεμπλουτισμένο ουράνιο και παρουσίασε όγκο στον εγκέφαλο.
Γι' αυτή τη δραματική περιπέτεια έδωσε μια πολυσέλιδη συνέντευξη στο «Ποντίκι» στις 31.5.2001, στην οποία ανέφερε ότι το 20% της ομάδας του που πήγε για έρευνα στον Περσικό απεβίωσε από το ουράνιο.
Και αυτές τις επιπτώσεις τις είχαν άνθρωποι που είχαν στη διάθεσή τους όλα τα προστατευτικά μέτρα του αμερικανικού στρατού. Για τους ντόπιους -και απροστάτευτους κατοίκους- που γλίτωσαν από τους βομβαρδισμούς και ζουν στα κύματα της ραδιενέργειας οι επιστήμονες δεν μπορούν να προσδιορίσουν εύκολα το μέγεθος των επιπτώσεων, καθώς λείπουν οι έρευνες και οι καταγραφές.
Μια πλευρά των επιπτώσεων έδωσε η Μαρία Αρβανίτη - Σωτηροπούλου, πρόεδρος Πανελλήνιας Ιατρικής Εταιρείας για την Προστασία του Περιβάλλοντος και κατά της Πυρηνικής και Βιοχημικής Απειλής (ΠΙΕΠΠΠΒΑ) σε μια εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (3.2.2003) με θέμα τον παραλογισμό του πολέμου.
«Την ίδια ώρα -είπε η Μ. Αρβανίτη- που από οικονομικούς κύκλους ήδη αποτιμώνται τα λάφυρα και απειλούνται οι απρόθυμοι λαοί ότι δε θα έχουν δικαίωμα συμμετοχής στο παχυλό τσιμπούσι της κηδείας, διαρρέουν από τον ΟΗΕ απόρρητες (λόγω των πιέσεων των Αμερικανών) εκθέσεις, που υπολογίζουν σε 500.000 τις ανθρώπινες ζωές που θα κληθούν άμεσα να πληρώσουν το κόστος του φθηνότερου πετρελαίου και της εδραίωσης της ηγεμονίας των ΗΠΑ.(σσ: Από τους βομβαρδισμούς το 1991 σκοτώθηκαν 3.500 - 5.000 πολίτες και 100.000 - 120.000 Ιρακινοί στρατιώτες). Η έκθεση του ΟΗΕ μιλά επιπρόσθετα για 3,03 εκατομμύρια πολίτες που θα υποφέρουν από λιμό και επιδημίες, εκ των οποίων τα 4/5 θα είναι παιδιά και γυναίκες. Ας σημειωθεί ότι σήμερα ένα στα πέντε παιδιά πεθαίνει από τις επιπτώσεις της χρήσης του απεμπλουτισμένου ουρανίου DU και του εμπάργκο (από λιμούς και γαστρεντερίτιδες, λόγω μη χλωρίωσης του ύδατος, αφού το χλώριο είναι ανάμεσα στις ουσίες που έχουν απαγορευτεί, επειδή μπορεί με αυτό κάποιος να κατασκευάσει χημικά όπλα). Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ η παιδική θνησιμότητα στο Ιράκ (ανά 1.000 γεννήσεις) από 38 που ήταν το 1989 ανέβηκε σε 131 το 1999 (αύξηση 345%), ενώ υπολογίζεται ότι μέχρι τον Οκτώβρη του 1999 πέθαναν λόγω του εμπάργκο 1,5 εκατομμύρια άνθρωποι, εκ των οποίων 750.000 ήταν παιδιά».
Σήμερα στο Ιράκ, λόγω των προηγούμενων βομβαρδισμών με απεμπλουτισμένο ουράνιο, όπως φανερώνουν τα στοιχεία του ΟΗΕ, η αύξηση των κρουσμάτων καρκίνου φθάνει στο 700%, των λευχαιμιών στο 10%, οι τερατογενέσεις το 5%, ενώ εμφανίστηκαν πολλές καινοφανείς νόσοι.
Τα παιδιά, όπως υποστηρίζει ο Γερμανός γιατρός δρ S. Guenter, που επισκέπτεται τακτικά το Ιράκ τα τελευταία 10 χρόνια, παρουσιάζουν σημαντική αύξηση των μολυσματικών νόσων, σύνδρομα που μοιάζουν με AIDS, συχνή εμφάνιση γενικευμένου έρπητα ζωστήρα, ένα άγνωστο σύνδρομο που θυμίζει ύδρωπα και προκαλείται από νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια και, τέλος, λευχαιμίες.
«Ιράκ - Βοσνία - Γιουγκοσλαβία. Μετά ποιος;» είναι ο τίτλος του υπό έκδοση βιβλίου (εκδόσεις «Βήτα») στο οποίο γίνεται παράθεση στοιχείων από μια ημερίδα που έγινε στην Αθήνα το 2001, με θέμα τη ραδιενεργό και χημική ρύπανση από τους βομβαρδισμούς στις χώρες αυτές και τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων. Η ημερίδα είχε διοργανωθεί από την Εταιρεία Ελληνοσερβικής Φιλίας και την Ενωση Βαλκανικών Χημικών Εταιρειών.
Το Ιράκ και η Γιουγκοσλαβία βομβαρδίστηκαν σε χρονική απόσταση 4 ετών (οι πρώτοι βομβαρδισμοί έγιναν το 1995 στη Βοσνία) η μία από την άλλη και το γεγονός αυτό δίνει τη δυνατότητα να γίνουν συγκρίσεις μεταξύ τους ως προς τις επιπτώσεις: Το Νότιο Ιράκ δέχτηκε στο έδαφός του πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ραδιενεργών βλημάτων ουρανίου (που παραμένει ραδιενεργό για 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια!) απ' ό,τι οι άλλες δύο χώρες, και συγκεκριμένα 320 - 900 τόνους, αλλά υπέστη παράλληλα και μεγάλη χημική ρύπανση. Οσον αφορά τη Βοσνία υπάρχει και εκεί ραδιενεργός ρύπανση, σε μικρότερη όμως έκταση, και οι συνέπειες έχουν αρχίσει να γίνονται γνωστές μόνο μετά το 2001, από τα κρούσματα λευχαιμιών που εμφανίστηκαν σε στρατιώτες, οι οποίοι υπηρέτησαν εκεί από διάφορες χώρες της Ευρώπης. Στη Γιουγκοσλαβία (σημερινή Σερβία - Μαυροβούνιο) το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η χημική ρύπανση - από βομβαρδισμούς διυλιστηρίων πετρελαίου, βιομηχανικών εγκαταστάσεων κ.ο.κ - ενώ ραδιενεργός ρύπανση έχει διαπιστωθεί μόνον σε τέσσερις περιοχές στη Νότια Σερβία. Στο Κοσσυφοπέδιο που δέχτηκε το μεγαλύτερο μέρος των ραδιενεργών βλημάτων κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας, επισημαίνεται ότι δεν έχουν γίνει συστηματικές μετρήσεις της ραδιενέργειας ούτε επιδημιολογικές μελέτες. Ομως στο βιβλίο παρατίθενται στοιχεία από νοσοκομείο της περιοχής του σερβικού τομέα, όπου αναφέρεται σημαντική αύξηση των καρκίνων.
Οπως τονίζεται, για να προσδιοριστεί επακριβώς η έκταση της ρύπανσης και η επίπτωση στην υγεία των κατοίκων, θα έπρεπε να είχαν ήδη προ πολλού γίνει μελέτες από διεθνείς οργανισμούς.
Η επιμελήτρια της έκδοσης Ιφ. Δανοπούλου, γιατρός και επίκουρος καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, έκανε ένα ταξίδι στη Βοσνία και αναφέρει ότι όταν επισκέφθηκε το Σερβικό Νοσοκομείο στο Σεράγεβο το 2001, οι γιατροί της είπαν ότι δεν τους είχε ποτέ άλλοτε επισκεφτεί ξένος γιατρός από την εποχή της συνθήκης του Ντέιτον το 1995 και ότι δεν είχαν πληροφορηθεί τίποτε για τη χρήση ραδιενεργών όπλων στη χώρα τους ούτε είχαν ειδοποιηθεί να πάρουν τα στοιχειώδη αναγκαία προστατευτικά μέτρα. Ωστόσο οι στρατιώτες των ειρηνευτικών δυνάμεων της SFOR έτρωγαν μόνον φαγητά που τους έστελναν από την πατρίδα τους και δεν άγγιζαν τα εγχώρια προϊόντα. Και στις δύο πόλεις που επισκέφθηκε (το Σεράγεβο και το Ντόμποϊ) όλοι οι συνάδελφοί της, της ανέφεραν αρκετά σημαντική αύξηση όλων των μορφών καρκίνων και των λευχαιμιών, πιθανολογώντας σαν αιτία τη χρήση ραδιενεργών όπλων, αφού οι περισσότεροι ασθενείς προέρχονταν από τις πληγείσες περιοχές.