Ο πόλεμος δεν είναι αποτέλεσμα της «τρέλας» του Μπους. Είναι τόσο εύκολο να κλείσεις έναν τρελό στο τρελάδικο. Δεν είναι καθόλου εύκολο, όμως - με τη μικροαστική αντίληψη, για τα συμβαίνοντα, που σε διακρίνει - να καταργήσεις τα «ένοπλα ειδικά τμήματα», το στρατό, που δημιούργησε το κράτος των ιδιοκτητών για να προστατέψει, και να αυξήσει, την ιδιοκτησία τους.
Και ενώ τότε... έτρεχες και γλίτωνες από τα ακόντια και τις σαΐτες, σήμερα δε σε φτάνουν τα πόδια σου για να γλιτώσεις. Γιατί ετούτος ο στρατός, αυτά τα «ένοπλα ειδικά τμήματα», έχουν αναπτυχθεί όσο και ο... ιμπεριαλισμός. Σήμερα έχουν δημιουργηθεί τράπεζες, τραστ, πολυεθνικές... τρέχει χρυσάφι. Η ιδιοκτησία μεγάλωσε, απλώθηκε σε όλον τον πλανήτη. Επρεπε, και - φυσικά - μεγάλωσε και ο στρατός. Εγινε ή τέλος πάντων προσπαθεί να γίνει, και αυτός, πλανητικός! Να βρίσκεται παντού όπου ρέει το χρήμα...
Σε αυτό το στάδιο, φίλε μου εξισοστή, στο στάδιο που βρισκόμαστε σήμερα, η πολεμική βιομηχανία δε χορταίνει μόνον με τη Βαγδάτη. Εδώ έφαγε εκατομμύρια στους δυο παγκόσμιους πολέμους, είκοσι εκατομμύρια μόνον στη Σοβιετική Ενωση, και δε στόμωσε. Θα στομώσει τώρα με ένα-δύο εκατομμύρια γυναικόπαιδα; Η πολεμική βιομηχανία, φίλε μου γενικόλογε, είναι πολύ μεγάλος Μινώταυρος.
Αυτόν το Μινώταυρο, λοιπόν, φίλε μου «ειρηνόφιλε», δεν τον νικάς με το γενικό και αφηρημένο «κάτω ο πόλεμος». Πρέπει να ξέρεις ποιον πόλεμο πολεμάς. Ο εχθρός σου δεν είναι, γενικά και αφηρημένα, τα γεράκια της Αμερικής. Αν αλλάξεις τον Μπους με τον Κλίντον δε σταματάει ο πόλεμος. Πρέπει, για να σταματήσει οριστικά αυτή η κατάρα, να χτυπήσεις την πηγή. Εκεί που γεννιέται το φίδι. Και η πηγή φίλε μου, το ξέρεις και μην καμώνεσαι τον αθώο, είναι η ιδιοκτησία...
Από την πλευρά των εργοδοτών, η άποψη είναι ότι ...δεν υπάρχει πρόβλημα. Και πώς θα το αναγνώριζαν, αφού έχει να κάνει με το «εργατικό κόστος»; Σε εποχή, όπου η ευελιξία της εργασίας επεκτείνεται με ταχύτατους ρυθμούς, όταν η μερική απασχόληση προπαγανδίζεται και εφαρμόζεται όλο και περισσότερο, τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης ευδοκιμούν, τα ωράρια στα εμπορικά και στα σούπερ μάρκετ καταστρατηγούνται, οι υπερωρίες θεωρούνται δεδομένες και η συνδικαλιστική ενεργοποίηση διώκεται σαν έγκλημα, η ίση αμοιβή μπορεί να θεωρείται ...ουτοπία. Κι όμως! Παρά την ανεργία που είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες - και, μάλιστα, η μακροχρόνια ανεργία - η συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό στην ΕΕ, στις νέες θέσεις εργασίας αυξήθηκε από 50,6% σε 54,9% την περίοδο 1997-2001. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει, απλούστατα, ότι πολλοί εργοδότες «προτιμούν» τις γυναίκες, επειδή δουλεύουν σε συνθήκες υπερεκμετάλλευσης, με ελαστικές μορφές εργασίας και, βέβαια, με μειωμένες αμοιβές. Κάτι, που έχει επιπτώσεις στο σύνολο των εργαζομένων...
Μ' αυτά τα δεδομένα, το πρόσφατο συνέδριο του Κέντρου Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ), με τίτλο «Ιση αμοιβή - Προσοχή στο κενό», παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών - γυναικών στην Ελλάδα ανέρχεται σε 13 ποσοστιαίες μονάδες και είναι το έκτο μικρότερο μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το 1998 στον ιδιωτικό τομέα ανερχόταν σε 21 μονάδες και ήταν μεγαλύτερο από το μέσο όρο της ΕΕ.
Αντίθετα, στο δημόσιο τομέα, ήταν μικρότερο από το μέσο όρο της ΕΕ και ανερχόταν σε εννέα ποσοστιαίες μονάδες.
Από το 1981 μέχρι πρόσφατα, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δυο φύλων ακολούθησε μια συνεχή τάση συρρίκνωσης, τόσο στη βιομηχανία, όσο και το λιανικό εμπόριο. Αυτό φαίνεται ότι συνέβη αρχικά και στις τράπεζες και στις ασφάλειες. Ομως, στους τελευταίους κλάδους, η τάση συρρίκνωσης αντιστράφηκε στη δεκαετία του 1990 και το χάσμα διευρύνθηκε, αυξήθηκε.
Σύμφωνα με μελέτη της Μαρίας Καραμεσίνη, επίκουρης καθηγήτριας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και του Ηλία Ιωακειμόγλου, ερευνητή του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ, υπάρχουν συγκεκριμένοι προσδιοριστικοί παράγοντες του μισθολογικού χάσματος ανάμεσα στα δυο φύλα, όπως: Οι εργαζόμενες συνωστίζονται σε χαμηλότερες θέσεις εργασίας και σε χαμηλότερα αμειβόμενα επαγγέλματα, ενώ αποτελούν το 80% των μερικώς απασχολούμενων. Εχουν μικρότερη πιθανότητα να καταλάβουν θέσεις ευθύνης και εποπτείας και συμμετέχουν λιγότερο σε βάρδιες και υπερωρίες. «Η ατομική διαπραγμάτευση με τον εργοδότη, που έχει επεκταθεί τα τελευταία χρόνια, τόνισε η Μαρία Καραμεσίνη, ανοίγει την ψαλίδα των μισθών - και στις άτυπες μορφές εργασίας, όπου πλειοψηφούν οι γυναίκες, γίνεται η κατώτατη ρύθμιση αμοιβής.
Γι' αυτό σε μια εποχή άκρατου ανταγωνισμού και δύναμης των εργοδοτών, σε μια εποχή ανεργίας που πλήττει ιδιαίτερα τις γυναίκες, χρειάζεται προστασία των μισθών. Δε θα έρθει από μόνο του το κλείσιμο του χάσματος και χρειάζεται η παρέμβαση του κράτους, του συνδικαλισμού και των γυναικείων οργανώσεων».
«Αν και οι άμεσες διακρίσεις κατά των γυναικών ως προς την αμοιβή τυπικά έχουν εξαλειφθεί, στην πράξη υπάρχει πάντα περιθώριο για διακρίσεις, επισημαίνεται στη μελέτη. Αυτό συμβαίνει ιδίως στις περιπτώσεις, όπου η αμοιβή υπερβαίνει τους βασικούς μισθούς των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, καθώς και στις μικρές επιχειρήσεις, όπου η διάρθρωση των αμοιβών είναι αδιαφανής, ο συνδικαλισμός απουσιάζει και οι συνάδελφοι είναι απρόθυμοι να καταθέσουν στο δικαστήριο, φοβούμενοι την απόλυση ή άλλη δυσμενή αντίδραση του εργοδότη. Οι γυναίκες περιορίζονται περισσότερο στις επιλογές τους από τους άνδρες, λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων. Αρα, είναι πιο επιρρεπείς στην εκμετάλλευση. Πολλοί εργοδότες στην Ελλάδα προσπαθούν να υπερκεράσουν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και να εξατομικεύσουν τις αποδοχές, προσθέτοντας αδρά «μπόνους» σ' αυτό που θεωρείται «κανονική αμοιβή». Με βάση τις ωριαίες μεικτές αποδοχές που υπολογίσαμε έτσι, προκύπτει ότι το χάσμα ανέρχεται σε 28,5% και 25% στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες, αντίστοιχα».
Ενδιαφέρουσα ήταν η ανάλυση συγκεκριμένων περιπτώσεων ανισότητας αμοιβών στον τουρισμό, στις τράπεζες, και το λιανικό εμπόριο, που έκανε ο ερευνητής - οικονομολόγος Νίκος Ντερμανάκης. Σύμφωνα με την έρευνα, στον κλάδο του λιανικού εμπορίου και στις θέσεις πλήρους απασχόλησης, η μέση ωριαία αμοιβή των γυναικών φτάνει στο 84% της μέσης ωριαίας αμοιβής των ανδρών, οι γυναίκες, δηλαδή, έχουν κατά μέσο όριο 16% μικρότερη αμοιβή από την αμοιβή των ανδρών.
Οι αμοιβές των ανδρών, αντίθετα από αυτές των γυναικών, αυξάνονται σε όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής τους πορείας, με αποτέλεσμα το μισθολογικό χάσμα να διευρύνεται, ιδιαίτερα μετά το 45ο έτος της ηλικίας των μισθωτών, και να φτάνει το 39%!
Στον κλάδο του τουρισμού, το χάσμα φθάνει στο 15,5%, ενώ αρκετά μεγαλύτερο είναι στον κλάδο των τραπεζών, το οποίο φθάνει στο 23%. Οι άνδρες με καθήκοντα διοίκησης ή εποπτείας άλλων εργαζομένων αμείβονται κατά 57% περισσότερο από τους άνδρες που δεν έχουν τέτοια καθήκοντα, ενώ στις γυναίκες η σχετική αύξηση είναι μικρότερη (43%).
Το μισθολογικό χάσμα στους κλάδους που προαναφέρθηκαν παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν, ταυτόχρονα, την ίδια ηλικία, την ίδια οικογενειακή κατάσταση, τον ίδιο χρόνο υπηρεσίας, εργάζονται στο ίδιο επάγγελμα, σε επιχειρήσεις ίδιου μεγέθους.
Το πρόβλημα λοιπόν της ανισοτιμίας στους μισθούς, ανάμεσα στα φύλα, παραμένει και οξύνεται, επομένως πρέπει να βρίσκεται ανάμεσα σ'όλες τις άλλες διεκδικήσεις του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.