ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 16 Φλεβάρη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η «διαφθορά»

Τι σημαίνει, λοιπόν, «διαφθορά»; Μια και η τηλεοπτική μόδα αναφέρεται στην ελληνική γλώσσα ισχυριζόμενη ότι «τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική», θα προσεγγίσω κατ' αρχήν τη λέξη από γλωσσολογική άποψη. Να πω πρώτα - πρώτα, λοιπόν, ότι η λέξη αυτή είναι σύνθετη. Αποτελείται από την πρόθεση «διά» και το ουσιαστικό «φθορά». Το γλωσσικό περίεργο στην περίπτωση αυτού του είδους της σύνθεσης είναι η διαφορά της σημασίας του ουσιαστικού πριν και μετά τη σύμπραξή του με την πρόθεση «διά». Ετσι, για παράδειγμα, άλλο σημαίνει η λέξη φθορά και άλλο η διαφθορά, άλλο η στάση και άλλο η διάσταση, άλλο η πλοκή και άλλο η διαπλοκή, άλλο η θέση και άλλο η διάθεση και, φυσικά, άλλο ο απρεπής και άλλο ο διαπρεπής. Μια άλλη παρατήρηση που αφορά στην παραγωγή των λέξεων, όπως είναι η φθορά, π.χ. από το αντίστοιχο ρήμα, και στην περίπτωση της διαφθοράς από το ρήμα διαφθείρω, είναι πως το γράμμα ε της ρίζας του ρήματος μετατρέπεται σε ο. Π.χ. φθ(ε)ίρω = φθ(ο)ρά, φ(έ)ρω = φ(ό)ρος, τρ(έ)χω = τρ(ο)χός, τρ(έ)μω = τρόμος, πλ(έ)κω = πλ(ο)κή. Φυσικά, οι νόμοι της γλωσσικής παραγωγής δεν υπακούουν σε συνειδητές και σκόπιμες επιλογές. Οπως και η ίδια η γλώσσα, ως ένα σύστημα φωνητικής επικοινωνίας μπορεί να διαφέρει από λαό σε λαό και από περιοχή σε περιοχή, υπακούει όμως σε μια πανανθρώπινη υποδομή, όπως απέδειξε με μια σειρά συστηματικών παρατηρήσεων ο Νόαμ Τσόμσκι.

Δε συμβαίνει το ίδιο, όμως, με το περιεχόμενο των λέξεων. Αυτό δεν είναι προϊόν των φωνητικών δυνατοτήτων του ενός και του άλλου πληθυσμού, ούτε υπακούει σε οικουμενικές υποδομές. Οι λέξεις, που συναποτελούν, εξάλλου, μια γλώσσα, κατασκευάζονται στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης εθνικής και, φυσικά, γεωγραφικής ενότητας. Και πιο συγκεκριμένα, κατασκευάζονται με μοναδικό σκοπό να υποστηρίξουν την επικοινωνιακή προσπάθεια των ανθρώπων είτε αυτή αφορά στις παραγωγικές τους σχέσεις, στις συναισθηματικές τους σχέσεις, στις κατασκευαστικές, στις εμπορικές ή, τέλος, στις ιδεολογικές. Αυτός, εξάλλου, κατά τη γνώμη μου, είναι ο λόγος που από τα πολύ παλιά, ακόμα, χρόνια υπήρχαν πολλές όμοιες λέξεις σε διαφορετικές γλώσσες, διαφορετικών λαών. Ενα φαινόμενο, που λανθασμένα ερμηνεύτηκε σαν δείγμα φυλετικών σχέσεων ή απλώς πολιτισμικών σχέσεων.

Μπορούμε, λοιπόν, να δεχτούμε την άποψη ότι αφού η γλώσσα ταυτίζεται με τη ζωή, άρα και με τον τρόπο που γεννιούνται, σχετίζονται, αναπτύσσονται και αφανίζονται οι κοινωνίες, το περιεχόμενο των λέξεων αντανακλά πότε τη γέννηση, πότε την ανάπτυξη και πότε τον αφανισμό μιας κοινωνίας. Ετσι, λοιπόν, και η νεοελληνική λέξη «διαφθορά». Δεν αποτελεί το ενδεικτικό προϊόν μιας γλωσσικής παραγωγής. Μέσα στη σύνθεσή της δεν παρακολουθούμε απλώς τη μετατροπή της σημασίας μιας λέξης (φθορά = διαφθορά) και τη μετατροπή του ριζικού φωνήεντος ενός ρήματος από (ε) σε (ο), αλλά παρακολουθούμε με φανερό τρόπο τις διαδικασίες με τις οποίες η ελληνική κοινωνία γεννιέται, αναπτύσσεται και αφανίζεται στα επιμέρους στοιχεία που την αποτελούν.

Αστοχος, επομένως, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η σύγχρονη ελληνική «διαφθορά». Αστοχος, γιατί ο λεκτικός αυτός ορισμός μιας συγκεκριμένης κοινωνικής συμπεριφοράς δεν αποκαλύπτει απλώς μια διακεκριμένη κακή πράξη ή ένα σύνολο τέτοιων πράξεων, αλλά το στρεβλό τρόπο, με τον οποίο γεννιέται, αναπτύσσεται και αφανίζεται η νεοελληνική κοινωνία. Και, φυσικά, δεν είναι υπερβολή, αν υποστηρίξουμε πως μια στρεβλή, άρα μια διεφθαρμένη γέννηση ή ανάπτυξη οδηγεί στον αναπόφευκτο αφανισμό. Κι αυτό ακριβώς το περιεχόμενο αποκτά η λέξη «διαφθορά», στο πλαίσιο της νεοελληνικής κοινωνίας: Το περιεχόμενο του αφανισμού!


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Η οργή χωρίς συνείδηση δεν οδηγεί πουθενά

Συζήτηση με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Γιώργο Κιμούλη

Με τον Δόκτορα Τζέκιλ, που μεταμορφώνεται σε Μίστερ Χάιντ αναμετράτε φέτος στο θέατρο «Βέμπο», ο Γιώργος Κιμούλης, για τις ανάγκες του ομώνυμου μιούζικαλ, που είναι βασισμένο στο διήγημα - θρύλο του Ρόμπερτ Στίβενσον. Δεν είχε περάσει ούτε ένας χρόνος απ' την ημέρα που πρωτοκυκλοφόρησε το διήγημα του Στίβενσον και παρουσιάστηκε η πρώτη θεατρική διασκευή του. Από τότε ακολούθησαν δεκάδες άλλες θεατρικές διασκευές, αλλά και δώδεκα διαφορετικές ταινίες απ' την εποχή του βωβού κινηματογράφου μέχρι και σήμερα. Το 1990 ο συνθέτης Φραν Γουάλντχορν, σε στίχους Λέσλι Μπρικούζ δημιουργεί αυτό το φαντασμαγορικό μιούζικαλ, βασισμένο στην ιστορία του Τζέκιλ και Χάιντ, το οποίο ανέβηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουέι το 1997. Τρία χρόνια μετά ξεκίνησε την ...καριέρα του και στον υπόλοιπο κόσμο, για να παιχτεί με επιτυχία στη Γερμανία, την Αυστρία, την Ισπανία, την Ουγγαρία, την Αυστραλία, την Ιαπωνία... Πολλά τραγούδια απ' το μιούζικαλ αυτό έχουν ερμηνευτεί και συμπεριληφθεί στα άλμπουμ διάσημων τραγουδιστών, όπως η Λάιζα Μινέλι, η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, η Σελίν Ντιόν.

Ο Γιώργος Κιμούλης παίζει τον ομώνυμο διπλό ρόλο, ενώ υπογράφει τη διασκευή και τη σκηνοθεσία, της πολυδάπανης παραγωγής, που είναι απ' τις ακριβότερες που έχουν ανέβει στη χώρα μας. Τα σκηνικά - κοστούμια είναι της Εύας Νάθενα, η μουσική διεύθυνση του Γιούρι Στούπελ, οι χορογραφίες του Ντάλιελ Λομέλ και οι στίχοι των τραγουδιών του Γιάννη Καλατζόπουλου. Παίζουν επίσης: Κώστας Αθανασόπουλος, Γιώργος Γεωγλερής, Γιάννης Καλατζόπουλος, Γιάννης Σαμσιάρης, κ.ά.


«Από τη φύση του» -λέει ο Γιώργος Κιμούλης- «το έργο αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον σε σχέση με τη θεματική του. Από κει και πέρα η φόρμα που επιλέχθηκε από τον παραγωγό δημιουργούσε κατ' αρχήν κάποια μικρά προβλήματα. Η ίδια η φόρμα κουβαλάει μια προϊστορία, όχι μιας απλής ελαφρότητας, αλλά μιας ελαφρότητας που πολλές φορές ακουμπάει την ανοησία και αυτό έχει άμεση σχέση με τη χώρα όπου γεννήθηκε το μιούζικαλ. Από την άλλη πλευρά, η μορφή μιας θεατρικής παράστασης, η οποία εμπεριέχει εκτός από πρόζα και τραγούδια, δεν κινείται μόνο στα πλαίσια της δομής ενός αμερικάνικου μιούζικαλ. Προσπάθησα, λοιπόν, μέσα από τη διασκευή που έκανα, να απαλλάξω όσο μπορούσα το έργο από μια ανοησία που μπορεί να έχει».

- Απαλλαγμένη, πράγματι, από περιττά πράγματα, η παράσταση επιτρέπει στο κείμενο να επικρατήσει, να αναδείξει τα μηνύματα, από το «η ζωή είναι ένα αίνιγμα» μέχρι τον «άρρωστο κόσμο μας», την απόγνωση ή το ερώτημα «ποια είναι η αλήθεια» και τόσα άλλα.

- «Αυτό είναι αλήθεια ή, μάλλον, θέλω να πιστεύω ότι το πετύχαμε αυτό. Θα έλεγα από την έπαρση του ανθρώπου ότι μπορεί τα πάντα να εξηγήσει, μέχρι την παντοκρατορία της επιστήμης και της τεχνικής. Είναι εμφανές ότι ο άνθρωπος ζει μέσα σε ένα σύμπαν. Αν πιστέψει, φανταστεί ότι μπορεί να βγει έξω από το σύμπαν και να το εξηγήσει, το μόνο που καταφέρνει είναι να εξοριστεί άπαξ και διά παντός σε ένα χώρο έπαρσης. Δεν είναι εύκολο να εξηγήσεις το σύμπαν όντας μέσα σ' αυτό. Πάντα θα υπάρχουν σημεία, τόποι που θα παραμένουν άγνωστα για τον άνθρωπο».

Η έπαρση
ο εχθρός του ανθρώπου

- Μέσα απ' το δράμα του βασικού προσώπου, του αξιοσέβαστου γιατρού Τζέκιλ, που κρύβει μέσα του τον καταχθόνιο εγκληματία κύριο Χάιντ, ανιχνεύεται η συνύπαρξη καλού - κακού, που φωλιάζει σε κάθε άτομο. Ο ήρωας, με εργαλείο την επιστήμη του, προσπαθεί να διαχωρίσει το καλό από το κακό. Είναι εφικτό αυτό τελικά;

- «Οι έννοιες καλό - κακό, βεβαίως, είναι ανθρώπινης έμπνευσης. Μέσα στη φύση τα πράγματα δεν κινούνται μεταξύ καλού και κακού, μεταξύ ηθικού και ανήθικου. Ολα αυτά είναι εμπνεύσεις του ανθρώπου, που κατασκεύασε και δημιούργησε ένα από τα πιο σημαντικά του επιτεύγματα που είναι η Πόλις. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι θα έπρεπε σχεδόν να ξεκόψει, να ξεκολλήσει τον εαυτό του από τη φύση. Και δε μιλώ οικολογικά μόνο. Ο άνθρωπος είναι προϊόν της φύσης. Δυστυχώς, όμως, μέσω της έπαρσης του μυαλού του, φαντάστηκε ότι κατασκευάζοντας την Πόλι έφτιαξε ένα ομοίωμα του σύμπαντος. Και σχεδόν απεκόπη από αυτό που μπορεί να λέγεται φυσικό, ξεχνώντας αυτό που αρχαιοελληνικά τού υπενθύμιζε το μικρό, σε σχέση με τη φύση, που είναι η Πόλι. Το ότι Πόλις και πλάνη έχουν το ίδιο θέμα. Μέσα σ' αυτή την παντοκρατορία της δημιουργίας του ανθρώπου, που λέγεται Πόλις, δημιουργήθηκαν πολλές έννοιες τις οποίες ο άνθρωπος θεοποίησε και μέσα σ' αυτές τις έννοιες ήταν και οι έννοιες του καλού και του κακού».

- Αντιμέτωπος, ο Τζέκιλ με τους «ανίκανους που έχουν τη δύναμη να αποφασίζουν», όπως λέει. Πόσες φορές δεν το νιώσαμε όλοι αυτό.

- «Πολλοί άνθρωποι οργίζονται την ίδια στιγμή που θέλουν να δημιουργήσουν κάτι και που θεωρούν ότι αυτό το κάτι έχει σχέση με την έννοια πρόοδος, μια έννοια που τον τελευταίο καιρό έχει αρχίσει να αμφισβητείται σαν έννοια, σε σχέση με την έννοια της ιστορίας. Δε μιλούμε πλέον για μια γραμμή συνέχειας πάνω στην οποία ο άνθρωπος βαδίζει. Ολοι μας, λοιπόν, έχουμε έρθει σε σύγκρουση, σε επαφή με αυτούς τους ανόητους που διακόπτουν μια διάθεση προόδου του ανθρώπου. Πιστεύω ότι το λάθος βρίσκεται και στους δύο. Και σ' αυτόν που φαντάζεται ότι μπορεί να κινηθεί με μια διάθεση προόδου ως συνέχεια και σ' αυτούς τους ανόητους που δεν τους νοιάζει τίποτε άλλο παρά μόνο το εφήμερο ή μόνο μια διατήρηση παρελθοντικών αξιών, ή μια αύξηση του πλούτου τους. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που δημιουργείται μέσα στον ήρωα είναι μια οργή. Μια οργή, η οποία καταπιέζεται. Συμπιέζεται για ευνόητους λόγους, γιατί κι αυτός μέλος της κοινωνίας είναι. Αυτή η καταπίεση δεν εξαφανίζεται, αλλά μένει στον περίφημο χώρο του σκοτεινού του εαυτού. Μέσω της επιστήμης, την οποία χρησιμοποιεί βεβαίως -και εδώ είναι η ειρωνεία- για την πρόοδο και την καλυτέρευση του ανθρώπινου είδους, ουσιαστικά φέρνει στο φως όλο αυτό τον σκοτεινό εαυτό, όπου μέσα σ' αυτόν υπάρχουν όλα τα καταπιεσμένα, τα οποία η οργή του τα εμφανίζει με τις πιο βίαιες μορφές».

Η Τέχνη αντιστέκεται στη λήθη

- Σε κάποιο άλλο σημείο λέει «όταν η πρόοδος αναγκάζεται να ικετεύσει είναι αβάσταχτη», πώς το σχολιάζετε;

- «Πιστεύω ότι, όσο και να ηχεί η φράση αυτή όμορφη στ' αυτιά μας και σωστή, λάθος κάνει αυτός που τη διατυπώνει και το λάθος του είναι πως νομίζει ότι εκπροσωπεί την πρόοδο. Η πρόοδος δεν εκπροσωπείται από την επιστήμη. Επειδή δε θέλω να ευλογώ τα γένια μου, παρ' όλα αυτά αναγκάζομαι να το κάνω, γιατί ασχολούμαι με την Τέχνη. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό το οποίο μπορεί να λέγεται πρόοδος και εννοώ την οποιαδήποτε αλλαγή, τη μεταμόρφωση, μόνο μέσω της Τέχνης μπορούμε να την επιτύχουμε. Ουσιαστικά, αν κάτι υπάρχει ως ζητούμενο είναι το πώς θα καταφέρουμε να κάνουμε τη ζωή έργο Τέχνης».

- Ναι, η Τέχνη βεβαίως, αλλά είναι και οι ιδέες μας...

- «Μα αυτό είναι η Τέχνη. Ενα γνωστικό αντικείμενο, εργαλείο που μας μαθαίνει τη σχέση που μπορεί να έχει ο άνθρωπος με το σύμπαν, ο άνθρωπος με τους άλλους ανθρώπους. Η Τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Η Τέχνη ουσιαστικά μάς υπενθυμίζει αυτά που ο άνθρωπος ξεχνάει. Κι εκεί βρίσκεται η έννοια της αλήθειας. Γιατί μας απομακρύνει από το χώρο της λήθης, που ουσιαστικά το σύμπαν μάς οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια».

- Αυτό που εμείς, όμως, εννοούμε πρόοδο, δεν πρέπει να διεκδικεί και όχι να «ικετεύει»;

- «Αν μπορώ να χρησιμοποιήσω την πρόοδο ως τον όρο της διαρκούς μεταμόρφωσης, ναι, βεβαίως. Αυτό δεν είναι κάτι το οποίο κανείς μπορεί να παρακαλέσει να συμβεί ή να ικετεύει, εγώ πιστεύω ότι ούτε καν να διεκδικεί. Συμβαίνει ούτως ή άλλως. Το ζητούμενο είναι: Μπορεί ο άνθρωπος να το βλέπει; Μπορεί να το συνειδητοποιεί, να το αποδέχεται ή θα νομίζει ότι διαρκώς χρειάζεται ή να ικετεύσει ή να το επιβάλει. Υπάρχει μια πιο φυσική λειτουργία των πραγμάτων. Γι' αυτό και δεν πιστεύω πια ότι μέσω μιας βίαιης λειτουργίας μπορεί να συμβεί αυτή η αλλαγή για την οποία μιλάω τώρα. Μια αλλαγή, δηλαδή, συνειδητής σχέσης του ανθρώπου, και λέω συνειδητής γιατί δεν έχει άλλο εργαλείο ο άνθρωπος, παρά μόνο το μυαλό του όσο ατελές κι αν είναι».

- Επομένως συνείδηση. Αυτό είναι το πρώτιστο, αλλά το θέμα είναι τι εμποδίζει τη συνείδηση να καλλιεργηθεί;

- «Η ανοησία. Το ότι πιστεύει ο άνθρωπος πως η σκέψη του δεν είναι ασθενής. Οχι, η σκέψη είναι ασθενής. Την ίδια στιγμή που είναι και το σημαντικότερο που έχει. Ο άνθρωπος, με τη σκέψη του, δεν μπορεί να κατανοήσει τα πάντα, να καταλάβει τα πάντα και στη συνέχεια να επικρατήσει πάνω στα πάντα».

Σύγκρουση της επιθυμίας
με την καταστολή...

- Μιλήσατε προηγουμένως για την οργή που βγάζει στην επιφάνεια το βίαιο μέρος του ανθρώπου. Υπάρχει και η οργή, όμως, που οδηγεί στη διεκδίκηση.

- «Οταν γεννιέται μια επιθυμία, την ίδια στιγμή εμφανίζεται και η καταστολή αυτής της επιθυμίας. Ετσι λειτουργεί ο ψυχονοητικός χώρος του ανθρώπου. Η σύγκρουση της επιθυμίας με την καταστολή της είναι που γεννάει την ένταση και η ένταση είναι που γεννάει την κάθε διάθεση για δημιουργία. Η διάθεση του ανθρώπου να υπερβεί τα εσκαμμένα. Τώρα, ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί ο άνθρωπος να υπερβεί τη μοίρα του, το χώρο του, έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που σκέφτεται, με την ιδεολογία του, με το σύστημα της ηθικής του, με τις αξίες του. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι όσο πιο πολύ επεμβαίνει και βοηθάει σ' αυτό το χώρο της καταστολής των επιθυμιών όλο το σύστημα, όλος ο εξωτερικός χώρος, ο περίγυρος του ανθρώπου, τόσο πιο πολύ οι επιθυμίες αυτές συμπιέζονται και η ένταση που θα μπορούσε να ήταν δημιουργική γίνεται οργή, θυμός. Αν, τώρα, αυτός ο θυμός αρχίζει να βρίσκει ένα "πρόσφορο" έδαφος στο χώρο ενός ανθρώπου όπου το ιδεολογικό του υπόστρωμα, οι αξίες του είναι μειωμένες, τότε, βεβαίως, οδηγείται στη βία με τον χειρότερο τρόπο. Αν, όμως, βρει ένα άλλο έδαφος ουσιαστικά πρόσφορο, δηλαδή έναν άνθρωπο που όντως μετρούν οι αξίες, ο τρόπος σκέψης του είναι τέτοιος που δεν επιτρέπει να βγει προς τα έξω εντελώς ελεύθερο το θυμικό του, τότε δεν αποκλείεται τα πράγματα να μεταμορφωθούν να αλλάξουν προς το καλύτερο. Με λίγα λόγια, η οργή δεν οδηγεί πουθενά αλλού παρά μόνο σ' αυτή την ανοησία του ανθρώπινου ανταγωνισμού».

- Σαν ενεργός πολίτης τι σας οργίζει και τι θα θέλατε να αλλάξετε;

- «Από τη δική μου πλευρά αυτό που μπορώ να κάνω είναι να ακολουθώ αυτό που σας είπα ότι πιστεύω πως μπορεί να κάνει η Τέχνη. Διαρκώς και συνεχώς να υπενθυμίζει αυτά τα οποία ο άνθρωπος ξεχνά. Κι αυτά είναι πάρα πολλά. Η αλήθεια, από την άλλη πλευρά, είναι ότι ο χώρος της Τέχνης χρόνο με το χρόνο εκπίπτει ακόμη πιο πολύ. Εκεί χρειάζεται μεγαλύτερη αντίσταση».

- Πώς κρίνετε το γεγονός ότι Αμερικανοί καλλιτέχνες, παρότι ανήκουν στην αμερικανική βιομηχανία θεάματος, αντιδρούν στον επικείμενο πόλεμο;

- «Δεν είμαι ένας άνθρωπος που μπορεί να τσουβαλιάζει τα πάντα, αλλά, από την άλλη πλευρά, μην ξεχνάμε ότι ουδείς αναμάρτητος. Δηλαδή, ακόμη και οι τωρινοί καλλιτέχνες που μπορεί να αντιστέκονται έχουν βοηθήσει "τα μάλα", για τη διαμόρφωση μιας ολόκληρης αντίληψης που οδηγεί και βοηθάει τον οποιοδήποτε Μπους και Κλίντον να συμπεριφερθεί με τον τρόπο που συμπεριφέρεται. Γνωρίζουν, σχεδόν είναι καταγεγραμμένο στο DNA τους, ότι η πολιτισμική τους αξία είναι μηδαμινή. Τα τελευταία χρόνια οι Αμερικανοί καλλιτέχνες και η αμερικανική διανόηση άρχισαν μια προσπάθεια εξευρωπαϊσμού, αλλά είναι πολλές φορές άνευ υποδομής. Αυτό δε σημαίνει ότι δε χαιρετώ την οποιαδήποτε μορφή αντίστασης ενός χώρου διανόησης της Αμερικής, αλλά μην κοροϊδευόμαστε. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι ψηφίζουν αυτούς που είναι τώρα επάνω, οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι δεν ψηφίζουν. Η αντίσταση δεν είναι κάθε Σαββατοκύριακο, δεν είναι όταν συμβεί το πρόβλημα. Η αντίσταση είναι καθημερινή διαδικασία. Παρ' όλα αυτά σέβομαι και χαιρετώ, έστω κι αν φαντάζει στα μάτια μου νεόκοπη, νεοφώτιστη η αντίδρασή τους».


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ