Ωστόσο, τα πράγματα εξελίσσονται. Το Μόναχο, τελικά, γίνεται στις 29-30 Σεπτέμβρη του 1938, ενώ στον Εβρο συνεχίζονται οι λυσσασμένες μάχες. Οι δυτικές δυνάμεις δίνουν στον Χίτλερ ό,τι θέλει. Ενδιαφέρον έχει και το ότι, στις συζητήσεις του Μονάχου αναφέρεται και η Ισπανία και ο Μουσολίνι προτείνει διεθνή διάσκεψη τύπου Μονάχου γι' αυτήν.
Από την άλλη, ο Φράνκο βρίσκει μια συμβιβαστική λύση για τα ορυχεία. Ετσι, η ροή των εφοδίων ξαναρχίζει. Εχοντας συγκεντρώσει τεράστια υπεροχή, γύρω στο 6/1 στα αεροπλάνα και τουλάχιστον 3/1 στα τεθωρακισμένα (και, πιθανότατα, 20/1 σε γενικό βάθος εφεδρειών ανεφοδιασμού), ο φρανκικός στρατός περνά στην επίθεση στις τελευταίες ημέρες του 1938. Μέσα σε μερικές βδομάδες, "καταπίνει" την Καταλωνία. Ο Δημοκρατικός Στρατός προβάλλει άγρια αντίσταση, προκαλούντος πολλές απώλειες στον εχθρό, αλλά δεν μπορεί να συγκρατήσει το χαλύβδινο χείμαρρο.
Κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τη σπουδαιότερη, ίσως, λεπτομέρειά του: την ανάμειξη της ΕΣΣΔ.
Η ανάμειξη της ΕΣΣΔ ήταν ένα από τα πιο σοβαρά στοιχεία του Εμφυλίου Πολέμου της Ισπανίας. Η ίδια η εμφάνιση της ΕΣΣΔ στο ρόλο του συμπαραστάτη και του χορηγού στρατιωτικής βοήθειας κλπ. ήταν τότε κάτι καινούριο στην Ευρώπη.
Η ΕΣΣΔ ήταν η μόνη μεγάλη δύναμη της εποχής που στάθηκε ανοιχτά στο πλευρό της Δημοκρατικής Ισπανίας και τη βοήθησε. Η βοήθειά της έπαιξε ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο στο στρατιωτικό τομέα. Το γεγονός της στρατιωτικής βοήθειας της ΕΣΣΔ προς την Ισπανία έχει και μια γενικότερη ιστορική σημασία: Δείχνει ότι, παρά τα περί του αντιθέτου (και, συχνά, κατά κόρον) λεγόμενα, η ΕΣΣΔ δεν είχε παραμελήσει καθόλου τη στρατιωτική της προετοιμασία και, μάλιστα, πολύ πριν από τον πόλεμο.
Η στρατιωτική βοήθεια της ΕΣΣΔ έπαιξε, σε μερικές περιπτώσεις, αποφασιστικό ρόλο. Η πιο θεαματική περίπτωση ήταν η Μάχη της Μαδρίτης (8-23 Νοέμβρη του 1936). Οι φρανκικές δυνάμεις, που ως τότε προχωρούν ακάθεκτες, παρά την άγρια αντίσταση των αντιπάλων τους, έχουν φτάσει στην εξωτερική περίμετρο της πρωτεύουσας και ετοιμάζονται για την τελική έφοδο εναντίον της. Ωστόσο, η επίθεση, προς μεγάλο αιφνιδιασμό όλων, αποκρούεται: Στο μέτωπο, εμφανίζονται σοβιετικά αεροπλάνα και τεθωρακισμένα που εξαλείφουν το μονοπώλιο των στασιαστών στους τομείς αυτούς. Η γενική έφοδος μετατρέπεται σε άγρια σύγκρουση χαρακωμάτων με βαρύτατες απώλειες, που εξαντλούν και τις δύο πλευρές. Η ηγεσία των φρανκικών, που έχει καταληφθεί από κρίση μανιακής λύσσας, καταλαβαίνει ότι το παιχνίδι, από αυτή την πλευρά, έχει χαθεί. Οι δυνάμεις των στασιαστών καθηλώνονται στη Μαδρίτη επί 2,5 χρόνια.
Και παρακάτω, ο συγγραφέας σημειώνει:
«την τελική φάση του πολέμου, που έχει έντονα τέτοια στοιχεία. Οπως είναι γνωστό, η τελική φάση του πολέμου, σε συνθήκες όπου οι φρανκιστές έχουν ήδη καταλάβει το 75% της χώρας και, στα χέρια των Δημοκρατικών, μένει μόνο η γραμμή Βαλένσια - Μαδρίτη - Αλμερία - Καρταχένα, χαρακτηρίζεται από το λεγόμενο "κίνημα της Χούντας". Στις 4 Μάρτη του 1939, ο στρατηγός Σεχισμούνο Κασάδο, διοικητής των ένοπλων δυνάμεων, ανατρέπει την κυβέρνηση Χουάν Νεγρίν και επιβάλλει τη λεγόμενη "κυβέρνηση της Χούντας". Την κυβέρνηση υποστηρίζουν κυρίως οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί και ο μεγάλος όγκος των επαγγελματιών αξιωματικών. Στόχος της είναι η απαλλαγή από τους κομμουνιστές και οι διαπραγματεύσεις με τους φρανκικούς. Οι τελευταίοι αρνούνται κάθε συζήτηση ή διαπραγμάτευση. Η προσπάθεια, όμως, για διαπραγματεύσεις αποκαλύπτει ότι ανώτατοι αξιωματικοί του Δημοκρατικού Στρατού ήταν όχι μόνο οπαδοί αλλά και διορισμένοι εκπρόσωποι του Φράνκο. Από την άλλη, οι συγκρούσεις με τους κομμουνιστές εξαπλώνονται και παίρνουν χαώδη μορφή. Το μέτωπο διαλύεται, ενώ οι φρανκικές δυνάμεις προχωρούν χωρίς να συναντήσουν καμιά αντίσταση. Η Δημοκρατία καταρρέει. Στις 30 Μάρτη, όλα έχουν τελειώσει...
Εκείνο που αξίζει εδώ να σημειωθεί είναι το ότι η Χούντα παρέδωσε αρκετούς από τους κομμουνιστές που είχε συλλάβει στους φρανκικούς. Με το τέλος του πολέμου, οι "(κρατούμενοι) της Χούντας" θα αποτελέσουν ειδική κατηγορία κρατουμένων και πολλοί από αυτούς θα εκτελεστούν, ιδιαίτερα στρατιωτικοί. Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι εκτελέσεις αυτές άρχισαν ή εντάθηκαν μετά τον Ιούνη του 1941, δηλαδή μετά τη ναζιστική εισβολή στην ΕΣΣΔ, πράγμα που δε μας φαίνεται τυχαίο.
Η ένταση φαίνεται από την πρώτη κιόλας περίοδο του πολέμου. Τόσο ο γερμανικός όσο και ο ιταλικός υποβρυχιακός στόλος προσπαθούν να εμποδίσουν κάθε ναυτική προσέγγιση στις ισπανικές ακτές. Εξαπολύουν, λοιπόν, έναν αμείλικτο υποβρυχιακό πόλεμο. Η εφεκτική στάση της Βρετανίας και της Γαλλίας τους δίνει τόσο θάρρος ώστε αρχίζουν να χτυπούν και πλοία των δύο αυτών χωρών. Αυτό, όμως, ξεπερνούσε τα όρια που η Βρετανία και η Γαλλία μπορούσαν να ανεχτούν. Ετσι, στις 10-14 Νοέμβρη του 1937, έγινε, με δική τους πρωτοβουλία, η διάσκεψη της Νιόρ (Ελβετία). Στη διάσκεψη πήραν μέρος η Βρετανία, η Γαλλία, η ΕΣΣΔ, η Τουρκία, η Ελλάδα, η Γιουγκοσλαβία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Αίγυπτος. Η διάσκεψη απειλούσε με αντίποινα τα υποβρύχια ή πλοία που θα έπλητταν τα πλοία των συμβαλλομένων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι τορπιλισμοί, πολλές δεκάδες ως το Σεπτέμβρη του 1937, κόβονται με το μαχαίρι.
Αυτό δείχνει - καθαρότερα, ίσως, από οποιοδήποτε γεγονός - ότι η Γερμανία, και η Ιταλία, αν έβλεπαν τη Βρετανία και τη Γαλλία αποφασισμένες να αντιδράσουν, δε θα πλησίαζαν την Ισπανία ούτε με κλοτσιές. Από την άλλη, είναι χαρακτηριστικό ότι η συμφωνία της Νιόρ δεν καλύπτει τα πλοία με σημαία της Δημοκρατικής Ισπανίας».
Από το βιβλίο του Θανάση Παπαρήγα ο «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Οπως καταλαβαίνετε φυσικά, δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο βιβλίο που θα το ξεπετάξουμε σε μια νύχτα. Είναι ένα εξαιρετικό έργο που οφείλουμε να το μελετήσουμε προσεκτικά. Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε: «Η εικόνα που έχουμε για την αρχαιότητα είναι προϊόν σταδιακής κατάκτησης. Ξεκίνησε να διαμορφώνεται με τα έργα του Ηροδότου και του Θουκυδίδη αλλά εξελίσσεται διαρκώς. Στις ιστοριογραφικές διαδρομές που ακολουθεί, εξηγεί ότι το καλύτερο πρότυπο το οποίο διαθέτει σήμερα ο μελετητής είναι αυτό που επεξεργάστηκε ο Πολύβιος, ο ιστορικός της ρωμαϊκής κατάκτησης. Η επέκταση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στο μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου, έθεσε στον ιστορικό προβλήματα παρόμοια με αυτά που προκύπτουν από τη σημερινή παγκόσμια συγκυρία. Σε άλλες διαδρομές ο Δημήτρης Κυρτάτας στέκεται στο ζήτημα της θρησκείας και ισχυρίζεται ότι, οι προσεγγίσεις του Ηροδότου είναι καταλληλότερες για να γίνει αντιληπτή η διασύνδεση του θρησκευτικού φαινομένου με άλλα κοινωνικά και πολιτικά ρεύματα. Σε μια εκτενή επισκόπηση συγκεντρώνει επίσης στοιχεία γύρω από τον τρόπο με τον οποίο έγινε η πρόσληψη της ελληνικής αρχαιότητας από το νέο ελληνισμό στη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα».
Πριν, όμως, σας ευχηθούμε καλή ανάγνωση και καλή μελέτη, ας πούμε και λίγα λόγια για τον συγγραφέα.
Ο Δημήτρης Κυρτάτας γεννήθηκε το 1952 στην Αθήνα και σπούδασε στη Θεσσαλονίκη και το Λονδίνο. Εργάστηκε στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Κοινωνίας της Ακαδημίας Αθηνών. Δίδαξε από το 1985 έως το 2001 στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και από το 2002 είναι αναπληρωτής καθηγητής της Αρχαίας Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Τι λέτε, να κάνουμε μια ψαρόσουπα με μύδια, μπακαλιάρο και γαρίδες; Θα χρειαστούμε: Εναν φρέσκο μπακαλιάρο (600 γραμ.), δέκα μέτριες γαρίδες, 12 μύδια με το κέλυφός τους, ένα κλαράκι σέλινο, ένα μέτριο κρεμμύδι, δυο καρότα, μια ντομάτα, ένα γραμμάριο σαφράν, αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι, το χυμό ενός ζουμερού λεμονιού και ένα φλιτζάνι του τσαγιού κρέμα γάλατος. Πάμε; Σε μια μεγάλη κατσαρόλα βάζετε δυο λίτρα νερό (περίπου οκτώ ποτήρια του νερού), ρίχνετε το σέλινο, το κρεμμύδι, τα καρότα και την ντομάτα (όλα ολόκληρα). Αλατίζετε ελαφρά και τα βράζετε για μια ώρα περίπου μέχρι να μαλακώσουν. Τα βγάζετε με τη βοήθεια μιας τρυπητής κουτάλας και με αυτά φτιάχνετε μια βραστή σαλάτα, η οποία είναι έτοιμη να σερβιριστεί. Μέσα στο ζωμό λαχανικών ρίχνουμε το σαφράν και στη συνέχεια τον μπακαλιάρο, μετά τις γαρίδες και τελευταία τα μύδια. Αφήνουμε να βράσουν ακόμα για πέντε λεπτά και τα βγάζουμε με την κουτάλα. Αφήνουμε το ζωμό να συνεχίσει το βράσιμο και να γίνει ελαφρώς πηκτός. Οσο βράζει, εμείς ξεκοκαλίζουμε το ψάρι, τις γαρίδες και αφαιρούμε το κέλυφος από τα μύδια. Μόλις η σούπα πήξει αρκετά ρίχνουμε το χυμό λεμονιού και τη σερβίρουμε στα πιάτα βάζοντας σε κάθε πιάτο λίγο ψάρι, μύδια και γαρίδες. Αν θέλετε προσθέσετε κρέμα γάλατος και το αφήνετε να πάρει μια βράση.