ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Απρίλη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΙΡΑΚ
Σημαντική η δική του ιστορία

Ο σπειροειδής μιναρές, ύψους 54 μ., του Μεγάλου Τεμένους «αλ Μουταουάκιλ» στη Σαμάρα
Ο σπειροειδής μιναρές, ύψους 54 μ., του Μεγάλου Τεμένους «αλ Μουταουάκιλ» στη Σαμάρα
Ο ιρακινός λαός δολοφονείται καθημερινά από τους Αμερικανοεγγλέζους ιμπεριαλιστές, με τη συμμετοχή και άλλων, 48 κατά τον αρχιδολοφόνο Μπους, χωρών. Ενας ακόμη άδικος πόλεμος στον κρίκο της αλυσίδας της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση και να εκπληρωθούν τα ευρύτερα γεωστρατηγικά συμφέροντα των μονοπωλίων στην περιοχή, σε συνδυασμό με την άφθονη ενέργεια, στρατηγικό ζήτημα για την οικονομία. Αλλωστε η περιοχή, στην ιστορική περίοδο που ο καπιταλισμός φτάνει στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, γίνεται αντικείμενο ανταγωνισμών που συνοδεύονται και με πολέμους, σημαδεύοντας τη νεότερη ιστορία του Ιράκ. Μια ιστορία, που έχει παρελθόν από την αρχαιότητα ακόμη, αφού οι λαοί της περιοχής είχαν λαμπρή ανάπτυξη, συμβάλλοντας στην εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας και του πολιτισμού, με την έννοια όλων των κατακτήσεων της ανθρώπινης υλικής και πνευματικής δράσης. Την ιστορία, λοιπόν, αυτού του πολύπαθου λαού θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε συνοπτικά, από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Η εποχή της Μεσοποταμίας

Η περιοχή του Ιράκ, που σχεδόν συμπίπτει με την περιοχή της Μεσοποταμίας, αποτελεί μια από τις αρχαιότερες κοιτίδες πολιτισμού. Οι βόρειες περιοχές της είχαν, ήδη, κατοικηθεί από την Παλαιολιθική Περίοδο, ενώ την 7η χιλιετία π.Χ. σ' αυτές τις περιοχές αναπτύσσεται η κτηνοτροφία. Την ίδια περίοδο, στην περιοχή μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη, αναπτύσσεται η γεωργία, με τη χρησιμοποίηση ενός πρωτόγονου συστήματος άρδευσης, από τα νερά των ποταμών. Την 4η χιλιετία οι Σουμέριοι, που κατοίκησαν τη Μεσοποταμία, κατασκεύασαν ένα ολοκληρωμένο αρδευτικό δίκτυο, που σύγχρονό του σε τελειότητα και δυνατότητα δεν υπήρχε σε άλλη περιοχή. Στις αρχές της 3ης χιλιετίας, άρχισαν να δημιουργούνται στο Ιράκ οι πόλεις - κράτη, ενώ στις αρχές της ίδιας περιόδου εμφανίστηκε στην περιοχή ένας, σημιτικής προέλευσης, λαός, οι Ακκαδαίοι. Οι αρχηγοί των Ακκαδαίων ήταν οι πρώτοι που ένωσαν όλα τα εδάφη του Ιράκ, στη διάρκεια της 3ης χιλιετίας, δημιουργώντας τον 21ο αιώνα π.Χ. ενιαίο κράτος, το Σουμεριοακκαδικό βασίλειο, με κέντρο την πόλη Ουρ. Το κοινωνικοοικονομικό σύστημα του συγκεκριμένου κράτους ήταν δουλοκτητικό. Το βασίλειο κατέρρευσε στις αρχές της 2ης χιλιετίας. Σ' αυτό συνέβαλε η εισβολή στη Μεσοποταμία, των Αμοριτών (κτηνοτροφικά σημιτικά φύλα, που έφτασαν από παρακείμενες δυτικές περιοχές).


Την ίδια περίοδο, συγχωνεύονται οι Σουμέριοι με τους Ακκαδαίους, ενώ στη διάρκεια της δυναστείας των Κασσιτών (16ος- 13ος αιώνας) στην περιοχή, παρακμάζουν τα μικρά δουλοκτητικά κρατίδια. Ταυτόχρονα, νέα σημιτικά φύλα, οι Αραμαίοι και οι Χαλδαίοι, διεισδύουν από τις δυτικές περιοχές στη Μεσοποταμία.

Στην περιοχή της Μεσοποταμίας υπήρχε και το βασίλειο της Βαβυλώνας, το πιο σημαντικό στην περιοχή, που γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του επί βασιλείας του Χαμουραμπί (1792 - 1750). Σ' όλους είναι γνωστοί οι κρεμαστοί κήποι της, ως ένα από τα εφτά θαύματα της αρχαιότητας, δείγμα και αυτό του υψηλού επιπέδου πολιτισμού και ανάπτυξης στη συγκεκριμένη εποχή. Το βασίλειο της Βαβυλώνας αναπτύχθηκε στην κεντρική περιοχή της Μεσοποταμίας. Τους πρώτους αιώνες της 1ης χιλιετίας, η Βαβυλώνα έγινε αντικείμενο διαμάχης μεταξύ των Ασσυρίων, που εμφανίστηκαν στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας κατά τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας, του Ελάμ και των Χαλδαίων. Μετά την πτώση της Ασσυρίας, σχηματίστηκε ένα νέο βαβυλωνιακό κράτος.

Τον 6ο αιώνα, η επικράτεια του Ιράκ έγινε το οικονομικό και εμπορικό κέντρο του κράτους των Αχαιμενιδών, στη συνέχεια των Σελευκιδών (4ος- 2ος αιώνας) και, τέλος, του βασιλείου των Πάρθων (2ος π.Χ.- 3ος μ.Χ. αιώνες). Στο βασίλειο των Πάρθων, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μιλούσε την αραμαϊκή γλώσσα. Η πρωτεύουσα της Πάρθου, η Κτησιφών, παρέμεινε πρωτεύουσα και του κράτους των Σασανιδών. Επίσημη θρησκεία του κράτους των Σασανιδών ήταν ο Ζωροαστρισμός, αλλά τα τοπικά φύλα είχαν άλλες θρησκείες, όπως ο χριστιανισμός, ο ιουδαϊσμός, ο μαντενισμός.

Η φεουδαρχία στο προσκήνιο

Η δημιουργία και ανάπτυξη του φεουδαρχισμού στο Ιράκ ξεκινά από τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, το 630, η κατεχόμενη από τους Αραβες Μεσοποταμία προσαρτήθηκε στο χαλιφάτο των Ομεϊαδών. Μετά την προσάρτηση, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ασπάζεται τον ισλαμισμό και χρησιμοποιεί ως γλώσσα την αραβική. Το 750, την εξουσία καταλαμβάνει η δυναστεία των Αββασιδών και το Ιράκ έγινε κέντρο του χαλιφάτου. Η επικράτηση της φεουδαρχίας στο Ιράκ συνδέεται με το κράτος των Αββασιδών. Η Βαγδάτη, που κτίστηκε τα 762, έγινε το πολιτικό και μορφωτικό κέντρο ολόκληρου του τότε γνωστού ισλαμικού κόσμου. Για αρκετούς, μάλιστα, αιώνες, η Βαγδάτη ήταν κέντρο ανάπτυξης της αραβικής παιδείας. Σε αυτή την περίοδο, άλλωστε, η χώρα γνώρισε και τη μεγαλύτερη ακμή της.

Με την εξασθένηση του κράτους των Αββασιδών, ακολούθησε και η παρακμή του Ιράκ. Η αύξηση της δύναμης και επιρροής των τοπικών αρχόντων (φεουδαρχών), τον 8ο αιώνα, καθώς και οι διάφορες εξεγέρσεις των χωρικών, μικροεπαγγελματιών και δούλων συνέβαλαν στην αποσύνθεση και, τελικά, στην πτώση του χαλιφάτου.

Το 1055, αρχικά η Βαγδάτη και μετά ολόκληρη η Μεσοποταμία καταλαμβάνεται από τους Σελτζούκους, ενώ στα τέλη του 13ου αιώνα οι ίδιες περιοχές καταλαμβάνονται από τις μογγολικές στρατιές με αρχηγό τον Χουλαγκού (Hulagu). Η επίθεση που εξαπέλυσε στη Βαγδάτη το 1258 ήταν ισοπεδωτική. Κυριολεκτικά, την ερήμωσε.

Στο τέλος του 14ου με αρχές του 15ου αιώνα, το Ιράκ έγινε τμήμα της αυτοκρατορίας του Ταμερλάνου, ενώ μετά την πτώση της αυτοκρατορίας το Ιράκ έγινε το επίκεντρο μιας διαρκούς διαμάχης, πρώτα μεταξύ των διάφορων αρχηγών των μογγολοτουρκικών φυλών και αργότερα μεταξύ των Σαφαβιδών και των Οθωμανών Τούρκων. Στα 1530, το Ιράκ κατακτήθηκε από τους Τούρκους, ενώ στις αρχές του 17ου αιώνα την κυριαρχία της χώρας την είχαν οι Σαφαβίδες.

Από το 1630 μέχρι το τέλος του Α` Παγκόσμιου Πολέμου, το Ιράκ αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί σουλτάνοι, μάλιστα, εκμεταλλεύτηκαν σκληρά τον πληθυσμό και δημιούργησαν αντιθέσεις και μίσος μεταξύ των Αράβων, των Κούρδων, των Ασσυρίων και άλλων λαών της περιοχής.

Βεβαίως, η καταπίεση από τους Τούρκους κατακτητές οδήγησε σε αλλεπάλληλες εξεγέρσεις ενάντιά τους. Γύρω στα τέλη του 16ου αιώνα, το Ιράκ είχε γίνει στόχος των ισχυρών ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κρατών και ιδιαίτερα της Αγγλίας, ως έδαφος για αποικιοκρατική κατάκτηση. Ετσι, στις αρχές του 17ου αιώνα, η Βρετανική Εταιρία των Ανατολικών Ινδιών (ήδη οι Ινδίες αποτελούσαν αποικία των Αγγλων) άρχισε να εξασκεί όλο και μεγαλύτερη επιρροή στους πασάδες της Βαγδάτης. Η εξουσία του σουλτάνου, μεταξύ του 1704 και του 1831, πάνω στους πασάδες της Βαγδάτης είχε εξασθενήσει για να ξαναδυναμώσει την εποχή του Μιντχάτ πασά, που, ως κυβερνήτης της Βαγδάτης από το 1869 μέχρι το 1872, συνέβαλε σημαντικά στην ενίσχυση της οθωμανικής κυριαρχίας στο Ιράκ.

Η διείσδυση ξένου κεφαλαίου πραγματοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1860 και συνδυάστηκε με τη δυνατότητα του Ιράκ να προμηθεύει με γεωργικά προϊόντα και πρώτες ύλες τις καπιταλιστικές χώρες. Αυτή την περίοδο, το Ιράκ συμμετέχει στην παγκόσμια αγορά, εξάγοντας κριθάρι, αλεύρι και, κυρίως, χουρμάδες.

Η εμφάνιση των αστικών σχέσεων

Το 1881, με την κατάργηση των τελωνειακών δασμών και άλλων περιορισμών στο εξωτερικό εμπόριο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το Ιράκ ανοίγει την αγορά του στις καπιταλιστικές χώρες. Ετσι ενισχύεται η οικονομική του εξάρτηση από αυτές. Με τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, το 1869, αυξήθηκαν σημαντικά οι εμπορικές συναλλαγές του Ιράκ με άλλες χώρες και ιδιαίτερα με την Αγγλία.

Αυτή η πραγματικότητα δημιούργησε συνθήκες αργής βιομηχανικής ανάπτυξης. Οι φεουδαρχικές σχέσεις συνεχίζουν να υπάρχουν στο χωριό. Επίσης το Ιράκ αποτελεί τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε συνθήκες δικής της αποσύνθεσης, ενώ την ίδια περίοδο διεισδύει το κεφάλαιο των καπιταλιστικών χωρών της Δυτικής Ευρώπης, με εμπορικές συμφωνίες και κάποια μικρή ανάπτυξη βιομηχανίας. Την ίδια περίοδο, αρχίζει να διαμορφώνεται η εργατική τάξη.

Στην τελευταία εικοσιπενταετία του 19ου αιώνα, το Ιράκ έγινε πεδίο ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών μεταξύ Αγγλίας και Γερμανίας. Η ανακάλυψη πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου στην περιοχή της Μοσούλης, προς το τέλος του 19ου αιώνα και η κατασκευή της περίφημης σιδηροδρομικής γραμμής της Βαγδάτης από Γερμανούς είχαν σαν αποτέλεσμα την ιδιαίτερη όξυνση των άγγλο-γερμανικών αντιθέσεων στην Εγγύς Ανατολή.

Τον Ιούλη του 1914, βρετανικά στρατεύματα κατέλαβαν το λιμάνι Αλ Φάου του Ιράκ και το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου τη Βασόρα. Το Μάρτη του 1917, κατέλαβαν τη Βαγδάτη και μέχρι το τέλος του 1918 είχαν καταλάβει ολόκληρο το Ιράκ.

Η κυριαρχία του αγγλικού ιμπεριαλισμού

Με την κατάληψη των εδαφών του Ιράκ από τους Αγγλους ιμπεριαλιστές, η χώρα τέθηκε κάτω από τον έλεγχο της αγγλικής στρατιωτικής διοίκησης. Το 1920, η Αγγλία, με διάταγμά της, ανέλαβε επίσημα τη διακυβέρνηση του Ιράκ, που αποτελούνταν τότε από τρία βιλαέτια (επαρχίες) της αποδυναμωμένης πια Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: Της Βασόρας, της Βαγδάτης και της Μοσούλης.

Το καλοκαίρι του 1920, στο Ιράκ αναπτύσσεται και ξεσπά εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Αν και ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι άνισος και το κίνημα καταπνίγηκε στο αίμα, η αγγλική κυβέρνηση αναγκάζεται να αλλάξει τον τρόπο διακυβέρνησης του Ιράκ. Ετσι, τον Οκτώβρη του 1920, δημιουργήθηκε η ονομαζόμενη «εθνική κυβέρνηση», που εξαρτιόταν ολοκληρωτικά από τους Αγγλους. Ενα σχεδόν χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 1921, το Ιράκ ανακηρύσσεται σε βασίλειο, με άρχοντα του θρόνου τον εμίρη Φεϊζάλ της δυναστείας των Χασιμιτών.

Το 1922, η Αγγλία υπέγραψε συνθήκη «συμμαχίας» με την «εθνική κυβέρνηση», σύμφωνα με την οποία γινόταν επισημοποίηση των όρων που αναφέρονταν στο διάταγμα, με το οποίο η Αγγλία ουσιαστικά είχε αναλάβει τη διακυβέρνηση του Ιράκ. Το 1930, η Αγγλία υπογράφει καινούρια συνθήκη «συμμαχίας» με το Ιράκ, σύμφωνα με την οποία το τελευταίο ανακηρύχτηκε επίσημα ανεξάρτητο κράτος. Η συνθήκη άρχισε να ισχύει τις 3 Οκτώβρη 1932. Την ίδια ημερομηνία, καταργήθηκε η βρετανική κυριαρχία και το Ιράκ γίνεται μέλος της «Κοινωνίας των Εθνών». Βεβαίως, αυτή η συμφωνία των Αγγλων με το Ιράκ καθόλου δε σήμαινε πως του παρεχόταν πλήρης ανεξαρτησία. Η Αγγλία διατήρησε, σύμφωνα με το διάταγμα του 1930, τις στρατιωτικές βάσεις στη Χαμπανίγια και την Αλ Σουάιμπα, ενώ ταυτόχρονα Αγγλοι σύμβουλοι φρόντισαν να διατηρήσουν την επιρροή της χώρας τους στην κυβέρνηση και το κράτος. Οι στρατιωτικοπολιτικές θέσεις των Αγγλων εντός του Ιράκ στηρίζονταν στην οικονομία, ο πιο σημαντικός τομέας της οποίας ελέγχεται από τους Αγγλους. Οι πηγές πετρελαίου ήταν ιδιοκτησία των ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων, κυρίως της Ιρακινής Εταιρίας Πετρελαίου (πρώην Τουρκική Εταιρία Πετρελαίου), που βρισκόταν υπό τον έλεγχό τους.

Οπως έχουμε, ήδη, αναφέρει, στο χωριό του Ιράκ επικρατούσαν σχεδόν φεουδαρχικές σχέσεις. Οι περισσότεροι αγρότες νοίκιαζαν γη και καλλιέργεια από τους γαιοκτήμονες, κάτω από συνθήκες που έφταναν τα όρια της δουλείας.

Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης και η έλλειψη πολιτικών δικαιωμάτων για το λαό δημιουργούν αντικειμενικά συνθήκες όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων και εξεγέρσεις. Στη δεκαετία του 1930, έγινε η εξέγερση των Κούρδων (1930 - '32), διάφορων εθνοτήτων στον Βόρειο Ευφράτη (1933 - '35) και των Γιαζιδών Κούρδων (1936). Την ίδια περίοδο, μπαίνει μαχητικά στην πάλη για τα δικά της δικαιώματα και η εργατική τάξη του Ιράκ, που αποτελούνταν κυρίως από τους εργάτες των πετρελαιοπηγών, των σιδηροδρόμων και τους λιμενεργάτες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 με αρχές της δεκαετίας του 1930, ξεσπά μεγάλο απεργιακό κίνημα, έχουν ιδρυθεί εργατικά συνδικάτα, ενώ στα 1934, η εργατική τάξη ιδρύει το δικό της πολιτικό κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ιράκ (ΚΚΙ). Το εργατικό κίνημα έχει και τις πρώτες του κατακτήσεις, το 1936, όταν κάτω από τους αγώνες η κυβέρνηση ψήφισε έναν εργατικό νόμο που περιόριζε σε κάποιο βαθμό την εργοδοτική αυθαιρεσία.

Τον Οκτώβρη του 1936, μια ομάδα αξιωματικών, με αρχηγό τον στρατηγό Μπακρ Σίντκι, ανέτρεψε με πραξικόπημα την κυβέρνηση και ο Χικμάτ Σουλεϊμάν, ηγέτης της πατριωτικής οργάνωσης «Αλ Αχάλι» («Ο λαός»), που είχε ιδρυθεί στα τέλη του 1931, σχηματίζει την κυβέρνηση της «εθνικής αναμόρφωσης». Η κυβέρνηση αποφασίζει μια σειρά δημοκρατικούς μετασχηματισμούς, σχετικά με τα εργατικά και τα λαϊκά δικαιώματα και ελευθερίες, τους οποίους, μάλιστα, άρχισε να εφαρμόζει. Τον Αύγουστο, όμως, του 1937, στην εξουσία επανήλθαν δυνάμεις που πρόσκειντο στους Αγγλους.

Οταν ξέσπασε ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος, η κυβέρνηση του Ιράκ διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις της με τη Γερμανία (5/9/1937), έθεσε υπό τον έλεγχο των Αγγλων συμβούλων όλους τους σπουδαίους τομείς της οικονομίας και εξαπέλυσε επίθεση στους πολιτικούς της αντιπάλους.

Αλλά η επιρροή της αντιπολίτευσης, ειδικά στο στρατό, ήταν έντονη σε βαθμό που τον Απρίλη του 1940 σχηματίζεται κυβέρνηση συνασπισμού, με ηγέτη έναν από τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης της εθνικιστικής Δεξιάς, τον αλ Γκαϊλάνι. Σε χρονικό διάστημα λιγότερο από ένα έτος, η κυβέρνηση αυτή αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση του στρατηγού Τάχα αλ Χασίμι. Τη νύχτα της 1ης Απρίλη 1941, ύστερα από πραξικόπημα που οργάνωσαν μερικοί αξιωματικοί με αντιεγγλέζικα φρονήματα, η κυβέρνηση έπεσε. Στις 3 Απρίλη, σχηματίστηκε κυβέρνηση της «εθνικής άμυνας», με αρχηγό ξανά τον αλ Γκαϊλάνι. Η ναζιστική Γερμανία προσπάθησε να προσεγγίσει την κυβέρνηση του Γκαϊλάνι, προσφέροντας στρατιωτική βοήθεια για τον πόλεμο με την Αγγλία. Η κυβέρνηση δε δέχεται τη στρατιωτική βοήθεια, ενώ οι Αγγλοι άρχισαν στις 2 Μάη 1941 στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του Ιράκ και στα τέλη του ίδιου μήνα, την εξουσία αναλαμβάνουν, με την αποφασιστική συμβολή των εγγλέζικων όπλων, οι δυνάμεις - σύμμαχοι της Αγγλίας, με επικεφαλής τον Ναούρι αλ Σαΐντ.

Η αντιδραστική πολιτική της κυβέρνησης και η χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης του λαού είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία κινήματος για τα Δικαιώματα των Εργαζομένων. Αναπτύσσονται ογκώδεις διαδηλώσεις, απεργίες εργατών, αγροτών και υπαλλήλων, με υπομνήματα διαμαρτυρίας προς την κυβέρνηση και επίκριση μέσω του Τύπου των κυβερνητικών ενεργειών. Το «Κίνημα για τα Δικαιώματα των Εργαζομένων», στην οργάνωση του οποίου σπουδαίο ρόλο έπαιξε το ΚΚΙ, εξανάγκασε την κυβέρνηση να κάνει ορισμένες παραχωρήσεις. Ετσι, στον εργατικό νόμο του 1936, έγιναν μερικές προσθήκες, που αφορούσαν τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την κατοχύρωση του δικαιώματος των εργατών να οργανώνονται σε συνδικάτα. Παράλληλα, το 1943 και το 1944 ελευθερώθηκαν από τις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αρκετοί πολιτικοί κρατούμενοι, ενώ τον Αύγουστο του 1944 η κυβέρνηση αποφάσισε να ανταλλάξει διπλωματικούς αντιπροσώπους με την ΕΣΣΔ.

Από την αρχή του Β` Παγκοσμίου Πολέμου, οι Κούρδοι του Ιράκ αντιμετωπίζουν την έντονη καταπίεση της ιρακινής κυβέρνησης, ζουν στην εξαθλίωση, ενώ οι οργανώσεις τους έχουν κηρυχτεί παράνομες. Ετσι, το καλοκαίρι του 1943, έγινε εξέγερση της φυλής των Βαρτσάνων με αρχηγό το σεΐχη τους Μουσταφά Μπαρζανί, ενώ ακολούθησαν και άλλες φυλές. Η επιχείρηση καταστολής των εξεγερμένων, που ανέλαβε ένα εκστρατευτικό σώμα τον Αύγουστο του 1943, κατέληξε σε πλήρη αποτυχία. Το Μάη του 1944, η κυβέρνηση άρχισε διαπραγματεύσεις με τους Κούρδους για εθνική αυτονομία. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 1945, η κυβέρνηση αθετεί τις συμφωνίες και επιτίθεται με στρατό και αεροπορία κατά των Κούρδων. Ετσι, τον Οκτώβρη του 1945, η οργανωμένη αντίσταση των επαναστατών κάμφθηκε και ο Μουσταφά Μπαρζανί, με 2.000 οπαδούς του, έφυγε από το Ιράκ.

Πηγή: «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια»

Συνεχίζεται


Επιμέλεια:
Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ