«Η άρχουσα τάξη και τα κόμματά της προβάλλουν τον όρο "ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας" και στη βάση αυτή θέλουν να υποτάξουν την εργατική τάξη στα δικά τους συμφέροντα. Το ίδιο επιδιώκουν, αναγορεύοντας ως εθνικό στόχο την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ζητούν θυσίες από τους εργαζόμενους για το λεγόμενο κοινό στόχο, η Ελλάδα να μπει στο σκληρό πυρήνα των ισχυρών χωρών, να ανεβάσει το διεθνή ρόλο της»1.
«Το κεφάλαιο, με βάση αναπαραγωγής του την Ελλάδα, ενδιαφέρεται να βελτιώσει τις προϋποθέσεις ανταγωνισμού του στις περιφερειακές και στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, με αύξηση της συσσώρευσης κεφαλαίου, με επίτευξη χαμηλότερων τιμών εμπορευμάτων, με εξαγωγές βιομηχανικού, εμπορικού κεφαλαίου. Μια ορισμένη εξαγωγή κεφαλαίου μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση κεφαλαίου στη χώρα από την οποία γίνεται η εξαγωγή, να φέρει δευτερογενώς νέα επέκταση της καπιταλιστικής παραγωγής σε αυτήν. Το ερώτημα, αν και κατά πόσο θα ωφεληθεί η εργατική τάξη από μια τέτοια συγκεκριμένη εξέλιξη, απαντιέται με το χαρακτήρα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, δηλαδή της αναπαραγωγής των όρων εκμετάλλευσης, με τη σχετική και απόλυτη εξαθλίωση κλπ.»2.
Ετσι, παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια, όπως εκτιμούν και τα οικονομικά επιτελεία της άρχουσας τάξης, με βάση τα στοιχεία της ίδιας της αστικής στατιστικής στην οικονομία, (αύξηση του ΑΕΠ), ή με βάση αύξηση των διαστάσεων του κεφαλαίου διαφόρων μονοπωλιακών ομίλων, τραπεζών, κατασκευαστικών εταιριών, (π.χ. εξαγορά Τράπεζας Εργασίας από τη Γιούρομπανκ, του «Μαμιδάκη» από τα ΕΛΠΕ, της ΜΕΤΚΑ από τη «Μυτιληναίος»), το κεφάλαιο στην Ελλάδα να αναπτύσσεται, αλλά ταυτόχρονα να μεγαλώνει η ανεργία, να μειώνονται οι μισθοί, να υπάρχει αδυναμία κάλυψης στοιχειωδών αναγκών της εργατικής οικογένειας σε ζητήματα Υγείας, Εκπαίδευσης, αλλά και γενικότερα διαβίωσης.
Και η Ελλάδα εξάγει κεφάλαια στις γειτονικές βαλκανικές χώρες,(Ρουμανία, Βουλγαρία, Σερβία, ΠΓΔΜ, Αλβανία) όπου βρίσκονται πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, π.χ. (ΟΤΕ, Εθνική Τράπεζα, «Ιντρακόμ», «Ιντρασόφτ», ΤΙΤΑΝ, «Μυτιληναίος, ΦΑΓΕ, ΔΕΛΤΑ, «Ιντρακάτ» κλπ).
Η Ελλάδα είναι, επίσης, χώρα στην οποία εξάγονται κεφάλαια από ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες και εμπορεύματα. Μέσω δε αυτής της διαδικασίας, το κεφάλαιο στην Ελλάδα διαπλέκεται με το κεφάλαιο από άλλες χώρες, είτε είναι οι ΗΠΑ, είτε η Γερμανία κλπ., γεγονός που δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις εξαγωγής κεφαλαίου και εμπορευμάτων από την Ελλάδα, αλλά και τη δυνατότητα να δρα από καλύτερες θέσεις στον ανταγωνισμό. Αυτή η δυνατότητα που είναι μικρότερη για καπιταλιστικές οικονομίες σε υποδεέστερη θέση, όπως της Ελλάδας, σε σχέση με ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες, οδηγεί και στις στρατηγικές επιλογές, π.χ. για την ένταξη στην ΟΝΕ.
«Η καπιταλιστική επιχείρηση ως ιδιωτικό ή κρατικό μονοπώλιο δρα σε συνθήκες ευνοϊκών θεσμικών ρυθμίσεων για διαπλοκή του ελληνικού κεφαλαίου με το διεθνικό κεφάλαιο. Ετσι, τα συμφέροντα του ελληνικού κεφαλαίου δένονται ακόμα περισσότερο με το διεθνικό, τα συμφέροντα της αστικής τάξης με τα διακρατικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, με τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Οι εξαγωγές και συγχωνεύσεις ενσωματώνουν τις παραπάνω κινήσεις και συμβάλλουν στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Στον τομέα π.χ. των κατασκευών τα προηγούμενα χρόνια υπήρξε η τάση συνένωσης των ελληνικών επιχειρήσεων μεταξύ τους με διάφορες άμεσες ή έμμεσες μορφές και με το επιχείρημα ότι ενώνονται για να είναι ισχυρές, ώστε να ανταγωνιστούν τις ξένες και να παίξουν ρόλο στην "εθνική οικονομία'" να υπηρετήσουν τους Ελληνες εργαζόμενους. Ανεξάρτητα από διαθέσεις και προθέσεις οι επιλογές αποδείχτηκαν ότι δεν είχαν σχέση με τον πατριωτισμό»3.
Συγκεντροποίηση του κεφαλαίου σημαίνει αύξηση των διαστάσεων του κεφαλαίου, μέσω της εξαγοράς μιας επιχείρησης από μια άλλη ή μέσω της συγχώνευσής τους,(π.χ. η «Ελληνική Τεχνοδομική» εξαγόρασε την «Τεχνική Εταιρία Βόλου» και συγχωνεύτηκαν με την «Ακτωρ»). Οσο μεγαλύτερες είναι οι διαστάσεις του κεφαλαίου ενός μονοπωλίου τόσο μεγαλύτερες είναι οι δυνατότητες να αποκομίζει μεγαλύτερα κέρδη, να παίρνει μεγαλύτερα μερίδια στην αγορά, να εκτοπίζει ανταγωνιστές. Σημαίνει, λοιπόν, μεγαλύτερες δυνατότητες αναπαραγωγής του, σε συνθήκες ανταγωνισμού, ακόμη και σε δύσκολες συνθήκες, π.χ. ύφεσης, ή κρίσης.
Επομένως, η συγχώνευση επιχειρήσεων, δεν οφείλεται στη διάθεση των καπιταλιστών να αναπτυχθεί η εθνική οικονομία, προκειμένου να ευημερήσει η εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, αλλά γιατί αν, π.χ. οι κατασκευαστικές εταιρίες δεν κάνουν κοινοπραξίες, αν δεν κάνουν συγχωνεύσεις, για να μεγαλώσουν οι διαστάσεις του κεφαλαίου τους, δεν μπορούν να ανταγωνιστούν ομοειδείς επιχειρήσεις, που όντας σε πλεονεκτικότερη θέση παίρνουν τα μεγάλα έργα. Γιατί έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν φτηνότερες τιμές σε πρώτες ύλες, να συνάπτουν με τα αντίστοιχα μονοπώλια πιο μακροχρόνιες συμφωνίες, να αντεπεξέρχονται στις ανάγκες κατασκευής μεγάλων έργων, λόγω καλύτερης οργάνωσης της δουλιάς, καλύτερων μέσων παραγωγής κλπ.
Η υποταγή των μικρών παραγωγών με διάφορες μορφές, αποκαλύπτει και το γεγονός ότι το κεφάλαιο εκμεταλλεύεται τη μισθωτή εργασία, αλλά εκμεταλλεύεται και τους μικρούς παραγωγούς, είτε είναι αγρότες είτε ΕΒΕ. Για παράδειγμα, στα ναυπηγεία, υπάρχουν τομείς δουλιάς που δίνονται σε υπεργολάβους, αλλά από τη δουλιά των υπεργολάβων κερδίζει περισσότερα η μεγάλη επιχείρηση, ελάχιστα ο υπεργολάβος, ενώ τα τμήματα της εργατικής τάξης είναι ακόμη πιο καταπιεσμένα. Η συγκέντρωση π.χ. στο εμπόριο και η δημιουργία μεγάλων εμπορικών ομίλων εκτοπίζει τους μικρούς αυτοαπασχολούμενους εμπόρους.
1,2,3,4. Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» (ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002 σελ 97-98).