Σε κάποια άλλη περίπτωση (ή μάλλον... σε κάποιον άλλον πλανήτη που δε θα ήταν γνωστή η έννοια του κέρδους), ίσως το παραπάνω ερώτημα να ήταν μόνο φιλολογικό. Τώρα όμως δεν είναι. Στο πέρασμα των αιώνων, η συμβατική μορφή του βιβλίου συνδέθηκε αντικειμενικά με τους αγώνες για τα πνευματικά δικαιώματα, με τους αγώνες για τη μόρφωση, την εκλαΐκευση, τη διάδοση της γνώσης, τη δημοκρατία. Ο χάρτινος τόμος ταυτίστηκε με την πρόοδο, ανεξάρτητα από το γεγονός πως δε συνιστά πάντα πρόοδο το περιεχόμενό του. «Συμβολοποιήθηκε» στη συλλογική συνείδηση η οποία τον αντιμετώπισε με σεβασμό, ενίοτε και με δέος. Ασχετα αν στη χώρα μας εξακολουθεί να μην αποτελεί καθημερινό σύντροφο. Ποιος θα αναρωτιόταν για τη «φύση» αυτού του συμβόλου;
Κι όμως. Η συζήτηση γύρω από τη «φύση» του βιβλίου έχει ήδη ανοίξει. Το βιβλίο δεν είναι πλέον ο χάρτινος τόμος μόνο. Ηδη κυκλοφορούν μυθιστορήματα στο διαδίκτυο ή ακόμη και μόνο σε αυτό. Αυτομάτως τέθηκε ζήτημα πνευματικών δικαιωμάτων, αφού οι δημιουργοί έχουν πλέον ακόμη μικρότερες πιθανότητες να παρακολουθούν την εμπορική πλευρά της διάδοσης του έργου τους σε μια αγορά που ως γνωστόν έχει «συμβολοποιήσει» μόνο το κέρδος. Η συγκεντροποίηση του εκδοτικού κεφαλαίου σήμανε το κλείσιμο μικρών παραδοσιακών εκδοτικών. Οσοι ανησυχούν για το ότι αυτή η κατάσταση οδηγεί σταθερά σε μια «ομογενοποίηση» ακόμη και του περιεχομένου, δικαιώνονται και μόνο με μια ματιά στη λίστα με τα «μπεστ σέλερ». Και η ανησυχία γέννησε ερωτηματικά.
«Πριν ανακόψουμε την εισδοχή των αμερικανικών πολιτιστικών προϊόντων ή πριν κατακτήσουμε αγορές τρίτων χωρών όπως η Κίνα, οφείλουμε ως ΕΕ και ως ευρωπαϊκοί πολιτισμοί, να κατακτήσουμε την ευρωπαϊκή αγορά, η οποία λειτουργεί ως ενιαία χάριν των αμερικανικών κυρίως πολιτιστικών και οπτικοακουστικών προϊόντων και δε λειτουργεί ως ενιαία για τα ευρωπαϊκά πολιτιστικά προϊόντα και αγαθά» είχε πει ο υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος, στον χαιρετισμό του προς τους συνέδρους. Στόχος και στον τομέα του βιβλίου λοιπόν, είναι η «κατάκτηση της ευρωπαϊκής αγοράς» από τα «ευρωπαϊκά προϊόντα» έναντι των αμερικανικών. Δηλαδή των ευρωπαϊκών μονοπωλίων έναντι των αμερικανικών. Το πώς αυτό θα σημάνει καλύτερες μέρες για δημιουργούς, μικρούς εκδότες και αναγνώστες,δεν εξηγείται από την ΕΕ. Γιατί τότε θα αποκαλυπτόταν το πραγματικό της «πρόσωπο».
Ισχυροποίηση όμως των ευρωπαϊκών εκδοτικών μονοπωλίων σημαίνει «εκκαθάριση» σε εθνικό επίπεδο. Στην Ελλάδα τα μεγάλα εκδοτικά τραστ (εγχώρια και μη) δε φαίνεται ότι θα δυσκολευτούν ιδιαίτερα. Η εικόνα της ελληνικής βιβλιαγοράς όπως την παρουσίασε στους συνέδρους ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών και Βιβλιοπωλών, Γ. Δαρδανός, είναι απογοητευτική: Το 30% των 500 εκδοτών εκδίδει το 84% της παραγωγής, με το 2% να εκδίδει το 29% της παραγωγής! Από τα 2.000 βιβλιοπωλεία της χώρας μόνο τα 100 πουλούν αμιγώς βιβλία. Στην Ελλάδα εκδίδονται ετησίως κατά μέσο όρο 7.000 τίτλοι. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της παραγωγής δεν είναι καθετοποιημένο, αλλά λειτουργεί με φασόν. Το 85% των επιχειρήσεων βρίσκονται στην Αθήνα, το 10% στη Θεσσαλονίκη και το 5% στην υπόλοιπη Ελλάδα. Από το 1948 μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει εκδώσει τόσους τίτλους, όσους η Βρετανία κάθε χρόνο. Στα παραπάνω να προστεθεί και η ανυπαρξία κρατικής πολιτικής ενίσχυσης της ανάγνωσης, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το φιάσκο των σχολικών βιβλιοθηκών που είτε υπολειτουργούν είτε είναι κλειστές... είτε δε δημιουργήθηκαν παντού.
Από τα γενικά συμπεράσματα της διάσκεψης προκύπτει η ανησυχία των εκδοτών για πιθανούς σχεδιασμούς της ΕΕ που θα απειλούσαν τα όποια εθνικά προγράμματα στήριξης του βιβλίου υπάρχουν. Γι' αυτό ζητούν να «μην παρακαμφθούν από άλλους ευρωπαϊκούς κανονισμούς» οι εθνικές διατάξεις που αφορούν τις τιμές των βιβλίων. Σε ό,τι αφορά στη μορφή του βιβλίου, οι συμμετέχοντες στη διάσκεψη ζητούν έναν ορισμό του βιβλίου που θα θεωρεί ως κύριο κριτήριο το περιεχόμενο και όχι τη μορφή, έτσι ώστε οι προστατευτικές διατάξεις, είτε για τα πνευματικά δικαιώματα, είτε για τις τιμές του βιβλίου, να καλύπτουν όλες τις μορφές διάδοσής του.
Τέλος, ζητούν από τους υπουργούς Πολιτισμού της ΕΕ, να διατηρηθεί στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού Συντάγματος η παράγραφος 4 του άρθρου 151 της Συνθήκης της Ενωσης, για την υποχρέωση της κοινότητας να λαμβάνει υπόψην την πολιτιστική διάσταση στις διάφορες αποφάσεις. Αυτό το συνδέουν με την «ανταγωνιστικότητα» της πολιτιστικής βιομηχανίας και ιδιαίτερα της βιβλιοπαραγωγής, η οποία «μπορεί να βρει τη θέση της» στις ευρωπαϊκές πολιτικές για την απασχόληση, την εκπαίδευση κ.ά. Αυτός ο σαφής προσανατολισμός στην «αγορά», καθιστά τις «κορόνες» περί την «πολυπολιτισμικότητα», απλά ιδεολογήματα.