ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 23 Απρίλη 2003
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Πρέπει να δουλεύουμε περισσότερα χρόνια!

Ο Ν. Γκαργκάνας αποκαλύπτει τις μεθοδεύσεις κυβέρνησης - ΕΕ, για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και μια σειρά άλλα αντιλαϊκά μέτρα, με στόχο την ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου

Το νέο πλαίσιο εξαπάτησης και εκβιασμού των εργαζομένων, με στόχο την παραπέρα κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής κυβέρνησης και ΕΕ, παρουσίασε χτες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, με την ετήσια έκθεσή του στη γενική συνέλευση της Τράπεζας. Με διατυπώσεις «καθαρές» και «ξάστερες», ο Ν. Γκαργκάνας, ανέλυσε τα σχέδια που απεργάζεται η οικονομική ολιγαρχία σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Ετσι αποκάλυψε, στην πραγματικότητα, ότι η επίθεση που δέχονται οι οικονομικά ασθενέστερες ομάδες, είναι μια διαδικασία η οποία ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί, αν δεν αλλάξουν ριζικά οι συσχετισμοί δύναμης, ώστε δυναμικά να μπει ένα τέλος.

Στο όνομα της «πραγματικής σύγκλισης», ο πρωθυπουργικός φίλος και κεντρικός τραπεζίτης:

  • Εθεσε και πάλι θέμα ασφαλιστικού συστήματος και αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.
  • Απαίτησε οι αμοιβές των εργαζομένων να κινούνται στο αστερισμό τής ακόμα μεγαλύτερης λιτότητας.
  • Ζήτησε διεύρυνση της ελαστικής απασχόλησης.
  • Πρότεινε τη λήψη μέτρων για την ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
  • Απείλησε ότι θα εξανεμιστούν τον όποια οφέλη από την ένταξη στην ΟΝΕ, αν οι εργαζόμενοι δε σκύψουν το κεφάλι.

Για να είναι «επιτυχής η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ», τόνισε ο διοικητής - δείχνοντας παράλληλα τους κερδισμένους και τους χαμένους στην υπόθεση της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης - «πρέπει να προωθηθούν περαιτέρω διαρθρωτικές προσαρμογές», οι οποίες -όπως εξήγησε- πρέπει να αποβλέπουν σε τρεις στόχους. Πρώτον, στη σταθερή βελτίωση της παραγωγικότητας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Δεύτερον, στην ενίσχυση της ευελιξίας και της αποτελεσματικότητας των αγορών. Τρίτον, στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού στις επιχειρηματικές επενδύσεις. Ο καθένας καταλαβαίνει τι ακριβώς εννοεί η Τράπεζα Ελλάδας. Στην εισήγηση όμως υπάρχει και πλήρης ανάλυση, στην οποία αποκαλύπτεται ότι το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων αποβλέπουν στην ενίσχυση της δράσης του κεφαλαίου, μέσα από την παραπέρα συμπίεση του εργατικού κόστους παραγωγής.

Ειδικότερα:

Για την Κοινωνική Ασφάλιση, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του «Ρ» ήταν σαφής, λέγοντας: «Οι Ελληνες πρέπει να δουλεύουμε περισσότερα χρόνια. Εχουμε το θάρρος και το λέμε» (!) Και συμπλήρωσε με νόημα: «Είναι φανερό ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα» και ότι «η περαιτέρω μεταρρύθμιση του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης αποτελεί μια από τις κορυφαίες προτεραιότητες για την Ελλάδα», αφού, όπως εκτιμά ο νόμος που προώθησε πέρσι η κυβέρνηση, «δε φαίνεται να περιορίζει σημαντικά τη μεγάλη αύξηση των δαπανών για συντάξεις μακροπρόθεσμα».

Με τις διατυπώσεις αυτές αποδεικνύονται οι μεθοδεύσεις που ακολούθησε η κυβέρνηση Σημίτη τα δύο προηγούμενα χρόνια. Μπορεί, κάτω από το βάρος των παλλαϊκών κινητοποιήσεων να απέσυρε το «σχέδιο Γιαννίτση» από το τραπέζι, όμως ποτέ δεν έπαψε να έχει στους προσανατολισμούς της την επαναφορά του θέματος, ενδεχόμενα σε ακόμα πιο απεχθή μορφή, όπως βεβαιώνουν και οι χτεσινές θέσεις που διατύπωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας. Είναι ενδεικτικό ότι με προκλητικό τρόπο ο Ν.Γκαργκάνας εκτόξευσε εκβιασμούς του τύπου «αν το ζήτημα δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και αποφασιστικά, θα καταστεί σχεδόν αναπόφευκτη (...) η σημαντική αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, προκειμένου να καλυφθούν οι μελλοντικές δαπάνες για συντάξεις». Παράλληλα, αξιώνεται η επιτάχυνση των διαδικασιών για την ενοποίηση Ταμείων και συντάξεων όπως επίσης και η δημιουργία του «δεύτερου και τρίτου πυλώνα», που, αφενός, θα διευκολύνει την εισβολή των ασφαλιστικών εταιριών στην Κοινωνική Ασφάλιση και παράλληλα θα ρίξει τα αποθεματικά των Ταμείων στη χοάνη του χρηματιστηριακού τζόγου.

Σε ό,τι αφορά στην εξέλιξη των μισθών των εργαζομένων, η διοίκηση της Τράπεζας Ελλάδας απαιτεί ακόμα σκληρότερη λιτότητα. Ετσι, ενώ τα προηγούμενα χρόνια οι διατυπώσεις ήταν της μορφής οι αυξήσεις των μισθών να είναι ανάλογες με την αύξηση της παραγωγικότητας, τώρα - προωθώντας τις σημερινές αξιώσεις του κεφαλαίου που υπαγορεύουν διαφορετική προσέγγιση - ο Ν. Γκαργκάνας υποστήριξε πως «είναι σκόπιμο η αύξηση των πραγματικών μισθών να υπολείπεται της αύξησης της παραγωγικότητας», αφού μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί μείωση του εργατικού κόστους και αύξηση της παραγωγικότητας! Ομως, για τα επιχειρηματικά κέρδη η λογική είναι εντελώς διαφορετική, αφού αναγνωρίζεται ότι η τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων, ναι μεν δεν πρέπει να ξεχνά την ανταγωνιστικότητα, «πρέπει όμως να συμβάλλει στην ενίσχυση της κερδοφορίας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για νέες επενδύσεις».

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται για την «αγορά εργασίας», όπου αναλύονται οι μέχρι σήμερα αποφάσεις απορύθμισης των εργασιακών σχέσεων και διαπιστώνεται πως όσα έγιναν υπολείπονται των αναγκών. Γι' αυτό «γενικότερα πρέπει να διευκολύνεται περισσότερο η προσαρμογή του χρόνου εργασίας, αλλά και της ίδιας της απασχόλησης στις μεταβολές της παραγωγής», ενώ παράλληλα προτείνονται νέες ενισχύσεις προς τους επιχειρηματίες, αφού «πρέπει να μειωθεί το κόστος δημιουργίας απασχόλησης», μέσα από την αύξηση των κινήτρων για καταβολή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών». Σημαντική είναι, για την Τράπεζα Ελλάδας, η επιχειρούμενη εφαρμογή της μερικής απασχόλησης στο Δημόσιο, μια και το όλο θέμα εξετάζεται τόσο από τη σκοπιά της μείωσης του κόστους των δημοσίων δαπανών, όσο και για την εικονική, τελικά, μείωση της ανεργίας.

Σε υψηλά επίπεδα ανεργία και πληθωρισμός

Παρά τις ικανοποιητικές επιδόσεις που σημείωσε η ελληνική οικονομία το 2002 (άνοδος 4% του ΑΕΠ), η αύξηση της απασχόλησης ήταν μικρή, το ποσοστό της ανεργίας εξακολουθεί να μειώνεται με σχετικά βραδύ ρυθμό, ο πληθωρισμός (3,6%) διατηρείται σε υψηλότερα επίπεδα από τις μέσες επιδόσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για τρίτη συνεχή χρονιά διαμορφώθηκε σε επίπεδα υψηλότερα του 6% του ΑΕΠ.

Αυτές τις διαπιστώσεις κάνει η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, ενώ κοινή είναι η διαπίστωση ότι οι ανισορροπίες αυτές υποδηλώνουν υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού κεφαλαίου ως προς τους διεθνείς του ανταγωνιστές. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας (του ελληνικού κεφαλαίου) απαιτεί «πρόσθετες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική προσαρμογή». Ιδιαίτερα απαιτούνται «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και στην αγορά εργασίας». Η «δυσκαμψία» στην αγορά εργασίας ενοχοποιείται από τους συντάκτες της έκθεσης για τους ...υψηλούς μισθούς - υποστηρίζουν ότι το κόστος εργασίας αυξάνεται με ταχύτερους ρυθμούς ως προς τα μέσα επίπεδα της ΕΕ - αλλά και για τη βραδεία άνοδο της απασχόλησης. Απροκάλυπτα λένε ότι θέλουν να «ελαστικοποιήσουν» περαιτέρω την αγορά εργασίας για να μειώσουν τους μισθούς.

Η έκθεση κάνει τις ακόλουθες εκτιμήσεις για την εξέλιξη διαφόρων μακροοικονομικών μεγεθών:

Η διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ το 2002 αποδίδεται στην αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής ζήτησης, που στηρίχτηκε στην αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, στην επέκταση των καταναλωτικών δανείων και στην αγορά σε κατοικίες και ομόλογα.

Η απασχόληση αυξήθηκε το 2002 κατά 1% ή κατά 38.000 άτομα και προήλθε από ορισμένους κλάδους των υπηρεσιών και τις κατασκευές. Αντίθετα, σημειώθηκε νέα υποχώρηση της απασχόλησης στο γεωργικό τομέα, στη μεταποίηση και σε κλάδους του τομέα των υπηρεσιών. Αύξηση σημειώθηκε στους αυτοαπασχολούμενους. Η μερική απασχόληση αυξήθηκε στο 4,5% της συνολικής απασχόλησης, έναντι 4% το 2001 και 6,9% το α΄ τρίμηνο του 1999. Η μερική απασχόληση στην ΕΕ ανέρχεται στο 18%.

Παρά την επίσημη μείωση του γενικού ποσοστού ανεργίας στο 9,9% το 2002, η ανεργία στους νέους (15-24 ετών) ανήλθε στο 26,5% και στις νέες 34,3%. Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών ανεξαρτήτου ηλικίας ήταν 15%. Τα χαμηλότερα επίπεδα ανεργίας εμφανίζονται στους άνδρες άνω των 25 ετών (5,2%).

Το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών το 2002 διαμορφώθηκε στο 6,1% του ΑΕΠ, έναντι 6,2% το 2001 και 6,8% το 2000.

Τέλος, σε δείγμα 418 επιχειρήσεων, τα συνολικά κέρδη αυξήθηκαν το 2002 κατά 5,4% και οι πωλήσεις κατά 10%. Σημαντικά αυξημένα κέρδη εμφάνισαν οι κλάδοι τροφίμων-ποτών -καπνού, διυλιστηρίων-χημικών-πλαστικών, χονδρικού εμπορίου καταναλωτικών αγαθών και λιανικού εμπορίου.

ΠΑΜΕ
Ενίσχυση της ασυδοσίας του κεφαλαίου

Εκδήλωση των νέων αντεργατικών προθέσεων κυβέρνησης και μεγάλου κεφαλαίου χαρακτηρίζει τις δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, ο Δ. Αγκαβανάκης, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας του ΠΑΜΕ.

«Για άλλη μια φορά, -υπογραμμίζει ο συνδικαλιστής- στο όνομα της λεγόμενης ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, αποθεώνεται η ασυδοσία του, και για χάρη αυτής της ασυδοσίας, η κυβέρνηση διά στόματος του κυρίου Γκαργκάνα, εξαγγέλλει ξανά νέα μέτρα για την ισοπέδωση όσων κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων έχουν απομείνει στους εργαζόμενους. Ετσι στην κατεύθυνση αυτή ο διοικητής της τράπεζας συστήνει νέα αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, κεφαλαιοποιητική λειτουργία των ασφαλιστικών ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, μεγαλύτερη ένταση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και της εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων.

Οι ευθύνες των πλειοψηφιών των ηγεσιών της ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ είναι τεράστιες γιατί αποδεχόμενες το ρόλο του κοινωνικού εταίρου της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, ουσιαστικά νομιμοποιούν τέτοιες προκλητικές αντεργατικές συστάσεις.

Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, το ΠΑΜΕ, η εργατική τάξη και οι χιλιάδες εργαζόμενοι, μέσα από τις ταξικές δυναμικές ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑτικες απεργιακές συγκεντρώσεις, θα δώσουν την καλύτερη απάντηση σ' όλους»

Η ΓΣΕΕ

Σχίζει τα ιμάτιά της η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ για τις δηλώσεις Γκαργκάνα. Υποστηρίζει, μάλιστα, ότι οι «απαιτούμενες αλλαγές έγιναν με την πρόσφατη ασφαλιστική μεταρρύθμιση». Αλλά μήπως αυτές οι «αλλαγές», που τις θεωρεί και αναγκαίες, δεν είναι που άνοιξαν το δρόμο για να ζητά σήμερα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και νέα μέτρα; Ξέχασαν άραγε τα στελέχη της πλειοψηφίας ότι η κυβέρνηση ανοιχτά και ξάστερα δήλωνε ότι ο αντιασφαλιστικός νόμος βάζει τις βάσεις για περαιτέρω μέτρα; Οχι. Ολα αυτά τα γνωρίζει καλά η πλειοψηφία. Ομως καμώνεται ότι δεν ξέρει τίποτα για το φόνο. Γιατί σε αυτό το αντιασφαλιστικό έγκλημα, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ είναι χωμένη μέχρι το λαιμό.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ