ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάη 2003
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κόντρα στη νέα (α)ταξία
ΕΥΡΩ-ένωση και τα μαύρα μαντάτα

Ο υπεραιωνόβιος σήμερα, που ήταν παλαιότερα καθηγητής, ακαδημαϊκός και διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Ξενοφών Ζολώτας, σε μια μελέτη του το 1978 που δημοσιεύτηκε στο Δελτίο της Τράπεζας με τίτλο: «Η συμβολή της Ελλάδας - στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα (!) - το θαυμαστικό δικό μας - συγκεφαλαίωνε τα προσδοκώμενα «ωφελήματα» της χώρας μας στα ακόλουθα σημεία:

  • «θα κατοχυρώσει στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα την ανεξαρτησία των λαών και την εμπέδωση της παγκόσμιας τάξης και της ειρήνης». (Η σημερινή κατάσταση της ΕΥΡΩ-ένωσης δίνει την απάντηση)...
  • «Θα σημειωθεί μείωση των εργαζομένων στη γεωργία και μαζική έξοδος εργατών προς την ΕΟΚ» (σ.σ. Οι ογκώδεις κινητοποιήσεις των αγροτών, πιστοποιούν το εντελώς αντίθετο)...
  • «Συμμετοχή της Ελλάδας στη λήψη των πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων» (σ.σ. δηλαδή, στην αποδοχή των αποφάσεων των ισχυρών εταίρων της «μεταβλητής γεωμετρίας» κ.ο.κ.).
  • «Με τη συνεχιζόμενη εκβιομηχάνιση της χώρας, όχι μόνο δεν πρόκειται να προηγηθεί ανεργία, αλλά αντίθετα υπάρχει κίνδυνος (!) να ενταθεί η υφιστάμενη ήδη έλλειψη εργατικών χειρών...» (σ.σ. οι έντονοι αγώνες εργαζομένων, ανέργων απασχολήσιμων, δίνουν την απάντηση στην εποχή της νομισματικής ενοποίησης, της διεύρυνσης, που επιτείνει τα προβλήματα και της δημιουργικής, δηλαδή της πλαστής, λογιστικής, της ανεργίας κλπ.).

Αυτά τα αισιόδοξα υποστήριξε ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας. Ενας άλλος διοικητής σήμερα, ο Ν. Γκαργκάνας, γίνεται «προπομπός των κυβερνητικών μεθοδεύσεων» και ακόμα σκληρότερων επιλογών, όπως παρατηρούσε ο Γιώργος Κακουλίδης στο εύστοχο άρθρο του στο «Ριζοσπάστη». Ο ένας δηλαδή διοικητής ακυρώνει τον άλλο, προβλέποντας νέα σκληρά μέτρα.


Του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ


Γιατί οι επιχειρηματίες θέλουν αλλαγή στο καθεστώς των υπερωριών

Η δύναμη του ανθρώπινου οργανισμού δεν είναι ούτε ανεξάντλητη, ούτε πάντα αναπληρώσιμη, όταν βεβαίως υπόκειται σε εντατική δουλιά
Η δύναμη του ανθρώπινου οργανισμού δεν είναι ούτε ανεξάντλητη, ούτε πάντα αναπληρώσιμη, όταν βεβαίως υπόκειται σε εντατική δουλιά
Πρόταση, για περισσότερη «ευελιξία» στο καθεστώς της υπερωριακής απασχόλησης των εργαζομένων, προτίθεται να καταθέσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Ν.Γκαργκάνας, με αφορμή την παρουσίαση της τελευταίας Εκθεσης Διοικητή για το 2003. Τις κυβερνητικές προθέσεις για αλλαγή του υφιστάμενου καθεστώτος για τις υπερωρίες, προανάγγειλε, επίσης, και ο υπουργός Εργασίας, ο οποίος δήλωσε ότι «το σημερινό καθεστώς των υπερωριών δεν έχει αποδώσει».

Στην προκειμένη περίπτωση, η κυβέρνηση απλώς έρχεται να υλοποιήσει αίτημα των επιχειρηματιών, οι οποίοι θέλουν να ξεμπερδεύουν με κάθε μορφής επιβάρυνση με το «εργατικό κόστος» και να τους ανοίξει διάπλατα ο δρόμος, για να ξεζουμίζουν τους εργαζόμενους 12 και 15 ώρες τη μέρα. Αυτό που ενοχλεί τους επιχειρηματίες, είναι ότι, ακόμα και με τα επίσημα και όχι ακριβή στοιχεία, οι υπερωρίες τα τελευταία χρόνια παρουσίασαν απότομη άνοδο. Από 5.040.693 ώρες το 2000, το 2001 αυξήθηκαν στις 15.440.000 ώρες και για το 2002 εκτιμάται ότι ξεπέρασαν τις 18.000.000 ώρες εργασίας.

Για όσους δεν το έχουν καταλάβει ακόμα, κυβέρνηση και επιχειρηματίες κινούνται ολοταχώς προς την πρώτη εποχή του καπιταλισμού της βιομηχανικής επανάστασης, (πρώτο μισό 19ου αιώνα), όπου δεν ίσχυαν καν ωράρια εργασίας. Στην εποχή χωρίς νομοθετικό περιορισμό του εργάσιμου χρόνου. Στην εποχή, δηλαδή, πριν από το 1844. Τη χρονιά - ορόσημο, κατά την οποία η Βουλή των Κοινοτήτων στην Αγγλία ψήφισε το νόμο για το 12ωρο.

Οσο για τον κύριο Γκαργκάνα, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τη διοίκηση την Κεντρικής Τράπεζας - το υποκατάστημα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την ακρίβεια - είχε διατυπώσει την άποψη ότι η αγορά εργασίας στην Ελλάδα, είναι αρκετά ...άκαμπτη και ότι χρειάζεται να «ελαστικοποιηθεί» περισσότερο. Δεν αποκρύπτει, επίσης, ότι ο στόχος υιοθέτησης τέτοιας μορφής μέτρων, είναι η ενίσχυση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Το θέμα της προώθησης μέτρων, στην κατεύθυνση της περαιτέρω «ελαστικοποίησης» των εργασιακών σχέσεων, επανήλθε και πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή την εαρινή Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης ότι η Ελληνική Προεδρία πρότεινε τέτοιας μορφής μέτρα, συνολικά για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Απλώς ο κ.Γκαργκάνας, με τις προτάσεις του, θέτει επί ελληνικού εδάφους και σε πιο πρακτική μορφή, τις προτάσεις που έκανε συνολικά για την Ευρωπαϊκή Ενωση ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης.

Αυτό που καταλαβαίνει ο κάθε εργαζόμενος, ο οποίος εργάζεται υπερωριακά, είναι ότι οι ώρες που του αναγνωρίζονται σαν υπερωριακή απασχόληση, πληρώνονται περισσότερο. Ετσι, σύμφωνα με τον τελευταίο νόμο, για υπερωριακή απασχόληση μέχρι 120 ώρες το χρόνο, αυξάνεται το ωρομίσθιό του κατά 50% και πάνω από το όριο αυτό -πέραν των 120 ωρών- δικαιούται αποζημίωση ίση με το 250% του καταβαλλόμενου ωρομίσθιου. Αυτό που δεν είναι κατανοητό, είναι ότι ακόμα και με το καθεστώς της υπερωριακής απασχόλησης, απλώς μειώνεται ο απλήρωτος χρόνος εργασίας του, που ιδιοποιείται δωρεάν ο επιχειρηματίας στον οποίο έχει εκχωρήσει τη χρήση της εργατικής του δύναμης για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα, όμως, η φθορά της εργατικής του δύναμης πάνω από το φυσιολογικό όριο της εργάσιμης μέρας, (π.χ. 8ωρο), δεν αναπληρώνεται, όσο και αν προσαυξάνεται η πληρωμή. Και αυτό, γιατί η φθορά της πλέον γίνεται μόνιμη, μη αναστρέψιμη, δηλαδή καταστρέφεται, με δεδομένο ότι η δύναμη του ανθρώπινου οργανισμού δεν είναι ούτε ανεξάντλητη, ούτε πάντα αναπληρώσιμη, όταν βεβαίως υπόκειται σε εντατική δουλιά.

Μια μορφή καταστροφής
της εργατικής δύναμης

Με ένα παράδειγμα θα γίνει κατανοητό πως εργαζόμενος και επιχειρηματίας μοιράζονται το προϊόν που δημιουργεί ο πρώτος στη διάρκεια μιας εργάσιμης μέρας.

Ο εργάτης, στη διάρκεια της εργάσιμης μέρας δεν πληρώνεται το σύνολο της αξίας που δημιουργεί. Ο χρόνος εργασίας χωρίζεται στην αναγκαία εργασία, στη διάρκεια της οποίας ο εργάτης αναπαράγει την αξία της εργατικής του δύναμης (αξία, η οποία παίρνει τη μορφή του μισθού), ενώ τον υπόλοιπο χρόνο, ο οποίος ονομάζεται υπερεργασία, παράγει την υπεραξία που ιδιοποιείται δωρεάν ο επιχειρηματίας. Ο χωρισμός του εργάσιμου χρόνου σε αναγκαία εργασία και υπερεργασία αποτελεί στοιχείο αντιπαλότητας μεταξύ του εργάτη και του επιχειρηματία. Οσο περισσότερο αυξάνεται ο αναγκαίος χρόνος, τόσο μειώνεται ο εργάσιμος χρόνος --η υπερεργασία-- στη διάρκεια του οποίου ο εργάτης δουλεύει δωρεάν για τον επιχειρηματία και παράγει την υπεραξία. Οσο περισσότερο αυξάνεται η υπερεργασία (κατά συνέπεια και η υπεραξία) τόσο μειώνεται ο αναγκαίος χρόνος, μέσα στον οποίο ο εργάτης αναπαράγει την αξία της εργατικής του δύναμης.

Ας υποθέσουμε ότι ο εργάσιμος χρόνος αποτελείται από 8 ώρες, από τις οποίες, στις 3 ώρες ο εργάτης αναπαράγει την αξία της εργατικής του δύναμης και τις υπόλοιπες 5 ώρες παράγει την υπεραξία που ιδιοποιείται δωρεάν ο επιχειρηματίας. Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι στη διάρκεια μιας ώρας εργασίας, ο εργάτης δημιουργεί μια νέα αξία ίση με 8 ευρώ. Στις 8 ώρες του εργάσιμου χρόνου ο εργάτης παράγει μια νέα αξία ίση με 64 ευρώ. Η νέα αυτή αξία, με βάση την αναλογία 3 ώρες για την αναπαραγωγή της αξίας της εργατικής δύναμης και 5 ώρες για την παραγωγή της υπεραξίας, μοιράζεται σε αξία 24 ευρώ που παίρνει με τη μορφή μισθού ο εργάτης και σε υπεραξία 40 ευρώ που καρπώνεται δωρεάν ο κεφαλαιοκράτης. Με βάση την αναλογία αυτή το ποσοστό της υπεραξίας (υπεραξία / αξία εργατικής δύναμης) είναι ίσο με 160,6%.

Πώς μεταβάλλεται, τώρα, το ποσοστό της υπεραξίας σε καθεστώς των υπερωριών: Ας υποθέσουμε ότι ο ίδιος εργαζόμενος δουλεύει 2 ώρες επιπλέον υπερεργασία. Αντί για 8 ώρες, δουλεύει 10 ώρες και ας υποθέσουμε ότι το ωρομίσθιό σε καθεστώς υπερωρίας αυξάνει κατά 50%. Στη διάρκεια των δύο ωρών, ο εργάτης συνεχίζει να δημιουργεί νέα αξία, όπως και προηγούμενα. Αρα, στις 2 ώρες θα δημιουργήσει μια νέα αξία 16 ευρώ. Πώς μοιράζεται αυτή η νέα αξία; Ο εργάτης, με βάση την προσαύξηση του 50% θα πάρει μισθό αξίας ίσο με 9,6 ευρώ (αξία της εργατικής του δύναμης) και ο επιχειρηματίας θα λάβει μια υπεραξία ίση με 6,4 ευρώ. Πώς διαμορφώνεται τώρα το ποσοστό της υπεραξίας; Το ποσοστό της υπεραξίας (υπεραξία/ αξία της εργατικής δύναμης) πέφτει στο 66,7%.

Να τι επιδιώκουν κυβέρνηση και επιχειρηματίες με την ...ελαστικοποίηση του καθεστώτος των υπερωριών. Επιδιώκουν το ποσοστό της υπεραξίας να διατηρηθεί και κατά το χρόνο των υπερωριών στο 160,6% - όπως και στην κανονική εργάσιμη μέρα των 8 ωρών - και όχι στο 66,7% που διαμορφώνεται με την υπάρχουσα κατάσταση στο πεδίο της υπερωριακής απασχόλησης. Αν, δε, σ' αυτό προστεθεί και το γεγονός της μη αναπλήρωσης της φθοράς της εργατικής δύναμης λόγω των υπερωριών, τότε γίνεται φανερό ότι ετοιμάζονται μέτρα αργής και σταθερής καταστροφής της ζωής του εργάτη.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ