ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Της Ναταλίας ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ

Αντιστασιακή συγγραφέας, διηγηματογράφος. Γεννήθηκε στο χωριό Αβραμιού - Μεσσήνης. Σπούδασε δασκάλα.

Πήρε δραστήρια μέρος στην Εθνική Αντίσταση, από την οποία αντλεί και το υλικό για τα βιβλία της. Μεταπελευθερωτικά καταδιώχτηκε για την αντιστασιακή της δράση.

Εγραψε τα βιβλία: «Δε δουλώνω... Δεν υπογράφω!», «Στις μυλόπετρες της βίας», «Λεβεντογενιά», «Γροθιά στο σκοτάδι», «Μη νομιμόφρων», «Μύρα και χοές».

Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Το διήγημα που δημοσιεύουμε σήμερα συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία της «Σύγχρονης Εποχής»: «Το διήγημα της Αντίστασης»


Ο Παπαδόγκονας* της επόμενης ημέρας

Γρηγοριάδης Κώστας

Τη δεύτερη μέρα της μεταγωγής μας και με εισήγηση που έκαναν οι Ερυθροσταυρίτισσες μεταφερθήκαμε στις απέναντι φυλακές. Οχι, δεν ήταν φυλακές. Οι φυλακές ήταν όλες υπερπλήρεις. Δε χωρούσαμε πουθενά! Οι προηγούμενες γενιές δεν είχαν προβλέψει να χτίσουν φυλακές, φυλακές γι' ανθρωπομάζεμα και μακελειό! Οι φασίστες κατακτητές κι οι συνεργάτες τους, όμως, ξεπέρασαν κάθε όριο, μέχρι να κορεστεί η κακουργία τους!

Ενα κοινό σπίτι ήταν η φυλακή μας. Οι ντόπιες συγκρατούμενες γνώριζαν κιόλας τον ιδιοκτήτη τους. Αναστόπουλο τον έλεγαν. Ομως όλη η οικογένειά του ήταν αγωνιστές αντιστασιακοί. ΕΑΜίτες κι ανεβασμένοι όλοι στο βουνό! Κι ο «παντοδύναμος» ασύδοτος συνεργάτης των Γερμανών, δοσίλογος και δημιουργός των ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου Παπαδόγκονας, επίταξε το εγκαταλειμμένο σπίτι και το μετέτρεψε σε φυλακή. Η αρκαδική πρωτεύουσα, η ηρωική Τροπολιτσά του Κολοκοτρώνη, είχε μετατραπεί όλη σε φυλακή και μακελειό κείνα τα «πέτρινα χρόνια». Με τις καθημερινές αμέτρητες εκτελέσεις και συλλήψεις είχε χάσει τ' όνομά της κι ο λαός την αποκαλούσε «σφαγείο!» Γι' αυτό μας είχανε μεταφέρει κι εμάς από το Μελιγαλά εκεί, γιατί είχαμε μπει στη λίστα του σφαγείου! Μόνο η γεωγραφία επέμενε ακόμη να την ονομάζει Τρίπολη...

Η νέα φυλακή μας λοιπόν απείχε καμιά εκατοπενηνταριά μέτρα από το Δικαστικό Μέγαρο. Η πλατεία του δηλαδή μας χώριζε. Ακόμη και το ημιυπόγειο του Δικαστικού Μεγάρου είχε μετατραπεί σε φυλακή και άντρο βασανιστηρίων για πολλούς αντιστασιακούς αγωνιστές.

Ενα ντάμι ήταν η νέα φυλακή μας, που μέσα του δεινοπαθούσαν περί τις 250 γυναίκες - ανταρτοοικογένειες στην πλειοψηφία τους - αρκετές όμως είχαν δικό τους φάκελο, επιβαρυμένο με πολλά «εγκλήματα» όπως όριζε το καταδιωκτικό μένος του φασιστικού δοσιλογισμού κείνον τον καιρό, σαν κι εμάς τις τρεις φρεσκοφερμένες.

Πριν ένα μήνα στις 4 Αυγούστου του '44, δηλαδή είχανε γίνει δυο εκτελέσεις από τη μικρή φυλακή μας που μας είχαν συντρίψει όλες! Γιατί οι δολοφόνοι του Παπαδόγκονα φτάσανε να εκτελέσουν ακόμα κι ένα παιδί: μια δεκατριάχρονη μαθητριούλα με τη μαθητική ποδιά της το άσπρο γιακαδάκι και την ολόξανθη κοτσίδα της: «Μπέμπα, Αθανασία Θανούκου τ' όνομά της, ΕΠΟΝίτισσα, από την Τρίπολη. Και μαζί της την Αλεξάνδρα Κουτόζωφ - τελευταία απόγονο από την πολυάνθρωπη αντιστασιακή οικογένειά της, θυσιασμένη όλη στον αγώνα! Πενθούσαμε βαθιά όλες μας. Πολλές καρτερούσαμε σύντομα και τη σειρά μας. Η λίστα περίμενε!

Ομως... όμως... Ποιος βιάστηκε να προεξοφλήσει το θάνατο - εκτέλεσή μας; Ποιος βιάστηκε να δηλώσει πως δεν υπάρχει πια καμιά ελπίδα για τους προγραμμένους - καταδικασμένους - νες αγωνιστές - αγωνίστριες του απελευθερωτικού αγώνα και υποψήφιους/φιες του «σφαγείου»; Ποιος; Ο Παπαδόγκονας; Αμ δε! Γιατί τα πάνω, κάτω μπορεί να 'ρθουνε, όταν υπάρχει ένας λαϊκός απελευθερωτικός στρατός που ακούει στο όνομα «ΕΛΑΣ» κι έχει πρωτοκαπετάνιο του, τον Αρη Βελουχιώτη! Γιατί, τα τιμημένα όπλα του λαϊκού στρατού δίνουν τη σιγουριά, την εμπιστοσύνη, την αίγλη και τη βεβαιότητα για τη νίκη και τη λευτεριά!

«Κι αυτό, να έχουν δηλαδή δικό τους στρατό», γράφει ο δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη» και ιστορικός Γιώργος Πετρόπουλος, «να υπάρχει λαϊκός στρατός ήταν κάτι σπάνιο στην ιστορία και μια απ' τις μεγάλες στιγμές της!»

Αυτός λοιπόν ο λαϊκός στρατός που συνειδητά γνώριζε τη μεγάλη ιστορική αποστολή του, στη δεδομένη στιγμή πήρε φαλάγγι και γκρέμιζε και ξεθεμέλιωνε όλα τα φονικά ρηγάτα του φασισμού, νικώντας και θριαμβεύοντας: Πύλο, Γαργαλιάνους, Καλαμάτα, Μελιγαλά. Κι έφτασε ίσαμε έξω από την Τρίπολη, την Μπολέτα Αρκαδίας. Ομως επιτρέψτε μου, παρακαλώ, μιαν παρένθεση...

Η συγκρατούμενη και φίλη μου Βενετία - σοβαρή συναγωνίστρια - έτυχε να 'χει το στρωσίδι της μπρος από την κατάκλειστη αμπαρωμένη «πορτάρα» της φυλακής μας στον κεντρικό δρόμο. Και συνέπιπτε ακόμη, στο περβάζι κείνης της πορτάρας - από την πίσω πλευρά του δρόμου βέβαια - να συναλλάσσονται οι σκοποί και να σιγανοκουβεντιάζουν τις μεταμεσονύκτιες ώρες τα συγκλονιστικά τρέχοντα γεγονότα της ημέρας, τα τόσο πολυσήμαντα! Αυτά τ' άψυχα κι ασήμαντα αντικείμενα: «η πορτάρα», το «περβάζι» πήραν να παίζουν κάποιο ρόλο στην άχαρη κι ασήμαντη ζωή τους... Κι έτυχε - κοίτα σύμπτωση - από τη μέσα πλευρά της πορτάρας, τη φυλακή δηλαδή, να 'χει στήσει το στρωσίδι της η δική μας Βενετία με τις υπερευαίσθητες αντένες της σημαντικότατης ακοής της. Και αποδείχτηκε μοναδική στη σύλληψη μηνυμάτων. Και τι μηνύματα! Εγκυρα και συγκλονιστικά! Από κείνα που σφραγίζουν τις μεγάλες ιστορικές στιγμές κι αλλάζουν κάποιες σπάνιες στιγμές και την όψη του κόσμου! Να 'χαμε κι εμείς τέτοια τύχη! Κι ακούστηκε τότε πίσω απ' την πορτάρα το κοσμογονικό για μας μήνυμα: «Υστερα από τη συμφωνία που επετεύχθη ανάμεσα στο Διονύση Παπαδόγκονα και στον υπουργό της Εθνικής Κυβερνήσεως Π. Κανελλόπουλο και τον ΕΛΑΣ, αύριο το πρωί ο ΕΛΑΣ εισέρχεται στην Τρίπολη ως ελευθερωτής αναιμάκτως!»...

Και τώρα, πώς ξημερώνει, που οι ώρες δεν κυλάνε κι εμείς δεν αντέχουμε άλλο να καρτερούμε λευτεριά και ελευθερωτή; Πώς πειθαναγκάζεις την καρδιά που χοροπηδάει τρελά και δυνατά, να ηρεμήσει; Κι αν δεν προλάβει ως την αυγή και σπάσει από την πολλή λαχτάρα; Να που δεν έσπασε, κι άντεξε καρτερώντας για ν' ακούσει από τη Βενετία μας: Είμαστε λεύτερες! Λεύ-τε-ρες! Ετοιμαστείτε γρήγορα να πεταχτούμε έξω! Φεύγουμε. Φεύ-γου-με!!! Σιωπή και ψυχραιμία! Ετοιμάστε γρήγορα τα μπαγκάζια σας χωρίς κανένα θόρυβο! Κι εμπρός μαρς!

Νυχτοπατώντας ελέγχουμε την κεντρική πόρτα εισόδου - εξόδου: Δεν υπάρχουν ούτε αμπάρες, ούτε κλειδαριές!»

Βγαίνουμε λοιπόν ελεύθερα στην αυλή. Ελέγχουμε το δεσμοφυλάκιο: Τα δυο χαροπούλια, με τα θανατερά τους μηνύματα, έχουνε κάνει φτερά. Η πορτούλα εξόδου στο δρόμο, ανοιχτή κι αυτή! Πεταγόμαστε έξω. Πανευτυχείς! Ποιο αίσθημα μπορεί να συγκριθεί με τούτο το πολύτιμο αγαθό: την ελευθερία; Νομίζω πως μόνον ο πρωτομάρτυρας Ρήγας έδωσε τον πιο πλήρη ορισμό του μ' εκείνο το γνωστό του δίστιχο: «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!»

Αμ' και το έμβλημα του '21; «Λευτεριά ή θάνατος!» και το σύνθημα της Κατοχής: «Θάνατο στο φασισμό - Λευτεριά στο λαό;»!

Μα, για να δούμε, κάτι συμβαίνει! Εμ βέβαια: ένα μικρό απομεινεμένο ναζιστικό τμήμα περνάει βιαστικά από μπρος μας. Και καμιά 30αριά «ταγματασφαλίτες» του Παπαδόγκονα τους ξεπροβοδίζουν με τον Εθνικό μας Υμνο... Αίσχος, συνεργάτες του εχθρού! Δοσίλογοι! βόγκηξε η ψυχή μας. Αίσχος!

Μα οι μεγάλες στιγμές καλπάζουν! Μοιάζουν «ασύλληπτες»...

Στην είσοδο του Δικαστικού Μεγάρου, μπρος στα σκαλοπάτια του, στάθμευσε κιόλας το τζιπάκι του ΕΛΑΣ, προπομπός. Σπαθάτος πηδάει έξω ένας ανταρτολεβέντης με το κόκκινο φλοτάν του και το μπερέ του ΕΛΑΣ στο κεφάλι. Είναι ο οδηγός. Από δεξιά ορθώνεται ευθυτενής - κυπαρισσένιος και πλατύστερνος - ήρεμος κι επιβλητικός ο συνταγματάρχης του ΕΛΑΣ Σπύρος Τσικλητήρας.

Η γαλήνη κι η σοβαρή απλότητα του λαϊκού αγωνιστή - νικητή σφραγίζουν την προσωπικότητά του. (Βρίσκομαι κιόλας δίπλα του). Δυο τρεις συναγωνίστριες τρέχουν να ξυπνήσουν τους φυλακισμένους συναγωνιστές στο ημιυπόγειο του Δικαστικού Μεγάρου. Παίρνουν σβάρνα τα κατάκλειστα παράθυρα και ντουκ-ντουκ-ντουκ! Τα χτυπάνε δυνατά: «Συναγωνιστές ξυπνήστε! Είμαστε λεύτεροι, λεύτεροι! Λεύτεροι! Ο ΕΛΑΣ μπήκε στην πόλη και παρελαύνει!» και πάλι ντουκ-ντουκ στα παράθυρα, δυνατότερα. Ξυπνήστε! Τρέξτε! Ο ΕΛΑΣ! Ο ΕΛΑΣ!

Μα στο πλατύσκαλο μαρμάρινο εξώστη του Δικαστικού Μεγάρου εμφανίζεται ένα ανθρωπάκι, ντυμένο στρατιωτικά. Είναι κάτισχνο και πελιδνό και μοιάζει ν' αγωνίζεται να σταθεί όρθιο. - «Ο Παπαδόγκονας»... ακούω πίσω μου...

Μα βέβαια, μόνον τέτοιο πρέπει να είναι το ερείπιο της συνθηκολόγησης! Απογυμνωμένο από τα παλιά δοτά κλέη: βαθμούς και παράσημα (λιλιά) το αντίτιμο της προδοσίας για την τιμή του τετιμημένου! Τώρα έμοιαζε μ' ένα τίποτα! Τίποτα! Κι όπως συγκρινόταν με την πατριωτική ΕΛΑΣίτικη λεβεντιά, καταποντιζόταν ο δυστυχής κουρέλι... μοναχό.

Κάρφωσα τα μάτια μου πάνω στο ερείπιο των στιγμών κι είδα να τρέμει το σαγόνι του!... (τούτη ήτανε και μένα η ρεβάνς μου! ο tempora o mores!

Αμέσως μίλησε τότε ο πατριώτης Τσικλητήρας κι είπε με σοβαρή απλότητα: «Κύριε συνάδελφε, διατάξτε το στρατό σας να τηρηθεί τάξη, ησυχία και ασφάλεια σ' όλη την πόλη, σας παρακαλώ!»

Κι εκείνος με το τρέμουλο ακόμη στο σαγόνι άρθρωσε, θυμάμαι: «Πού βρέθηκε στρατός κύριε συνάδελφε; ένα συνονθύλευμα είναι...».

Κι αμέσως χλαλοή, αντάρα και εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα!

Οι καρδιές δονούνται στην παρέλαση τ' αντάρτικου... ω στιγμές θείες κι ανεπανάληπτες!

Μοναδικός κι αναλλοίωτος ο νικητήριος παιάνας από τον καιρό των αθάνατων Μαραθωνομάχων (490 π.Χ.): «Ιτε παίδες Ελλήνων. Ελευθερούτε γαίαν πατρώαν... Νυν υπέρ πάντων ο αγών!».

* Δοσίλογος, ιδρυτής των ταγμάτων ασφαλείας Πελοποννήσου.


Ναταλία ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Το κείμενο από το βιβλίο της: «Μύρα και χοές»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ