ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Ιούνη 2003
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΝΕΡΓΙΑ
Μια αγιάτρευτη πληγή του καπιταλισμού και η προοπτική για τους εργαζόμενους

Αρθρο του Γιώργου Μαρίνου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

Eurokinissi

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η Ευρωπαϊκή Ενωση καταπατούν το δικαίωμα στη δουλιά χιλιάδων εργατών και εργατριών.

Τα μεγάλα λόγια, οι παραπλανητικές ψευτοϋποσχέσεις σαρώνονται από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Οι καπιταλιστές, αξιοποιώντας την αντιλαϊκή πολιτική και το νομοθετικό πλαίσιο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αξιοποιώντας τις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που προβλέπουν την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου, απολύουν και πετάνε εκατοντάδες εργαζόμενους στο δρόμο.

Η πραγματικότητα είναι ωμή.

Παρά τις αλχημείες, το ποσοστό της επίσημα καταγεγραμμένης ανεργίας γυρίζει στο 10% του εργατικού δυναμικού.

Η πραγματική κατάσταση είναι πολύ χειρότερη.

Γιατί ένας αριθμός ανέργων, και ιδιαίτερα αυτοί που δε συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις για επιδότηση, δεν εγγράφονται στους καταλόγους του ΟΑΕΔ. Στους απασχολούμενους, συμπεριλαμβάνονται οι καταρτιζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι εργοδότες, οι εργαζόμενοι με μερική ή προσωρινή απασχόληση.

ΠΑΣΟΚ και ΝΔ εναλλάσσονται στην κυβέρνηση, αλλά αδυνατούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, που μαστίζει περισσότερο από μισό εκατομμύριο εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, ενώ, στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας, προωθούνται βαθιές αντεργατικές ανατροπές στα εργασιακά δικαιώματα (βλέπε πίνακα 1).


Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε, από 348.878 άτομα το 1992, σε 420.107 άτομα το 2002.

Η ανεργία θερίζει στις γυναίκες και στους νέους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό ανεργίας στους νέους κάτω των 25 ετών ήταν το Γενάρη του 2003 26,3% και κατανέμεται 19,6 % στους άνδρες και 33,8% στις γυναίκες.

Ποσοστό ανεργίας κατά περιφέρεια

Τα παρακάτω στοιχεία αναφέρονται στο β` τρίμηνο κάθε χρόνου. Η ανεργία, το 2002, έναντι του 2001, αυξήθηκε σε έξι από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας.

Συγκεκριμένα αυξήθηκε: Αν. Μακεδονία - Θράκη από 9,0% σε 9,6%, Β. Αιγαίο από 6,1% σε 8,8%, Δ. Ελλάδα από 9,9% σε 10,7%, Κεντρ. Μακεδονία από 10,8% σε 11,0%, Κρήτη από 5,8% σε 6,0%, Ν. Αιγαίο από 9,7% σε 14,8%.

Στις πέντε από τις παραπάνω περιφέρειες (εκτός της Δ. Ελλάδας), το ποσοστό της ανεργίας, το 2002 είναι υψηλότερο από αυτό του 1998 (βλέπε πίνακα 2).

Μακροχρόνια ανεργία επί συνολικής ανεργίας

Ο αριθμός των ανέργων που βασανίζονται από τη μακροχρόνια ανεργία (διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών) αυξήθηκε, από 172.926 άτομα το 1992, σε 229.840 άτομα το 2002.

Το 1992, οι μακροχρόνια άνεργοι αποτελούσαν το 49,4% του συνόλου των ανέργων. Το 2002 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 54,7%.


Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί όλη αυτήν την περίοδο, στο όνομα της αντιμετώπισης της μακροχρόνιας ανεργίας, δόθηκαν μεγάλα ποσά πριμοδότηση στους επιχειρηματίες και στους σχολάρχες των κέντρων κατάρτισης, αλλά το αποτέλεσμα είναι η διατήρηση του αριθμού των μακροχρόνια ανέργων σε υψηλά επίπεδα.

Μπορούμε να παρατηρήσουμε επίσης τα εξής:

Α) Πάνω από το μέσο όρο των επίσημα καταγεγραμμένων μακροχρόνια ανέργων έχουν οι εξής περιοχές: Στερεά (60%) - Δ. Ελλάδα (66,3%) - Δ. Μακεδονία (64,5%) - Ηπειρος (71,9%) - Θεσσαλία (58,5%) - Αττική (55,9) - Πελοπόννησος (59,1%).

Β) Η προστασία των ανέργων και ειδικότερα των μακροχρόνια ανέργων είναι μηδαμινή, αφού η κυβέρνηση, αφ' ενός, διατηρεί προϋποθέσεις που εμποδίζουν την προστασία του συνόλου των ανέργων και, αφ' ετέρου, διατηρεί το επίδομα σε προκλητικά χαμηλά επίπεδα - 11,32 ευρώ την ημέρα - δηλαδή, κάτω από το μισό του κατώτερου μεροκάματου, ένα επίδομα, όμως, που κατά κανόνα δίνεται μόνο 12 μήνες.

Πρόκειται για μεγάλο σκάνδαλο.

Οι επιδοτούμενοι άνεργοι, στις αρχές του 2003, ανέρχονταν στις 130.000, περίπου, και καλύπτουν σχεδόν το 30% των εγγεγραμμένων ανέργων!! Χιλιάδες νέοι, που μάταια ψάχνουν να βρουν για πρώτη φορά εργασία, έχουν αποκλειστεί εκ των προτέρων από το επίδομα ανεργίας.


Ο ΟΑΕΔ χρησιμοποιείται σαν μηχανισμός στήριξης της αντιλαϊκής πολιτικής και συμβάλλει συστηματικά στην ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων, στην υποκατάσταση της πλήρους -σταθερής εργασίας από τη μερική απασχόληση.

Πού πήγαν τα δισεκατομμύρια που δόθηκαν από τα κονδύλια του ΟΑΕΔ, τα οποία διατέθηκαν για την επιχορήγηση της «εργασίας», για τη χρηματοδότηση, δηλαδή, της εργοδοσίας;

Μόνο τα ποσά που δόθηκαν στους εργοδότες (αυτά που δημοσιεύτηκαν) για την περίοδο 1990-1998 ξεπερνούν τα 118 δισεκατομμύρια δραχμές.

Τα επόμενα χρόνια, τα ποσά είναι πολύ περισσότερα.

Το αποτέλεσμα βγάζει μάτι.

Σε καμιά από τις 13 περιφέρειες της χώρας, δε στέριωσαν θέσεις εργασίας.

Οι προσωρινές προσλήψεις, που έγιναν με απαράδεκτους μισθολογικούς και εργασιακούς όρους, έδωσαν τη θέση τους σε απολύσεις.

Την ίδια πορεία έχουν και τα προγράμματα που έχουν καταρτιστεί για το 2003-2004.

Δισεκατομμύρια στις τσέπες των εργοδοτών και οι άνεργοι στην εξαθλίωση.

Για το 2003, μόνο τρία προγράμματα επιδότησης εργοδοτών, για την απασχόληση πέντε χιλιάδων ανέργων γυναικών ηλικίας 18-65 ετών, πέντε χιλιάδων ανέργων ηλικίας 18-30 ετών και είκοσι πέντε χιλιάδων ανέργων ηλικίας 18-60 ετών, προϋπολογίζονται στα 115.129.350 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή πάνω από 39 δισ. δραχμές.

Δεν είναι μόνον αυτό.

Τι απέφεραν τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης;

Χρησιμοποιήθηκαν για την υπονόμευση των κλαδικών συμβάσεων, για την κατάργηση δικαιωμάτων και θέση εργασίας δε στέριωσε.

Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται οι λεγόμενες «πρωτοβουλίες απασχόλησης», που αυτήν την περίοδο προβάλλονται και προωθούνται σε πολλές περιοχές της χώρας.

Για ποια ανάπτυξη μιλάνε;

Οι τυμπανοκρουσίες για την καπιταλιστική ανάπτυξη δεν μπορούν να κρύψουν την αλήθεια. Η πραγματικότητα είναι οδυνηρή για τους εργαζόμενους. Από τη μια, αυξάνονται τα κέρδη των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των τραπεζιτών και των άλλων τμημάτων της αστικής τάξης και, από την άλλη, εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες πλήττονται από την ανεργία, το 22% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, το κατώτερο μεροκάματο είναι καθηλωμένο στα 23,23 ευρώ (μεικτά)!!


Από τα ίδια τα στοιχεία, καταρρίπτεται ο μύθος της αύξησης των θέσεων απασχόλησης.

Σε μια περίοδο κατά την οποία αυξάνεται με αρκετά υψηλούς ρυθμούς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν - ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι, η απασχόληση μειώνεται.

Η απασχόληση υπολογίζεται το 2002 στα 3.940.000 άτομα και είναι μικρότερη κατά 12 χιλιάδες άτομα από την απασχόληση του 1998(βλέπε πίνακα 3).

Πού πάει η κατάσταση;

Τα πράγματα είναι συγκεκριμένα.

Το εκμεταλλευτικό σύστημα, όπου την εξουσία την έχει η κυρίαρχη αστική τάξη και τα μέσα παραγωγής (εργοστάσια, καράβια, τράπεζες κλπ.) είναι ιδιοκτησία των καπιταλιστών, δεν μπόρεσε, δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας.

Αυτό το συμπέρασμα το τεκμηριώνει η πείρα ενός αιώνα.

Η ανεργία είναι προϊόν αυτού του συστήματος και των πολιτικών που το διαχειρίζονται. Είναι αποτέλεσμα της λειτουργίας του και όρος ύπαρξής του.

Χρησιμοποιείται από τους καπιταλιστές και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους ως μέσο πίεσης για την αφαίρεση κατακτήσεων, την ένταση της εκμετάλλευσης, τη χειροτέρευση των όρων αμοιβής και των συνθηκών εργασίας, τη χειραγώγηση συνειδήσεων, την αναχαίτιση των αγώνων.

Οι καπιταλιστές με στόχο την απόσπαση περισσότερης απλήρωτης εργασίας (υπεραξίας) και αποκόμισης κέρδους, για να ανταποκριθούν στις ανάγκες του ανταγωνισμού, καταφεύγουν στη νέα τεχνολογία για να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας και την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Αυτό οδηγεί στην αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Δηλαδή, στην αύξηση του σταθερού κεφαλαίου, που προορίζεται για την αγορά και τον εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής (υποδομή, μηχανήματα), έναντι του μεταβλητού κεφαλαίου που προορίζεται για την αγορά της εργατικής δύναμης, για τη μίσθωση εργαζομένων.


Το κυνηγητό του κέρδους και η πολιτική που το στηρίζει καθορίζουν τη μετανάστευση κεφαλαίων, τη μεταφορά επιχειρήσεων στο εξωτερικό και οδηγούν στις απολύσεις που ζούμε αυτές τις μέρες. Η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός βρίσκονται πίσω από το κλείσιμο επιχειρήσεων.

Ενα μέρος των εργαζομένων πλεονάζει, καταδικάζεται στην ανεργία, γιατί αυτό επιβάλλουν οι ανάγκες του κεφαλαίου.

Επιβεβαιώνεται καθημερινά μια θεμελιώδης μαρξιστική θέση.

«Οσο μεγαλύτερος είναι ο κοινωνικός πλούτος, το κεφάλαιο που λειτουργεί, η έκταση και η ένταση της αύξησής του, επομένως και το απόλυτο μέγεθος του προλεταριάτου και η παραγωγική δύναμη της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός.

Η αύξηση της διαθέσιμης εργατικής δύναμης προκαλείται από τις ίδιες αιτίες που προκαλούν την αύξηση της επεκτατικής δύναμης του κεφαλαίου.

Επομένως, το σχετικό μέγεθος του βιομηχανικού εφεδρικού στρατού αυξάνει μαζί με τις δυνάμεις του πλούτου. Οσο μεγαλύτερος, όμως, είναι αυτός ο εφεδρικός στρατός, σε σχέση με τον εν ενεργεία εργατικό στρατό, τόσο μαζικότερος είναι ο σταθεροποιημένος υπερπληθυσμός, που η φτώχεια του είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τα βάσανα της δουλιάς του.

Τέλος, όσο πιο μεγάλο είναι το εξαθλιωμένο στρώμα της εργατικής τάξης και ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός, τόσο πιο μεγάλος είναι ο επίσημος παουπερισμός (εξαθλίωση). Αυτός είναι απόλυτος γενικός νόμος της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης» (Κ. Μαρξ «Κεφάλαιο» Τ. 1ος, σελ. 667).

Παίρνουμε υπόψη μας τα εξής στοιχεία:

  • Προχωράει η διαδικασία συγκεντροποίησης κεφαλαίου και οξύνεται ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός. Φουντώνουν οι απολύσεις. Ανά πάσα στιγμή, οι εξελίξεις που ζούμε με τη «Σίσσερ Πάλκο» και τις άλλες επιχειρήσεις μπορούν να εξαπλωθούν.
  • Στη χώρα μας, προχωράει το ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς. Μόνο για την περίοδο 2000-2002 διαπιστώνεται ότι η μείωση της απασχόλησης στον τομέα Γεωργία - Κτηνοτροφία ανέρχεται σε 46.850 άτομα.
  • Μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων κλείνουν, χρεοκοπούν κάτω από την πίεση του ασφυκτικού εναγκαλισμού των μονοπωλίων, αλλά και της χαμηλής αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων.
  • Η απασχόληση στη βιομηχανία, σε σχέση με τη συνολική απασχόληση, μειώθηκε, από 20,48% το 1992, σε 15,03% το 2002.
  • Η ανάπτυξη που τροφοδοτήθηκε από τα κονδύλια του Γ` Κοινοτικού Πλαισίου και τα έργα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες έχει ημερομηνία λήξης και, ταυτόχρονα, καιροφυλακτεί η οικονομική κρίση, που θα οξύνει το πρόβλημα των απολύσεων και της ανεργίας.

Στις συνθήκες αυτές, οι κυβερνητικές υποσχέσεις για μείωση της ανεργίας είναι αβάσιμες και έωλες.

Οι δηλώσεις του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), ότι η ανεργία μπορεί να φτάσει στο 18%, είναι προειδοποιητική βολή. Οι βιομήχανοι χρησιμοποιούν την απειλή της ανεργίας, για να εξασφαλίσουν μεγαλύτερα προνόμια και μέτρα, που θα μειώσουν παραπέρα την τιμή της εργατικής δύναμης, αλλά, ταυτόχρονα, δείχνουν τη διάθεση για απολύσεις, ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης - κρίσης.

Ολα τα δεδομένα συνηγορούν στο ότι το εργατικό, λαϊκό κίνημα πρέπει τώρα να προετοιμαστεί καλά, για να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις, να αναμετρηθεί με την πολιτική που γεννάει ανεργία και υποαπασχόληση.

Κι αυτό αφορά την οργάνωση στους χώρους δουλιάς, το δυνάμωμα και τον ταξικό προσανατολισμό των σωματείων, την ισχυροποίηση του ΠΑΜΕ σε κάθε εργασιακό χώρο και κλάδο.

Στο όνομα της αντιμετώπισης της ανεργίας ανατρέπονται δικαιώματα

Το κυβερνητικό επιτελείο, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, με απανωτές δηλώσεις, προσπαθούν να κλείσουν τα μάτια των εργαζομένων και να καλλιεργήσουν ψεύτικες ελπίδες για την επίλυση του προβλήματος της ανεργίας. Με κάθε ευκαιρία, προβάλλουν το παραπλανητικό σύνθημα «πολλές και καλές θέσεις εργασίας», προσπαθώντας να περάσουν στη συνείδηση της κοινής γνώμης ότι η ευελιξία, δηλαδή το χτύπημα του 8ωρου, η προσαρμογή του εργάσιμου χρόνου στις ανάγκες του κεφαλαίου, η μερική απασχόληση είναι προς ...το καλό της εργατικής τάξης!!!

Η ύπουλη αυτή δημαγωγία δεν πρέπει να παγιδεύσει κανέναν εργαζόμενο, κανέναν άνεργο. Η ουσία των μέτρων που πάρθηκαν μέχρι τώρα, αλλά και των μέτρων που αποφασίζονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τη χώρα μας υπηρετούν ένα στόχο:

Την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, την αύξηση του απλήρωτου χρόνου εργασίας, για να αυξηθούν τα κέρδη του κεφαλαίου.

Ακριβώς αυτός ο στόχος βρίσκεται πίσω από τις κατευθύνσεις της Λισαβόνας και των άλλων Συνόδων Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που μιλάνε για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Στην επιχείρηση παραπλάνησης των εργαζομένων πρωτοστατεί η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, πρωτοστατούν οι ηγεσίες των παρατάξεων ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, «Αυτόνομης Παρέμβασης» (ΣΥΝ).

Λένε, για παράδειγμα: Τι να κάνουμε, οι ανάγκες της παραγωγής επιβάλλουν τη μερική απασχόληση, τη διευθέτηση, δηλαδή τη ρύθμιση του εργάσιμου χρόνου κατά πώς θέλει η εργοδοσία.

Πίσω από τις ανάγκες της παραγωγής, κρύβουν τις ανάγκες του κεφαλαίου για την αύξηση των κερδών του, κρύβουν ότι η κάλυψη αυτών των αναγκών σημαίνει μεγαλύτερη εκμετάλλευση για την εργατική τάξη και ακύρωση των δικών της αναγκών για πλήρη - σταθερή εργασία με ουσιαστικά δικαιώματα.

Λένε: Τι να κάνουμε, ζητάμε ρυθμιστικούς κανόνες, όρια για τη μερική απασχόληση.

Δηλαδή, στηρίζουν τη γενική πολιτική κατεύθυνση, που ανατρέπει δικαιώματα, που κάνει «λάστιχο» τον εργάσιμο χρόνο, που νομιμοποιεί το δουλεμπόριο των ιδιωτικών γραφείων εργασίας, χειροτερεύοντας τη ζωή της εργατικής τάξης και προσδοκούν (!) να ελέγξουν τη φωτιά, που κι αυτοί φουντώνουν.

Κοροϊδεύουν την εργατική τάξη.

  • Η επίσημα καταγεγραμμένη μερική απασχόληση ανέρχεται στο 4,5% του εργατικού δυναμικού, αλλά αποτελεί άμεσο, μεγάλο κίνδυνο για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.

Ηδη, η κυβέρνηση έχει ετοιμάσει το έδαφος και θα επιχειρήσει τις επόμενες μέρες να περάσει νομοσχέδιο για τη μερική απασχόληση στο Δημόσιο και τους ΟΤΑ, που, εκτός από λόγους πολιτικής εκμετάλλευσης ενόψει των βουλευτικών εκλογών, θα λειτουργήσει σαν όχημα για το ξερίζωμα κατακτήσεων, για την κατάργηση της μόνιμης εργασίας, για τη μείωση των μισθών και των συντάξεων.

  • Σε υψηλά επίπεδα κινείται η προσωρινή απασχόληση (συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εποχική απασχόληση).

Σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΙΝΕ, για το 2002 η προσωρινή απασχόληση ανέρχεται στο 15% του εργατικού δυναμικού και αυξάνεται με εντονότερους ρυθμούς από τη μόνιμη απασχόληση.

  • Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσονται βάρβαρες μορφές εκμετάλλευσης.

Π.χ.: Δανεισμός προσωπικού με άθλιους εργασιακούς όρους.

Εργολαβίες, όπου ο εργολάβος διαθέτει - ενοικιάζει προσωπικό σε επιχειρήσεις για συγκεκριμένες εργασίες ή αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση εργασιών, π.χ., φύλαξη - καθαρισμός χώρων, συντήρηση εγκαταστάσεων.

Εξαπλώνεται η απασχόληση με δελτία παροχής υπηρεσιών.

  • Συνολικά, ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης ισχυροποιείται με τη δημιουργία δουλεμπορικών γραφείων εργασίας, τα οποία στήνονται με κυβερνητικές νομοθετικές ρυθμίσεις και σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες και κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν πρόκειται μόνο για τα μεσιτικά - δουλεμπορικά γραφεία, που λυμαίνονται για χρόνια το χώρο των ναυτεργατών.

Με το νόμο 2639/98 καθιερώθηκε η δημιουργία ιδιωτικών γραφείων συμβούλων εργασίας, που μεσολαβούν «με οποιονδήποτε τρόπο για την εξεύρεση θέσεων εργασίας σε ημεδαπούς ή αλλοδαπούς» εργαζόμενους.

Με το νόμο 2956/2001, καθορίζονται οι όροι λειτουργίας «εταιριών προσωρινής απασχόλησης», οι οποίες μπορούν να διαθέτουν μισθωτούς που προσλαμβάνουν (με άθλιους εργασιακούς όρους) σε άλλους εργοδότες (έμμεσους εργοδότες) με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης.

  • Επεκτείνεται η δουλιά τα Σαββατοκύριακα.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (1998), τα 2/3 των εργαζομένων απασχολούνται συνήθως ή μερικές φορές το Σάββατο και το αντίστοιχο 1/3 την Κυριακή. Στη Βιομηχανία, το 31% και 26% του προσωπικού απασχολείται τακτικά τα Σάββατα και την Κυριακή, αντίστοιχα.

  • Η ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων υπηρετήθηκε σχεδιασμένα με το νόμο 1892/ 1990 της ΝΔ, που θεμελίωσε τη μερική απασχόληση και προωθήθηκε παραπέρα με τους νόμους 2639/1998 και 2874/2000, που ευνοούν την επέκταση της μερικής απασχόλησης, την παραπέρα διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, την αύξηση των ομαδικών απολύσεων.

Με τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, χτυπιέται ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας (8ωρο) και ο εργοδότης μπορεί να διαχειρίζεται το ωράριο -χωρίς τη δέσμευση του 8ωρου, ανάλογα με τις δικές του ανάγκες, με κριτήριο την αύξηση των κερδών του.

Με το νόμο 2874/2000 καθιερώθηκαν 138 ώρες διευθέτησης το χρόνο.

Ο εργαζόμενος μπορεί να κληθεί να εργαστεί μέχρι και 11 ώρες την ημέρα (!!) και ο εργοδότης, αντί να τον πληρώνει υπερωριακά, μπορεί να «εξοφλήσει» τις επιπλέον ώρες που εργάστηκε ο εργαζόμενος, με τη μορφή ημερών μειωμένης απασχόλησης, είτε με ρεπό, είτε με άδεια.

  • Παρά τις ελλείψεις που παρατηρούνται στην καταγραφή των απολύσεων, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι όσον αφορά τον ιδιωτικό τομέα, τις περιπτώσεις καταγγελίας συμβάσεων και καλυμμένων απολύσεων, που βρίσκονται πίσω από τις οικειοθελείς αποχωρήσεις (στοιχεία υπ. Εργασίας - ΟΑΕΔ), επικρατεί η εξής κατάσταση:

Οι απολύσεις, το 1999 ανήλθαν στις 754.891, το 2000 ανήλθαν στις 876.000, ενώ το 2001 ανήλθαν στις 983.618.

Οι περιπτώσεις που αναφέρονται παραπάνω καταγράφουν μόνον ένα μέρος των συνεπειών που προκαλεί η αντιλαϊκή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να καλλιεργήσουν ψεύτικες ελπίδες στους ανέργους και τις οικογένειές τους, στους εργαζόμενους που κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλιά τους.

Προβάλλουν διάφορα «μείγματα» οικονομικής πολιτικής, μιλάνε για επενδύσεις που θα γεννήσουν θέσεις εργασίας.

Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, ο εργοδοτικός -κυβερνητικός συνδικαλισμός αναμασά τους ίδιους ισχυρισμούς και προβάλλει τη θέση, που λέει ότι με τη μείωση του εργάσιμου χρόνου θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας και θα απορροφηθούν οι άνεργοι.

Τι κρύβουν όλοι αυτοί;

Κατ' αρχήν, κρύβουν ότι όλα αυτά, που παρουσιάζουν σαν καινούρια, έχουν δοκιμαστεί. Εχει δοκιμαστεί κάθε πολιτική διαχείρισης από τα σοσιαλδημοκρατικά, τα νεοαριστερά και τα παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα.

Κρύβουν ότι, όσο το κουμάντο θα το έχουν οι καπιταλιστές, όσο σκοπός της οικονομίας και της παραγωγής θα είναι το κέρδος του κεφαλαίου, θα βασιλεύει η αναρχία στην παραγωγή, θα εντείνεται ο ανταγωνισμός, το μεγάλο ψάρι θα τρώει το μικρό, θα κλείνουν, θα μεταφέρονται επιχειρήσεις, θα γίνονται απολύσεις.

Η ανεργία μπορεί να αυξομειώνεται. Να έχει περιόδους ανόδου και ύφεσης, αλλά το πρόβλημα θα παραμένει.

Μπορεί σε μια περιοχή να κτιστεί μια βιομηχανική μονάδα, ένα ξενοδοχειακό συγκρότημα, να απορροφηθούν ορισμένοι άνεργοι.

Την ίδια ώρα, μπορεί να κλείσει μια επιχείρηση, γιατί δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, να μην αντέχει στην πίεση που ασκεί μια πολυεθνική.

Μπορεί μια επιχείρηση να επιλέξει τη μείωση της παραγωγής, γιατί δεν έχει πελάτες, γιατί ακρίβυναν οι πρώτες ύλες.

Μπορεί να μεταφερθεί, κυνηγώντας το μεγαλύτερο κέρδος.

Ακόμα και στην περίπτωση της μείωσης του εργάσιμου χρόνου, είναι τουλάχιστον αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι οι καπιταλιστές θα σπεύσουν να καλύψουν το κενό με νέες θέσεις εργασίας. Ο κανόνας είναι η εντατικοποίηση, οι υπερωρίες, η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, η οργάνωση της παραγωγής με κριτήριο τη μείωση του εργασιακού κόστους και την αύξηση των κερδών.

Σε τελευταία ανάλυση, σε κάθε περίπτωση, καιροφυλακτεί η καπιταλιστική κρίση.

Κλείνουν επιχειρήσεις, μειώνεται η παραγωγή, κλείνουν τμήματα, πετάγονται μαζικά εργαζόμενοι στο δρόμο και οι διαχειριστές, που προσπαθούν με κάθε τρόπο να εγκλωβίσουν τις λαϊκές δυνάμεις στα όρια του εκμεταλλευτικού συστήματος, στο ψευτοδίλλημα «ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ;», θα αναζητούν νέα ψευτοεπιχειρήματα.

Υπάρχει λύση

Χρειάζονται ριζικές αλλαγές.

Οσο και αν λυσσομανάει η αντισοσιαλιστική προπαγάνδα, δεν μπορεί να αποκρύψει το αναμφισβήτητο γεγονός ότι η ανεργία εξαλείφτηκε από τα πρώτα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Στη βάση αυτού του μεγάλου ιστορικού επιτεύγματος, βρίσκεται η κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, η κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η σχεδιασμένη ανάπτυξη της οικονομίας.

Οι δυνάμεις, που αρνούνται, υποτιμούν ή παραγράφουν αυτήν την ιστορική πείρα, αρνούνται την κοινωνική πρόοδο και εξέλιξη.

Το ΚΚΕ παλεύει για κάθε πρόβλημα των εργαζομένων, με όλες τις μορφές πάλης.

Παλεύει για να μπουν εμπόδια στο κλείσιμο εργοστασίων, επιχειρήσεων. Να μην απολυθεί κανένας εργαζόμενος.

Διεκδικεί αιτήματα για την προστασία των ανέργων:

  • Επιδότηση στο 80% του βασικού μισθού για όλη τη διάρκεια της ανεργίας.
  • Υπολογισμό του χρόνου ανεργίας ως συντάξιμου χρόνου.
  • Επιδότηση των νέων ανέργων, χωρίς καμιά προϋπόθεση.
  • Επέκταση της υπαλληλικής αποζημίωσης (Ν. 2112) για όλους.
  • Συνταξιοδότηση στα 50 χρόνια για τις γυναίκες και στα 55 για τους άνδρες.
  • «Πάγωμα» πληρωμής των δανείων.
  • Μηνιαία κρατική επιδότηση για τις οικογένειες που σπουδάζουν παιδιά.
  • Επιχορήγηση ενοικίου.
  • Διάθεση δωρεάν κρατικών βρεφονηπιακών, παιδικών σταθμών για τα παιδιά των ανέργων.
  • Ειδικά μέτρα προστασίας των ανέργων γυναικών και των νέων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Γεγονός είναι ότι η καθημερινή πάλη για τη βελτίωση των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης, για την παρεμπόδιση αντεργατικών μέτρων πρέπει να βλέπει μπροστά, να οικοδομεί τις προϋποθέσεις για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής και των φορέων της, για την κατάργηση του καθεστώτος της εκμετάλλευσης.

Ακόμα και στην περίπτωση της ανάπτυξης ισχυρού διεκδικητικού κινήματος, ο αντίπαλος, το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι δε γίνονται λιγότερο επικίνδυνοι. Αξιοποιούν τη δύναμη της εξουσίας, παίρνουν τα μέτρα τους.

Η εξασφάλιση, η κατοχύρωση του δικαιώματος εργασίας για όλους απαιτεί ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας.

Η χώρα μας διαθέτει πλουτοπαραγωγικές πηγές, πλεονεκτήματα από τη γεωγραφική της θέση. Διαθέτει ένα έμπειρο εργατικό δυναμικό.

Υπάρχουν οι δυνατότητες να ζήσουν η εργατική τάξη, η αγροτιά, τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης, η νεολαία μας καλύτερα.

Να έχουν δουλιά, εργασιακά, κοινωνικά -ασφαλιστικά δικαιώματα σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες.

Για να γίνουν αυτές οι δυνατότητες πραγματικότητα, πρέπει το τιμόνι της εξουσίας να αφαιρεθεί από τα χέρια των καπιταλιστών. Το τιμόνι της εξουσίας να το πάρει η εργατική τάξη με τους συμμάχους της.

Τα βασικά - συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα μπουν στην υπηρεσία του λαού, όταν θα γίνουν δική του ιδιοκτησία και θα αποτελέσουν συστατικά στοιχεία της λαϊκής οικονομίας.

Μιας λαϊκής οικονομίας, που θα αναπτύσσεται με κριτήριο την ευημερία του λαού. Που θα σχεδιάζεται σε πανελλαδική, πανεθνική κλίμακα και θα διαμορφώνει τη βάση για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, την ικανοποίηση των αναγκών, των δικαιωμάτων της βασικής παραγωγικής δύναμης, του εργαζόμενου λαού.

Με κατάλληλη κεντρική, κλαδική, περιφερειακή πολιτική, με τη στήριξη των παραδοσιακών κλάδων της οικονομίας, την ανάπτυξη νέων, την ανάπτυξη και εφαρμογή των επιστημονικοτεχνικών επιτευγμάτων προς όφελος των εργαζομένων, θα ανοίξει ο δρόμος για την απορρόφηση των ανέργων, τη μόνιμη και πλήρη εργασία του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Για να γίνουν πράξη οι ριζικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, απαιτείται η δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων.

Ισχυροποίηση του ταξικού κινήματος, του ΠΑΜΕ, δυνάμωμα του ΚΚΕ, αλλαγή του συσχετισμού δύναμης σε συνδικαλιστικό και πολιτικό επίπεδο.

Οργάνωση, συσπείρωση δυνάμεων ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, οικοδόμηση του λαϊκού μετώπου, της κοινωνικής - πολιτικής συμμαχίας, που θα στηρίζεται στο συντονισμένο αγώνα της εργατικής τάξης, της μικρομεσαίας αγροτιάς, των μικρομεσαίων στρωμάτων της πόλης, της νεολαίας μας.

Οι θέσεις, οι προτάσεις του ΚΚΕ ανταποκρίνονται στις ανάγκες του εργαζόμενου λαού και θα αποτελέσουν ακόμα ισχυρότερη δύναμη, στο βαθμό που συζητιούνται πλατιά μέσα στα λαϊκά στρώματα, γίνονται κτήμα τους, εμπνέουν τη δράση τους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ