ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Αυγούστου 2003
Σελ. /28
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΑ

(πλώρη για την Κεφαλονιά)

ΕΙΝΑΙ πολύ γνωστές οι παροιμιακές φράσεις που αναφέρονται στον Αύγουστο και λένε: «Μακάρι σαν τον Αύγουστο να 'ταν οι μήνες ούλοι!». Πασίγνωστη επίσης κι εκείνη που ο ξωμάχος εύχεται κι επιθυμεί ο μήνας αυτός να ήταν δυο φορές το χρόνο αφού καθώς λένε είναι ο μήνας που τρέφει τους άλλους έντεκα...

ΚΑΛΑ, βέβαια όλα αυτά τα παροιμιακά, που τα έχει δουλέψει των ξωμάχων ο καθημερινός μόχθος, που χρόνια και χρόνια με τον ιδρώτα τους ποτίζουν τη γη μας.

ΣΤΟΥ κάμπου το λογαριασμό όμως μπαίνουν και τα μετεωρολογικά, όλα αυτά που φτάνουν ξαφνικά κι απροσδόκητα και φέρνουν απελπισία κι απόγνωση. Κι ο φετινός Αύγουστος με τα προγνωστικά π' ακούστηκαν φαίνεται πως θα έχει και τούτο το καλοκαίρι λαχτάρες για τον κάμπο στης σοδειάς την ώρα.

Ο ΚΑΜΠΟΣ όσο κι αν έχουν αλλάξει πολλά για τους ξωμάχους που τον δουλεύουν ολοχρονίς, έχει πάντα έγνοιες, λαχτάρες και τρεξίματα. Ολοι οι μήνες, καθένας με τα δικά του,θέλουν το δουλευτή κοντά του, όσο να φτάσει της σοδειάς η ώρα, ώσπου να σιγουρέψει της φαμελιάς του το ψωμί.

ΡΟΛΟΪ πανάρχαιο, που δε σηκώνει απουσίες, βιασύνες, που έχει το δικό του ρυθμό, που θέλει τον αγρότη να 'ναι μέρα νύχτα δίπλα του, έχοντας το φόβο και τη λαχτάρα, πως όλο το βιος της γης του, ο καρπός, μπορούνε να χαθούνε από το ξαφνικό το μαύρο σύγνεφο, που μέσα σε λίγη μόλις ώρα φέρνει τη συμφορά και την απόγνωση.

ΜΑΚΡΙΝΗ η εποχή που χαιρόμαστε του Αυγούστου την ώρα στα δικά μας τα χώματα. Τα σταφιδάλωνα που έτοιμα καρτερούσαν τους τρυγητάδες που σε λίγο θα κουβαλούσαν και θ' άπλωναν τη «μαύρη ρώγα» και θα περίμεναν να την «ψήσει» ο ήλιος. Ξενομερίτες, τότε, οι τρυγητάδες έφταναν από μακριά κι έμεναν κοντά μας ένα σχεδόν μήνα, ώσπου να τελειώσουν όλα και «σηκωθεί» το πράμα για τις αποθήκες, τις «πασίγνωστες» σαράγιες του έμπορα ή της Τράπεζας.

ΜΟΣΧΟΒΟΛΟΥΣΕ τότε ο τόπος γύρω από τα σταφιδάλωνα, όπου νύχτα - μέρα, όλοι κι όλα, στιγμή με στιγμή μετρούσαν τη νύχτα, λαχταρούσαν και περίμεναν να φτάσει δίχως ξαφνικά του καιρού ξεσπάσματα το τέλος... Ενας κόσμος ολόκληρος άγρυπνος κι αυτός όπως κι εσύ, με την ίδια λαχτάρα και προσδοκία. Σαν πυγολαμπίδες εδώ κι εκεί τα λαδοφάναρα έδιναν του κάθε ξωμάχου το στίγμα. Και συχνά μαζί του το φωναχτό εκείνο συνομιλητό μέσα στη φεγγαράδα τ' Αυγούστου. Κουβεντολόι για όλα τα μαντάτα και πιότερο απ' όλα για του καιρού τα σημάδια, που καθένας τα έβγαζε ανιχνεύοντας, διαβάζοντας το πανάρχαιο εκείνο μετεωρολογικό τεφτέρι, αυτό, που έμαθε κι άκουσε δουλεύοντας νύχτα - μέρα τη γη...

ΒΑΖΟΥΜΕ και τούτη τη χρονιά πλώρη για το νησί. Ωρα αυγουστιάτικη, πάμε να βρούμε του μαΐστρου τη φρεσκαδούρα. Πάμε να σταθούμε στο φρύδι του γκρεμού και ν' αγναντέψουμε του Μύρτου την ξακουστή θάλασσα εκεί που φτεροκοπούσαν οι πέρδικες και σάλταραν εδώ κι εκεί τ' αγριόγιδα.

ΠΑΜΕ, στο νησί σ' αγαπημένους τόπους. Μετρημένα είναι πια στα δάχτυλα τα ξακουστά εκείνα σταφιδάλωνα, που έκαναν την Παλλική να μοσχοβολάει απ' άκρη σ' άκρη κι ολούθε ο ξωμάχος με τη φαμελιά του γύρω του να παλεύει για τη σοδειά του. Πάμε στην Κεφαλονιά που κοντά στ' άλλα ο φετινός Αύγουστος θυμίζει πως εδώ και 50 χρόνια τα νησιά ζούσαν τη μεγάλη εκείνη τραγωδία των μεγάλων σεισμών... Με εκατοντάδες νεκρούς και τη γενική καταστροφή στα τρία γειτονικά νησιά (Ζάκυνθο, Ιθάκη, Κεφαλονιά) που κι άλλες φορές είχε πλήξει ο Εγκέλαδος.

ΑΝΑΣΑ δροσιάς από το Μεγάλο Βουνό και το μαϊστράλι του Ιονίου μας περιμένει πάντα στην Κεφαλονιά.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ


«Αόρατοι» εργαζόμενοι στα δωμάτια των σπιτιών τους

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται - κάνοντας επιλεκτική χρήση στοιχείων της Στατιστικής Υπηρεσίας - ότι οι ελαστικές μορφές απασχόλησης στη χώρα μας δεν εφαρμόζονται σε τέτοια έκταση που να συμβάλουν στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Και στη βάση αυτού του ισχυρισμού προωθεί και νέα μέτρα για τη μείωση του αριθμού των εργαζομένων που θα δουλεύουν με καθεστώς πλήρους και σταθερής εργασίας. Λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση του κυβερνητικού σχεδίου για την Απασχόληση (ΕΣΔΑ 2003-05) έφτασε στα χέρια μας μια έρευνα(*) που έγινε στη Θεσσαλονίκη και η οποία αποδεικνύει περίτρανα πως οι λεγόμενες άτυπες μορφές απασχόλησης όχι μόνο υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό, αλλά και... τσακίζουν κόκαλα. Παρουσιάζουμε ορισμένα από τα στοιχεία αυτής της έρευνας:

Οι βασικοί παραγωγικοί κλάδοι της Θεσσαλονίκης είναι τα τρόφιμα, η ένδυση, η κλωστοϋφαντουργία, γενικότερα οι λεγόμενοι «παραδοσιακοί» κλάδοι. Σε όλη τη δεκαετία του '80 ο νομός παρουσίασε σημαντική αύξηση στα βιομηχανικά καταστήματα και την απασχόληση. Το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε σημαντικά, χωρίς να ξεπεράσει το 50% του συνολικού πληθυσμού, ενώ βασική μορφή ύπαρξης της διάχυτης εκβιομηχάνισης υπήρξε, και συνεχίζει να είναι, η μεταφορά του κόστους έξω από το «εργοστασιακό κέλυφος» μέσω της ανάθεσης υπεργολαβιών και φασόν. Στα πλαίσια μιας πρώτης διερεύνησης του βαθμού διάδοσης των άτυπων εργασιακών σχέσεων, καταγράφηκαν οι συμβάσεις «ειδικών μορφών απασχόλησης», που κατατίθενται στις Επιθεωρήσεις Εργασίας της Θεσσαλονίκης, και παράλληλα διενεργήθηκε έρευνα πεδίου σε δείγμα βιομηχανικών επιχειρήσεων.

Την περίοδο 1999-2001 αυξάνονται οι άτυπες εργασιακές σχέσεις που καταγράφονται στις Επιθεωρήσεις Εργασίας. Ο Ν.2639/98 εφαρμόζεται στην πράξη από τις επιχειρήσεις, με ιδιαίτερα αυξητικούς ρυθμούς, και αξιοποιείται κυρίαρχα για να ρυθμίσει ευέλικτες εργασιακές σχέσεις τριτογενών δραστηριοτήτων. Η μερική απασχόληση έχει «προχωρήσει» ιδιαίτερα στα πολυκαταστήματα, σε εμπορικές επιχειρήσεις και σε φροντιστήρια - εκπαιδευτήρια.

Οι συμβάσεις στη βιομηχανία, είναι συγκριτικά λιγότερες και επικεντρώνονται σε κλάδους παραδοσιακής εξειδίκευσης του παραγωγικού συστήματος της Θεσσαλονίκης. Παρ' όλα αυτά οι άτυπες μορφές εργασίας στη βιομηχανία αυξάνονται δραματικά μεταξύ 2000/2001, ειδικά δε στον κεντρικό πολεοδομικό ιστό της Θεσσαλονίκης (378%).

Οι συμβάσεις έργου στη μεταποίηση, αφορούν κυρίως ειδικές μορφές συνεργασιών ανάμεσα στην επιχείρηση και τον εργαζόμενο, και συχνά υποκρύπτουν μια σταθερή εργασιακή σχέση, ώστε οι επιχειρήσεις να αποφεύγουν το κόστος της πρόσληψης και αμοιβής. Αυτό επιβεβαιώθηκε στον τομέα Σίνδου.

Στα πλαίσια της έρευνας πεδίου προέκυψε πως το μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων στους υπό εξέταση κλάδους έχει σύμβαση αορίστου χρόνου (71,6%). Οι αμέσως επόμενες μεγάλες ομάδες είναι οι εργαζόμενοι με σύμβαση ορισμένου χρόνου (16,1%) και οι εποχιακά εργαζόμενοι (4,1%). Μικρότερη συχνότητα εμφάνισης έχουν οι εργαζόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών (3,3%), με μερική απασχόληση (2,8%) και με σύμβαση έργου (1,1%).

Η εικόνα αυτή διαφοροποιείται σημαντικά ανάμεσα στους διάφορους κλάδους, αναδεικνύοντας παραγωγικούς τομείς με ισχυρά τμήματα ευέλικτης απασχόλησης: στα ποτά κυριαρχεί ένα πρότυπο μεγάλης επιχείρησης, με τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους να έχουν πλήρη απασχόληση και μια μερίδα εργαζομένων ορισμένου χρόνου (16,3%). Σημαντική παρουσία έχουν οι εργαζόμενοι σε εσωτερικές υπεργολαβίες στο χώρο παραγωγής, και δευτερευόντως οι εργαζόμενοι με παροχή υπηρεσιών. Ανάμεσα όμως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου, η εργασιακή πραγματικότητα είναι διαφορετική. Εδώ η εποχιακή - έκτακτη απασχόληση παίζει βαρύνοντα ρόλο και συνολικά μαζί με τις «άλλες μορφές» απασχόλησης υπερτερούν της σταθερής αορίστου χρόνου εργασίας.

Οι βιοτεχνίες υποδημάτων λειτουργούν κατά βάση εποχικά, με παρωχημένο μηχανολογικό εξοπλισμό και έλλειψη οικονομιών κλίμακας, και ο κλάδος διέρχεται περίοδο κρίσης. Τα παραπάνω αντανακλώνται στην ποιότητα και ποσότητα των εργασιακών ρυθμίσεων καθώς μεγάλα ποσοστά εποχιακής απασχόλησης (61,3%) συνοδεύονται από μικρότερα ποσοστά σταθερής απασχόλησης, (17,3%) και μονοψήφια ποσοστά εργαζομένων ορισμένου χρόνου και με δελτίο παροχής υπηρεσιών (3,9%).

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο σύγχρονος κλάδος των ηλεκτρονικών υπολογιστών - πληροφορικής. Συγκεντρώνει χαμηλά ποσοστά εργαζομένων με σχέση αορίστου χρόνου (51,3%), ενώ έχει την υψηλότερη συγκέντρωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου (26,9%), δελτίου παροχής υπηρεσιών (12,1%) και μερικής απασχόλησης (3,5%), ανάμεσα σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες. Επίσης είναι ο μόνος κλάδος στον οποίο δηλώθηκαν αξιόλογα τμήματα εργαζομένων σε καθεστώς πρακτικής άσκησης - μέσω ΟΑΕΔ (3,6%).

Συνολικά, στο σύνολο του δείγματος και σε κάθε 100 θέσεις εργασίας, περίπου 28 θέσεις αφορούν άτυπες μορφές συμβάσεων. Η χειρότερη επίδοση είναι αυτή του κλάδου υποδημάτων ο οποίος έχει 82 άτυπες θέσεις εργασίας ανά 100 εργαζόμενους, και η καλύτερη των κλάδων μηχανημάτων και ποτών με 17 και 22 θέσεις αντίστοιχα.

Πέρα από τις εργασιακές σχέσεις στο εσωτερικό των επιχειρήσεων, η έρευνα ανέδειξε πως η ανάθεση υπεργολαβίας είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη τακτική μείωσης του εργατικού κόστους και ευελικτοποίησης της παραγωγικής διαδικασίας (περισσότερο από το 30% των επιχειρήσεων κάθε κλάδου, και το 46% του συνολικού δείγματος «αναθέτει»). Η ανάθεση υπεργολαβίας/ φασόν έχει ιδιαίτερα μεγάλη εξάπλωση τόσο σε «παραδοσιακούς» κλάδους, όπως η υποδηματοποιία (76,7%), όσο και σε «σύγχρονες» δραστηριότητες συναρμολόγησης ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Οπως προκύπτει από την έρευνα, το τοπικό παραγωγικό σύστημα της Θεσσαλονίκης είναι εξαιρετικά «ευέλικτο». Μόνο που η ευελιξία του αυτή στηρίζεται κυρίαρχα: α) στην εκτεταμένη χρήση άτυπων μορφών εργασίας, εκμεταλλευτικού χαρακτήρα, και β) στη μείωση του κόστους εργασίας μέσα από τη διάχυση σταδίων της παραγωγικής διαδικασίας στο χώρο της πόλης.

Σε μια πόλη που κυριαρχείται από εργαστήρια φασόν παραγωγής, σε μια σειρά κλάδους, όπως, το ένδυμα, το υπόδημα, και οι κάθε λογής συναρμολογήσεις, οι σχετικές «συμβάσεις έργου» που νομιμοποιούνται μέσω των αρμοδίων αρχών είναι κυριολεκτικά ελάχιστες. Οι εργαζόμενοι στα διάφορα εργαστήρια ή στα δωμάτια των σπιτιών τους, είναι «αόρατοι» και χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα.

Από την όλη προσπάθεια αναδεικνύεται πως παρά το ότι οι ελληνικές πόλεις αποτελούσαν παραδοσιακά πόλους συγκέντρωσης μιας πληθώρας άτυπων ή και παράνομων εργασιακών μορφών, σήμερα καταγράφεται μια εκτεταμένη αναπαραγωγή ευέλικτων εργασιακών σχέσεων «παραδοσιακού» χαρακτήρα (βλ. εποχική εργασία), αλλά και μια διευρυμένη εξάπλωση «νέων» μορφών, όπως η μερική απασχόληση.

Οι Επιθεωρήσεις Εργασίας διεκπεραιώνουν ένα τυπικό γραφειοκρατικό έργο, μακριά από τα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων στους χώρους παραγωγής. Την ίδια ώρα, η επίσημη κρατική πολιτική και οι πρόσφατοι νόμοι, εδραιώνουν και προωθούν, όλο και περισσότερες «ελαστικές» μορφές απασχόλησης (βλ. δανεισμός εργαζομένων, διευθέτηση χρόνου εργασίας, μερική απασχόληση στο δημόσιο, προγράμματα «επιδοτούμενης» απασχόλησης τύπου stage κλπ.), αγνοώντας ηθελημένα πως η εργασιακή ευελιξία βρίσκεται ήδη στις βιοτεχνίες και τα εμπορικά, στους χώρους κατοικίας, καθορίζει καθημερινές μετακινήσεις, εξαντλητικούς ρυθμούς ζωής, διαμορφώνει ανθρώπους και χώρους.

* Η έρευνα παρουσιάστηκε το Μάη του 2003 σε συνέδριο στο ΕΜΠ, από τον Στέλιο Γκιάλη, υποψήφιο διδάκτορα του ΤΑΤΜ - ΑΠΘ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ