ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Αυγούστου 2003
Σελ. /28
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Η «μάχη της Βαγδάτης» μόλις άρχισε

Ψάχνει για ίχνη μετά την επίθεση από την ιρακινή αντίσταση

Associated Press

Ψάχνει για ίχνη μετά την επίθεση από την ιρακινή αντίσταση
Τέσσερις μήνες συμπληρώνονται αυτές τις μέρες από εκείνο το πρωινό, που λίγο μετά το ξημέρωμα, παρακολουθήσαμε όλοι στις τηλεοπτικές μας οθόνες την είσοδο των αμερικανικών στρατευμάτων στη Βαγδάτη. Οι σκηνές πανηγυρισμών, που ακολούθως μεταδόθηκαν ξανά και ξανά από τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, διαμόρφωσαν προς στιγμήν την εντύπωση ότι η πολυσυζητημένη μάχη της Βαγδάτης όχι μόνο δεν έγινε τότε αλλά δεν πρόκειται και να δοθεί ποτέ. Εκτοτε, όμως, πολλά έχουν διαδραματιστεί και οι σκηνές των πανηγυρισμών και της θερμής υποδοχής των επίδοξων «απελευθερωτών» μοιάζουν μακρινό παρελθόν. Το παρόν και το μέλλον των κατακτητών μόνον εύκολο δε φαντάζει.

Οι ειδήσεις από το κατακτημένο Ιράκ δίνονται στη δημοσιότητα με το σταγονόμετρο και κυρίως μέσα από το πρίσμα των κατακτητών. Παρ' όλα αυτά, το κλίμα δεν είναι καλό ούτε εντός Ιράκ αλλά ούτε εκτός. Αν κανείς αρκεστεί στις δηλώσεις Αμερικανών και Βρετανών αξιωματούχων, τότε θα συμπεράνει ότι «η κατάσταση είναι δύσκολη αλλά επιτελείται σταθερή πρόοδος και αργά ή γρήγορα θα υπάρξει ηρεμία και σταθερότητα», όπως δήλωνε, χαρακτηριστικά, προσφάτως ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ.

Μετά και από τη δολοφονία των δύο γιων του Σαντάμ Χουσεΐν, Ουντάι και Κουσάι, στα τέλη Ιούλη, οι Αμερικανοί επιτελείς, που φρόντισαν να οργανώσουν το κατάλληλο τηλεοπτικό θέαμα για τα ΜΜΕ σε αντίθεση με τις απαγορεύσεις που έχουν επιβάλει όσον αφορά στη μετάδοση εικόνων Αμερικανών στρατιωτών νεκρών ή τραυματιών, αναθάρρησαν και δε δίστασαν να προβλέψουν ότι «τα αμερικανικά στρατεύματα είναι μόνο λίγες ώρες πίσω από τον Σαντάμ Χουσεΐν και μετά πλέον όλα θα είναι φυσιολογικά» στη ρημαγμένη χώρα. Αλλωστε, όπως πολλάκις έχουν πει, οι επιθέσεις εναντίον των κατακτητών προέρχονται από μια «χούφτα» πιστών στον Σαντάμ και ορισμένα «ξένα στοιχεία καλά εκπαιδευμένα», που είναι «θέμα χρόνου πότε θα ηττηθούν πλήρως».

Το στρατιωτικό όχημα καταστράφηκε από την ιρακινή αντίσταση

Associated Press

Το στρατιωτικό όχημα καταστράφηκε από την ιρακινή αντίσταση
Παρ' όλα αυτά, οι καθημερινές επιθέσεις, οι απώλειες και φυσικά η αδυναμία εντοπισμού, μέχρι στιγμής, του οποιουδήποτε απαγορευμένου όπλου, για τα οποία υποτίθεται ότι έγινε ο πόλεμος, συνέχισαν να προκαλούν ρίγη ανησυχίας, ιδιαίτερα στην αμερικανική κοινή γνώμη. Ετσι, κρίθηκε αναγκαίο ο ίδιος ο Πρόεδρος Μπους, με μια ενδελεχή συνέντευξη Τύπου, να καθησυχάσει τον αμερικανικό λαό, να επαναλάβει ότι «όλα βαίνουν καλώς», να υποστηρίξει ότι «θα βρεθούν απαγορευμένα όπλα», να πείσει ότι «τα αμερικανικά στρατεύματα θα επικρατήσουν τελικά στο θεάρεστο έργο τους» και να αναλάβει προσωπικά την ευθύνη «για ορισμένες πληροφορίες που δεν επιβεβαιώθηκαν».

Μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα ευφορίας, μάλιστα, ο κατοχικός διοικητής, Πολ Μπρέμερ, δε δίστασε να εκτιμήσει ότι «είναι πολύ πιθανό εντός ενός χρόνου η κατάσταση να είναι τέτοια που θα επιτρέψει τη διενέργεια ελεύθερων και δημοκρατικών εκλογών στο Ιράκ, και κατά συνέπεια η αμερικανική παρουσία να μην κρίνεται απαραίτητη». Οσο για την πορεία ανοικοδόμησης, ο Μπρέμερ μοιράζει αφειδώς υποσχέσεις για ένα «νέο Ιράκ με ευημερία και οικονομική ανάπτυξη», μοιράζοντας παράλληλα συμβόλαια πώλησης και ιδιωτικοποίησης του ιρακινού εθνικού πλούτου. Περισσότερο ως ειρωνεία ή ως ευσεβής πόθος, πάντως, εκλήφθηκαν οι υποσχέσεις του.

Στρατιωτική αναποτελεσματικότητα

Τι πραγματικά γίνεται, όμως, στο Ιράκ; Δεν είναι εύκολο να δώσει κανείς σαφή και ακριβή απάντηση. Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι η εικόνα σταδιακής επαναφοράς της ζωής στους φυσιολογικούς της ρυθμούς, σε όλους τους τομείς, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.

Ο τομέας για τον οποίο υπάρχει λίγο περισσότερη ενημέρωση, ελεγχόμενη πάντα, είναι αυτός της ασφάλειας. Ακόμη και έτσι, όμως, τα στοιχεία δεν είναι ενθαρρυντικά για τους κατακτητές. Από την 1η του Μάη, οπότε ο Πρόεδρος Μπους κήρυξε το τέλος των εχθροπραξιών, έχουν σκοτωθεί, επισήμως, περισσότεροι από 55 Αμερικανοί στρατιώτες ενώ οι τραυματίες, πολλοί από τους οποίους σε σοβαρή κατάσταση, ξεπερνούν τους 827! Τα κατοχικά στρατεύματα, και ιδιαίτερα τα αμερικανικά, γίνονται καθημερινά στόχος ποικίλων επιθέσεων και κατέληξε να γίνει πρώτο θέμα το γεγονός ότι επί 5 συνεχόμενα 24ωρα οι αμερικανικές δυνάμεις δεν είχαν νεκρό.

Μόνιμα με το δάχτυλο στη σκανδάλη

Associated Press

Μόνιμα με το δάχτυλο στη σκανδάλη
Η κατοχική διοίκηση αποπειράθηκε να μεταθέσει την ευθύνη της τάξης στην ιρακινή αστυνομία και στον καινούριο στρατό, που τώρα οργανώνει, αλλά οι προσπάθειες δεν καρποφόρησαν. Είναι κοινή ομολογία ότι οι δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί στρατιώτες, που βρίσκονται στα διάφορα σημεία του Ιράκ, δεν έχουν περάσει ούτε μια στιγμή χωρίς το όπλο τους και δε νιώθουν ασφαλείς ούτε μέσα στις στρατιωτικές τους βάσεις. Αμερικανοί επιτελείς παραδέχονταν ότι τα αμερικανικά στρατεύματα χρειάζονται βοήθεια, ιδιαίτερα επειδή έχουν, ήδη, αρχίσει να παρουσιάζουν σημάδια κόπωσης και απογοήτευσης. Το ηθικό τους είναι χαμηλό.

Ενδεικτικό είναι ότι μερικές δεκάδες Αμερικανών πεζοναυτών που επέστρεψαν, στα τέλη Ιούλη, δήλωναν ότι η κατάσταση στο Ιράκ είναι «χαώδης». «Εχουμε εκπαιδευτεί για πόλεμο και όχι για κατοχή, για τήρηση της τάξης κλπ. Αυτό είναι πολιτικό θέμα. Εμείς, στο μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί, πετύχαμε. Οι πολιτικοί απέτυχαν γιατί δεν είχαν κανένα έτοιμο σχέδιο για την επόμενη μέρα του πολέμου. Τα αμερικανικά στρατεύματα δεν ξέρουν τι να κάνουν μέσα στις ιρακινές πόλεις», διαπίστωνε ένας από αυτούς, ο λοχίας Κρις Μάστερσον μιλώντας σε αμερικανικά ΜΜΕ.

Στις αρχές Σεπτέμβρη θα αρχίσουν, σταδιακά, να αναπτύσσονται σε περιοχές νοτίως της Βαγδάτης, στρατεύματα από μια σειρά χωρών, όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Πολωνία αλλά ακόμη και το Ελ Σαλβαδόρ και η Νικαράγουα, οι οποίες ανταποκρίθηκαν στην αμερικανική έκκληση για ενισχύσεις. Οι δυνάμεις αυτές, όμως, κρίνονται ανεπαρκείς για να επιβάλουν την τάξη, και δεν είναι βέβαιο ότι θα εκπληρώσουν με επιτυχία το στόχο τους, δηλαδή να «ανακουφίσουν» τους Αμερικανούς, έτσι ώστε αρκετοί να επιστρέψουν στην πατρίδα. Αλλωστε, τίποτε δε διασφαλίζει ότι αυτά τα στρατεύματα θα τα πάνε καλύτερα στον τομέα της τήρησης της τάξης ως δύναμη κατοχής.

Η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο εξετάζουν τρόπους με τους οποίους θα διασφαλίσουν την αποστολή δυνάμεων και από άλλες χώρες, όπως η Ρωσία, η Γαλλία ή η Γερμανία, οι οποίες, όμως, προαπαιτούν να έχει εγκριθεί απόφαση του ΟΗΕ, η οποία δε θα μοιράζει σε όλους μόνο «στρατιωτικές ευθύνες» αλλά και «μέρος της λείας», ενδεχόμενο που δεν ενθουσιάζει τους «απελευθερωτές». Προς το παρόν, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι χώρες-μέλη του Αραβικού Συνδέσμου κατέστησαν σαφές πως δεν πρόκειται να αποστείλουν στρατεύματα (κίνηση που θα βοηθούσε σαφώς τους Αμερικανούς για πολλούς λόγους), ακόμη και με απόφαση του ΟΗΕ, γιατί έτσι «θα νομιμοποιηθεί μια κατοχή, που ο αραβικός κόσμος καταδικάζει».

Πολιτική αναξιοπιστία

Αν οι στρατιωτικοί πονοκεφαλιάζουν για το πώς θα θέσουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους την αχανή χώρα, ο Πολ Μπρέμερ δεν έχει καταφέρει να πείσει για τα πολιτικά βήματα προόδου που τόσο πολύ επιμένει ότι έχουν επιτευχθεί. Μετά από 3 μήνες αλλεπάλληλων συνεδριάσεων με φατρίες, εκπροσώπους πολιτικών κομμάτων που μόλις εμφανίστηκαν και πολιτικούς που η Ουάσιγκτον είχε εκθρέψει εδώ και χρόνια ως «ιρακινή αντιπολίτευση», κατέληξε να ανακοινώσει περιχαρής τη σύσταση ενός 25μελούς «προσωρινού» Κυβερνητικού Συμβουλίου, στο οποίο με κάποια αναλογία εκπροσωπούνται όλες οι εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες του Ιράκ. Εκτός, όμως, από την ανακοίνωση, το Συμβούλιο αυτό δε φαίνεται να έπεισε κανέναν για το ρόλο του, ο οποίος ούτως ή άλλως περιορίζεται στις συμβουλές και στην εκτέλεση των αποφάσεων που ο Μπρέμερ θα λαμβάνει, αφού έχει δικαίωμα ακόμη και αυτόματης διάλυσής του. Οσο για τους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, το Συμβούλιο δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο.

Ο διορισμός του Συμβουλίου δεν κατάφερε να καλλιεργήσει καμία αυταπάτη στον ιρακινό λαό. Ενδεικτικές είναι οι αντιδράσεις που μετέδωσαν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία τόσο από απλούς πολίτες όσο και από ακαδημαϊκούς. «Είναι εντελώς παράνομο από κάθε άποψη εφόσον διορίστηκε από κατακτητές και δεν εκπροσωπεί τίποτε και κανέναν», διαπίστωνε ο Μοχάμαντ Τζαουάντ Αλί, διευθυντής του Κέντρου Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Βαγδάτης, ενώ ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών Ουισάλ αλ Αζάουι μιλούσε για «ένα καθαρά αμερικανικό προϊόν». Ο συνάδελφός του Σαλμάν αλ Τζουμάιλι συμπλήρωνε ότι με το διορισμό του Συμβουλίου, η κατοχική διοίκηση κατάφερε να προκαλέσει μια επιπλέον διαίρεση στον ταλανισμένο ιρακινό πληθυσμό, αυτούς που επισήμως συνεργάζονται από αυτούς που δεν αρέσκονται στην κατοχή, ενώ παράλληλα μπορεί να λειτουργήσει ως θερμοκήπιο για την όξυνση των εθνοτικών αντιθέσεων.

Και μόνον η πρώτη απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου, ο ορισμός της 9ης του Απρίλη, δηλαδή της μέρας κατάληψης της Βαγδάτης, ως εθνικής γιορτής, ήταν αρκετή για να καταστήσει τα μέλη του αναξιόπιστα και το ρόλο του περιθωριακό εντός Ιράκ. Τα προβλήματα, όμως, δεν περιορίστηκαν μόνον εσωτερικά. Ο Αραβικός Σύνδεσμος, ο ΟΠΕΚ αλλά και τα Ηνωμένα Εθνη αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν το Συμβούλιο, τονίζοντας ότι δεν εκπροσωπεί τον ιρακινό λαό. Κατά συνέπεια, οι καθημερινές διαβουλεύσεις του Μπρέμερ με τα μέλη του Συμβουλίου δε μοιάζουν να εξυπηρετούν παρά μόνον τις ανάγκες καθημερινής κάλυψης χρόνου στα διεθνή ΜΜΕ.

Οικονομική «λειψυδρία»

Εκτός από όλα αυτά, ο Μπρέμερ καλείται να δώσει λύσεις και στον οικονομικό τομέα, που, αντίθετα με τις επιδιώξεις και τις διακηρύξεις της Ουάσιγκτον, δεν παρουσιάζει αλματώδη πρόοδο. Με βάση τις εκτιμήσεις της αμερικανικής Υπηρεσίας Ανάπτυξης (USAID), μόνο μέχρι τα τέλη του 2003, θα χρειαστούν 1,7 δισ. δολάρια για την ανοικοδόμηση της ιρακινής υποδομής, ποσό που υπολογίζεται ότι συνολικά θα φθάσει τα 60 δισ. δολάρια. Η κατοχική διοίκηση εξ αρχής αποπειράθηκε να καλύψει αυτά τα έξοδα από τα έσοδα των πωλήσεων του ιρακινού πετρελαίου, όμως τα σχέδιά της, μέχρι στιγμής, έχουν στεφθεί με απόλυτη αποτυχία.

Η επανάληψη των ιρακινών εξαγωγών μετατίθεται από μήνα σε μήνα εξαιτίας των καθημερινών σαμποτάζ και των αλλεπάλληλων προβλημάτων στις ιρακινές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. Μέχρι στιγμής, οι συντηρητικότερες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι χρειάζονται 1,14 δισ. δολάρια για την αποκατάσταση των ζημιών των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων και το ποσό αυτό αυξάνεται μετά από κάθε σαμποτάζ. Το αποτέλεσμα είναι ότι από τον Ιούνη μέχρι τον Ιούλη οι εξαγωγές ιρακινού πετρελαίου μειώθηκαν κατά 100.000 βαρέλια και έφθασαν μόλις τα 800.000 βαρέλια ανά μέρα, ενώ για να καλυφθούν οι εσωτερικές ανάγκες της δεύτερης πλουσιότερης σε πετρέλαιο χώρας στον κόσμο γίνονται εισαγωγές.

Ο Μπρέμερ μοιράζει με εκπληκτική ταχύτητα συμβόλαια τόσο για την εκμετάλλευση του ιρακινού πετρελαίου όσο και για την ανοικοδόμηση πάσης φύσεως ιρακινής υποδομής, ακόμη και στον τομέα της Υγείας, κυρίως σε αμερικανικές εταιρίες. Αυτό, όμως, που δεν είναι, εκ πρώτης όψεως, ορατό είναι ότι ακόμη και οι, κατεξοχήν φιλικές στην ηγεσία Μπους, εταιρίες, όπως είναι η κατασκευαστική «Hulliburton» ή η πετρελαϊκή «Exxon-Mobil» κατέστησαν σαφές στην κατοχική διοίκηση ότι δεν πρόκειται να προχωρήσουν σε μεγάλες επενδύσεις αν δε διασφαλιστεί η ηρεμία και η απόλυτη τάξη στο Ιράκ, κάτι που δε μοιάζει εφικτό στο κοντινό μέλλον. Η τελευταία οικονομική κίνηση του Μπρέμερ είναι η υποβολή επίσημου αιτήματος για κατάθεση προσφορών σε μεγάλες αμερικανικές τράπεζες προκειμένου να αναλάβουν την «αναδόμηση του ιρακινού τραπεζικού συστήματος». Απάντηση, όμως, ακόμη δεν έχει λάβει.

Ζοφερή η επόμενη μέρα

Αν λάβει κανείς όλα αυτά υπόψη, η θέση της κατοχικής διοίκησης στο Ιράκ μάλλον δεν είναι αξιοζήλευτη. Μέρα με τη μέρα, τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει είναι μεγαλύτερα από όσα ήλπιζε και ελπίζει ότι θα αποκομίσει. Οσο οι συνθήκες ζωής του ιρακινού πληθυσμού παραμένουν τραγικές τόσο οξύνεται η οργή προς τις κατοχικές δυνάμεις. Τα αλλεπάλληλα «λάθη» των στρατιωτών, που στοιχίζουν τη ζωή σε αθώους Ιρακινούς πολίτες καθημερινά, βαραίνουν ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα. Η απόπειρα να κατευναστεί η οργή με τη χορήγηση οικονομικών αποζημιώσεων για κάθε «λάθος δολοφονία», που εφαρμόστηκε πρώτα στην περιοχή της Φαλούτζα, δεν αποφέρει καρπούς και στοιχίζει δεκάδες χιλιάδες δολάρια στον αμερικανικό στρατό, που αδυνατεί να καλύψει «αυτού του είδους τα έξοδα».

Για να αποτρέψει «την ολοένα και μεγαλύτερη αποξένωση του ιρακινού λαού από τα αμερικανικά στρατεύματα», ο νέος επικεφαλής τους, στρατηγός Ρικάρντο Σάντσες, υποσχέθηκε «λιγότερο εξευτελιστικές και επιθετικές επιδρομές». Προς το παρόν, πάντως, οι φυλακές και τα πρόχειρα στρατόπεδα συγκέντρωσης καταμεσής στην έρημο, όπου χιλιάδες άνθρωποι στοιβάζονται υπό απάνθρωπες συνθήκες, δεν πείθουν για τις καλές του προθέσεις. Οσο για τον επίσημο απολογισμό από τις εχθροπραξίες, παραμένει το μεγάλο ερώτημα. Μόνο σε επίπεδο πολιτών, με βάση ορισμένες αποσπασματικές καταμετρήσεις ανθρωπιστικών οργανώσεων, οι Ιρακινοί νεκροί (οι «παράπλευρες απώλειες» των στρατιωτικών επιχειρήσεων), αγγίζουν τις 5.000.

Σαν να μην έφθανε αυτό, το Πεντάγωνο ερευνά, ήδη, τα ακριβή αίτια του θανάτου 2 Αμερικανών στρατιωτών από πνευμονία, ενώ έχουν, ήδη, νοσήσει δεκάδες ακόμη στο Ιράκ, στο Κουβέιτ, στο Κατάρ και στο Ουζμπεκιστάν. Σύμφωνα με διαρροές, εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο αιτία εμφάνισης της πνευμονίας να είναι ο εμβολιασμός των αμερικανικών στρατευμάτων για επίθεση με βιολογικά όπλα, υπόθεση, που, αν αποδειχτεί, θέτει σε συναγερμό το σύνολο των αμερικανικών στρατευμάτων ανά τον κόσμο. Οσο και αν διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους οι επιτελείς της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου ότι το άμεσο μέλλον διαγράφεται «δύσκολο πλην λαμπρό» για τους «απελευθερωτές» και θα πρέπει η κοινή τους γνώμη να επιδείξει «θάρρος και υπομονή», δεν είναι λίγοι όσοι εκτιμούν ότι η έρημος του Ιράκ έχει αρχίσει να μεταβάλλεται σε κινούμενη άμμο, στην οποία οι κατοχικές δυνάμεις μοιάζουν να βυθίζονται μέρα με τη μέρα ολοένα και περισσότερο.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ