Σήμερα, η νέα κυβέρνηση Σρέντερ, η οποία δεν έχει κλείσει ακόμη ούτε δέκα μήνες από την ανάδειξή της, ετοιμάζεται να προχωρήσει, στα πλαίσια του λεγομένου σχεδίου «Ατζέντα 2010», σε νέα γενική αναδιάρθρωση του γερμανικού συνταξιοδοτικού συστήματος, κλιμακώνοντας ακόμη παραπέρα, όπως καταλαβαίνετε, τα αντεργατικά μέτρα.
Μήπως, όλ' αυτά, σας θυμίζουν τίποτε απ' όσα λέγονται και γίνονται στη χώρα μας, σχετικά με το εδώ ασφαλιστικό σύστημα, την υπό εξαγγελία «Χάρτα» της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, κλπ., κλπ; Αν όχι, σας πληροφορούμε, πάντως, ότι τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά και η Κομισιόν, έχουν επανειλημμένα συστήσει την παραπέρα, πολύ περισσότερο «ουσιαστική και αποτελεσματική μεταρρύθμιση» του ελληνικού ασφαλιστικού συστήματος...
Οταν πριν μερικές βδομάδων, η ηγεσία της ΝΔ είχε παρουσιάσει το αγροτικό πρόγραμμα του κόμματός της στη Λάρισα, ορισμένες φιλικά προσκείμενες στην αξιωματική αντιπολίτευση εφημερίδες είχαν γράψει ότι συμπεριλαμβάνεται σ' αυτό και το χάρισμα των αγροτικών χρεών. Ο «Ριζοσπάστης», βέβαια, κάνοντας κριτική στο πρόγραμμα, είχε σημειώσει τότε -ανάμεσα σε άλλα- ότι τέτοιο μέτρο δεν υπήρχε σ' αυτό. Η ηγεσία της ΝΔ, όμως, δεν έκανε την παραμικρή διευκρίνιση. Προφανώς, τη βόλευε η καλλιέργεια ανάλογων εντυπώσεων.
Τα θυμηθήκαμε όλ' αυτά, διαβάζοντας τη συνέντευξη του Γ. Σουφλιά, που δημοσιεύεται στη χτεσινή «Απόφαση». Λέει, ανάμεσα σε άλλα: «Επίσης, ο υπουργός Γεωργίας είπε ψέματα, καθώς υποστήριξε ότι εμείς χαρίζουμε τα χρέη των αγροτών, ενώ κάτι τέτοιο δεν υπάρχει πουθενά στο πρόγραμμά μας».
Πολύ σωστά. Στο κάτω κάτω της γραφής, δεν μπορεί η κυβέρνηση να συκοφαντεί τη ΝΔ στην ολιγαρχία του τόπου, καταλογίζοντάς της ότι σκέφτεται να χαρίσει τα αγροτικά χρέη. Είναι απαράδεκτο...
Οι άγριοι τσακωμοί για το νερό που είδαμε να γίνονται, τις τελευταίες μέρες, σε πλατείες χωριών της Λάρισας, της Φθιώτιδας και της Κορινθίας δεν είναι κάτι που πρέπει να υποτιμηθεί και να περάσει «αβρόχοις ποσί», καθώς, αν μη τι άλλο, δείχνουν ότι υπάρχει πρόβλημα με το νερό και, μάλιστα, πολύ σοβαρό. Δε φτάνουν εύκολα οι άνθρωποι σε άγριους καυγάδες εν μέση οδώ και μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες - και δεν ισχύει, βεβαίως, ότι τα επεισόδια που είδαμε οφείλονται στον οξύθυμο χαρακτήρα κάποιων χωρικών και στη ζέστη, που «βαράει κατακέφαλα» κι «ανάβει τα πνεύματα», όπως ισχυρίζονται μερικοί, κάνοντας φτηνό κι αποτυχημένο χιούμορ - αν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος. Και η έλλειψη πόσιμου νερού είναι από τους σοβαρότερους λόγους αντίδρασης των ανθρώπων, καθώς η δίψα δεν αντέχεται.
Το έχουμε πει, πολλές φορές, ότι η ευθύνη για την όξυνση του προβλήματος λειψυδρίας στη χώρα μας ανήκει στις κυβερνήσεις, οι οποίες δεν κατασκευάζουν τα έργα υποδομής για τη συγκέντρωση και τη σωστή αξιοποίηση των διαθέσιμων υπόγειων και επιφανειακών νερών, δεν εφαρμόζουν πολιτική ορθολογικής διαχείρισης του υδατικού δυναμικού. Τους κυβερνώντες, λοιπόν - παλιούς και τωρινούς - θα έπρεπε να «βαράνε», όλοι μαζί, όσοι υποφέρουν από τη λειψυδρία κι όχι να τσακώνονται μεταξύ τους για να πάρουν λίγες στάλες παραπάνω από το νερό που δε φτάνει...
Πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια το παρακάτω γεγονός θα ήταν σε μεγάλο βαθμό αδιανόητο ή, εάν ελάμβανε χώρα, θα αποτελούσε μια είδηση πρώτου μεγέθους. Σήμερα, περνά στα «ψιλά» των εφημερίδων. Αναφερόμαστε στην είδηση που μεταδόθηκε από τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων, σύμφωνα με την οποία ο πρωθυπουργός των Νήσων του Σολομώντα ζήτησε από το Κοινοβούλιο της χώρας να επιτρέψει την είσοδο στη χώρα στρατευμάτων και αστυνομικών δυνάμεων της γειτονικής Αυστραλίας, ώστε να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες τελευταία αντικυβερνητικές λαϊκές εκδηλώσεις στη μικρή νησιωτική αυτή χώρα. Η πρόταση αναμένεται να εγκριθεί με μεγάλη πλειοψηφία, μεταδίδουν τα διεθνή πρακτορεία, ενώ, όπως έγινε γνωστό από την εκεί πρεσβεία της Αυστραλίας, στην πρωτεύουσα της χώρας βρίσκεται ήδη μια μικρή ομάδα Αυστραλών και Νεοζηλανδών αξιωματικών της αστυνομίας και του στρατού.
Περισσότερες πληροφορίες δε γνωρίζουμε για τις συνθήκες που κυριαρχούν στις Νήσους του Σολομώντα, αλλά ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι το προαναφερόμενο γεγονός αποτελεί μια ακόμη, ιδιαίτερα επικίνδυνη και απειλητική πλευρά της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και πρακτικής της «νέας τάξης πραγμάτων».