Γοργώνουμε το βήμα, βιαζόμαστε να σιμώσουμε στη Μονή Αγάθωνος. Σ' ολάκερη τούτη τη διαδρομή, ο νους μου βαλαντώνει να σκέφτεται άναρχα και το μάτι μου να σαϊτεύει τη Μονή. Σαγηνεμένος από το θέαμα, νιώθω ν' αναδίνουν μέσα μου ποιητικές ευαισθησίες, ζωγραφικές εμπνεύσεις και φιλοσοφικοί διαλογισμοί. Ως σιμώσαμε το μοναστήρι και βρέθηκα αντίκρυ του, ένα χαρούμενο χαμόγελο άνθισε στ' αχείλι μου. Κοίταζα, κοίταζα εξεταστικά το χτίριο του μοναστηριού, το αποθαύμαζα και μονοστιγμής σπίθισαν στο νου μου τα λόγια του φίλου Θ. Β. Λαϊνά ως ήσαν γραμμένα στο βιβλίο του «Ιερά Μονή Αγάθωνος»: «Το ταξίδι στη Φθιώτιδα αυτοκορυφώνεται με την επίσκεψή μας στη Μονή Αγάθωνος. Είναι η πιο ελκυστική μοναστική όαση στην περιοχή της Φθιώτιδας».
Και πραγματικά, εδώ, ήταν το «αποκορύφωμα» τούτης της εκδρομής μας, καθώς διασχίζαμε την «Πατρατζικιώτικη γη».
Για μας, ήταν μια μεγάλη έκπληξη. Γιατί, τούτη η Μονή Αγάθωνος δε μοιάζει με κείνα τα παγερά, πένθιμα μοναστήρια, που σε ρίχνουν στη θλίψη και σου φέρνουν πλάκωση στην ψυχή, διαλογίστηκα, κι ευθύς αποφάνθηκα: Τούτος ο μαγευτικός, ειδυλλιακός τόπος είναι ένας παραδείσιος χώρος, ένας αληθινός κήπος της Εδέμ.
Οι κοκκινοβαμμένες γλάστρες, αραδιασμένες με τάξη, στόλιζαν τον αυλόγυρο της Μονής, τα δέντρα και τα παρτέρια σού φέρνουν μια ρομαντική διάθεση. Κι εκείνες οι μαυλιστικές μελωδίες, που φτάνουν στ' αυτιά σου από τα κελαρύσματα των τρεχούμενων νερών από τις σκόρπιες βρύσες, σ' έσπρωχναν σε μια υπερκόσμια ρέμβη. Τι ηρεμία, τι γαλήνη στ' αλήθεια!
Φέρνω γύρα το βλέμμα μου, το ζυγαριάζω κατά το μεγαλόπρεπο καμπαναριό κι αναμετρώ τ' αψήλωμά του. Βγαλμένο από το μυαλό, και φτιασμένο απ' τ' άξιο χέρι του λαϊκού τεχνίτη, σ' εντυπωσιάζει και σ' εκστασιάζει. Γοητευμένος, ρίχνω εξεταστικές ματιές στο Καθολικό, και στα γύρω αραδιασμένα κελιά, κι αδυσκόλευτα ξεκρίνω πως τούτη η εκκλησιά της μονής ανήκει στους «τρίκοχους» ναούς της βυζαντινής εποχής. Σιγά σιγά, προχωρούμε και χωνόμαστε στο εσωτερικό της εκκλησιάς κι αρχίζουμε το ψαχούλεμα με το μάτι. Τι κρίμα! σιγοψιθυρίζει η γυναίκα μου, «για κοίταξε τούτες τις μισοσβησμένες τοιχογραφίες που μαρτυράνε την καταστροφική δουλιά του χρόνου και του γερμανικού βανδαλισμού στον καιρό της Κατοχής». Ευτύχημα είναι που κρατιέται κάπως το ξυλόγλυπτο τέμπλο, που φτιάχτηκε στα μέσα του δέκατου όγδοου αιώνα και στέκει εδώ για να δείχνει τη μαστοριά και το μεράκι του ανώνυμου λαϊκού καλλιτέχνη. Αξιόλογες είναι και οι εικόνες, πραγματικά εθνικός πλούτος. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η εικόνα του Αϊ - Γιάννη του Προδρόμου, έργο του δέκατου αιώνα και μερικές ακόμα βυζαντινής τεχνοτροπίας, φτιαγμένες το 15ο, 16ο και 17ο αιώνα. Γιομάτοι συλλογή, με μερωμένη την ψυχή, περνάμε στο σκευοφυλάκιο, όπου βρίσκονται αξιόλογα κειμήλια, όπως σταυροί, κοσμημένοι περίτεχνα, ένας ξυλόγλυπτος επαργυρωμένος και στολισμένος με πολύτιμα πετράδια, καμωμένος το δωδέκατο αιώνα. Μέσα στο σκευοφυλάκιο, υπάρχουν διάφορα μικρά και μεγάλα θυμιατήρια, ιερά ευαγγέλια, τυπωμένα στη Βενετία, καθώς και πολλά χρυσοκέντητα άμφια και άλλα συμπληρωματικά της δεσποτικής αμφίεσης.
Στην εισαγωγή ο συγγραφέας σημειώνει: «Οι ΗΠΑ έχουν αποδυθεί σε ό,τι ο μεγάλος ιστορικός Charles A. Beard ονόμασε "διαρκή πόλεμο για διαρκή ειρήνη"». Η Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων έχει καταγράψει διακόσιες περίπου στρατιωτικές εισβολές από το 1945 και μετά, στις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο αρχόμενος χειρών αδίκων. Σε μια σειρά διεισδυτικών και αφυπνιστικών δοκιμίων, στην οποία κεντρική θέση καταλαμβάνει ένα σχόλιο για τα γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη 2001 (που μέχρι την έκδοση του παρόντος βιβλίου είχε κριθεί υπερβολικά οχληρό για να δημοσιευτεί στην Αμερική), ο Gore Vidal αμφισβητεί την παραμυθητική συναίνεση που επακολούθησε τόσο της 11ης Σεπτέμβρη, όσο και της βομβιστικής ενέργειας του Μακ Βέι στο ομοσπονδιακό κτίριο της πόλης της Οκλαχόμα, ότι αυτές ήταν απλώς πράξεις «κακοποιών στοιχείων»...
«Καμιά από αυτές τις εξηγήσεις δεν ήταν ιδιαίτερα πειστική, όμως οι ηγέτες μας, εδώ και πάνω από μισό αιώνα, έχουν εξασφαλίσει ότι δεν πρόκειται ποτέ να μάθουμε την αλήθεια για τα όσα οι κυβερνήσεις μας έχουν κάνει σε βάρος άλλων λαών, πολύ περισσότερο δε, στην περίπτωση του Μακ Βέι, σε βάρος του δικού μας... Το ενδεχόμενο, η χούντα που μας κυβερνά να έχει σοβαρό μερίδιο ευθύνης στην οργή του Μακ Βέι (ενός ήρωα του Πολέμου του Κόλπου, καταγόμενου από την αμερικανική ζωτική ενδοχώρα) και του Μπιν Λάντεν, ενός επίδοξου μουσουλμάνου υπερασπιστή της Πίστης, ουδέποτε εξετάστηκε... Εμείς, οι καταναλωτές, δε χρειάζεται να μαθαίνουμε τις αιτίες για οτιδήποτε. Εννοείται πως, όσοι από εμάς επιμένουν ν' αναζητούν κάποιαν αιτία, περνούν διά πυρός και σιδήρου ωσότου κατορθώσουν ν' ακουστεί η φωνή τους στα χρηματοδοτούμενα από τις μεγάλες εταιρείες αμερικανικά ΜΜΕ,... οπότε θεώρησα χρήσιμο να περιγράψω τις ποικίλες από πλευράς μας προκλήσεις που οδήγησαν αυτούς τους δυο ανθρώπους στη διάπραξη τέτοιων φρικτών πράξεων».
«Οι τρομερές υλικές βλάβες που μας προκάλεσαν ο Μπιν Λάντεν και η συντροφιά του την 11η Σεπτέμβρη δεν είναι τίποτε μπροστά στο τελειωτικό χτύπημα που δέχτηκαν οι εξανεμιζόμενες ελευθερίες μας - την αυστηρότερη εφαρμογή του Αντιτρομοκρατικού Νόμου του 1996, σε συνδυασμό με τα πρόσφατα αιτήματα προς το Κογκρέσο για εκχώρηση πρόσθετων εξουσιών, να υποκλέπτονται τηλεπικοινωνίες χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση, να απελαύνονται νόμιμοι μόνιμοι κάτοικοι, επισκέπτες και παράνομοι μετανάστες χωρίς να τηρείται η νόμιμη διαδικασία κ.ο.κ.».
Επίσης, από τις «Ροές» κυκλοφορεί η Ανθολογία Μπιτ Ποίησης. Πρόκειται για μια πλήρη παρουσίαση στη γλώσσα μας του έργου των σημαντικών εκπροσώπων αυτής της γενιάς (Κερουάκ, Γκίνσμπεργκ, Ρέξροθ, Νορς Μακ Κλουρ, Ορλόφσκι, Ουέιλιν, Ουίνερ, Λαμάντια, Ο Χάρα, Τζόνους, Μπαράκα, Ουέλς, Κόρσο, Ντι Πρίμα, Σνάιντερ, Μπέιλς, Εβερσον, Φερλινγκέτι, Ουέλς, Μισελίν, Φρέιζερ, Κάουφμαν, Κρίλι και Χίρσμαν), σε μετάφραση Γιάννη Λειβαδά. Ο όρος «beat» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη, στη διάρκεια του B` Παγκοσμίου Πολέμου, από μουσικούς της τζαζ, αλήτες και περιθωριακούς και σήμαινε κάποιος στα όριά του, τσακισμένος, φτωχός και απελπισμένος... Με τα χρόνια, ο όρος συνεχώς εμπλουτιζόταν, με αποτέλεσμα να αποκτήσει τη δεκαετία του '60 ένα ιδιώνυμο καλλιτεχνικό κίνημα.
Θα μπορούσαμε να κλείσουμε τη μικρή αναφορά μας στο βιβλίο του Γιώργου Σταματίου, έτσι: «Κάποτε στις Σπέτσες λειτουργούσε ένα όμορφο σχολείο».