Παραμύθιαζε, Μίλερ, παραμύθιαζε τους Ελληνες δημοσιογράφους που σε πλησιάζουν, τους πολιτικούς που περιμένουν ένα νεύμα σου για να δουν, αν μπορούν, να συνεχίσουν την καριέρα τους. Παραμύθιαζε τον κόσμο με τρόμο, την πρώτη και έσχατη κατοικία σου μακριά από το ανθρώπινο γένος.
Παραμύθιαζε, επαναστάτη ετών εξήντα παρά πέντε, μέσα από την εκπομπούλα σου από το κρατικό ραδιόφωνο. Πλουραλιστή Συνασπισμένε, που αλληθωρίζεις ανάμεσα στο κράτος και τις φαντασιώσεις σου. Κατά βάθος χαβαλές, αλλά εξωτερικά επιμελώς λυπημένος, φωστήρας αδικημένος, μηδενιστής μέχρι να σ' αφήσει η κοπέλα και να 'ρθεις στα ίσα σου, αρχίζοντας να βρίζεις τις γυναίκες.
Παραμύθιαζε, Σωμερίτη, φερ' ειπείν Ριχάρδε, με τον αντικομμουνισμό σου. Βλέπω την κατάληξή σου και γελάω μέχρι δακρύων. Τότε θα κάνεις παρέα με κάτι κυρίες που παίζουν στο καζίνο. Πάντα θέλουν έναν καθωσπρέπει συνοδό, αστό, μηδέποτε Αριστερό, λίγο γνωστό με τη γοητεία των -ήντα. Εκεί, ανάμεσά τους, φερ' ειπείν Ριχάρδε, θ' αναπολείς τις εποχές που έκανες ανελέητη κριτική στον Βλαδίμηρο Λένιν. Τι να σου κάνω, διάλεξες και τον πιο δύσκολο παίκτη...
Παραμύθιαζε, Ολυμπιονίκη, τα πλήθη με λήθη. Η μετάλλαξη, η παντοτινή σου μητέρα, μαζί με τη δόξα σού χάρισε και χρήματα. Αχρηστα για κάποιον στην κατάστασή σου. Γιατί πρέπει να πεθάνεις για να διαπιστώσουμε πόσο άνθρωπος ήσουν. Μέχρι τότε δε θα είσαι για μας παρά ένα καρτούν κουρδισμένο, διαρκώς νευρόσπαστο, που δεν πιστεύει σε τίποτα, ένα καρτούν πλασιέ της μαμάς μετάλλαξης, που μας παραμυθιάζεις για όσα δεινά έρχονται.
Υ.Γ. Τα παραμύθια τελειώνουν κάποτε. Κι ο κάθε κατεργάρης θα τραβήξει για τον πάγκο του... Ευτυχώς!
Την παραπάνω αφήγηση του Στέλιου Καζαντζίδη, του μεγάλου λαϊκού τραγουδιστή που σήμερα συμπληρώνονται δύο χρόνια από το θάνατό του, την αντλήσαμε από το βιβλίο του Κώστα Μπαλαχούτη με τίτλο «Κι όσο υπάρχεις θα υπάρχω... Η πορεία και τα τραγούδια του Στέλιου Καζαντζίδη» (εκδόσεις «Ατραπός»). Καρπός πολύχρονης έρευνας, η 700 και πλέον σελίδων έκδοση στηρίζεται σε συνομιλίες του Κ. Μπαλαχούτη με τον Στ. Καζαντζίδη και με φίλους και συνεργάτες του (δημιουργούς, μουσικούς, ερμηνευτές). Ο προσεγμένος τόμος περιλαμβάνει αξιόλογο ανέκδοτο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό, και συγκεντρωτικούς καταλόγους με τη συνολική δισκογραφία του Καζαντζίδη, ενώ συνοδεύεται από CD με μεγάλες ερμηνείες του. Επίσης, υπάρχουν τρία προλογικά αφιερώματα, των Θεόδωρου Δερβενιώτη, Βαγγέλη Περπινιάδη και Βάσως Καζαντζίδη.
Ισως η απάντηση να βρίσκεται στα λόγια του Θ. Δερβενιώτη: «Φωνή σαν του Στέλιου δεν παρουσιάστηκε στην Ελλάδα, ούτε και θα παρουσιαστεί. Μπορεί ίσως μετά από εκατό - διακόσια χρόνια. Και προς Θεού, δε θέλω να πω ότι δεν πέρασαν καλές φωνές από το λαϊκό μας τραγούδι. Και αρκετές και πολύ καλές φωνές. Οχι όμως με τα τόσα "έξτρα" που είχε η φωνή του Στέλιου. Σκούρα φωνή. Το πραγματικό ανδρικό φωνητικό άκουσμα, δηλαδή. Γεμάτη φωνή, ογκώδης. Κάποιοι είπανε με τον τρόπο τους σωστά: "Γέμισε ο δίσκος φωνή". Πλούσιο μέταλλο, αλλά απαλή κι όχι σκληρή. Ζεστή, εκφραστική, με ένα παράπονο, αλλά και μια τέλεια άρθρωση. Γι' αυτό ο Στέλιος καθιερώθηκε, και γρήγορα μάλιστα, σαν λαϊκός τραγουδιστής. Επειδή η φωνή του είχε όλα αυτά τα χρώματα και τα προσόντα που χρειάζεται το λαϊκό μας τραγούδι για να εκφραστεί».
Αλλά και στο σημείωμα του Β. Περπινιάδη, μιας επίσης μεγάλης λαϊκής φωνής, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή: «Ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές της υφηλίου. Φωνή με όγκο, με χρώματα, γυρίσματα, τσακίσματα, ευελιξία, που πάλλεται από αλήθεια ψυχής και πάθος. Το "Ααααααα" του Καζαντζίδη πιάνει όσο ένα τεράστιο δωμάτιο. Γεμίζει κάθε γωνιά κι εκατοστό του χώρου. Φωνή σαν του Καζαντζίδη και μπουζούκι με το χρώμα του Ζαμπέτα δεν πρόκειται να ξαναβγούν».
Ισως πάλι η απάντηση να βρίσκεται στα λόγια του ίδιου του Στ. Καζαντζίδη: «Λαϊκός τραγουδιστής είναι αυτός, που εκφράζει τα προβλήματα, τα παράπονα και τις αγωνίες του απλού κόσμου. Πρέπει να βγάζει από μέσα του πόνο για να απαλύνει τον πόνο αυτών που τον ακούνε. Γιατί, κακά τα ψέματα, λαϊκό τραγούδι σημαίνει πόνος». Γι' αυτό το λαϊκό τραγούδι, που για δεκαετίες υπηρέτησε, είχε γράψει παλιότερα: «Το λαϊκό τραγούδι εκφράζει τους καημούς, τα παράπονα, τις αγωνίες, τις χαρές και τις λύπες, τα όνειρα του απλού ανθρώπου για μια καλύτερη ζωή. Εχει τη δύναμη να ξυπνά συνειδήσεις και να αφυπνίζει τον κόσμο. Σε κάποιους δεν αρέσουν η αλήθεια και τα μηνύματα που μεταφέρει και γι' αυτό σκόπιμα προσπαθούν να μειώσουν την αξία, το κύρος και το ρόλο του στην πολιτισμική ζωή του τόπου μας».