Στο ραδιοφωνικό σποτ ακούγεται ο Τηλέμαχος Χυτήρης, στην προεκλογική περίοδο του 1993, να χαρακτηρίζει - ως εκπρόσωπος του Α. Παπανδρέου - την τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη γελοία, σούπερ μάρκετ και μεσιτικό γραφείο, σχετικά με τις προεκλογικές εξαγγελίες της. Θυμίζουμε, για όσους έχουν ξεχάσει, ότι η τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε προχωρήσει σε μια σειρά από ψηφοθηρικές υποσχέσεις και «παροχές», ολόιδιες με αυτές της σημερινής κυβέρνησης (νομιμοποίηση αυθαιρέτων, ρουσφετολογικές προσλήψεις, «φτηνά» ΙΧ, κλπ., κλπ.).
«Το ΠAΣOK κέρδισε τις εκλογές του 2000 - όπως τις κέρδισε - με την καθοριστική βοήθεια και ενός ανατριχιαστικά μονοφωνικού ηλεκτρονικού Τύπου, ο οποίος στήριξε τον κ. Σημίτη με τρόπο πρωτοφανή στην ελληνική ιστορία. Τα όσα επακολούθησαν απέδειξαν ότι το τίμημα εκείνης της υποστήριξης ήταν βαρύτατο για τη χώρα, καθώς η διαπλοκή γιγαντώθηκε σε βαθμό που ήταν αδύνατο να το φανταστεί κανείς». Δεν απέχει από την πραγματικότητα η διαπίστωση που κάνει στο κύριο άρθρο της η χτεσινή «Καθημερινή». Αποσιωπά όμως η έγκυρη συντηρητική εφημερίδα ότι στο μέτωπο στήριξης του Κ. Σημίτη πριν και μετά το 2000 περιλαμβανόταν και η ίδια. Να συμπεράνουμε ότι το «παράπονο» πηγάζει από το ότι δε «γιγαντώθηκε» όσο θα επιθυμούσε η ιδιοκτησία της;
Σωστή είναι επίσης και η παρατήρησή της ότι από τα τέσσερα γκάλοπ που δημοσιεύτηκαν το Σαββατοκύριακο προβλήθηκε περισσότερο από τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ αυτό της «Κάπα Ρισέρτς» (στο «Βήμα») γιατί βόλευε περισσότερο την κυβέρνηση. Ομως αυτό το ρόλο δεν έπαιζαν πάντα τα γκάλοπ, της χειραγώγησης δηλαδή της «κοινής γνώμης»;
Σε μια περίοδο που οι διακοπές και η αναψυχή γίνονται «όνειρα θερινής νυκτός» για όλο και περισσότερους εργαζόμενους της χώρας μας, καθώς - εκτός αρκετών άλλων παραγόντων - αποτελεί λαμπρό πεδίο κερδοσκοπίας, κυρίως για το μεγάλο κεφάλαιο, ο ΕΟΤ επιστρατεύει έρευνες και ανακοινώσεις για να αποστομώσει όσους αμφισβητούν την ...τουριστική προβολή στο εξωτερικό και ειδικά στη Βρετανία!
Ωστόσο, η προαναφερόμενη απάντηση του ΕΟΤ έχει ενδιαφέρον επειδή διαπιστώνει και τα εξής: Ο οργανισμός «δεν μπορεί ούτε να διαμορφώσει την τιμή του τουριστικού πακέτου, ούτε να φτιάξει τις προσφερόμενες υπηρεσίες, ούτε να τις ελέγχει, αρμοδιότητες που δεν έχει πλέον».
Ομολογείται, δηλαδή, η αποψίλωση του ΕΟΤ από τις αρμοδιότητες που είχε παλαιότερα, ως συνέπεια της κυβερνητικής πολιτικής των «απελευθερώσεων» και των διαρθρωτικών αλλαγών. Κι όχι μόνον ομολογείται, αλλά χρησιμοποιείται και ως δικαιολογία πλέον της αυξανόμενης συνεχώς υποταγής του τουριστικού τομέα στα συμφέροντα και στις κερδοσκοπικές ορέξεις μιας χούφτας πολυεθνικών. Λες και η πολιτική αυτή είναι ένας αντικειμενικός μονόδρομος. Λες και δεν υπάρχει άλλος δρόμος, με τους εργαζόμενους πραγματικούς αφέντες της ζωής τους και της χώρας και -ανάμεσα στα άλλα - τον τουρισμό ενταγμένο στην εξυπηρέτηση των αναγκών του λαού και όχι στην υπηρεσία των κεφαλαιοκρατικών κερδών.