Ούτε και χτες ανακοίνωσε καθαρά ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας ποιοι θα είναι πράγματι οι μισθοί και ποιες οι κρατήσεις
Ως κίνηση καθαρά προεκλογικής σκοπιμότητας μπορεί να χαρακτηριστεί η χτεσινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Ν. Χριστοδουλάκης, σχετικά με τα μισθολόγια των δημοσίων υπαλλήλων και άλλων κατηγοριών των εργαζομένων στο Δημόσιο (όπως εκπαιδευτικοί, γιατροί, υγειονομικοί υπάλληλοι, στα σώματα ασφαλείας κ.ά.).
Ο υπουργός επιχείρησε και πάλι με αλχημείες να εμφανίσει ότι η κυβέρνηση δίνει αυξήσεις στις προαναφερόμενες κατηγορίες, που κυμαίνονται από 5,4% έως 9,8%. Ομως, αυτές οι ανακοινώσεις δεν μπορούν να ληφθούν σοβαρά υπόψη από τη στιγμή που ο υπουργός αποφεύγει συστηματικά όλο αυτόν τον καιρό να καταθέσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για το πώς διαμορφώνονται οι νέοι μισθοί και οι κρατήσεις που θα επιβάλλονται σε αυτούς. Μάλιστα, χτες σε ερώτηση δημοσιογράφου για το ποιες και πόσες κρατήσεις θα επιβληθούν σε ποια ποσά, ο υπουργός αρνήθηκε επί της ουσίας να απαντήσει συγκεκριμένα. Είπε μόνο ότι δε θα υπάρχουν κρατήσεις για το ποσό των 176 ευρώ (βέβαια οι κρατήσεις αυτές θα γίνονται μέχρι και το τέλος του 2003 χωρίς να έχει διευκρινιστεί αν θα αποδοθούν στις συντάξεις).
Από την άλλη, τα ποσοστά των μέσων μηνιαίων αυξήσεων που εμφανίζει η κυβέρνηση, με βάση τα στοιχεία που δίνει, αναφέρονται στο σύνολο των αποδοχών και σε αυτά συνυπολογίζει την ωρίμανση των μισθών και την αύξηση που προκύπτει από την εισοδηματική πολιτική του 2004. Δηλαδή, λεφτά που έτσι και αλλιώς θα έπαιρναν οι εργαζόμενοι. Να σημειωθεί ακόμα ότι με το νέο μισθολόγιο η κυβέρνηση καταργεί το επίδομα των 176 ευρώ. Ετσι, όσοι το έχουν πάρει θα το διατηρήσουν ως προσωπική διαφορά ενώ δε θα το πάρουν οι κατηγορίες εργαζομένων για τις οποίες η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί στο παρελθόν ότι θα το δώσει. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά με τις κρατήσεις αφορά στο επίδομα εξομάλυνσης το οποίο με το νέο μισθολόγιο ενσωματώνεται στο βασικό μισθό. Επομένως, από την εφαρμογή του νέου μισθολογίου θα υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις. Από την άλλη, η ενσωμάτωσή του δε συντελεί στην αύξηση των συντάξεων γιατί οι τελευταίες υπολογίζονται με βάση τα τελευταία κλιμάκια στα οποία το επίδομα εξομάλυνσης είναι μηδενικό.
Μια άλλη αλχημεία που κάνει η κυβέρνηση είναι ότι με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των αποδοχών στο νέο μισθολόγιο - φτωχολόγιο τα ποσοστά αύξησης που εμφανίζονται είναι μεγαλύτερα, συγκριτικά με αυτά που θα εμφανίζονταν με τον παλιό τρόπο υπολογισμού για το ίδιο ποσό.
Ακόμα πρέπει να σημειωθεί, ότι χτες ο υπουργός το μόνο που έκανε, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα για την κυβέρνηση, είναι να αναλύσει το προ καιρού εξαγγελμένο ποσό των 691 εκατομμυρίων ευρώ που η κυβέρνηση λέει ότι θα δώσει για τα προαναφερόμενα μισθολόγια. Ομως, η κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα άφηνε να εννοηθεί ότι το ποσό αυτό αφορά μόνο στους δημόσιους υπαλλήλους και όχι στο σύνολο των κατηγοριών των εργαζομένων στο Δημόσιο, κάτι που χτες αποκαλύφθηκε ότι δεν ισχύει.
Τέλος, να επισημάνουμε ότι έτσι και αλλιώς οι όποιες αυξήσεις που θα πάρουν οι εργαζόμενοι σε καμιά περίπτωση δεν αντισταθμίζουν την απώλεια εισοδήματος τους κατά 30% που έχουν υποστεί τα τελευταία χρόνια και, φυσικά, δεν ανταποκρίνονται στην κάλυψη των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων.
Καμιά ουσιαστική βελτίωση στην πρόταση της κυβέρνησης για τα μισθολογικά των πανεπιστημιακών και των εκπαιδευτικών ΤΕΙ - που βρίσκονται στην τρίτη βδομάδα κινητοποιήσεων - δεν παρουσίασαν οι χτεσινές ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκη.
Συγκεκριμένα, οι αποδοχές των πανεπιστημιακών φαίνεται να αυξάνονται από 1/1/2004 κατά 7,2% έως 7,6%. Αυτό προκύπτει από αύξηση της τάξης του 6,5% στο βασικό μισθό, αύξηση του ερευνητικού επιδόματος κατά 33% και ενσωμάτωση του μεταπτυχιακού και του μεταδιδακτορικού επιδόματος στο ερευνητικό επίδομα. Αντίστοιχη είναι και η αύξηση για τους εκπαιδευτικούς ΤΕΙ (λίγα ψίχουλα παραπάνω στη λογική «να κλείσει η ψαλίδα» με τους μισθούς των πανεπιστημιακών): μέση μηνιαία αύξηση αποδοχών κατά 7,4%, που προκύπτει από αύξηση 6,7% του βασικού μισθού, αύξηση του ερευνητικού επιδόματος 45% και ενσωμάτωση μεταπτυχιακού και μεταδιδακτορικού επιδόματος στο ερευνητικό.
Διατηρείται, δηλαδή, ο επιδοματικός χαρακτήρας του μισθού τους, πράγμα στο οποίο οι πανεπιστημιακοί αντιδρούν. Το ερευνητικό επίδομα (όπως και τα άλλα επιδόματα που διατηρούνται) δίνεται σε όλους τους πανεπιστημιακούς για ένα συστατικό στοιχείο της δουλιάς τους, την έρευνα. Ομως, δε νοείται πανεπιστημιακός που να μην κάνει έρευνα και δεν έχει καμιά λογική να παραμένει επίδομα.
Θυμίζουμε ότι έχουν να πάρουν αύξηση από το 1997 και η συγκεκριμένη αύξηση (μετά από κινητοποιήσεις δυο χρόνων και αφού για ένα διάστημα κάθισαν στο «τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου» με την κυβέρνηση) δεν καλύπτει ούτε τις απώλειες του εισοδήματός τους από τον πληθωρισμό.
Είναι φανερό ότι με την εισοδηματική πολιτική λιτότητας, η κυβέρνηση σπρώχνει τους πανεπιστημιακούς σε διάφορα ερευνητικά προγράμματα, χρηματοδοτούμενα από ιδιώτες και σε εξωπανεπιστημιακή απασχόληση ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν. Τους σπρώχνει, δηλαδή, να γίνουν όμηροι των επιχειρήσεων και να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τη δουλιά τους μέσα στο πανεπιστήμιο και στο αμφιθέατρο.
Μακριά από το αίτημα να ζει ο εκπαιδευτικός αξιοπρεπώς από το μισθό του, χωρίς άλλες δραστηριότητες, βρίσκονται οι χτεσινές εξαγγελίες του υπουργού Οικονομικών ο οποίος έκανε λόγο για αύξηση κατά 74 ευρώ του επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης, δηλώνοντας για μια ακόμα φορά ότι εκεί εξαντλούνται τα περιθώρια. Σύμφωνα με το υπουργείο, με βάση αυτή τη ρύθμιση οι μεικτές μηνιαίες αποδοχές αυξάνονται από 110 ευρώ έως 166 ευρώ. Δηλαδή η μέση μηνιαία αύξηση φθάνει το 9,8%. Πρόκειται ουσιαστικά για επανάληψη της πρόσφατης εξαγγελίας ενόψει των κινητοποιήσεων των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και για αυξήσεις που οριακά καλύπτουν τις απώλειες της τελευταίας διετίας στις αποδοχές των εκπαιδευτικών όπως αυτές προκύπτουν από τον επίσημο πληθωρισμό.