ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Δεκέμβρη 2003
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2004
Βαθιά αντιλαϊκός και αντικοινωνικός

Οι βουλευτές του ΚΚΕ αποκάλυψαν τις αντιλαϊκές επιλογές της κυβέρνησης. Αύριο η ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα στη Βουλή

Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι πλήττονται άμεσα από την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης που καθρεφτίζεται ανάγλυφα στο νέο κρατικό προϋπολογισμό

Eurokinissi

Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι πλήττονται άμεσα από την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης που καθρεφτίζεται ανάγλυφα στο νέο κρατικό προϋπολογισμό
Ολοκληρώνεται αύριο το βράδυ στη Βουλή η συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2004. Αμέσως μετά τα μεσάνυχτα και αφού θα έχουν ολοκληρωθεί οι παρεμβάσεις των πολιτικών αρχηγών, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος θα ψηφίσουν τον προϋπολογισμό, δίνοντας νέα πνοή στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης.

Από το απόγευμα της Πέμπτης, οπότε άρχισε η συζήτηση στο Κοινοβούλιο, οι βουλευτές του ΚΚΕ αποκάλυψαν και κατάγγειλαν τον προϋπολογισμό, σαν εργαλείο βαθύτατα αντιλαϊκό, αντικοινωνικό και παραπλανητικό, αφού είναι ένας προϋπολογισμός σταθερά προσηλωμένος στην πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας. Ο Γενικός Εισηγητής του Κόμματος Αγγελος Τζέκης, ο Ειδικός Εισηγητής του Κόμματος Νίκος Γκατζής και οι άλλοι βουλευτές φώτισαν διάφορες πλευρές των κυβερνητικών επιλογών και παρουσίασαν την άποψη των κομμουνιστών για την πολιτική και τα οικονομικά μέτρα που έχουν ανάγκη οι εργαζόμενοι και ο τόπος. Τις θέσεις του Κόμματος για τον προϋπολογισμό και την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης θα παρουσιάσει αύριο στη Βουλή η ΓΓ της ΚΕ του Κόμματος Αλέκα Παπαρήγα.

Κατά τη συζήτηση των προηγούμενων ημερών, ο Γενικός Εισηγητής του Κόμματος Αγγελος Τζέκης έκανε ειδική αναφορά στην καθ' όλα παραπλανητική και αποπροσανατολιστική προπαγάνδα της κυβέρνησης για τα περί «σύγκλισης» και «αναπτυξιακής» πολιτικής, προοπτική που υποτίθεται πως στηρίζεται και από τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς. Γύρω από το θέμα, ο βουλευτής του Κόμματος σημείωσε:

«Οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης περί "σύγκλισης" της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν ευσταθούν. Ισχύει και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως και σε κάθε καπιταλιστική χώρα, ο αδυσώπητος νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης. Το αν οι οικονομίες της Γαλλίας, της Γερμανίας της Ιταλίας βρίσκονται την τωρινή περίοδο σε ύφεση ή στασιμότητα, αυτό δε σημαίνει ότι η χώρα μας με τη μεγαλύτερη - σε σύγκριση με άλλες χώρες - αύξηση του ΑΕΠ βρίσκεται σε καλύτερη θέση, αφού εμφανίζει αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο, μείωση των επενδύσεων, μεγαλύτερο πληθωρισμό κτλ. Εξάλλου, με τις πρόσφατες αποφάσεις των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μην εφαρμοστεί το Σύμφωνο Σταθερότητας, δηλαδή να μην επιβληθούν πρόστιμα σε Γερμανία και Γαλλία αποδεικνύεται ο καπιταλιστικός χαρακτήρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ότι λειτουργεί προς όφελος των επιδιώξεων του ισχυρότερου μονοπωλιακού και πολυεθνικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Το ζήτημα, βέβαια, δε βρίσκεται μόνο ή κυρίως στην ανισότιμη μεταχείριση των "μεγάλων χωρών" (Γαλλία, Γερμανία) σε σύγκριση με μικρότερες που τιμωρούνται (λ.χ. Πορτογαλία) όταν παραβιάζεται το Σύμφωνο Σταθερότητας. Η ουσία βρίσκεται στο ότι αυτό το Σύμφωνο, που θεωρήθηκε πανάκεια για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας της ΕΕ, δεν έσωσε τις δυο ισχυρότερες οικονομίες από την κρίση, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει μορφή διαχείρισης που να αποτρέπει την κρίση. Αλλωστε, με ή χωρίς το Σύμφωνο τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ τον πληρώνουν οι λαοί.

Σχετικά με τη χώρα μας η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ο κρατικός προϋπολογισμός 2004 είναι αναπτυξιακός. Ας δούμε σε ποια βάθρα θεμελιώνει τους αναπτυξιακούς της στόχους και ποια είναι η κριτική μας από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων. Ως βάθρα θεωρεί:

α) «Τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας». Η κυβέρνηση, μέσα από την κρατική παρέμβαση, επιδιώκει την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, δηλαδή την επιτάχυνση της κεφαλαιοποίησής τους και τη διασφάλιση και ενίσχυση της κερδοφορίας τους. Στην κατεύθυνση αυτή αξιοποιούνται και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, η ολοκλήρωση έργων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι ιδιωτικοποιήσεις και η εκποίηση δημόσιας περιουσίας. Ο νέος αναπτυξιακός νόμος προβλέπει νέα σκανδαλώδη προνόμια, κίνητρα και φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο.

β) «Την απελευθέρωση των αγορών», δηλαδή την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και την επέκταση της εμπορευματοποίησης των Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας. Σύμφωνα με στοιχεία ερευνών της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, αλλά και του πανεπιστημιακού, ειδικευμένου στα οικονομικά της Υγείας κ. Γ. Κυριόπουλου, οι ιδιωτικές δαπάνες για την Υγεία σταθερά αποτελούν το 40 - 45% του συνόλου των δαπανών για την Υγεία. Η πολιτική πρόταση του ΚΚΕ δεν περιορίζεται σε εναλλακτικές λύσεις διαχείρισης, που ανεβάζουν τη συμμετοχή των δημοσίων δαπανών από το 55% στο 60%. Το ΚΚΕ υποστηρίζει την αναγκαιότητα να καλύπτονται κατά 100% οι δαπάνες Υγείας, καλύτερα θα λέγαμε να καλύπτονται κατά 100% οι ανάγκες φροντίδας της υγείας για όλους από ένα αποκλειστικά δωρεάν δημόσιο σύστημα για όλα τα επίπεδα φροντίδας της υγείας (πρόληψη, περίθαλψη κλπ.). Η συνύπαρξη ενός δημοσίου συστήματος με την ιδιωτική επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της Υγείας δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να τροφοδοτεί το δεύτερο. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από πανεπιστημιακές έρευνες που έχουν γίνει. Το ίδιο αφορά και στην Παιδεία, στη Συνταξιοδότηση, στην Πρόνοια.

γ) Την «ενίσχυση της κινητικότητας και προσαρμοστικότητας στην αγορά εργασίας», καθώς και τη «βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας» και την «ενσωμάτωσή της στους μισθούς». Το συμφέρον της καπιταλιστικής επιχείρησης είναι διαφορετικό από το συμφέρον του εργαζόμενου. Τη σχετικά δυσμενέστερη ανταγωνιστική της θέση στην ευρωενωσιακή αγορά η ελληνική καπιταλιστική επιχείρηση επιχειρεί να τη βελτιώσει με άνοδο του συνολικού βαθμού εκμετάλλευσης στην ελληνική οικονομία. Με άλλα λόγια, με την αφαίρεση εργατικών κατακτήσεων, με την παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, τη γενίκευση της μερικής απασχόλησης και την επέκτασή της στο δημόσιο τομέα. Οι εξελίξεις της 20ετίας επιβεβαιώνουν ότι στον καπιταλισμό από την αύξηση της παραγωγικότητας σταθερά υπολείπεται η αύξηση των μισθών. Π.χ., ενώ το 1982 το εισόδημα των εργαζομένων στις επιχειρήσεις ανερχόταν στο 60% του προϊόντος, στο τέλος του 2004 θα ανέρχεται μόλις στο 42% (Εκθεση ΙΝΕ/ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ. 2003). Επίσης, η όποια αύξηση των δαπανών για τη μισθοδοσία στο δημόσιο τομέα δεν καλύπτει τις σημαντικές απώλειες των προηγούμενων χρόνων, εξανεμίζεται από τις αυξήσεις των τιμών και την εμπορευματοποίηση, αλλά ακόμα και σαν ποσοστό αύξησης είναι παραπλανητικό, γιατί σε αυτό συμπεριλαμβάνονται τόσο η ωρίμανση όσο και δαπάνες για τις νέες προσλήψεις (τουλάχιστον 25.000 μερικά απασχολουμένων).

δ) Οι πηγές και η διάρθρωση των φορολογικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού αντανακλούν πλήρως τα αντιλαϊκά «αναπτυξιακά» κίνητρα της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής. Τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού θα προέλθουν κατά κύριο λόγο από τη φορολόγηση των εργαζομένων, των συνταξιούχων και των μικρομεσαίων επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων (ΕΒΕ). Παρά την αύξηση του αφορολόγητου ορίου (το οποίο δεν καλύπτει το όριο επιβίωσης μιας 4μελούς οικογένειας) τα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων θα αυξηθούν κατά 7,8%, επίσης τα έσοδα από τον ΦΠΑ (έμμεση φορολογία, η οποία πλήττει τη λαϊκή οικογένεια) θα αυξηθούν κατά 10,2%. Η όποια αύξηση των εσόδων από τη φορολόγηση των επιχειρήσεων, γιατί συμπεριλαμβάνονται και τα έσοδα από τη φορολόγηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (για τα οποία υπάρχει μια σοβαρή επιβάρυνση), ακόμα και αν τη δεχτούμε σαν πραγματική, στο 8,0% είναι υποπολλαπλάσια της σημαντικής αύξησης των κερδών των επιχειρήσεων».


Ο.Τ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ