ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Νοέμβρη 1999
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
Αλβανία
Η «σταθερότητα» και άλλα παραμύθια...

 

ΤΙΡΑΝΑ.-

Ο Φάτος Νάνο εμφανίζεται «ισχυρός» για άλλη μια φορά
Ο Φάτος Νάνο εμφανίζεται «ισχυρός» για άλλη μια φορά
Τις εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό της Αλβανίας - κυριότερη εκ των οποίων, η ανάδειξη του Ιλίρ Μέτα στην πρωθυπουργία, πριν δύο εβδομάδες - χαρακτηρίζει μια προσπάθεια αποκατάστασης «σταθερότητας» στη χώρα, όπως την αντιλαμβάνονται η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες. Είναι σαφές ότι ο νεαρός (30 ετών) Μέτα, διάδοχος του επίσης νεαρού (31 ετών) Παντελί Μάικο, θα επιχειρήσει να συνάψει κάποιου είδους «εκεχειρία» με το Δημοκρατικό Κόμμα, την αξιωματική αντιπολίτευση.

Η προσπάθεια αυτή είχε αρχίσει ήδη από τις τελευταίες ημέρες του Μάικο στην πρωθυπουργία, πλην όμως, σύμφωνα με πολιτικούς παρατηρητές, ο πρώην πρωθυπουργός προέβη σε «λάθος χειρισμούς», δηλαδή στην απευθείας προσέγγιση του περιβάλλοντος του Σαλί Μπερίσα. Αυτή ήταν και η αφορμή της εκδήλωσης «πίεσης» εναντίον του στο πλαίσιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος (κυρίως) από τον Φάτος Νάνο, που τον οδήγησε σε παραίτηση.

Ο Μέτα, ο οποίος έλαβε την περασμένη Τρίτη ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, θα προσπαθήσει και αυτός να εκτονώσει το «κλίμα πόλωσης» που ταλανίζει την πολιτική ζωή της χώρας, τηρώντας πάντως περισσότερες «αποστάσεις»: Φαίνεται ότι θα δοκιμάσει να απευθυνθεί ευρύτερα στο Δημοκρατικό Κόμμα, παρά προσωπικά στον Μπερίσα. Μένει βέβαια να φανεί κατά πόσον αυτή η προσέγγιση θα έχει επιτυχία, καθώς το φοβικό κλίμα που έχει καλλιεργήσει ο πρώην πρόεδρος και επίσης πρώην «ευνοούμενος» των Αμερικανών αποτρέπει τους «αντιρρησίες» από το να εκφράζουν ανοιχτά τις αντιρρήσεις τους. Κατά πως λένε στα Τίρανα, ο Μπερίσα «ασκεί πολιτική με μπράβους», κάτι που ο κάθε αντίπαλός του πρέπει να λαμβάνει υπόψη του...

Ο Μπερίσα έχει ήδη επαναφέρει το «μποϊκοτάζ» της Βουλής για το κόμμα του και έχει προειδοποιήσει, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Koha Jone» (3/11) ότι θα «αποπέμψει» οποιονδήποτε παρεκκλίνει από τη γραμμή αυτή. Η κίνηση του εντάσσεται σε μια γενικότερη «πολιτική έντασης» που έχει επιλέξει, με απώτερο στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης των Σοσιαλιστών «με κάθε τρόπο». Δείγμα πρώτο: Ηδη από την 26η του Οκτώβρη, την επομένη της παραίτησης Μάικο, με μια πύρινη ανακοίνωσή του το Δημοκρατικό Κόμμα καλούσε τους Αλβανούς να συμμετάσχουν «σε πιο δυναμικές διαδηλώσεις, μέχρι να οδηγηθούμε σε ελεύθερες και δίκαιες εκλογές για να σώσουμε τις ελευθερίες μας, τα συμφέροντά μας (...και) να αποκαταστήσουμε στην Αλβανία τη σταθερότητα που της αξίζει». (Μαζικές διαδηλώσεις, πάντως, δεν υπήρξαν). Δείγμα δεύτερο: Η σύλληψη, την περασμένη εβδομάδα, του Σαλί Λουσάι, σωματοφύλακα του Μπερίσα, από την αστυνομία, επειδή, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της αγγλόφωνης εφημερίδας των Τιράνων «Albanian Daily News», «προετοίμαζε» ταραχές. Ο Λουσάι είχε πρωταγωνιστήσει στα γεγονότα του 1998, δηλαδή στην απόπειρα πραξικοπήματος μετά τη δολοφονία του Αντέμ Χαϊνταρί. Οι τότε ταραχές και το επακόλουθο «χάος» προκάλεσαν την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού, Φάτος Νάνο.

Επιστροφή Νάνο, με στήριξη Μεϊντάνι

Ο Νάνο επανέκαμψε στο πολιτικό σκηνικό ως «ισχυρός ανήρ» του Σοσιαλιστικού Κόμματος με τη «διακριτική» υποστήριξη του προέδρου της χώρας, Ρετζέπ Μεϊντάνι -τον οποίο εδώ και καιρό ο διεθνής παράγοντας θεωρεί τον «πιο αξιόπιστο συνομιλητή» του στην Αλβανία, κάτι εξάλλου που αποδείχτηκε και στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου.

Ο πρόεδρος Μεϊντάνι παρενέβη, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, εμμέσως στις συνεδριακές διαδικασίες του κυβερνώντος κόμματος, «ευνοώντας» το Νάνο, και τις κρίσιμες ημερομηνίες (της ψηφοφορίας) επέλεξε, όλως συμπτωματικώς «φυσικά», να κάνει ανεπίσημη επίσκεψη στην Ιταλία. Ο επιστρέψας πολιτικός έσπευσε να δηλώσει (βλ. π.χ. τη συνέντευξή του στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 31/11) ότι πρώτιστος στόχος του είναι οπωσδήποτε «να φέρει τάξη στο (σοσιαλιστικό) κόμμα και στη χώρα», και ακόμη ότι δεν προτίθεται να «μονοπωλήσει» την εξουσία. Η τελευταία αναφορά του, αποδέκτες είχε κυρίως Δυτικούς διπλωμάτες, οι οποίοι είχαν «ασκήσει πιέσεις» προς τον ίδιο να μη διεκδικήσει την πρωθυπουργία.

Η παραχώρηση της πρωθυπουργίας από αυτόν στο Μέτα συνδέεται, λοιπόν, με τρεις επιδιώξεις. Η πρώτη είναι να πειστούν Ευρωπαίοι και Αμερικανοί ότι θα υπάρξει, ή θα επιβληθεί «σταθερότητα, επιτέλους». Η κίνηση του πρωθυπουργού να διατάξει «εκστρατεία» κατά του «οργανωμένου εγκλήματος» και οι συλλήψεις 21 υπόπτων για εγκλήματα στη βόρεια πόλη Κούκες («Albanian Daily News», 3/11) ακριβώς σε αυτό αποσκοπεί. (Πράγμα που δεν αντανακλά ενδεχομένως συνολικές προθέσεις, αλλά «μερικές». Ας σημειωθεί εδώ ότι, όπως σημείωσε ανταποκριτής ειδησεογραφικού πρακτορείου, «οι λαθρέμποροι του Νότου χάρηκαν και μόνο στο άκουσμα της επιστροφής του Νάνο».

Η δεύτερη επιδίωξη αφορά τη ροή ξένης οικονομικής «βοήθειας» προς την Αλβανία. Αφ' ενός, στο πλαίσιο του «Συμφώνου Σταθερότητας» - που προβλέπει κεφάλαια για τις χώρες που δέχτηκαν πρόσφυγες από το Κοσσυφοπέδιο, κατά τη διάρκεια του πολέμου του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας. (Είναι μάλλον χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος Μεϊντάνι είπε στο νέο πρωθυπουργό Μέτα συγχαίροντάς τον «εύχομαι επιτυχία στην κυβέρνησή σας, την οποία θα ήθελα να ευλογήσω ως την κυβέρνηση του Συμφώνου Σταθερότητας».) Αφ' ετέρου, από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), υπό μορφή δανείου ύψους 13 εκατ. δολαρίων. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Rilindja Demokratike» (όργανο του Δημοκρατικού Κόμματος), πάντως, το δάνειο αυτό συνδέεται με την «καταπολέμηση της διαφθοράς» και του εγκλήματος. Και βέβαια, με τις «επενδύσεις» από «διεθνείς επενδυτές», για τις οποίες έχει ήδη καλέσει ο Πασκάλ Μίλο, υπουργός Εξωτερικών, που παρέμεινε στη θέση του (εν αντιθέσει με τον Μάικο, στον οποίο έγινε ανεπισήμως πρόταση υπουργοποίησης την οποία αρνήθηκε για να μην «αυτογελοιοποιηθεί»).

Η τρίτη επιδίωξη αφορά περισσότερο το μέλλον, δηλαδή την «απαλλαγή» του πολιτικού σκηνικού από τους «δεινοσαύρους» Νάνο και Μπερίσα, και την αντικατάστασή τους από πιο «αξιόπιστους» (για τη Δύση, εννοείται) πολιτικούς.

Αναζητώντας «διάδοχη κατάσταση»

Κάτι όμως που δε μοιάζει εύκολο. Ο Γκεντς Πόλο, μοναδικός αντίπαλος του Σαλί Μπερίσα, που είχε εξασφαλίσει (τουλάχιστον κάποια) αμερικανική υποστήριξη, ηττήθηκε πανηγυρικά στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές του Δημοκρατικού Κόμματος και μάλλον βγαίνει οριστικά εκτός της κούρσας. Εκτός αυτού, ο Μπερίσα είναι πάντα έτοιμος «να σκοτώσει ανθρώπους», όπως το έθεσε ένα πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Zeri-i-Popullit» (3/11).

Επίδοξος μνηστήρας της θέσης του πάντα επίφοβου για τους αντιπάλους του ιδρυτή του κόμματος «θα μπορούσε στο μέλλον», εκτιμούν παρατηρητές, να είναι ο δήμαρχος των Τιράνων, Μπρόικα, αλλά μια τέτοια εξέλιξη δε θα πρέπει να αναμένεται πριν από τα μέσα του επόμενου χρόνου.

Στο άλλο άκρο του δίπολου, ο Φάτος Νάνο παραμένει «ρυθμιστής εξελίξεων» και αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει σύντομα. Πέραν του άπειρου Μέτα, ελάχιστα στελέχη του Σοσιαλιστικού Κόμματος μπορούν να διεκδικήσουν με αξιώσεις ηγετικό ρόλο. Εξάλλου, αρκετά από αυτά τα στελέχη του έχουν αρχίσει να ασχολούνται με την προσωπική τους ευημερία. Π.χ. ο πάλαι ποτέ πρωθυπουργός της κυβέρνησης εθνικής ενότητας (το 1997, μετά την κρίση των «πυραμίδων»), ο Μπασκίμ Φίνο, είναι σήμερα κατά εκτιμήσεις «ο πλουσιότερος επιχειρηματίας στην Αλβανία», δηλώνοντας μάλιστα ως επίσημη απασχόλησή του... «εισοδηματίας» (!).

Αξίζει στενής παρακολούθησης η πορεία των πολιτικών πραγμάτων στη γείτονα χώρα. Οχι τόσο όσον αφορά τα πρόσωπα - δεδομένου ότι αυτά δεν είναι σε καμία περίπτωση αξεχώριστα από το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο συμμετέχουν, ή τις ισορροπίες ισχύος που διαμορφώνονται, γεγονός που έχει επιβεβαιωθεί άπειρες φορές, με τραγικό τρόπο, στα Βαλκάνια - αλλά μάλλον όσον αφορά το πού πάνε τα πράγματα. Η «σταθερότητα» για την οποία κόπτεται η Δύση θα είναι μάλλον προσωρινή. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το βαλκανικό περιβάλλον θα ξαναδεί κρίσεις, ίσως μάλιστα χειρότερες και από αυτήν του Κοσσυφοπεδίου.

Πάλι το «ντόμινο»

Το πρώτο σύμπτωμα της διαφαινόμενης κρίσης είναι ήδη γνωστό και ορατό από τους πάντες στο Κοσσυφοπέδιο, όπου συζητείται ανοιχτά το ενδεχόμενο «πλήρους ανεξαρτητοποίησης». Ενώ στην ΠΓΔΜ, ένα από τα ζητήματα που απασχόλησαν ιδιαίτερα έντονα την προεδρική προεκλογική εκστρατεία ήταν το μέλλον της αλβανικής μειονότητας. Αν, δηλαδή, θα επιδιωχτεί απόσχιση των περιοχών όπου πλειοψηφεί (και στις οποίες κατά την κρίση του Κοσσυφοπεδίου βρίσκονταν αποθήκες όπλων του «UCK») και ένταξή τους σε μια «Μεγάλη Αλβανία».

Η πολιτική κατάσταση σε Αλβανία, ΠΓΔΜ και Κοσσυφοπέδιο δεν αποκλείει καθόλου (αν δεν προοιωνίζεται κιόλας) νέες θύελλες, γεγονός που συναρτάται και με τις επιδιώξεις της Δύσης -κατά περίσταση, αντικρουόμενες ή όχι. Επομένως, ακόμη και αν ο Ιλίρ Μέτα επιτύχει με κάποιον τρόπο τη «σταθερότητα» που ευαγγελίζεται, αυτό μικρή σημασία έχει... Η προοπτική της χώρας του εξαρτάται από άλλους παράγοντες.


Μπάμπης ΓΕΩΡΓΙΚΟΣ


Μέση Ανατολή
Η «ειρήνη των γενναίων» παραμένει σε αδιέξοδο

 

Τα συνηθισμένα χαμόγελα και οιεντυπωσιακές φωτογραφίες...
Τα συνηθισμένα χαμόγελα και οιεντυπωσιακές φωτογραφίες...
Στιγμές από την υπογραφή της συμφωνίας του Οσλο, της πρώτης επίσημης ισραηλινο-παλαιστινιακής συμφωνίας που εισήγαγε την ?ειρηνευτική διαδικασία? το Σεπτέμβρη του 1993, θύμισαν οι τελετές και οι συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των διήμερων εκδηλώσεων, που διοργάνωσε η νορβηγική κυβέρνηση, με αφορμή τη συμπλήρωση τεσσάρων χρόνων από τη δολοφονία του Ισραηλινού πρωθυπουργού Γιτζάκ Ράμπιν. Εντούτοις, αυτό που σίγουρα έλειπε, στις συναντήσεις του Οσλο αυτού του Νοεμβρίου, σε σύγκριση με τα τεκταινόμενα στη νορβηγική πρωτεύουσα πριν από επτά χρόνια, ήταν οι αυταπάτες.

Τα χαμόγελα, οι χειραψίες, οι αλλεπάλληλες διμερείς και τριμερείς συναντήσεις και το θερμό φιλικό κλίμα που προβλήθηκε προς τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν κατάφερε να διαλύσει τα σύννεφα και την επιφυλακτικότητα. Επτά χρόνια μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Οσλο, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι καλούνται να λύσουν μέσα σε 100 ημέρες, όσες δηλαδή προβλέπει το χρονοδιάγραμμα που ορίζεται από την «ενδιάμεση» συμφωνία του Ουάι Πλαντέισον, τα ζητήματα - «αγκάθια», που απέφευγαν σε όλους τους προηγούμενους γύρους διαπραγματεύσεων, και να καταλήξουν σε οριστική συμφωνία. Αν το Σεπτέμβρη του 1993 μια τέτοια προοπτική φάνταζε δύσκολη, σήμερα, μοιάζει, μάλλον, ανέφικτη επί της ουσίας, παρά τις έντονες πιέσεις της Ουάσιγκτον, η οποία, εμμέσως πλην σαφώς, απαγόρευσε και τις δηλώσεις κατά τη διάρκεια των διήμερων τελετών, στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, στο Οσλο, προκειμένου να διαφυλαχτεί η εικόνα της αγαστής συνεργασίας και της «ζεστής ατμόσφαιρας».

Χαμόγελα, σιωπή και απογοήτευση

Ο Μπ.Κλίντον στο βήμα της συνάντησης στο Οσλο
Ο Μπ.Κλίντον στο βήμα της συνάντησης στο Οσλο
«Αναζωογόνηση» της «ειρηνευτικής διαδικασίας» χαρακτήρισε ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον τις συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Οσλο, το οποίο, σε αντίθεση με τη συνήθη του ατμόσφαιρα, είχε μετατραπεί σε φρούριο, για χάρη του πλανητάρχη, με εκατοντάδες αστυνομικούς να περιπολούν με αυτόματα όπλα, όλους τους κεντρικούς δρόμους αυστηρά αποκλεισμένους και δεκάδες ελεύθερους σκοπευτές ακροβολισμένους σε όλα τα σημεία από όπου πέρασε ο αρχηγός του Λευκού Οίκου. Ο Κλίντον δεν έχασε καμία ευκαιρία να εκφράσει την αποφασιστικότητά του να «πράξει ό,τι είναι δυνατόν» για να ολοκληρωθεί επιτυχώς η «ειρηνευτική διαδικασία» μη κρύβοντας καθόλου την επιθυμία του να είναι, για τρίτη φορά και τελευταία, αυτός ο εγγυητής και συνυπογράφων της οριστικής συμφωνίας για το Μεσανατολικό.

Μάλιστα, φρόντισε να μην αφήσει πολλά περιθώρια αντιρρήσεων και κινήσεων στους άμεσα εμπλεκομένους στις διαπραγματεύσεις, ανακοινώνοντας τόσο τις νέες περιοδείες του Αμερικανού απεσταλμένου Ντένις Ρος και της υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ, όσο και την πρόθεσή του να συγκαλέσει μια σύνοδο κορυφής ανάλογη αυτής που διοργάνωσε στο Καμπ Ντέιβιντ ο Τζίμι Κάρτερ, το 1978, όταν ήταν στο τελικό στάδιο οι συνομιλίες για την ειρηνευτική συμφωνία ανάμεσα στην Αίγυπτο και στο Ισραήλ. «Είναι η μοναδική μας ευκαιρία για ειρήνη και αν δεν την εκμεταλλευτούμε τότε θα υπάρξουν σοβαρότατες συνέπειες για όλη την περιοχή» επανέλαβε αρκετές φορές ο Μπιλ Κλίντον, δίνοντας ένα σαφές μήνυμα στους Μπάρακ και Αραφάτ.

Την επιφυλακτικότητά τους δεν έκρυψαν ούτε οι διοργανωτές της συνάντησης, δηλαδή η νορβηγική κυβέρνηση. «Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές» δήλωσε λακωνικά ο, νυν, συντονιστής του ΟΗΕ για το Μεσανατολικό, Νορβηγός Τιερζ Ρόεντ Λάρσεν, ο οποίος από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών της Νορβηγίας είχε διευκολύνει και φιλοξενήσει 14 μυστικές συναντήσεις Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ανάμεσα στο 1992 - 1993, οι οποίες οδήγησαν στην υπογραφή της συμφωνίας του Οσλο. «Το μόνο που, ίσως, επιτεύχθηκε στις τωρινές συναντήσεις του Οσλο είναι μόνο μια ανανέωση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο πλευρές», συμπλήρωσε ο Λάρσεν. Τόσο ο Νορβηγός αξιωματούχος όσο και πολλοί διπλωμάτες δεν κατάφεραν να κρύψουν την απογοήτευσή τους για την αδυναμία ακόμη και της μνήμης του Γιτζάκ Ράμπιν, που όλοι ανέφεραν πολλάκις δεσμευόμενοι στο όνομά και στο έργο του δολοφονηθέντος - από έναν ακροδεξιό εξτρεμιστή - Ισραηλινού πρωθυπουργού στις 4 Νοέμβρη 1995, να δώσει ουσιαστική ώθηση στις ισραηλινο-παλαιστινιακές συνομιλίες. Οι διαφορές Παλαιστινίων και Ισραηλινών παραμένουν, παρά τον κυκεώνα των αλλεπάλληλων διαπραγματεύσεων και των συμφωνιών, μεγάλες και, μέχρι σήμερα, αγεφύρωτες. Οπως χαρακτηριστικά δήλωνε ένας ανώτερος Παλαιστίνιος αξιωματούχος, που τήρησε την ανωνυμία του, κατά τη διάρκεια της πρώτης (από τότε που έγιναν οι εκλογές στο Ισραήλ) επίσημης συνάντησης του Γιάσερ Αραφάτ με τον Εχούντ Μπάρακ, δεν τέθηκε επί τάπητος κανένα συγκεκριμένο ζήτημα «γιατί κάτι τέτοιο θα έπληττε ανεπανόρθωτα τη ζεστή ατμόσφαιρα που όφειλαν όλοι να διατηρήσουν προς τιμήν του Ράμπιν».

Οι διαφωνίες του Οσλο αναμένουν επίλυση

Λίγες, μόνο, ώρες πριν την πρώτη και, όπως αναμένεται, μακροσκελή συνάντηση του Παλαιστίνιου υπουργού Πληροφοριών Γιάσερ Αμπέντ Ράμπο και τον Ισραηλινού διπλωμάτη Οντέρ Εράν, κατά τη διάρκεια της οποίας φιλοδοξείται να καταληχθεί συγκεκριμένο πρόγραμμα διαπραγματεύσεων, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι διαφωνούν στα καίρια ζητήματα για τα οποία, υποτίθεται, ότι ξεκίνησε η «ειρηνευτική διαδικασία». Σε αυτόν τον τελευταίο γύρο, που, όπως προβλέπουν τα συμπεφωνημένα, πρέπει να έχει καταλήξει σε προσχέδιο συμφωνίας στις 13 Φλεβάρη του 2000, θα πρέπει, επιτέλους, να συζητηθούν και τα μείζονα προβλήματα που χωρίζουν, εδώ και χρόνια, τις δύο πλευρές: Η επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων στα εδάφη τους, η απελευθέρωση των Παλαιστινίων κρατουμένων, η δομή και ο μελλοντικός χαρακτήρας της όποιας παλαιστινιακής οντότητας - που θα καθορίσουν και τη βιωσιμότητά της, η ενδεχόμενη πρωτεύουσά της, το παρόν και το μέλλον των πολυάριθμων εβραϊκών οικισμών.

Η Παλαιστινιακή Αρχή επιμένει στη θέση της για ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ και σύνορα τα όρια που υπήρχαν πριν από το 1967 οπότε το Ισραήλ κατέλαβε την αραβική γη. Επιμένει, επίσης, στην επιστροφή των χιλιάδων προσφύγων στα παλαιστινιακά εδάφη, στον άμεσο τερματισμό κάθε εποικιστικής δραστηριότητας και στην απομάκρυνση των εβραϊκών οικισμών από τη Δυτική Οχθη, στην απελευθέρωση των κρατουμένων, οι οποίοι για τους Ισραηλινούς είναι εγκληματίες, ενώ για τους Παλαιστινίους, ήρωες του εθνικοαπελευθερωτικού τους αγώνα. Ο Παλαιστίνιος ηγέτης έχει διανύσει μακρά πορεία ως πρωταγωνιστής των εξελίξεων για τον παλαιστινιακό λαό.Οι αλλεπάλληλες υποχωρήσεις στις οποίες έχει υποχρεωθεί από την ίδια τη «θολή» και ασαφή συμφωνία που υπέγραψε το 1993, καθώς και η παρατεταμένη καθυστέρηση στην υλοποίησή της έχουν προκαλέσει βαθιά λαϊκή δυσαρέσκεια και έχουν πλήξει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα του στα μάτια του λαού του, που φαίνεται να απομένει με λιγότερο από το 50% της Δυτικής Οχθης υπό την κυριαρχία του ακόμη και μετά από μια πιθανή επιτυχή κατάληξη του τελευταίου γύρου των διαπραγματεύσεων. Ο Παλαιστίνιος ηγέτης φέρεται αποφασισμένος να πιέσει, να κωλυσιεργήσει, να εκβιάσει, να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του προκειμένου να πετύχει τα μέγιστα δυνατά αποτελέσματα για τους Παλαιστινίους, αλλά κυρίως για τον ίδιο, καθώς φιλοδοξεί να σφραγίσει με το όνομά του, έστω και μία βραχυπρόθεσμη, λύση στο παλαιστινιακό πρόβλημα.

Ο Εχούντ Μπάρακ, από την άλλη, δε φείδεται χειραψιών, μεγαλόστομων δηλώσεων και δεσμεύσεων. Εντούτοις, δεν ξεχνά ποτέ τις πάγιες και γνωστές ισραηλινές θέσεις. Οπως τόνιζε στενός του συνεργάτης, στο Οσλο, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός θέτει τρεις άξονες προτεραιότητας στην πολιτική που ακολουθεί απέναντι στους Παλαιστινίους: Τα όρια, που δεν υπάρχει περίπτωση να ξεπεράσει, στις παροχές προς τους Παλαιστινίους, τα ζωτικά ζητήματα που θα διαπραγματευτεί σκληρά και τα ζητήματα στα οποία θα υποχωρήσει πιο εύκολα. Στα όρια που δεν τίθενται, καν, προς διαπραγμάτευση ο Μπάρακ έχει ξεκάθαρα τοποθετήσει τα δύο βασικά αιτήματα των Παλαιστινίων: Την επιστροφή των συνόρων στο επίπεδο που είχαν πριν το 1967 (αποκλείοντας κατά συνέπεια και την πλήρη απομάκρυνση των εβραϊκών οικισμών από τη Δυτική Οχθη) και την παράδοση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει, επανειλημμένως, δηλώσει ότι επιθυμεί τον επαναπροσδιορισμό των στόχων της «ειρηνευτικής διαδικασίας» και, αποχωρώντας από το Οσλο, έσπευσε να αποσαφηνίσει, για άλλη μια φορά, την ισραηλινή θέση: «Ο στόχος της αρχικής συμφωνίας για διαρκή και μόνιμη συνεργασία Ισραηλινών και Παλαιστινίων είναι πολύ φιλόδοξος, ας καταφέρουμε, τουλάχιστον, να συνυπάρξουμε ειρηνικά διαιρεμένοι».

Η εγγυήτρια Ουάσιγκτον θα δώσει, πάλι, τη δική της «λύση»

Και σε αυτήν την κρίσιμη φάση της ?ειρηνευτικής διαδικασίας? τις καθοριστικές επιλογές και κατευθύνσεις θα δώσει η Ουάσιγκτον, η οποία, άλλωστε, και δημιούργησε, κατά προσωπική βούληση και προς όφελός της, εξασφαλίζοντας το δικαίωμά της να παρεμβαίνει σε όλα τα, προς διευκρίνιση, σημεία, που φρόντισε να υπάρχουν μέσα στην κάθε συμφωνία. Ο Μπιλ Κλίντον έχει εκφράσει, προφορικώς, την αμέριστη συμπαράστασή του στις «παλαιστινιακές δίκαιες διεκδικήσεις» και για του λόγου το αληθές έχει μπλοκάρει την απόφαση του Κογκρέσου να μεταφερθεί η αμερικανική πρεσβεία από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Λίγο πιο «υλικές» είναι οι παροχές του προς την ισραηλινή κυβέρνηση, στην οποία εξασφάλισε έκτακτη χρηματική βοήθεια 1,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να «πραγματοποιηθεί η αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τη Δυτική Οχθη», η οποία θα προστεθεί στην ετήσια «χορηγία» των 3 δισεκατομμυρίων, εξαιρώντας τις υπόλοιπες ευνοϊκές εμπορικές, οικονομικές και στρατιωτικές συμφωνίες.

Μετά από μια, κάπως, παρατεταμένη περίοδο σχετικής «απραξίας» εξαιτίας της δυσαρέσκειάς που προκαλούσε η αδιαλλαξία του πρώην Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, η αμερικανική διπλωματία, έχοντας εξασφαλίσει τον «άσο» της πολιτικής και διπλωματικής ευελιξίας του Εχούντ Μπάρακ, επανέρχεται δριμύτερη, σχεδόν, απαιτώντας οριστική ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και υπογραφή τελικής συμφωνίας μέχρι το Σεπτέμβρη του 2000. Στόχος, φυσικά, δεν είναι άλλος παρά η επίτευξη άλλης μιας συμφωνίας του Οσλο σε «βελτιωμένη σύνθεση», η οποία θα αφήνει το περιθώριο στην Ουάσιγκτον να παρεμβαίνει, να διευθετεί, να διευκρινίζει, να είναι μόνιμα παρούσα σε ένα από τα βασικά γεωστρατηγικά σημεία του πλανήτη. Μια τέτοια συμφωνία δεν φαίνεται ικανή να διασφαλίσει την ειρηνική συνύπαρξη Ισραηλινών και Παλαιστινίων, οι οποίοι, ίσως, να έχουν κάνει βήματα στις, μεταξύ τους, επαφές αλλά δεν έχουν καταφέρει, επτά χρόνια μετά την έναρξη της «ειρηνευτικής διαδικασίας», να κερδίσουν την αλληλοεμπιστοσύνη, την πραγματική δίκαιη ειρήνη και τη συνεργασία, αφού η ίδια αυτή διαδικασία υπονομεύει κάθε παρόμοια προοπτική εξυπηρετώντας συμφέροντα αλλότρια των οραμάτων και των αναγκών των δύο εμπλεκομένων λαών. Το πολυσυζητημένο «μεσανατολικό ζήτημα» δεν φαίνεται να περνά στο ράφι του παρελθόντος, ακόμη, και αν υπάρξει κατάληξη στον τρίτο γύρο των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ