Την Κυριακή 4 του Γενάρη οι προεδρικές εκλογές
Associated Press |
Στις εκλογές ο εκλεκτός της Δύσης, ο άνθρωπος που ηγήθηκε της ανατροπής του πρώην Προέδρου Εντουαρντ Σεβαρντνάτζε, Μιχαήλ Σαακασβίλι, μάλλον δε θα δυσκολευτεί να επικρατήσει. Δεν είναι μόνον ο ρόλος του στα γεγονότα και το ότι απολαμβάνει της υποστήριξης των ΗΠΑ, αλλά και το γεγονός ότι η Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή της χώρας απέκλεισε από τη διαδικασία τον Ιγκόρ Γκεοργκάντζε, πρώην επικεφαλής της Κρατικής Ασφάλειας της Γεωργίας (που είχε κατηγορηθεί για τη βομβιστική επίθεση εναντίον του Σεβαρντνάτζε το 1995 και από τότε βρίσκεται μάλλον στη Ρωσία) και μοναδικό υποψήφιο που είχε κάποιες πιθανότητες να αποσπάσει αρκετές ψήφους.
Ωστόσο, η ανάδειξη του 35χρονου εθνικιστή ηγέτη στην Προεδρία της Γεωργίας αν και θα σημάνει το τυπικό τέλος του πραξικοπήματος, δε θα σημάνει το τέλος των προβλημάτων που βγήκαν στην επιφάνεια (με περισσότερη ορμή) μετά τα γεγονότα του Νοέμβρη και που απειλούν το λαό της Γεωργίας αλλά και ενδεχομένως ολόκληρη την περιοχή του Καυκάσου.
Associated Press |
Από την άλλη παραμένει το σοβαρότατο οικονομικό πρόβλημα. Η πολιτική κρίση είχε τον αντίκτυπό της και στην οικονομία και τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα σε μια χώρα που μαστίζεται από τη διαφθορά και τη φτώχεια και έχει εξωτερικό χρέος 1,8 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι μεγάλες δυνάμεις, κυρίως οι ΗΠΑ, μπορεί να υπόσχονται βοήθεια, αλλά καθόλου σίγουρο δεν είναι ότι αυτή θα φτάσει στα χέρια του λαού. Αλλωστε, η Γεωργία και επί Προεδρίας Σεβαρντνάτζε έλαβε συνολικά περίπου 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε «βοήθεια» από τις ΗΠΑ, τα οποία κανείς δε γνωρίζει πώς ακριβώς σπαταλήθηκαν.
Στη φτώχεια πρέπει να προστεθεί και το πρόβλημα των εθνικών διαφορών. Στη Γεωργία το 70% των κατοίκων της είναι Γεωργιανοί ενώ οι υπόλοιποι ανήκουν σε διάφορες άλλες εθνικότητες (Αρμένιοι, Ρώσοι, Αζέροι). Δε θα πρέπει άλλωστε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο Σαακασβίλι στην ουσία οφείλει την εκλογική του δύναμη στο ότι εκμεταλλεύτηκε το εθνικό αίσθημα των Γεωργιανών.
Επίσης, η Γεωργία είναι μια διαιρεμένη χώρα. Εκτός από τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, που απέκτησαν ντε φάκτο ανεξαρτησία στις αρχές της δεκαετίας του '90 και με τη βοήθεια ρωσικών στρατευμάτων τη διατηρούν από τότε, υπάρχει και η επαρχία της Αντζαρίας, που υποτίθεται ότι ανήκει εδαφικά στη Γεωργία αλλά ο βαθμός αυτονομίας της είναι πολύ μεγάλος. Ο Πρόεδρός της, Ασλάν Αμπασίτζε, που δεν έχει καθόλου καλές σχέσεις με τον Σαακασβίλι και τη νέα ηγεσία, έκλεισε τα σύνορα μετά το πραξικόπημα και έσπευσε να επισκεφθεί τη Μόσχα. Εκεί συναντήθηκε με υπουργούς του Κρεμλίνου αλλά και με τους ηγέτες των άλλων δύο αυτόνομων περιοχών. Τις επόμενες μέρες η Μόσχα σε μια συμβολική κίνηση συμφώνησε να αρθούν οι περιορισμοί στις θεωρήσεις διαβατηρίων για τα ταξίδια των κατοίκων των δύο περιοχών - πράγμα που δεν ισχύει για τους Γεωργιανούς. Ο Αμπασίτζε εκτός των άλλων έχει επίσης διακηρύξει ότι η Αντζαρία θα μποϊκοτάρει τις προεδρικές εκλογές, πράγμα που η νέα ηγεσία της Γεωργίας διακηρύσσει ότι δε θα επιτρέψει...
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η Ρωσία διαθέτει βάση στην Αντζαρία, όπως διαθέτει βάση και στο Αχαλκαλακί στα νότια της Γεωργίας (στην περιοχή που κυριαρχεί η αρμένικη μειονότητα) και στρατεύματα στην Αμπχαζία. Οι Ρώσοι, που δεν επιθυμούν να χάσουν την όση επιρροή διαθέτουν στον Καύκασο (όχι μόνον εξαιτίας των πετρελαίων της Κασπίας, αλλά και εξαιτίας της παρουσίας Τσετσένων αυτονομιστών στο φαράγγι του Πανκίσι της Γεωργίας), δηλώνουν ότι θα τους πάρει περίπου 10 χρόνια για να κλείσουν τις βάσεις (τα προηγούμενα χρόνια έκλεισαν δύο). Από την άλλη οι Γεωργιανοί και οι ΗΠΑ (όπως έκανε σαφές και ο Ντόναλντ Ράμσφελντ στη διάρκεια της σύντομης επίσκεψής του στις αρχές Δεκέμβρη) ζητούν την άμεση αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων και παράλληλα κάνουν λόγο για δημιουργία ΝΑΤΟικού κέντρου στο γειτονικό Αζερμπαϊτζάν.
Και πάνω από όλα είναι το πετρέλαιο, δηλαδή ο αγωγός Μπακού-Τιφλίδας-Τζεϊχάν (BTC), που θα μεταφέρει το πετρέλαιο από τις πηγές κοντά στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, Μπακού, και διά μέσου της Γεωργίας στις μεσογειακές ακτές της Τουρκίας. Το έργο, που στην ουσία καθοδηγείται από την Ουάσιγκτον, όχι μόνο θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή αλλά θα παρακάμψει το δίκτυο της Ρωσίας (όπως και το Ιράν) μειώνοντας την επιρροή της χώρας αυτής στην περιοχή. Ο αγωγός, μήκους 1.760 χιλιομέτρων, αναμένεται στο τέλος της δεκαετίας να μεταφέρει 1 εκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου τη μέρα, και όπως δήλωσε πρόσφατα ο διευθυντής της «BP Αζερμπαϊτζάν» (εταιρία που πρωτοστατεί στον αγωγό αλλά και στην άντληση πετρελαίου από την Κασπία) μέχρι στιγμής όλα πάνε εντός σχεδίου. Ο αγωγός, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα είναι έτοιμος το πρώτο τρίμηνο του 2005.
Οι ΗΠΑ δε θα μπορούσαν φυσικά να αφήσουν τον αγωγό να ναυαγήσει. Οπως επίσης δε θα μπορούσαν να αφήσουν μια φιλορωσική κυβέρνηση να αναλάβει τα ηνία της Γεωργίας, όταν για μια δεκαετία ο Σεβαρντνάτζε είχε θέσει τη χώρα στο «Ευρωατλαντικό» άρμα. Ωστόσο, ο γηραιός πολιτικός όχι μόνον είχε αρχίσει να χάνει τον έλεγχο (όπως απέδειξε το γεγονός ότι το κάποτε πρωτοπαλίκαρό του, ο Μιχαήλ Σαακασβίλι, διεξήγαγε για μήνες λυσσαλέα επίθεση εναντίον του), αλλά, πολύ περισσότερο, τις βδομάδες πριν την πτώση του προσπάθησε να προσεγγίσει τη Ρωσία (για να «παίξει» τη μία μεγάλη δύναμη εναντίον της άλλης). Αλλά δεν υπολόγισε καλά. Η πτώση του μετά από αυτό ήταν άμεση. Οι ΗΠΑ, κάνοντας επίδειξη ισχύος, έδωσαν το «πράσινο φως» στον Σαακασβίλι και στους συμμάχους του για την τελική επίθεση, ενώ μετά την ανατροπή έκαναν εκ νέου σαφές το ποιος είναι «το αφεντικό» στην περιοχή.
Πλέον στόχος θα είναι λογικά η διατήρηση της ειρήνης και των λεπτών ισορροπιών μεταξύ των κέντρων εξουσίας προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της Δύσης. Σε αυτή την προοπτική, η νέα ηγεσία της Τιφλίδας και οι ΗΠΑ θα πρέπει να δώσουν κάποια προσοχή και στις απαιτήσεις της Μόσχας. Αλλωστε, οι επανειλημμένες δηλώσεις του εθνικιστή Σαακασβίλι για την ανάγκη ύπαρξης «αρμονικών σχέσεων» με τη Ρωσία, μια τέτοια πολιτική εξυπηρετούν. Ο δρόμος ωστόσο θα είναι δύσκολος και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει χειρότερες εξελίξεις (πολεμικές συγκρούσεις). Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο λαός της Γεωργίας δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα καλό για τα επόμενα χρόνια.