Στην αρχαιότητα η κεραμική έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξυπηρέτηση της ζωής των ανθρώπων. Εκτός από είδη καθημερινής χρήσης, οι αρχαίοι κατασκεύαζαν και ειδώλια από οπτή γη, τις τερακότες, ονομασία που πήραν από τη σύνθεση του υλικού και τον τρόπο κατασκευής τους. Σύμφωνα με το μύθο της Πανδώρας, τα βασικά τους στοιχεία, που ήταν το νερό, το χώμα και η φωτιά, είχαν θεϊκή καταγωγή.
Σημαντική υπήρξε η χρήση της κεραμικής από τα παιδιά, ως μάθηση και διασκέδαση. Σε όλη την Ελλάδα, τα παιδιά έφτιαχναν μόνα τους παιχνίδια από χώμα και νερό, ύστερα από μία δυνατή βροχή, τα οποία στέγνωναν στη θράκα του τζακιού ή σε δυνατό ήλιο. Πολλά παιχνίδια ήταν από γύψο, που συνήθως ανακάτευαν με πηλό για να δέσει.
Με τον ερχομό του φθινοπώρου, τα παιδιά άρχιζαν να δημιουργούν ένα γνώριμο αγαπημένο τους παιχνίδι: να πλάθουν παιχνίδια από χώμα και νερό, να τα στεγνώνουν στον ήλιο, να τα χρωματίζουν με φυτικά χρώματα και με τη φαντασία τους να τους δίνουν ζωή. Στη Βόρεια Ελλάδα, στην Ηπειρο, στην Πελοπόννησο, στα νησιά, στην Κρήτη, αγόρια και κορίτσια έφτιαχναν παιχνίδια από ασπρόπηλο, από κοκκινόχωμα ή από ασπρόχωμα ανακατεμένο με ψιλοκομμένο άχυρο. Αφού τα έπλαθαν, τα άφηναν δυο - τρεις μέρες στον ήλιο ή κοντά στη θράκα του τζακιού, ώσπου να ξεραθούν, αλείφοντάς τα με νερό μια - δυο φορές τη μέρα. Για μάτια, στόμα ή στολίδια, πρόσθεταν σπόρους ή μαύρα πετραδάκια. Για μαλλιά στις κούκλες, έβαζαν μαλλί από το καλαμπόκι που έβρισκαν το καλοκαίρι, ενώ το χειμώνα, μαλλί από τη ρόκα της γιαγιάς.
Τα χριστουγεννιάτικα και πρωτοχρονιάτικα παιχνίδια, ξεκίνησαν από την περιέργεια των παιδιών να μιμηθούν τις θρησκευτικές δραστηριότητες των μεγάλων. Πολλές φορές ένα παιχνίδι - αντικείμενο είχε την έννοια του φυλακτού. Από τον 20ό αιώνα στην Ελλάδα υπήρχε πληθώρα πήλινων και γύψινων παιχνιδιών, μικρογραφίες του μικρού Χριστού και της Παναγίας, του Αϊ-Βασίλη, αγγέλων και άστρων που γέμιζαν τους πανηγυριώτικους πάγκους τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Από τα σημαντικότερα πανηγυριώτικα παιχνίδια μπορούν να θεωρηθούν τα πήλινα «μασκαρομπαρδάκια» ή υδροπαιχνίδια, γνωστά σαν νεροσφυρίχτρες ή πουλάκια και μαγικά ποτήρια. Επίσης, τα πήλινα ή γύψινα ζώα και πουλιά, οι ανθρωπόμορφοι ή ζωόμορφοι κουμπαράδες, τα μουσικά όργανα (τουμπελέκια), και τα σκεύη νοικοκυριού σε μικρογραφία. Κατασκευάζονταν από πηλοπλάστες, κυρίως Μικρασιάτες, Αιγινήτες και Χιώτες από τις αρχές του 20ού αιώνα. Τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, οι πάγκοι των πανηγυριών γέμιζαν με χριστουγεννιάτικα και πρωτοχρονιάτικα παιχνίδια, όπως κουμπαράδες, Αϊ-Βασίληδες, χάρτινα στολίδια του δέντρου και μπαλόνια. Οταν σκοτείνιαζε και οι στριμωγμένοι ο ένας κοντά στον άλλο πάγκοι άναβαν τα χρωματιστά φωτάκια ή φαναράκια τους, όλα τα παιχνίδια λαμποκοπούσαν.
Η πρώτη μορφή του ελληνικού χριστουγεννιάτικου δέντρου ήταν τα κλαριά της μυρτιάς ή της ελιάς, που έστηναν στα σπίτια τους οι χωρικοί. Από τα κλαριά κρεμούσαν φρούτα ή καρπούς τυλιγμένους με χρυσόχαρτα ή βαμμένους με χρυσομπογιά. Στα νεότερα χρόνια, απαραίτητο στολίδι ήταν τα μικρά χρωματιστά παιχνίδια από ζυμάρι ή γύψο και τα κεράκια που φώτιζαν όλη τη νύχτα. Από λάσπη έφτιαχναν και τα παιδιά ανθρωπόμορφα ή ζωόμορφα παιχνίδια για να τα κρεμάσουν στο δέντρο ή στο κλαρί, που ήταν τοποθετημένο στο κεντρικό δωμάτιο του σπιτιού τους.
Από τις πιο κοινές και αγαπημένες κούκλες των παιδιών, που συγχρόνως έχει έντονα συμβολικό χαρακτήρα, ήταν και είναι ο Αϊ-Βασίλης. Παλαιότερα, τον Αϊ-Βασίλη τον κατασκεύαζαν από γύψο ή πηλό διάφοροι πηλοπλάστες ή ακόμα και τα ίδια τα παιδιά, περισσότερο σαν γούρι, για να τοποθετηθεί κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο ή σε μια γωνιά του σπιτιού. Το 19ο αιώνα υπήρχαν στην Ευρώπη ειδικές φόρμες για γλυκά, καθώς και σιδερένια καλούπια του Αϊ-Βασίλη. Τέτοια καλούπια βρέθηκαν και στην Ελλάδα. Τα χρησιμοποιούσαν οι πανηγυριώτες πηλοπλάστες για να φτιάχνουν γύψινους Αϊ-Βασίληδες, που πουλούσαν στα πανηγύρια του Δωδεκαήμερου ή την ημέρα της Πρωτοχρονιάς.