«Η πολιτική διαφθορά και η τέχνη να παραπλανούν τις μάζες αποτελούν τα θεμέλια της πολιτικής τους ύπαρξης, μπροστά στα οποία οι μικρές ατομικές ύβρεις εξαφανίζονται μέσα στη συνολική δράση σαν σταγόνες στον ωκεανό»
Ρόζα Λούξεμπουργκ1
Ποια όμως σχέση μπορεί να έχουν οι αυτοαποκαλούμενοι «φιλελεύθεροι» με τους αυτοαποκαλούμενους «σοσιαλιστές», που συστεγάστηκαν στο υπό μετάλλαξη σε «δημοκρατική παράταξη» τέως σοσιαλιστικό κίνημα;
Είναι βέβαιο ότι ένα σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη συνεύρεση, έπαιξε η ξεδιάντροπη γοητεία της αστικής εξουσίας, σε συνδυασμό με το τι αυτή, σαν το σύγχρονο του Μαμμωνά Βασίλειο, μπορεί να αποδώσει οικονομικά σε όσους την υπηρετούν, αλλά και στα συγκεκριμένα συμφέροντα που αντιπροσωπεύουν.
Σημαντικό επίσης ρόλο, έπαιξε η κοινή θεμελιακή και βαθύτατα συντηρητική ιδεολογική αφετηρία τους, η οποία συνίσταται στο ότι και οι μεν και οι δε από τη μια αποδέχονται την υπάρχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων σαν μια φυσική κατάσταση της ανθρωπότητας και από την άλλη την αστική δημοκρατία, δηλαδή το πολιτικό εποικοδόμημα της αστικής οικονομικής κυριαρχίας, σαν το τέλος της Ιστορίας.
Μια και ο Ντεκάρτ, ο Ρουσό, ο Καντ, ο Μαρξ... είπαν ό,τι είχαν να πουν, μια και όλες οι ήπειροι εξερευνήθηκαν, οι επαναστάσεις ολοκληρώθηκαν, μια που τίποτε τελειότερο από την αστική δημοκρατία δεν υπάρχει, άρα και δεν πρόκειται να υπάρξει, δε μας μένει τίποτε άλλο παρά να την αποδεχτούμε σαν τη μοναδική εφικτή οργάνωση της κοινωνίας και να προσπαθήσουμε να τη βελτιώσουμε. Κάπως έτσι συλλογιούνται.
Τι και αν ακολουθώντας αυτήν τη συλλογιστική ο ήλιος θα γύριζε ακόμη γύρω από τη Γη, ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα μέρες θα ήταν ακόμη ένα ωραίο παραμύθι, και το δουλοκτητικό σύστημα θα ίσχυε ακόμη, μια και τίποτε τόσο στις θετικές επιστήμες όσο και στις κοινωνικές δεν προϋπήρξε πριν υπάρξει στην πράξη και όλα φάνταζαν ανέφικτες ουτοπίες2.
Και γι' αυτό η αξία της συνεργασίας τους δε στοχεύει μόνον στην άγρα ψήφων, αλλά στη σε βάθος χρόνου στήριξη του συστήματος, έτσι που αυτό να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των παγκόσμιων κυρίαρχων, για άκρα του τάφου σιωπή απέναντι στα κελεύσματά τους.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι από τα τέλη Γενάρη, σε «προφητικό» άρθρο του Τάκη Μίχα στην «Ελευθεροτυπία»3, προαναγγελλόταν με τη μορφή προτροπής το «φιλελεύθερο» σκέλος αυτής της συνεργασίας.
Να τι γράφονταν τότε γι' αυτό, που θα συντελεστεί αργότερα, με ένα απλό τάχα τηλεφώνημα... «Ο φυσικός χώρος των φιλελεύθερων στην Ελλάδα δεν μπορεί να είναι άλλος από ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα υπό την ιδεολογική ομπρέλα της «συμμετοχικής δημοκρατίας» (...)».
Οι φιλελεύθεροι (συμπεριλαμβανομένων φυσικά και κυρίως των Στέφανου Μάνου και Ανδρέα Ανδριανόπουλου) θα πρέπει να προβληματιστούν σοβαρά με αυτήν την προοπτική».
Στην πραγματικότητα πρόκειται για την αλληλοσυμπλήρωση των «φιλελεύθερων» κατά Νιζάν4 «κέρβερων» -αυτά τα τρομερά σκυλιά φύλακες του Αδη- της αστικής εξουσίας, ή κατά Γκράμσι οργανικών διανοούμενων της αστικής τάξης και των κατά Βαλέ «ξεπουλημένων γουρουνιών»5, ή κατά Πλάτωνα δοκησίσοφων, ή ακόμη κατά Σαρτρ ψευτοδιανοούμενων, «σοσιαλιστών».
Στα πλαίσια του μεταξύ τους καταμερισμού εργασίας οι πρώτοι, οι «φιλελεύθεροι» υπερασπίζονται απροκάλυπτα και δίχως ίχνος κριτικής την ουσία του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή το μονοθεϊσμό του κέρδους και του χρήματος, τον ανταγωνισμό, την «ελεύθερη» αγορά, δηλαδή την κυριαρχία των μεγαλοκαρχαριών, τον ατομικισμό, και όλα τα συνεπαγόμενα δεινά, που η κυριαρχία αυτών των αξιών επιφέρει στην ανθρωπότητα, όπως πολέμους, οικολογικές καταστροφές, πείνα και δυστυχία για την πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη... Σε αντίθεση με τους κλασικούς φιλελεύθερους, οι οποίοι -αν μη τι άλλο- υπεράσπιζαν ορισμένες οικουμενικές αξίες θεωρώντας έστω, ότι αυτές τις εκφράζει η αστική τάξη ως οικουμενική τάξη, τούτοι οι σύγχρονοι κατά Ζιλιέν Μπεντά «προδότες των κληρικών»6 πρόδωσαν αυτήν τους τη λειτουργία υπέρ της υπεράσπισης των πιο χυδαίων άμεσων συμφερόντων. Να όμως που η ιδεολογική τους παρέμβαση δεν αρκεί, διότι ακριβώς λόγω του απροκάλυπτου, επιθετικού χαρακτήρα της είναι επιρρεπής να προκαλέσει αντιδράσεις -αντιστάσεις.
Χρειάζονται συνεπώς και το συμπλήρωμά τους. Αυτό είναι οι δοκησίσοφοι, που ξεπέρασαν τη «δύστυχη συνείδηση» τασσόμενοι με το μέρος της εξουσίας. Αυτοί «παίρνουν ύφος διανοουμένου (...) και αρχίζουν να αμφισβητούν την ιδεολογία της άρχουσας τάξης. Αλλά πρόκειται για μια αμφισβήτηση πλαστή, συγκροτημένη με τέτοιο τρόπο που εξαντλείται στον εαυτόν της και έτσι δείχνει ότι η κυρίαρχη ιδεολογία αντέχει σε κάθε αμφισβήτηση»7. Πρόκειται για την αμφισβήτηση του «όχι αλλά...», του «ναι μεν αλλά...», του «είμαι κατά του πολέμου αλλά και κατά της αντίστασης σ' αυτόν», «υπέρ της ελεύθερης αγοράς αλλά και υπέρ των φτωχών που αυτή προκαλεί», «υπέρ του σοσιαλισμού αλλά και υπέρ του νεοφιλελευθερισμού»... Αυτή λοιπόν η κατηγορία των ψευτοδιανοούμενων χρειάζεται στο σύστημα ακριβώς επειδή λειτουργεί σαν δήθεν αποκλίνουσα μεν, ενσωματώσιμη δε από αυτό αντίδραση8, που έρχεται σαν κυματοθραύστης να αμβλύνει τις όποιες αντιδράσεις προκαλεί η παρέμβαση της πρώτης κατηγορίας.
Παρέλαβε ένα ΠΑΣΟΚ που η κυβέρνηση Σημίτη το οδήγησε σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην μπορεί κανείς να το διακρίνει στην πολιτική του πράξη, από την πλέον νεοφιλελεύθερη Δεξιά και βεβαίως δεν έχει κανένα πρόβλημα να συστεγάσει κάτω από τις φτερούγες του, τους δεξιούς κέρβερους και τους ανανήψαντες αριστερούς, κατά Νίτσε «αναρριχητικούς πιθήκους»10.
Οσο για τα παραδοσιακά στελέχη τού πάλαι ποτέ σοσιαλιστικού κινήματος, ανίκανα πια να αποδώσουν σαν συλλογικοί υπερασπιστές του συστήματος, μια που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η υπεράσπιση των κεκτημένων εξουσιαστικών τους ατομικών συμφερόντων, φοβούμενα ότι ο νέος ηγεμόνας θα απαιτήσει την κεφαλή τους επί πίνακι, εντάχθηκαν δίχως καμιά αναστολή, σε μια διαδικασία κορυφαίου ηθικού ξεπεσμού, κορυφαίας ανήθικης συναλλαγής, γλείφοντας εκεί που είχαν φτύσει και γλυφόμενοι από αυτούς που τους έφτυναν.
Πρόκειται σίγουρα για το τέλος μιας εποχής. Το δράμα όμως είναι, ότι αυτό το «νέο», το «φρέσκο», το «καινοτόμο», που ευαγγελίζονται οι κληρονόμοι της, αναβλύζει ήδη τόση μπόχα, που κινδυνεύει να μας πνίξει πριν καν καλά - καλά εμφανιστεί.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Rosa Luxemgurg «masses et chefs»
2. Βλέπε Ernst Bloch «Le principe Espιrance» editions Gallimard, 1982
3. Τάκη Μίχα «Φιλελεύθεροι και Γ. Παπανδρέου», «Ελευθεροτυπία» 30/1/2004
4. Γάλλος κομμουνιστής φιλόσοφος που γεννήθηκε το 1905 και σκοτώθηκε στον β' παγκόσμιο πόλεμο, στη μάχη της Δουνκέρκης, σε ηλικία μόλις 35 χρονών και ο οποίος μεταξύ άλλων έγραψε το τους «Κέρβερους»
5. Βλέπε Κυριακάτικο «Ριζοσπάστη» της 15/2/2004
6. Julien Benda «La trahison des clercs» γραμμένο το 1927, έκδοση «Grasset» «Les Cahiers Rouges» 1975
7. Ζαν Πολ Σαρτρ «Υπέρ διανοουμένων συνηγορία» - Μετάφραση Αγγελος Ελεφάντης, «Ο Πολίτης» 1994, σελ. 47
8. T. Rarson «The social System», «The free press», 1951, σελ. 335
9. Γάλλος δοκιμογράφος (1533-1592) θεωρούμενος από τους καλύτερους Γάλλους πεζογράφους. Το παραπάνω απόσπασμα αναφέρεται στα «Δοκίμιά» του
10. Φρ. Νίτσε «Ετσι μίλησε ο Ζαρατούστρα» εκδ. «Δωδώνη» 1983, σελ. 89
11. Βλέπε Αλέξης Ντε Τοκβίλ «Η Δημοκρατία στην Αμερική» εκδ. «Στοχαστής».
Στο «Ρ» της Κυριακής 22/2/2004 στο άρθρο με τίτλο «Ποιος κρατισμός είναι παρωχημένος», αναφέρονται λαθεμένα οι θερμοκρασίες στα παραδείγματα από την πρώην ΕΣΣΔ. Ετσι αναφέρονται θερμοκρασίες -150, -200, -400, -500 βαθμοί Κελσίου, αντί για -15, -20, -40, -50 βαθμοί Κελσίου που είναι το σωστό.